Η εβδομάδα της Ε´ Κυριακής των
Νηστειών είναι μία εβδομάδα συνοπτική των οκτώ προηγούμενων Κυριακών, της
πορείας από την αρχή του Τριωδίου. Η εβδομάδα χαρακτηρίζεται από το Μεγάλο
Κανόνα του Αγίου Ανδρέα Κρήτης, τον Ακάθιστο Ύμνο και τα Προφητικά Αναγνώσματα
της εβδομάδος, όπως επίσης και τα Αναγνώσματα της Θεοτόκου στη Θεία Λειτουργία
του Σαββάτου, και κατά την Κυριακή από τη μνήμη της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας.
Την Τετάρτη ημέρα της πέμπτης
εβδομάδος των Νηστειών και στο μέσον του Αποδείπνου η Εκκλησία ψάλλει το Μεγάλο
Κανόνα του Αγίου Ανδρέα Κρήτης (650-740). Είναι ο μακροσκελέστερος Κανόνας της
Εκκλησίας, αποτελούμενος από διακόσια πενήντα τροπάρια και ένδεκα ειρμούς, όπου
εξιστορούνται τα γεγονότα από την πτώση του ανθρώπου και εξής με τα έργα της μετανοίας
των Αγίων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, όλων αυτών των Αγίων που διά της
μετανοίας κατέστησαν χάριτι αυτόπτες της Αποκαλύψεως του Υιού και Λόγου του
Θεού Πατρός εν τύποις και σαρκί. Πρόκειται για ένα σύντομο υπομνηματισμό της
Προφητικής και Ευαγγελικής καταγραφής των θεοφανικών γεγονότων σε μία ενότητα
τύπων και ανακεφαλεώσεως με παράλληλη συνθετική παρεμβολή των αποφάσεων των έξη
πρώτων Οικουμενικών Συνόδων για το μυστήριο της Θείας Οικονομίας και της
κρίσεως του κόσμου. Οι πρεσβείες προς τον Άγιο Ανδρέα και την Οσία Μαρία την
Αιγυπτία, ως υπόδειγμα μετανοίας, συνυφαίνονται με τα τροπάρια των Ωδών του
Κανόνα προς δήλωση της σημασίας της μετανοίας, η οποία οδηγεί στην ομολογία της
θεότητος του Χριστού αλλά και της αληθούς Ενανθρωπήσεως, των Παθών, του Σταυρού
και της Αναστάσεως, της Κρίσεως και της διακονίας της Θεοτόκου, ιδίως με τον
ειρμό της θ´ Ωδής, ἦχος πλ. β´, «Ἀσπόρου συλλήψεως, ὁ τόκος ἀνερμήνευτος, Μητρὸς
ἀνάνδρου, ἄφθορος ἡ κύησις· Θεοῦ γὰρ ἡ γέννησις, καινοποιεῖ τὰς φύσεις· διό σε πᾶσαι
αἱ γενεαί, ὡς Θεόνυμφον Μητέρα, ὀρθοδόξως μεγαλύνομεν». Καθώς εμφαίνεται ο
προχειρισμός προς το Μυστικό Δείπνο η Εκκλησία εντείνει το λόγο της για τη
μετάνοια, όχι ως μια ψυχολογική κατάσταση, μια ατομική πράξη, μια ατομική
εμπειρία, αλλά ως εκκλησιαστικό γεγονός θεωτικής πορείας μετά πάντων των Αγίων,
εξαιρέτως δε της Υπεραγίας Θεοτόκου. Όσο πλησιάζουμε προς το Πάσχα, η Εκκλησία,
λοιπόν, μας καλεί να μη χάσουμε την ευκαιρία και εγκλωβισθούμε στην αυτάρκειά
μας, αλλά μας καλεί να απεκδυθούμε τον ιδιασμό μας και να αποκτήσουμε την
εμπειρία και την πίστη των Αγίων μας και να μην αποκαρδιωθούμε με τις αποτυχίες
μας, αλλά να παραδειγματισθούμε από αυτούς, γιατί ο Χριστός είναι ο πανταχού
παρών και τα πάντα πληρών. Έτσι ένα από τα τροπάρια σχεδόν μας οδηγεί στη Μ.
Τετάρτη: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις; τὸ τέλος ἐγγίζει καὶ
μέλλεις θορυβεῖσθαι· ἀνάνηψον οὖν, ἵνα φείσηταί σου Χριστὸς ὁ Θεός, ὁ πανταχοῦ
παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν», τον Ψαλμό 137, και την Κυριακή Προσευχή. Πρόκειται,
δηλαδή, για ομολογία πίστεως στο Χριστό (τον ένα και τον αυτόν των Αγίων
Παλαιάς και Καινής Διαθήκης), ένα συνοψισμό των αποφάσεων της ΣΤ´ Οικουμενικής
Συνόδου, στην αποδοχή της οποίας ενεπλάκη ο Άγιος Ανδρέας. Με την ίδια
παιδαγωγία η Εκκλησία στο Απόδειπνο της Παρασκευής ψάλλει τον Ακάθιστο Ύμνο
ολόκληρο, ως επιστέγαση και αποδοχή του όρου Θεοτόκος, ως εγγύηση της του Υιού
του Θεού αληθούς ενσάρκου Οικονομίας. Όλη αυτή, δηλαδή, η περίοδος του Τριωδίου
είναι μία περίοδος της εκ νέου ενσωμάτωσης του ανθρώπου στην Εκκλησία των απ᾽
αιώνος Αγίων του Θεού, που έζησαν την αποκάλυψη του Τριαδικού Θεού όχι για τον
εαυτό τους αλλά ως Προφήτες και μάρτυρες για όλους τους ανθρώπους, και γι᾽ αυτό
η εμπειρία τους είναι η κοινή εμπειρία και μαρτυρία της Εκκλησίας.
Δέσπω Λιάλιου,
Καθηγήτρια Θεολογίας