Η ημέρα έχει ώρας 15 καί η νύξ ώρας 9.
Κυριακή 31 Μαΐου 2009
Σάββατο 30 Μαΐου 2009
Κυριακή Ζ΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ
Την τελευταία Κυριακή πριν από την Πεντηκοστή, που είναι αφιερωμένη στους αγίους Πατέρες της Α΄Οικουμενικής Συνόδου, κυριαρχεί στη λειτουργική ατμόσφαιρα της ημέρας το θέμα του αποχωρισμού.
Η εορτή ης Αναλήψεως του Χριστού έχει ασφαλώς συμβάλλει αποφασιστικά στη δημιουργία μιας τέτοιας ατμόσφαιρας…
Αλλά το θέμα του αποχωρισμού κυριαρχεί και στα αναγνώσματα της ημέρας…
π. Φιλόθεος Φάρος,
«Πριν και μετά το Πάσχα».
Η εορτή ης Αναλήψεως του Χριστού έχει ασφαλώς συμβάλλει αποφασιστικά στη δημιουργία μιας τέτοιας ατμόσφαιρας…
Αλλά το θέμα του αποχωρισμού κυριαρχεί και στα αναγνώσματα της ημέρας…
π. Φιλόθεος Φάρος,
«Πριν και μετά το Πάσχα».
Πέμπτη 28 Μαΐου 2009
Ιωαννίνων Θεόκλητος: «Η Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως Διακονία Ευθύνης και μαρτυρίας»
«Κρίνεται απαραίτητο, στην απαρχή του κειμένου που ακολουθεί, να διευκρινίσουμε ότι η πρόσληψη του μυστηρίου της Εκκλησίας με εκκοσμικευμένα κριτήρια, πέραν του ότι δεν οδηγεί στη βίωση του, παράγει λόγο ατελέσφορο ή λόγο ακοινώνητο και αυτό συνεπάγεται ακαταληψία, δηλαδή αδυναμία απλής κατανοήσεως των εκκκλησιαστικών πραγμάτων και των κατ’ ακολουθίαν προσεγγίσεων του. Η εκκοσμίκευση των εσχάτων, έτσι θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την απουσία της ποιμαντικής διακονίας μας, αποκλείει την οδό προς την αλήθεια και τη σωτηρία. Αν αυτό θεωρηθεί ανούσιο ή περιττό, τότε τα πάντα έχουν χαθεί και είμεθα επιζήμιοι ως ποιμένες.
Ίσως έτσι δικαιολογείται η απουσία ενδιαφέροντος και η κόπωση του κοινωνικού σώματος για τα εκκλησιαστικά πράγματα. Τα αναληθή κουράζουν και επειδή εύκολα καθιστούν αυταπόδεικτη την αυτογελοιοποίηση, δίκαια ο λαός δεν αφιερώνει χρόνο, αρκετά πολύτιμο στον καθένα, για αστείες ενασχολήσεις. Μακρηγορούμε, αλλά θεωρούμε ότι η αλήθεια σηματοδοτεί την άρνηση της λήθης για όσα, ακόμη και τώρα, παρότι αυτονόητα, διαστρέφονται ως «α-νόητα»! Τι είναι για την Ανατολική Εκκλησία των Οικουμενικών Συνόδων και της Παραδόσεως το Οικουμενικό Πατριαρχείο; Η Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως ή η Νέα Ρώμη είναι ο θεμέλιος λίθος επί του οποίου, μετά τους διωγμούς που εξαπολύοντο από την κοσμική εξουσία της Παλαιάς Ρώμης με την ειδωλολατρική της προσήλωση, καθίσταται η επί του αίματος των Μαρτύρων και των Ομολογητών Αγία Τράπεζα - Καθέδρα επί της οποίας εδράζει η νέα κοσμική εξουσία την ακαινοτόμητο Αλήθεια της Αποκαλύψεως ως βασικό άξονα αναπτύξεως και οικουμενικής Κατηχήσεως. Η Νέα Ρώμη αποδίδει στην Εκκλησία την Οικουμενική Της ευθύνη και αποστολή. Αυτή δε αναλαμβάνει τη διακονία και, αδιάλειπτα έως σήμερα, λειτουργεί το μυστήριο της κοσμικής - οικουμενικής Πεντηκοστής.
Η Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως με την επιφάνεια του Παναγίου Πνεύματος, του και Κυρίου της Ιστορίας, ορθοτομεί το λόγο της Αληθείας του Δομήτορά Της ασυμβίβαστα και με ποικίλο κόστος. Οι Οικουμενικές Σύνοδοι, θα μπορούσε να ειπωθεί, είναι Οικουμενικές γιατί η Μεγάλη Εκκλησία σεβάστηκε και ποτέ αυτό το χρέος δε διανοήθηκε να αποστεί. Οικουμενικό Πατριαρχείο και Οικουμενικές Σύνοδοι είναι ο οίνος και ο άρτος για τη συνεχώς τελούμενη Μεγάλη Λειτουργία της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος στην ιστορία του κόσμου, γιατί ο Υιός γιγνώσκεται δια του Πνεύματος και ο Πατήρ αποκαλύπτεται δια του Υιού. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, δια των Αγίων και Μεγάλων Συνόδων, κανοναρχεί την επίσκεψη της ζωής της Εκκλησίας δια του Κανονικού Δικαίου, ως του φιλάνθρωπου «νόμου της Χάριτος», ο οποίος καταργεί, ορθοδόξως βιούμενος και ερμηνευόμενος, τη δέσμευση στις αναλήψεις και τις νοοτροπίες της Παλαιοδιαθηκικής Τορά.
Πλήθος νέων μαρτύρων και ομολογητών έρχεται, αιτία της μαρτυρίας της Αληθείας, να προστεθεί και να διαφυλάξει την Εκκλησία από κοσμικές νοοτροπίες, θύραθεν παρερμηνείες και εξουσιαστικές παρεμβολές επί του Καινού Σώματος του Χριστού. Να γιατί η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως είναι Η Μεγάλη Εκκλησία, εκκλησία της δοξολογίας και της μαρτυρίας, εκκλησία της σταυρικής διακονίας και της στον Θεό και μόνο πίστεως και προσηλώσεώς Της. Η εκκλησιολογία, ο της Εκκλησίας ακαινοτόμητος και ορθόδοξος λόγος, δηλαδή η δια του Υιού και Λόγου του Θεού γνησία και αληθής οδός σωτηρίας και μαρτυρίας, είναι κατάκτηση της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως.
Η Μεγάλη Εκκλησία όχι μόνο διεφύλαξε την ιδιαιτερότητα των λαών που κατήχησε και διακόνησε, αλλά και καλλιέργησε και ανέδειξε τα ποιοτικά πολιτιστικά τους χαρακτηριστικά. Δεν υπέταξε λαούς, διακόνησε λαούς, γι’ αυτό και, παρά την ενιαία διοικητική μορφή της αυτοκρατορίας, δεν αρνήθηκε τα διάφορα εκκλησιαστικά καθεστώτα, τα οποία σεβάστηκε, χωρίς να αποπειραθεί να τα αφομοιώσει ή να τα απομειώσει.
Η Μεγάλη Εκκλησία δεν ανεζήτησε εξουσία, γιατί η εξουσία και η αναζήτηση της είναι ίδιον των αδυνάτων και των μικρών. Σε αντίθεση με την Παλαιά Ρώμη - την βιάζουσα την Ορθόδοξη εκκλησιολογία και νοσφιζόμενη την κοσμική εξουσία, την επιθυμούσα να καταστεί «Τρίτη Ρώμη» Ρώσικη Εκκλησία, και τις θυγατέρες «αυτοκέφαλες» Εκκλησίες ένιες των οποίων θεωρούν ότι η «ιδία κεφαλή» συνεπάγεται και νοοτροπία αντιεκκλησιολογικής συμπεριφοράς με «ιδίαν περί Εκκλησίας θεώρησιν» - και γι’ αυτό κατονομάζονται και ως «κακοκέφαλες», η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως αντιμετώπισε πάντα με εμμονή στις παραδεδομένες αλήθειες, σταυρικό κόστος, ύβρεις και χλευασμούς, χαλκευμένες διαδόσεις, υποκριτικές αγάπες, απατηλά λόγια, σχεδιασμούς αμφισβητήσεων, ανίερες συμμαχίες και ό,τι παράγεται από φαύλες κατώτερες επιθυμίες. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο δε γνωρίζει απλά ιστορία, είναι η ιστορία της Εκκλησίας, το πέρασμα του Αγίου Πνεύματος στην εκκλησιαστική ιστορία, και γι’ αυτό πονά. Πονά γιατί οι μάρτυρές Του το στερεώνουν και το Άγιο Πνεύμα ομιλεί στο λήμμα της Πρωτόθρονης κατ' Ανατολάς Εκκλησίας με το πνεύμα και το αίμα των Μαρτύρων και των Ομολογητών. Η κατά Θεόν καλή αλλοίωσις έχει πόνο και η άρνησις να αποκρυβεί η αλήθεια της εκκλησίας στη σκιά των νόμων του κόσμου τούτου, είναι τοις πάσι γνωστόν ότι διαφθείρει και καταστρέφει, γι’ αυτό ο πόνος της Μητέρας Εκκλησίας είναι δικαιολογημένα πολλαπλός.
Εν τέλει, η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως εμμένει στην πίστη της λειτουργικής φανέρωσης του Τριαδικού Θεού και ακλόνητα βιώνει τη μοναδική αλήθεια ότι ο μελισμός του Θείου Άρτου της σωτηρίου αληθείας, εμπεριέχει «το όλον» και η κλάσις δεν επιτρέπει σε κανένα να διαμορφώσει ιδίαν κακοκέφαλον και μισόκαλον περί Εκκλησίας θεώρησιν. Επειδή δε κάποιοι παραβλέπουν, με εκκοσμικευμένες θεωρήσεις, την Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, καλύπτοντας επιδέξια στον λεκτισμό τον επάρατο εθνικισμό με πατριδοκάπηλες αλαζονικές δικολαβίες, ας αναλογιστούν και όχι μόνον εκείνοι αλλά όλοι μας, τι έχουμε ως γένος ή ως έθνος στην Οικουμένη υψηλότερο και τιμιότερο και πολυτιμότερο του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Αν κάποιοι πολιτικοί κοντόφθαλμα και υστερόβουλα, ίσως, δεν το αποδέχονται, πώς να τους εγκαλέσουμε, όταν εμείς οι ίδιοι γλοιωδώς τους κολακεύουμε και τους επιτρέπουμε να αποδυναμώνουν και να αφυδατώνουν, με διπλωματικό και δόλιο τρόπο, το Οικουμενικό Πατριαρχείο; Και αν αυτοί δεν αισχύνονται, εμείς πως δεν το αισθανθήκαμε ακόμη;
Τελικά «ζει Κύριος ο Θεός» και μείζονα τούτων των κακών οψόμεθα...!»
Το κείμενο του σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Ιωαννίνων κ. κ. Θεοκλήτου για τη «Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως» δημοσιεύτηκε στην ειδική έκδοση της εφημερίδας «Αγγελιοφόρος της Κυριακής», την αφιερωμένη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Ίσως έτσι δικαιολογείται η απουσία ενδιαφέροντος και η κόπωση του κοινωνικού σώματος για τα εκκλησιαστικά πράγματα. Τα αναληθή κουράζουν και επειδή εύκολα καθιστούν αυταπόδεικτη την αυτογελοιοποίηση, δίκαια ο λαός δεν αφιερώνει χρόνο, αρκετά πολύτιμο στον καθένα, για αστείες ενασχολήσεις. Μακρηγορούμε, αλλά θεωρούμε ότι η αλήθεια σηματοδοτεί την άρνηση της λήθης για όσα, ακόμη και τώρα, παρότι αυτονόητα, διαστρέφονται ως «α-νόητα»! Τι είναι για την Ανατολική Εκκλησία των Οικουμενικών Συνόδων και της Παραδόσεως το Οικουμενικό Πατριαρχείο; Η Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως ή η Νέα Ρώμη είναι ο θεμέλιος λίθος επί του οποίου, μετά τους διωγμούς που εξαπολύοντο από την κοσμική εξουσία της Παλαιάς Ρώμης με την ειδωλολατρική της προσήλωση, καθίσταται η επί του αίματος των Μαρτύρων και των Ομολογητών Αγία Τράπεζα - Καθέδρα επί της οποίας εδράζει η νέα κοσμική εξουσία την ακαινοτόμητο Αλήθεια της Αποκαλύψεως ως βασικό άξονα αναπτύξεως και οικουμενικής Κατηχήσεως. Η Νέα Ρώμη αποδίδει στην Εκκλησία την Οικουμενική Της ευθύνη και αποστολή. Αυτή δε αναλαμβάνει τη διακονία και, αδιάλειπτα έως σήμερα, λειτουργεί το μυστήριο της κοσμικής - οικουμενικής Πεντηκοστής.
Η Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως με την επιφάνεια του Παναγίου Πνεύματος, του και Κυρίου της Ιστορίας, ορθοτομεί το λόγο της Αληθείας του Δομήτορά Της ασυμβίβαστα και με ποικίλο κόστος. Οι Οικουμενικές Σύνοδοι, θα μπορούσε να ειπωθεί, είναι Οικουμενικές γιατί η Μεγάλη Εκκλησία σεβάστηκε και ποτέ αυτό το χρέος δε διανοήθηκε να αποστεί. Οικουμενικό Πατριαρχείο και Οικουμενικές Σύνοδοι είναι ο οίνος και ο άρτος για τη συνεχώς τελούμενη Μεγάλη Λειτουργία της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος στην ιστορία του κόσμου, γιατί ο Υιός γιγνώσκεται δια του Πνεύματος και ο Πατήρ αποκαλύπτεται δια του Υιού. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, δια των Αγίων και Μεγάλων Συνόδων, κανοναρχεί την επίσκεψη της ζωής της Εκκλησίας δια του Κανονικού Δικαίου, ως του φιλάνθρωπου «νόμου της Χάριτος», ο οποίος καταργεί, ορθοδόξως βιούμενος και ερμηνευόμενος, τη δέσμευση στις αναλήψεις και τις νοοτροπίες της Παλαιοδιαθηκικής Τορά.
Πλήθος νέων μαρτύρων και ομολογητών έρχεται, αιτία της μαρτυρίας της Αληθείας, να προστεθεί και να διαφυλάξει την Εκκλησία από κοσμικές νοοτροπίες, θύραθεν παρερμηνείες και εξουσιαστικές παρεμβολές επί του Καινού Σώματος του Χριστού. Να γιατί η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως είναι Η Μεγάλη Εκκλησία, εκκλησία της δοξολογίας και της μαρτυρίας, εκκλησία της σταυρικής διακονίας και της στον Θεό και μόνο πίστεως και προσηλώσεώς Της. Η εκκλησιολογία, ο της Εκκλησίας ακαινοτόμητος και ορθόδοξος λόγος, δηλαδή η δια του Υιού και Λόγου του Θεού γνησία και αληθής οδός σωτηρίας και μαρτυρίας, είναι κατάκτηση της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως.
Η Μεγάλη Εκκλησία όχι μόνο διεφύλαξε την ιδιαιτερότητα των λαών που κατήχησε και διακόνησε, αλλά και καλλιέργησε και ανέδειξε τα ποιοτικά πολιτιστικά τους χαρακτηριστικά. Δεν υπέταξε λαούς, διακόνησε λαούς, γι’ αυτό και, παρά την ενιαία διοικητική μορφή της αυτοκρατορίας, δεν αρνήθηκε τα διάφορα εκκλησιαστικά καθεστώτα, τα οποία σεβάστηκε, χωρίς να αποπειραθεί να τα αφομοιώσει ή να τα απομειώσει.
Η Μεγάλη Εκκλησία δεν ανεζήτησε εξουσία, γιατί η εξουσία και η αναζήτηση της είναι ίδιον των αδυνάτων και των μικρών. Σε αντίθεση με την Παλαιά Ρώμη - την βιάζουσα την Ορθόδοξη εκκλησιολογία και νοσφιζόμενη την κοσμική εξουσία, την επιθυμούσα να καταστεί «Τρίτη Ρώμη» Ρώσικη Εκκλησία, και τις θυγατέρες «αυτοκέφαλες» Εκκλησίες ένιες των οποίων θεωρούν ότι η «ιδία κεφαλή» συνεπάγεται και νοοτροπία αντιεκκλησιολογικής συμπεριφοράς με «ιδίαν περί Εκκλησίας θεώρησιν» - και γι’ αυτό κατονομάζονται και ως «κακοκέφαλες», η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως αντιμετώπισε πάντα με εμμονή στις παραδεδομένες αλήθειες, σταυρικό κόστος, ύβρεις και χλευασμούς, χαλκευμένες διαδόσεις, υποκριτικές αγάπες, απατηλά λόγια, σχεδιασμούς αμφισβητήσεων, ανίερες συμμαχίες και ό,τι παράγεται από φαύλες κατώτερες επιθυμίες. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο δε γνωρίζει απλά ιστορία, είναι η ιστορία της Εκκλησίας, το πέρασμα του Αγίου Πνεύματος στην εκκλησιαστική ιστορία, και γι’ αυτό πονά. Πονά γιατί οι μάρτυρές Του το στερεώνουν και το Άγιο Πνεύμα ομιλεί στο λήμμα της Πρωτόθρονης κατ' Ανατολάς Εκκλησίας με το πνεύμα και το αίμα των Μαρτύρων και των Ομολογητών. Η κατά Θεόν καλή αλλοίωσις έχει πόνο και η άρνησις να αποκρυβεί η αλήθεια της εκκλησίας στη σκιά των νόμων του κόσμου τούτου, είναι τοις πάσι γνωστόν ότι διαφθείρει και καταστρέφει, γι’ αυτό ο πόνος της Μητέρας Εκκλησίας είναι δικαιολογημένα πολλαπλός.
Εν τέλει, η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως εμμένει στην πίστη της λειτουργικής φανέρωσης του Τριαδικού Θεού και ακλόνητα βιώνει τη μοναδική αλήθεια ότι ο μελισμός του Θείου Άρτου της σωτηρίου αληθείας, εμπεριέχει «το όλον» και η κλάσις δεν επιτρέπει σε κανένα να διαμορφώσει ιδίαν κακοκέφαλον και μισόκαλον περί Εκκλησίας θεώρησιν. Επειδή δε κάποιοι παραβλέπουν, με εκκοσμικευμένες θεωρήσεις, την Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, καλύπτοντας επιδέξια στον λεκτισμό τον επάρατο εθνικισμό με πατριδοκάπηλες αλαζονικές δικολαβίες, ας αναλογιστούν και όχι μόνον εκείνοι αλλά όλοι μας, τι έχουμε ως γένος ή ως έθνος στην Οικουμένη υψηλότερο και τιμιότερο και πολυτιμότερο του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Αν κάποιοι πολιτικοί κοντόφθαλμα και υστερόβουλα, ίσως, δεν το αποδέχονται, πώς να τους εγκαλέσουμε, όταν εμείς οι ίδιοι γλοιωδώς τους κολακεύουμε και τους επιτρέπουμε να αποδυναμώνουν και να αφυδατώνουν, με διπλωματικό και δόλιο τρόπο, το Οικουμενικό Πατριαρχείο; Και αν αυτοί δεν αισχύνονται, εμείς πως δεν το αισθανθήκαμε ακόμη;
Τελικά «ζει Κύριος ο Θεός» και μείζονα τούτων των κακών οψόμεθα...!»
Το κείμενο του σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Ιωαννίνων κ. κ. Θεοκλήτου για τη «Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως» δημοσιεύτηκε στην ειδική έκδοση της εφημερίδας «Αγγελιοφόρος της Κυριακής», την αφιερωμένη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Η «Πόλις»… μας ακολουθεί…
Γράφει ο Αρχιμανδρίτης Βασίλειος, ηγούμενος της Ιεράς Μονής Ιβήρων:
«Στη σημερινή Πόλη των πολλών εκατομμυρίων νιώθεις να δεσπόζει και να επιβάλλεται διαρκώς η παρουσία της Αγια - Σοφιάς, που με μια ουράνια ευρυχωρία κατανοήσεως -ξένη από την ταραχή μικρών επιδιώξεων-, ιερουργεί το μυστήριο της σωτηρίας πάντων.
Και όλα τα τζαμιά, προσπαθώντας είτε να την ξεπεράσουν σε μέγεθος είτε να τη μιμηθούν σε χάρη, δείχνουν ότι σε καμιά περίπτωση δε μένουν αδιάφορα μπροστά σ’ αυτή την ανερμήνευτη μεγαλοπρέπεια του θεϊκού κάλλους της ταπεινώσεως.
Και η Αγια - Σοφιά μένει σιωπηλή. Δεν ενοχλείται. Δεν ενοχλεί. Μόνο φωτίζει, παρηγορεί, ανέχεται και περιμένει».
«Καθένας αναγνωρίζει αυτό που μπορεί και θέλει στην Πόλη, την Ιστανμπούλ, την Κωνσταντινούπολη. Είτε είσαι κατακτητής, Φατίχ, είτε είσαι λεπτομέρεια βυζαντινή είτε περιπατητής, προσκυνητής των λόφων που στοίχειωσαν από κάθε είδους νοσταλγία» (Γ. Ξανθούλης).
Η «Πόλις»… μας ακολουθεί…
Είναι η, ανά τους αιώνες, παράκληση του υμνωδού: «συντήρησον πάσης εχθρών αλώσεως την σην Πόλιν, Θεοτόκε».
Είναι «η ψυχή του ανθρώπου καθισμένη στα γόνατα της Υπερμάχου Στρατηγού, που είχε στα μάτια ψηφιδωτό τον καημό της ρωμιοσύνης», στο στίχο του Γιώργου Σεφέρη.
Είναι τα πνεύματα που «επιστρέφουνε τις νύχτες, φωτάκια από αλύτρωτες ψυχές» στο γνωστό τραγούδι «Θέλω να πιω όλο το Βόσπορο».
Είναι οι γεύσεις της Λωξάντρας, είναι οι κινηματογραφικές εικόνες από την «Πολίτικη κουζίνα», είναι τα «πολίτικα, μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα» στο στίχο του Κωστή Παλαμά.
Είναι το Φανάρι, που φωτίζει και διδάσκει με την υπομονή και την προσευχή του. Που προσφέρει σταυροαναστάσιμο ασπασμό στην Οικουμένη. Που μυρώνει τον κόσμο με το Μύρο το Άγιο.
Είναι το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, η μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως: «Εκκλησία της δοξολογίας και της μαρτυρίας, εκκλησία της σταυρικής διακονίας και της στον Θεό και μόνο πίστεως και προσηλώσεώς Της…», τη χαρακτηρίζει ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Θεόκλητος.
Και συνεχίζει: «Η Μεγάλη Εκκλησία… δεν υπέταξε λαούς, διακόνησε λαούς. Γι’ αυτό και, παρά την ενιαία διοικητική μορφή της αυτοκρατορίας, δεν αρνήθηκε τα διάφορα εκκλησιαστικά καθεστώτα, τα οποία σεβάστηκε, χωρίς να αποπειραθεί να τα αφομοιώσει ή να τα απομειώσει.
Η Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως είναι ο οίνος και ο άρτος για τη συνεχώς τελούμενη Μεγάλη Λειτουργία της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος στην ιστορία του κόσμου».
Είναι, τέλος, τα λόγια του Ηπειρώτη πατριάρχη Αθηναγόρα, σε μια από τις τελευταίες του ομιλίες για το λαό της χάριτος:
«Σας βλέπω σαν μια αλυσίδα με αμέτρητους κρίκους, σαν ένα κεχριμπαρένιο κομπολόι που ποτέ η μια άκρη δεν συναντά την άλλη. Και ο κάθε κρίκος κι ένα διαμαντένιο κάστρο. Και μέσα στο κάστρο αυτό, τρεις ατίμητες λέξεις: ο Ρωμιός, η Ρωμιά, το Ρωμιόπουλο. Αυτά τα τρία μαζί αποτελούν την Εκκλησία μου. Όσο υπάρχουν και τα έχω, νιώθω το λαό της χάριτος αμέτρητο. Και μου χαρίζουν κάθε μέρα Πάσχα. Και το ξανάλεω. Δεν με ενδιαφέρουν τα νούμερα. Όσοι μου ερωτούν, πόσοι είσθε; Τους λέγω: Και λίγοι και αμέτρητοι»!!
«Στη σημερινή Πόλη των πολλών εκατομμυρίων νιώθεις να δεσπόζει και να επιβάλλεται διαρκώς η παρουσία της Αγια - Σοφιάς, που με μια ουράνια ευρυχωρία κατανοήσεως -ξένη από την ταραχή μικρών επιδιώξεων-, ιερουργεί το μυστήριο της σωτηρίας πάντων.
Και όλα τα τζαμιά, προσπαθώντας είτε να την ξεπεράσουν σε μέγεθος είτε να τη μιμηθούν σε χάρη, δείχνουν ότι σε καμιά περίπτωση δε μένουν αδιάφορα μπροστά σ’ αυτή την ανερμήνευτη μεγαλοπρέπεια του θεϊκού κάλλους της ταπεινώσεως.
Και η Αγια - Σοφιά μένει σιωπηλή. Δεν ενοχλείται. Δεν ενοχλεί. Μόνο φωτίζει, παρηγορεί, ανέχεται και περιμένει».
«Καθένας αναγνωρίζει αυτό που μπορεί και θέλει στην Πόλη, την Ιστανμπούλ, την Κωνσταντινούπολη. Είτε είσαι κατακτητής, Φατίχ, είτε είσαι λεπτομέρεια βυζαντινή είτε περιπατητής, προσκυνητής των λόφων που στοίχειωσαν από κάθε είδους νοσταλγία» (Γ. Ξανθούλης).
Η «Πόλις»… μας ακολουθεί…
Είναι η, ανά τους αιώνες, παράκληση του υμνωδού: «συντήρησον πάσης εχθρών αλώσεως την σην Πόλιν, Θεοτόκε».
Είναι «η ψυχή του ανθρώπου καθισμένη στα γόνατα της Υπερμάχου Στρατηγού, που είχε στα μάτια ψηφιδωτό τον καημό της ρωμιοσύνης», στο στίχο του Γιώργου Σεφέρη.
Είναι τα πνεύματα που «επιστρέφουνε τις νύχτες, φωτάκια από αλύτρωτες ψυχές» στο γνωστό τραγούδι «Θέλω να πιω όλο το Βόσπορο».
Είναι οι γεύσεις της Λωξάντρας, είναι οι κινηματογραφικές εικόνες από την «Πολίτικη κουζίνα», είναι τα «πολίτικα, μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα» στο στίχο του Κωστή Παλαμά.
Είναι το Φανάρι, που φωτίζει και διδάσκει με την υπομονή και την προσευχή του. Που προσφέρει σταυροαναστάσιμο ασπασμό στην Οικουμένη. Που μυρώνει τον κόσμο με το Μύρο το Άγιο.
Είναι το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, η μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως: «Εκκλησία της δοξολογίας και της μαρτυρίας, εκκλησία της σταυρικής διακονίας και της στον Θεό και μόνο πίστεως και προσηλώσεώς Της…», τη χαρακτηρίζει ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Θεόκλητος.
Και συνεχίζει: «Η Μεγάλη Εκκλησία… δεν υπέταξε λαούς, διακόνησε λαούς. Γι’ αυτό και, παρά την ενιαία διοικητική μορφή της αυτοκρατορίας, δεν αρνήθηκε τα διάφορα εκκλησιαστικά καθεστώτα, τα οποία σεβάστηκε, χωρίς να αποπειραθεί να τα αφομοιώσει ή να τα απομειώσει.
Η Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως είναι ο οίνος και ο άρτος για τη συνεχώς τελούμενη Μεγάλη Λειτουργία της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος στην ιστορία του κόσμου».
Είναι, τέλος, τα λόγια του Ηπειρώτη πατριάρχη Αθηναγόρα, σε μια από τις τελευταίες του ομιλίες για το λαό της χάριτος:
«Σας βλέπω σαν μια αλυσίδα με αμέτρητους κρίκους, σαν ένα κεχριμπαρένιο κομπολόι που ποτέ η μια άκρη δεν συναντά την άλλη. Και ο κάθε κρίκος κι ένα διαμαντένιο κάστρο. Και μέσα στο κάστρο αυτό, τρεις ατίμητες λέξεις: ο Ρωμιός, η Ρωμιά, το Ρωμιόπουλο. Αυτά τα τρία μαζί αποτελούν την Εκκλησία μου. Όσο υπάρχουν και τα έχω, νιώθω το λαό της χάριτος αμέτρητο. Και μου χαρίζουν κάθε μέρα Πάσχα. Και το ξανάλεω. Δεν με ενδιαφέρουν τα νούμερα. Όσοι μου ερωτούν, πόσοι είσθε; Τους λέγω: Και λίγοι και αμέτρητοι»!!
«Η Πόλις εάλω!»
Χάρη στα απόρθητα τείχη της και στην ισχύ του βυζαντινού κράτους, η Κωνσταντινούπολη έμεινε απόρθητη για σχεδόν 1.000 χρόνια.
Γνώρισε πολλές πολιορκίες από πολλούς πολιορκητές, αλλά έμελλε να πέσει για πρώτη φορά το 1204 στα χέρια των Σταυροφόρων.
Οι Βυζαντινοί ξαναπήραν στην κατοχή τους την Κωνσταντινούπολη το 1261 και τη διατήρησαν για σχεδόν 200 χρόνια ακόμη.
Όταν…
Στις 29 Μαΐου του 1453, ημέρα Τρίτη, «η Πόλις εάλω!».
«Πήραν την Πόλην πήραν την».
«Θλίψις απαραμύθητος έπεσεν τοις Ρωμαίοις».
«Η Ρωμανία πάρθεν!».
«Η σκλάβα η Πόλη κάθεται στο Βόσπορο και κλαίει».
«Μα η πομπή με τ’ άγια λείψανα / δίχως πια ν’ αποκριθεί / πάει, την πήραν τα καράβια / κ’ έγινε άφαντη η πομπή. Κι απ’ τις ίδιες πόρτες διάπλατες / πριν το στοχαστείς, / ο Σουλτάνος καβαλάρης / μπήκε, ο χαλαστής!».
«Σε όλη την Πόλη», γράφει ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης, «τίποτε άλλο δεν έβλεπες παρά αυτούς που σκότωναν και αυτούς που σκοτώνονταν, αυτούς που κυνηγούσαν και κείνους που έφευγαν».
Και ο άγγλος ιστορικός Στήβεν Ράνσιμαν αναφέρει:
«Στις 29 Μαΐου του 1453, ένας Πολιτισμός σαρώθηκε αμετάκλητα. Είχε αφήσει μια ένδοξη κληρονομιά στα γράμματα και στην τέχνη. Είχε βγάλει χώρες ολόκληρες από την βαρβαρότητα και είχε δώσει σε άλλες την εκλέπτυνση των ηθών. Η δύναμή του και η ευφυΐα του προστάτεψαν πολλούς αιώνες την Χριστιανοσύνη. Για 11 αιώνες η Κωνσταντινούπολις ήταν το κέντρο ενός κόσμου φωτός».
Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έπεσε στα τείχη, μαχόμενος σαν απλός στρατιώτης. Η φράση του: «την πόλιν ου σοί δίδομεν κοινή γάρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεθα και ου φεισόμεθα της ζωής ημών», δείχνει ότι η Πόλη δεν παραδόθηκε, αλλά το πνεύμα της παραμένει ολοζώντανο.
«Και ο τελευταίος Αυτοκράτορας δεν είναι απλώς μαρμαρωμένος, όπως τον θέλουν οι θρύλοι της άλωσης, αλλά διαφεντεύει σε όσους αισθάνονται Ρωμιοί, με την πνευματική οικουμενική αντίληψη του όρου.
Γιατί μπορεί να χάθηκε η αυτοκρατορία, έμεινε, όμως, η Μεγάλη Εκκλησία, ως εθναρχούσα δύναμη των ορθόδοξων λαών. Με την Άλωση της Πόλεως χάνουμε την αίγλη της αυτοκρατορίας και κερδίζουμε την ευλογία της δοκιμασίας.
Δεν θρηνούμε, έτσι, για την πτώση, αλλά δοξάζουμε το πνεύμα και την ομορφιά αυτού του πολιτισμού και αυτής της παραδόσεως, που μπόρεσε να εισδύσει μέσα στο βάθος της τελευταίας Θείας Λειτουργίας στην Αγία Σοφία και έτσι εισχώρησε μέσα στο πνευματικό DNΑ της ανθρωπότητας» (Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος).
Γνώρισε πολλές πολιορκίες από πολλούς πολιορκητές, αλλά έμελλε να πέσει για πρώτη φορά το 1204 στα χέρια των Σταυροφόρων.
Οι Βυζαντινοί ξαναπήραν στην κατοχή τους την Κωνσταντινούπολη το 1261 και τη διατήρησαν για σχεδόν 200 χρόνια ακόμη.
Όταν…
Στις 29 Μαΐου του 1453, ημέρα Τρίτη, «η Πόλις εάλω!».
«Πήραν την Πόλην πήραν την».
«Θλίψις απαραμύθητος έπεσεν τοις Ρωμαίοις».
«Η Ρωμανία πάρθεν!».
«Η σκλάβα η Πόλη κάθεται στο Βόσπορο και κλαίει».
«Μα η πομπή με τ’ άγια λείψανα / δίχως πια ν’ αποκριθεί / πάει, την πήραν τα καράβια / κ’ έγινε άφαντη η πομπή. Κι απ’ τις ίδιες πόρτες διάπλατες / πριν το στοχαστείς, / ο Σουλτάνος καβαλάρης / μπήκε, ο χαλαστής!».
«Σε όλη την Πόλη», γράφει ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης, «τίποτε άλλο δεν έβλεπες παρά αυτούς που σκότωναν και αυτούς που σκοτώνονταν, αυτούς που κυνηγούσαν και κείνους που έφευγαν».
Και ο άγγλος ιστορικός Στήβεν Ράνσιμαν αναφέρει:
«Στις 29 Μαΐου του 1453, ένας Πολιτισμός σαρώθηκε αμετάκλητα. Είχε αφήσει μια ένδοξη κληρονομιά στα γράμματα και στην τέχνη. Είχε βγάλει χώρες ολόκληρες από την βαρβαρότητα και είχε δώσει σε άλλες την εκλέπτυνση των ηθών. Η δύναμή του και η ευφυΐα του προστάτεψαν πολλούς αιώνες την Χριστιανοσύνη. Για 11 αιώνες η Κωνσταντινούπολις ήταν το κέντρο ενός κόσμου φωτός».
Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έπεσε στα τείχη, μαχόμενος σαν απλός στρατιώτης. Η φράση του: «την πόλιν ου σοί δίδομεν κοινή γάρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεθα και ου φεισόμεθα της ζωής ημών», δείχνει ότι η Πόλη δεν παραδόθηκε, αλλά το πνεύμα της παραμένει ολοζώντανο.
«Και ο τελευταίος Αυτοκράτορας δεν είναι απλώς μαρμαρωμένος, όπως τον θέλουν οι θρύλοι της άλωσης, αλλά διαφεντεύει σε όσους αισθάνονται Ρωμιοί, με την πνευματική οικουμενική αντίληψη του όρου.
Γιατί μπορεί να χάθηκε η αυτοκρατορία, έμεινε, όμως, η Μεγάλη Εκκλησία, ως εθναρχούσα δύναμη των ορθόδοξων λαών. Με την Άλωση της Πόλεως χάνουμε την αίγλη της αυτοκρατορίας και κερδίζουμε την ευλογία της δοκιμασίας.
Δεν θρηνούμε, έτσι, για την πτώση, αλλά δοξάζουμε το πνεύμα και την ομορφιά αυτού του πολιτισμού και αυτής της παραδόσεως, που μπόρεσε να εισδύσει μέσα στο βάθος της τελευταίας Θείας Λειτουργίας στην Αγία Σοφία και έτσι εισχώρησε μέσα στο πνευματικό DNΑ της ανθρωπότητας» (Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος).
Στην Πόλη…
«Χαίρε, Κωνσταντινούπολις, των πόλεων η βασιλίς»!
«Η Πόλη είναι μαγεμένη… όσο μένεις, τόσο περισσότερο σε μαγεύει και από τα μάγια της κανείς δε δύναται να ξεφύγει… Η Πόλη ξυπνάει μέσα μας φωνές και ανάβει φωτιές και φωτίζει. Το αντίκρισμά της μαγνητίζει και πονεί και μένει πάντα ο πόθος μας για κάτι άφθαστο, πόθος ανεκπλήρωτος πάντα…».
Αυτά γράφει ο συγγραφέας Ίωνας Δραγούμης για την Κωνσταντινούπολη, την «παραμυθένια πολιτεία», όπως την αποκαλεί ο Φώτης Κόντογλου.
«Θα φέρεις γύρα την Πόλη»… θα την σφίγγεις στην αγκαλιά σου, θα την φιλείς… ώσπου ν’ αρχίσεις ν’ ακούς φωνές μυστικές», συμπληρώνει ο εξ Ηπείρου Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρας.
Οι λέξεις είναι λίγες για να σκιτσάρουν, έστω, το ιστορικό μέγεθος και την πολιτιστική προσφορά της Κωνσταντίνου πόλης, που έμελλε να «αποκτήσει με τον καιρό τις διαστάσεις ενός πραγματικού θρύλου», σύμφωνα με την Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ.
Τα εγκαίνια της «θεοφυλάκτου» Κωνσταντινουπόλεως έγιναν, με κάθε μεγαλοπρέπεια, από τον Μέγα Κωνσταντίνο και τη μητέρα του Ελένη, στις 11 Μαΐου του 330.
«Η Πόλη είναι μαγεμένη… όσο μένεις, τόσο περισσότερο σε μαγεύει και από τα μάγια της κανείς δε δύναται να ξεφύγει… Η Πόλη ξυπνάει μέσα μας φωνές και ανάβει φωτιές και φωτίζει. Το αντίκρισμά της μαγνητίζει και πονεί και μένει πάντα ο πόθος μας για κάτι άφθαστο, πόθος ανεκπλήρωτος πάντα…».
Αυτά γράφει ο συγγραφέας Ίωνας Δραγούμης για την Κωνσταντινούπολη, την «παραμυθένια πολιτεία», όπως την αποκαλεί ο Φώτης Κόντογλου.
«Θα φέρεις γύρα την Πόλη»… θα την σφίγγεις στην αγκαλιά σου, θα την φιλείς… ώσπου ν’ αρχίσεις ν’ ακούς φωνές μυστικές», συμπληρώνει ο εξ Ηπείρου Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρας.
Οι λέξεις είναι λίγες για να σκιτσάρουν, έστω, το ιστορικό μέγεθος και την πολιτιστική προσφορά της Κωνσταντίνου πόλης, που έμελλε να «αποκτήσει με τον καιρό τις διαστάσεις ενός πραγματικού θρύλου», σύμφωνα με την Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ.
Τα εγκαίνια της «θεοφυλάκτου» Κωνσταντινουπόλεως έγιναν, με κάθε μεγαλοπρέπεια, από τον Μέγα Κωνσταντίνο και τη μητέρα του Ελένη, στις 11 Μαΐου του 330.
Ένας νέος κόσμος γεννιέται τότε και ένας οικουμενικός πολιτισμός δημιουργείται! Η Νέα Ρώμη αφομοιώνει δημιουργικά τα στοιχεία που δανείζεται από τη Δύση και τις επιδράσεις που δέχεται από την Ανατολή. «Δυτικότροπη κι ανατολική τη θέλησαν οι χρόνοι της ανήσυχης ιστορίας της, αναφορά της ματαιοδοξίας των πιο ισχυρών ηγεμόνων, αυτοκρατορική, αλλά και μητρική για όσους κατέθεσαν τη συντριβή τους στους δρόμους και στις όχθες των νερών της», γράφει ο γνωστός συγγραφέας Γιάννης Ξανθούλης.
Και η Μαρία Ιορδανίδου, στη «Λωξάντρα», αναφέρει: «Ξαπλωμένη πάνω σε δυο ηπείρους, ανοίγει η Πόλη τα στήθια της στο βορρά της Μαύρης Θάλασσας από τη μια μεριά και στη νοτιά του Μαρμαρά από την άλλη. Γιουρούσι λες και κάνουνε τα δυο αντίθετα ρεύματα για να την κατακτήσουνε. Παλεύει η Δύση με τη Ανατολή και τη διεκδικούνε…».
Ιστορία, τέχνη, φιλοσοφία, θεολογία και υμνογραφία ανθίζουν στον κήπο της Βασιλεύουσας Πόλης και φέρουν πλούσιους καρπούς στο πέρασμα των αιώνων. Τους κλασικούς φιλοσόφους διαδέχονται οι Πατέρες της Εκκλησίας. «Προχωρούμε από τη φιλοσοφία στη θεολογία, από την τραγωδία στη θεία μυσταγωγία. Όλα διακρίνονται, υπάρχουν και συλλειτουργούνται μέσα σε μια λάμψη άκτιστου φωτός και θεϊκού κάλλους».
«Πόλις πόλεων πασών κεφαλή! Πόλις κέντρον των τεσσάρων του κόσμου μερών! Πόλις, Χριστιανών καύχημα και βαρβάρων αφανισμός!».
Και η Μαρία Ιορδανίδου, στη «Λωξάντρα», αναφέρει: «Ξαπλωμένη πάνω σε δυο ηπείρους, ανοίγει η Πόλη τα στήθια της στο βορρά της Μαύρης Θάλασσας από τη μια μεριά και στη νοτιά του Μαρμαρά από την άλλη. Γιουρούσι λες και κάνουνε τα δυο αντίθετα ρεύματα για να την κατακτήσουνε. Παλεύει η Δύση με τη Ανατολή και τη διεκδικούνε…».
Ιστορία, τέχνη, φιλοσοφία, θεολογία και υμνογραφία ανθίζουν στον κήπο της Βασιλεύουσας Πόλης και φέρουν πλούσιους καρπούς στο πέρασμα των αιώνων. Τους κλασικούς φιλοσόφους διαδέχονται οι Πατέρες της Εκκλησίας. «Προχωρούμε από τη φιλοσοφία στη θεολογία, από την τραγωδία στη θεία μυσταγωγία. Όλα διακρίνονται, υπάρχουν και συλλειτουργούνται μέσα σε μια λάμψη άκτιστου φωτός και θεϊκού κάλλους».
«Πόλις πόλεων πασών κεφαλή! Πόλις κέντρον των τεσσάρων του κόσμου μερών! Πόλις, Χριστιανών καύχημα και βαρβάρων αφανισμός!».
Τετάρτη 27 Μαΐου 2009
Υπάρχουμε - Συνυπάρχουμε;
Του Γκαζμέντ Καπλάνι, από «Τα Νέα».
...Καισαριανή. Το Σάββατο το βράδυ ο δήμαρχος της πόλης, κ. Σπύρος Τζόκας, έγραψε συμβολικά στα δημοτολόγια του δήμου ένα παιδί μεταναστών από την Αφρική που έχει γεννηθεί στην Ελλάδα. Υπάρχουν πλέον 200.000 τέτοια παιδιά, γεννημένα στην Ελλάδα, από νόμιμους μετανάστες. Παιδιά που δεν έχουν άλλη πατρίδα εκτός από την Ελλάδα, μεγαλώνουν ελληνικά, ερωτεύονται, ονειρεύονται, βλέπουν εφιάλτες στα ελληνικά. Παιδιά που για την Πολιτεία δεν υπάρχουν πουθενά, καταδικασμένα να μείνουν για πάντα ξένα. Τα πιο τυχερά από αυτά, όταν βρίσκουν την ευκαιρία, την κάνουν για αλλού. Σε χώρες όπου είναι αδιανόητο να μη σου αναγνωρίσουν την ιδιότητα του πολίτη όταν έχεις γεννηθεί εκεί και πληρώνεις φόρους. Αυτοί που τα καταφέρνουν όμως είναι λίγοι. Οι άλλοι, οι πολλοί, μένουν εδώ, ξοδεύοντας την ενέργειά τους για χαρτιά, μαζεύοντας νεύρωση, απαξίωση και οργή. Δεν ξέρω εάν έχουν μιλήσει ποτέ οι αρμόδιοι με αυτά τα παιδιά. Να διαπιστώσουν πόσο απελπισμένα και οργισμένα είναι. Πιθανότατα όχι. Γιατί οι αρμόδιοι προσποιούνται ότι το πρόβλημα δεν υπάρχει. Ίσως πιστεύουν ότι μια μέρα οι μετανάστες και τα παιδιά τους θα εξαφανιστούν ως διά μαγείας. Εν τω μεταξύ η οργή και η απελπισία αυτών των «ξένων ντόπιων» μεγαλώνει. Μέχρι να πλημμυρίσει τους δρόμους της πόλης μια μέρα. Και δεν θα χρειαστεί κανένα σκισμένο Κοράνι. Τους έχουν ήδη σκίσει και ξεσκίσει τη ζωή και το μέλλον. Και τότε οι αρμόδιοι θα απαντήσουν, πιθανόν, με μια «έρευνα σε βάθος»...
Ο Αρχιεπίσκοπος για τις θρησκευτικές ελευθερίες
«Αποτελεί αυτονόητο και απαράγραπτο δικαίωμα κάθε ανθρώπου να απευθύνεται ελεύθερα στον Θεό του. Να Τον τιμά και να Τον λατρεύει σε χώρους που Του πρέπουν, χωρίς προσκόμματα.
Το ευρύτερο δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας είναι δικαίωμα θεμελιώδες σε κάθε ευνομούμενη και δημοκρατική Πολιτεία, όπως η ελληνική, και πρέπει να χαίρει πάντα αναγνώρισης και απόλυτου σεβασμού, όπως άλλωστε και το Σύνταγμά μας σαφώς επιτάσσει.
Όμως κάθε εκδήλωση βίας στο όνομα της οποιασδήποτε θρησκείας, απ’ όπου κι αν προέρχεται, είναι απόλυτα καταδικαστέα, γιατί πρωτίστως προσβάλλει βαθύτατα τον ίδιο τον πυρήνα της θρησκείας.
Και μετατρέπει πιστούς ανθρώπους σε αθύρματα πάσης φύσεως φονταμενταλιστών και καιροσκόπων, που ουδόλως σέβονται την ελευθερία του προσώπου.
Η ειρηνική συνύπαρξη ανθρώπων με διαφορετικά πιστεύω, στο πλαίσιο πάντα των νόμων της Πολιτείας, αποτελεί άλλωστε βασική προϋπόθεση της κοινωνικής συνοχής και εκφράζει απόλυτα την μακραίωνη πολιτιστική και πνευματική μας παράδοση».
Το ευρύτερο δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας είναι δικαίωμα θεμελιώδες σε κάθε ευνομούμενη και δημοκρατική Πολιτεία, όπως η ελληνική, και πρέπει να χαίρει πάντα αναγνώρισης και απόλυτου σεβασμού, όπως άλλωστε και το Σύνταγμά μας σαφώς επιτάσσει.
Όμως κάθε εκδήλωση βίας στο όνομα της οποιασδήποτε θρησκείας, απ’ όπου κι αν προέρχεται, είναι απόλυτα καταδικαστέα, γιατί πρωτίστως προσβάλλει βαθύτατα τον ίδιο τον πυρήνα της θρησκείας.
Και μετατρέπει πιστούς ανθρώπους σε αθύρματα πάσης φύσεως φονταμενταλιστών και καιροσκόπων, που ουδόλως σέβονται την ελευθερία του προσώπου.
Η ειρηνική συνύπαρξη ανθρώπων με διαφορετικά πιστεύω, στο πλαίσιο πάντα των νόμων της Πολιτείας, αποτελεί άλλωστε βασική προϋπόθεση της κοινωνικής συνοχής και εκφράζει απόλυτα την μακραίωνη πολιτιστική και πνευματική μας παράδοση».
Δευτέρα 25 Μαΐου 2009
Σάββατο 23 Μαΐου 2009
Πέμπτη 21 Μαΐου 2009
Ημερίδα στο Μέτσοβο για τον άγιο Νικόλαο
Επίμονα τέθηκε προς τον παριστάμενο Μητροπολίτη Ιωαννίνων Θεόκλητο, από τον Δήμαρχο Μετσόβου Κ. Τζαφέα και από τους συμμετέχοντες στην επιστημονική ημερίδα που έγινε την Κυριακή στην κωμόπολη για τον Μετσοβίτη Νεομάρτυρα Νικόλαο, το θέμα της ανέγερσης ναού προς τιμήν του αγίου, σε οικόπεδο που ήδη έχει παραχωρηθεί.
Ο Μετσοβίτης άγιος Νικόλαος αποτέλεσε το επίκεντρο ημερίδας που διοργανώθηκε από τον Εξωραϊστικό Σύλλογο των Μετσοβιτών της Αθήνας και το Λαογραφικό - Μορφωτικό Σύλλογο Μετσόβου «Ο Νικόλαος Τζαρτζούλης». Στην ημερίδα πήραν μέρος εκπρόσωπος της Μονής Βαρλαάμ Μετεώρων, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Μιχάλης Παντούλας, αρκετοί Τρικαλινοί και πλήθος κόσμου, ενώ τηλεγραφήματα απέστειλαν οι υφυπουργοί Κώστας Τασούλας και Σταύρος Καλογιάννης, καθώς και ο πρώην υπουργός Αντώνης Φούσας.
Ο αναπλ. καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Μιχάλης Τρίτος, που ιδιαίτερα έχει ασχοληθεί με τον Νεομάρτυρα Νικόλαο, παρουσίασε τις υμνολογικές αναφορές σ' αυτόν. Μάλιστα σημείωσε ότι η υμνολογία για το Νικόλαο, «δίνει διέξοδο στον τραγικό άνθρωπο της εποχής μας, που βαρύνεται από έντονη πνευματική αστάθεια, ισχυρές ψυχικές μεταπτώσεις και δυνατά στοιχεία ενοχής, ένα δυνατό πρότυπο, που δείχνει τον τρόπο υπερβάσεως των ψυχικών αδιεξόδων. Και αυτός είναι η μεγάλη μεταμορφωτική δύναμη της μετάνοιας και η σταθερή σχέση με τον Αναστάντα Ιησού, που είναι η υπέρβαση όλων των αδιεξόδων».
Η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Γλυκερία Χατζούλη αναφέρθηκε στις εικονογραφικές αποτυπώσεις του Νεομάρτυρα. «Δόξα της Εκκλησίας και του Γένους», χαρακτήρισε τους Νεομάρτυρες ο Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Ηπείρου - Κέρκυρας και Λευκάδας Τριαντάφυλλος Σιούλης. Ως πληρέστατο και διδακτικό αξιολόγησε το βιβλίο του Μιχάλη Τρίτου «Ο Μετσοβίτης Νεομάρτυς Νικόλαος», κατά την παρουσίασή του, ο κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης Ιωάννης Κογκούλης.
(Από την εφημ. Πρωινός Λόγος)
Ο Μετσοβίτης άγιος Νικόλαος αποτέλεσε το επίκεντρο ημερίδας που διοργανώθηκε από τον Εξωραϊστικό Σύλλογο των Μετσοβιτών της Αθήνας και το Λαογραφικό - Μορφωτικό Σύλλογο Μετσόβου «Ο Νικόλαος Τζαρτζούλης». Στην ημερίδα πήραν μέρος εκπρόσωπος της Μονής Βαρλαάμ Μετεώρων, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Μιχάλης Παντούλας, αρκετοί Τρικαλινοί και πλήθος κόσμου, ενώ τηλεγραφήματα απέστειλαν οι υφυπουργοί Κώστας Τασούλας και Σταύρος Καλογιάννης, καθώς και ο πρώην υπουργός Αντώνης Φούσας.
Ο αναπλ. καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Μιχάλης Τρίτος, που ιδιαίτερα έχει ασχοληθεί με τον Νεομάρτυρα Νικόλαο, παρουσίασε τις υμνολογικές αναφορές σ' αυτόν. Μάλιστα σημείωσε ότι η υμνολογία για το Νικόλαο, «δίνει διέξοδο στον τραγικό άνθρωπο της εποχής μας, που βαρύνεται από έντονη πνευματική αστάθεια, ισχυρές ψυχικές μεταπτώσεις και δυνατά στοιχεία ενοχής, ένα δυνατό πρότυπο, που δείχνει τον τρόπο υπερβάσεως των ψυχικών αδιεξόδων. Και αυτός είναι η μεγάλη μεταμορφωτική δύναμη της μετάνοιας και η σταθερή σχέση με τον Αναστάντα Ιησού, που είναι η υπέρβαση όλων των αδιεξόδων».
Η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Γλυκερία Χατζούλη αναφέρθηκε στις εικονογραφικές αποτυπώσεις του Νεομάρτυρα. «Δόξα της Εκκλησίας και του Γένους», χαρακτήρισε τους Νεομάρτυρες ο Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Ηπείρου - Κέρκυρας και Λευκάδας Τριαντάφυλλος Σιούλης. Ως πληρέστατο και διδακτικό αξιολόγησε το βιβλίο του Μιχάλη Τρίτου «Ο Μετσοβίτης Νεομάρτυς Νικόλαος», κατά την παρουσίασή του, ο κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης Ιωάννης Κογκούλης.
(Από την εφημ. Πρωινός Λόγος)
Παρασκευή 15 Μαΐου 2009
Μήνυμα του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου σε μαθητές και μαθήτριες
Αγαπητά μου παιδιά,
Χριστός Ανέστη!
«Ήρθε ο καιρός του επόμενου βλέμματος» 1. Καιρός που οι λέξεις δέχονται το αποτέλεσμα της πρώτης ωρίμανσης. Της αρχικής αναζήτησης. Κανένα εξεταστικό σύστημα δεν έχει τη δυνατότητα να αξιολογήσει την ομορφιά αυτής της περιπέτειας.
Άρα θα πρέπει να αντιλαμβάνεσθε ότι οι οποιεσδήποτε εξετάσεις δεν αγγίζουν το όραμα σας, τις ελπίδες σας, το μέλλον και τη δημιουργικότητά σας. Κάθε εξεταστικό σύστημα προσπαθεί «αντικειμενικά» να μετρήσει επίπεδα γνώσης. Έχουν αποτύχει όμως. Ο άνθρωπος και οι δυνατότητές του τα ξεπερνούν.
Επομένως μην παγιδευτείτε στη λογική της «αποτυχίας» ή της «επιτυχίας». Κάθε αποτέλεσμα αντιμετωπίστε το ως πρόκληση. Ως κάλεσμα για νέα αρχή, για αλλαγή πορείας.
Ακόμα και πρόχειρα αν διατρέξετε την Αγ. Γραφή θα διαπιστώσετε πολλούς «αποτυχημένους» που κοσμούν τις σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας. Θα διαπιστώσετε επίσης ότι τίποτε δεν κρίνεται από το αποτέλεσμα μιας προσπάθειας αλλά από την αγάπη . Από τη φλόγα που πληρώνει την καρδιά μας. Από την αφοσίωση και την πίστη στο όραμά μας.
Στα σύνορα του τέλους της σχολικής σας ζωής και της αρχής μιας νέας προσεύχομαι, να συνοδοιπορείτε με τον Αναστάντα Κύριο μας, να νοιώσετε, όπως οι μαθητές Του στο δρόμο προς την Εμμαούς, την Χαρά και τη Φλόγα της Συνάντησης να καίει την καρδιά σας.
1. Ν.Καρούζου Τα ποιήματα τ. Α’ (1961 - 1978)
Χριστός Ανέστη!
«Ήρθε ο καιρός του επόμενου βλέμματος» 1. Καιρός που οι λέξεις δέχονται το αποτέλεσμα της πρώτης ωρίμανσης. Της αρχικής αναζήτησης. Κανένα εξεταστικό σύστημα δεν έχει τη δυνατότητα να αξιολογήσει την ομορφιά αυτής της περιπέτειας.
Άρα θα πρέπει να αντιλαμβάνεσθε ότι οι οποιεσδήποτε εξετάσεις δεν αγγίζουν το όραμα σας, τις ελπίδες σας, το μέλλον και τη δημιουργικότητά σας. Κάθε εξεταστικό σύστημα προσπαθεί «αντικειμενικά» να μετρήσει επίπεδα γνώσης. Έχουν αποτύχει όμως. Ο άνθρωπος και οι δυνατότητές του τα ξεπερνούν.
Επομένως μην παγιδευτείτε στη λογική της «αποτυχίας» ή της «επιτυχίας». Κάθε αποτέλεσμα αντιμετωπίστε το ως πρόκληση. Ως κάλεσμα για νέα αρχή, για αλλαγή πορείας.
Ακόμα και πρόχειρα αν διατρέξετε την Αγ. Γραφή θα διαπιστώσετε πολλούς «αποτυχημένους» που κοσμούν τις σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας. Θα διαπιστώσετε επίσης ότι τίποτε δεν κρίνεται από το αποτέλεσμα μιας προσπάθειας αλλά από την αγάπη . Από τη φλόγα που πληρώνει την καρδιά μας. Από την αφοσίωση και την πίστη στο όραμά μας.
Στα σύνορα του τέλους της σχολικής σας ζωής και της αρχής μιας νέας προσεύχομαι, να συνοδοιπορείτε με τον Αναστάντα Κύριο μας, να νοιώσετε, όπως οι μαθητές Του στο δρόμο προς την Εμμαούς, την Χαρά και τη Φλόγα της Συνάντησης να καίει την καρδιά σας.
1. Ν.Καρούζου Τα ποιήματα τ. Α’ (1961 - 1978)
Δευτέρα 11 Μαΐου 2009
Αυλαία των Νεανικών Συνάξεων
Την ερχόμενη Παρασκευή 15 Μαΐου, στις 8.30 το βράδυ, θα πραγματοποιηθεί στην αίθουσα «Βασίλειος Πυρσινέλλας» του Πνευματικού Κέντρου Δήμου Ιωαννιτών η εκδήλωση λήξης των δραστηριοτήτων για τις Ενοριακές Νεανικές Συνάξεις της Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννίνων.
Η εκδήλωση φέτος είναι αφιερωμένη στη Δημιουργία Του...
Σάββατο 9 Μαΐου 2009
Συναυλία αφιερωμένη στον Οικουμενικό
Συναυλία Βυζαντινής Μουσικής θα πραγματοποιηθεί στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών την 18 Μαΐου, ημέρα Δευτέρα και ώρα 20:30, υπό την οργάνωση των Μουσικών Συνόλων της ΕΡΤ.
Ο Βυζαντινός Χορός «Τρόπος» ψάλλει μέλη ανέκδοτα κυρίως, συνθετών που κόσμησαν την ψαλτική παράδοση της Μεγάλης Εκκλησίας, με το γενικό τίτλο «ΠΟΛΙΤΕΣ ΜΕΛΟΥΡΓΟΙ».
Μια ιδιαίτερη και ξεχωριστή μουσική κατάθεση από την παρακαταθήκη των μεγάλων μελουργών της Κωνσταντίνου Πόλεως σε μια συναυλία η οποία θα αφιερωθεί στον Οικουμενικό μας Πατριάρχη.
Ο Βυζαντινός Χορός «Τρόπος» ψάλλει μέλη ανέκδοτα κυρίως, συνθετών που κόσμησαν την ψαλτική παράδοση της Μεγάλης Εκκλησίας, με το γενικό τίτλο «ΠΟΛΙΤΕΣ ΜΕΛΟΥΡΓΟΙ».
Μια ιδιαίτερη και ξεχωριστή μουσική κατάθεση από την παρακαταθήκη των μεγάλων μελουργών της Κωνσταντίνου Πόλεως σε μια συναυλία η οποία θα αφιερωθεί στον Οικουμενικό μας Πατριάρχη.
Παρασκευή 8 Μαΐου 2009
Κυριακή: Δ΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ (του Παραλύτου)
...Το περιστατικό του παραλύτου, που αναφέρεται την τρίτη Κυριακή μετά το Πάσχα, δείχνει αφ’ ενός την ψυχοσωματική ενότητα του ανθρώπου, αφ’ ετέρου το ότι ο Χριστός είναι ο κύριος των σωμάτων και των ψυχών και ότι η δύναμή Του πάνω στην ύλη και πάνω στο πνεύμα είναι αδιαίρετες…
π. Φιλόθεος Φάρος,
«Πριν και μετά το Πάσχα».
π. Φιλόθεος Φάρος,
«Πριν και μετά το Πάσχα».
Εκδόσεις «Ακρίτας».
AMEN.gr
Το δίκτυο Amen.gr δημιουργήθηκε για την ανάδειξη και προβολή εκκλησιαστικών ειδήσεων από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Στόχος του είναι να προσφέρει έγκαιρα, ολοκληρωμένη και έγκυρη ενημέρωση με έμφαση στις πρωτοβουλίες και τις δραστηριότητες της Ορθοδοξίας και των κατά τόπους Εκκλησιών της.
Ταυτόχρονα μέσω της αρθρογραφίας κληρικών, θεολόγων, ειδικών επιστημόνων, δημοσιογράφων κ. α. η οποία θα δημοσιεύεται στην ειδική ενότητά του «Αφιερώματα», το Αmen.gr, επιδιώκει την ανάπτυξη ενός γόνιμου Θεολογικού, Κοινωνικού και Επιστημονικού διαλόγου στον οποίο μπορούν να συμμετέχουν και όλοι οι αναγνώστες και οι επισκέπτες του δικτύου.
Άλλωστε ο διάλογος είναι και η βασική οδός για την ειρηνική συνύπαρξη διαφορετικών κοινοτήτων, λαών, Θρησκειών και πολιτισμών σε μια εποχή πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων.
Δημιουργός και διαχειριστής της Πύλης Εκκλησιαστικών Ειδήσεων, Αmen.gr, είναι ο δημοσιογράφος κ. Νίκος Παπαχρήστου, εκκλησιαστικός συντάκτης της εφημερίδας «Καθημερινή» και του ραδιοφώνου του ΣΚΑΪ 100,3.
Τετάρτη 6 Μαΐου 2009
Ο θάνατος του θανάτου
Του Μιχάλη Γ. Τρίτου,
(Αναπλ. Καθηγητή Α.Π.Θ.)
Αν θάθελε κανείς να συνοψίσει σε δυο λέξεις τη σημασία του γεγονότος της Αναστάσεως του Χριστού για το ανθρώπινο γένος, θα έλεγε ότι με την Ανάσταση νικήθηκε και απομυθοποιήθηκε ο θάνατος, που αποτελεί την οδυνηρότερη εμπειρία της ζωής, το πιο σταθερό της δεδομένο και την πιο συγκλονιστική οριακή της κατάσταση. «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν, άλλης βιοτής, της αιωνίου απαρχήν» ψάλλει θριαμβευτικά ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός στον αναστάσιμο κανόνα του. «...Θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος» ψάλλουμε στο πασίγνωστο και θριαμβευτικό απολυτίκιο του Πάσχα.
Ανέκαθεν ο άνθρωπος που συμφύρεται με τη μεταβλητότητα, τη φθορά και την εξαφάνιση είδε το θάνατο ως το μεγαλύτερο πρόβλημα της ζωής και έθεσε με τον υμνωδό το μεγάλο ερώτημα: «Τί το περί ημάς τούτο γέγονε μυστήριον; Πώς παρεδόθημεν τη φθορά και συνεζεύχθημεν τω θανάτω;». Το ερώτημα αυτό απασχολεί τον άνθρωπο από την πρώτη κιόλας στιγμή που θα αποκτήσει συνείδηση της υπάρξεώς του και τον συνοδεύει ως σκέψη μέχρι την τελευταία στιγμή της παραμονής του στη ζωή. Να τον αποφύγει είναι αδύνατο. Να μειώσει τη σημασία του παράλογου. Να παρακάμψει την παρουσία του απραγματοποίητο. Παραμένει πάντα μπροστά μας μορφή πελώρια και αδυσώπητη.
Υπάρχουν δύο τρόποι αντιμετωπίσεως του θανάτου. Ο μηδενιστικός υλιστικός και ο αναστάσιμος χριστιανικός. Ο πρώτος είναι η φυσιολογική συνέπεια της μηδενιστικής θεωρήσεως της ζωής και της πεποιθήσεως ότι ο θάνατος αποτελεί την φυσική μοίρα του ανθρώπου. Εγκλωβισμένη η υλιστική κοσμοθεωρία στα στενά χωροχρονικά πλαίσια του παρόντος βλέπει το θάνατο ως μια κατάσταση φυσική, ως ματαίωση του σκοπού της ανθρώπινης ζωής και ως τραγική παρέκκλιση από τον αληθινό της προορισμό. Μη μπορώντας να ανατρέψει την αδυσώπητη αυτή πραγματικότητα, ζει ανεξάρτητα από αυτήν. Έχει ως σύνθημα το «Φάγωμεν, πίωμεν αύριον γαρ αποθνήσκομεν» και γράφει στην πλάκα του τάφου της: «Δεν πιστεύω τίποτε, δεν ελπίζω τίποτε, είμαι λέφτερος». Ζουν «ως ελπίδα μη έχοντες και άθεοι εν τω κόσμω» και σε στιγμές ειλικρινούς αυτοσυνειδησίας και φιλοσοφικής θεωρήσεως της ζωής αναφωνούν μελαγχολικά με τον Ιούλιο Σιμόν: «Γεννήθηκα με την άγνοια. Έζησα με την αμφιβολία. Πεθαίνω με την αβεβαιότητα. Ω υπέρτατον ον, λυπήσου με!».
Το μεγάλο λάθος του υλισμού είναι ότι βλέπει τη ζωή και το θάνατο του ανθρώπου στο επίπεδο της φύσεως, όπως κάνει και για τους άλλους οργανισμούς. Η ανθρώπινη όμως ύπαρξη έχει και άλλες διαστάσεις και προεκτάσεις, που τις ζούμε, έστω και αν δεν μπορούμε να τις αναλύσουμε και να τις περιγράψουμε λογικά. Η φαινομενολογία της ανθρώπινης ζωής δείχνει ότι η ελπίδα για μια ζωή πέραν του τάφου αποτελεί συστατικό στοιχείο του ανθρώπου. Η ελπίδα για πληρότητα ζωής και ο πόθος για την αιωνιότητα επιβεβαιώνουν την ύπαρξη και την αλήθεια της. Είναι αδιανόητο να ικανοποιούνται σ’ αυτή τη ζωή δευτερευούσης σημασίας πόθοι και να μένει ανικανοποίητος ο πιο μεγάλος πόθος, που έχει ο άνθρωπος για να ζήσει.
Ο δεύτερος τρόπος αντιμετωπίσεως του θανάτου είναι η θεώρησή του κάτω από το φως της αναστάσιμης χαράς και της εσχατολογικής ελπίδας.
Σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας ο θάνατος δεν υπήρχε στο αρχικό σχέδιο του Θεού για τον άνθρωπο, αφού ο άνθρωπος πλάσθηκε για να συμμετάσχει στην πληρότητα της ζωής του Δημιουργού. Από την αρχή της δημιουργίας δόθηκε σ’ αυτόν η δυνατότητα της αθανασίας, που θα την αποκτούσε με την καλή χρήση της ελευθερίας του. Το τραγικό όμως γεγονός της πτώσεως στέρησε από τον άνθρωπο αυτή τη δυνατότητα. Ο άνθρωπος πέθανε. Έγινε θνητός. Επομένως ο θάνατος κατά τη χριστιανική αντίληψη ούτε φυσική ατέλεια είναι ούτε μεταφυσικό αδιέξοδο. Είναι «τα οψώνια της αμαρτίας» (Ρωμ. στ΄, 23). Η οδυνηρή συνέπεια της παραμορφωμένης σχέσεως του ανθρώπου με το Θεό.
Αφού λοιπόν αιτία του θανάτου είναι η αμαρτία, ο θάνατος υπερνικιέται όταν χτυπηθεί η αμαρτία. Και η νίκη κατά της αμαρτίας κερδήθηκε με το Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού. «Ώσπερ γαρ εν τω Αδάμ πάντες αποθνήσκουσιν, ούτω και εν τω Χριστώ πάντες ζωοποιηθήσονται» (Α΄ Κορ. ιε΄, 22-23). Ο Χριστός, όντας ο ίδιος η αυτοζωή, με την κάθοδό του στον Άδη πήρε τον θάνατο του ανθρώπου «απαθανατίζων το πρόσλημμα». «Ότε κατήλθες προς τον θάνατον, η ζωή η αθάνατος, τότε τον Άδην ενέκρωσας τη αστραπή της θεότητος» ψάλλει η Εκκλησία μας. Ο ιερός Χρυσόστομος με τον περίφημο κατηχητικό του λόγο βροντοφωνεί σ’ ολόκληρη την ανθρωπότητα τον θρίαμβο της ζωής απέναντι στο θάνατο και των θετικών δυνάμεών της απέναντι στις αντίθετες δυνάμεις του σκότους και της φθοράς. Απευθυνόμενος δε στον θάνατο του λέγει; «Που σου, θάνατε, το κέντρον; Που σου, Άδη, το νίκος; Ανέστη Χριστός και συ καταβέβλησαι. Ανέστη Χριστός και νεκρός ουδείς εν τοις μνήμασιν. Ανέστη Χριστός και ζωή πολιτεύεται».
Βέβαια, ο θάνατος ως βιολογικό γεγονός δεν έχει ακόμα καταργηθεί. Το οντολογικό του όμως βάθος και η υπαρξιακή του σημασία έχουν καταπατηθεί με την Ανάσταση του Χριστού. Η ραχοκοκαλιά του θηρίου έσπασε και αποκαλύφθηκε η αδυναμία του. Η δύναμη της Αναστάσεως είναι πια λανθάνουσα και έμφυτη σε κάθε θάνατο.
Η πληρότητα της αναστάσιμης χαράς για την κατάργηση του θανάτου είναι ζωντανή στη ζωή της Εκκλησίας δυο χιλιάδες χρόνια τώρα. Αυτή κάνει τους μάρτυρες να αντιμετωπίζουν χαίροντες το μαρτύριο. Αυτή είναι το γνώρισμα των πραγματικών χριστιανών, που γιορτάζουν την ημέρα του θανάτου τους ως γενέθλια ημέρα. Γιατί κατά έναν παράδοξο τρόπο γεννιόμαστε για να πεθαίνουμε και πεθαίνουμε για να ζήσουμε. Όπως δε λέγει ο Μέγας Αθανάσιος «οι πιστοί αποθνήσκοντες ουκ απόλλυνται, αλλά και ζώσιν και άφθαρτοι διά της Αναστάσεως γίνονται».
Ζούμε σε μια εποχή που ο άνθρωπος διέρχεται βαθειά κρίση. Η κυριότερη αιτία αυτής της κρίσεως οφείλεται στο εγκλωβισμό του στα στεγανά της παρούσας ζωής και η έλλειψη πίστεως στην πέραν του τάφου πραγματικότητα. Αυτή η έλλειψη σωστής μεταφυσικής τοποθετήσεως κάνει τον άνθρωπο να βλέπει το θάνατο ως τη φοβερότερη δοκιμασία τερματισμού της υπάρξεως και εξουθενώσεώς του ως σκέψεως, προσωπικότητας και υλικής παρουσίας. Αν ο σύγχρονος άνθρωπος πίστευε στην αλήθεια της Αναστάσεως και συνειδητοποιούσε ότι ο Χριστός με την Ανάστασή του «συνανέστησε παγγενή τον Αδάμ» θα ξεπερνούσε τις αγχωτικές εκβλαστήσεις της υπαρξιακής προβληματικότητας, θα έλυε το πρόβλημα του προορισμού της ζωής και θα απομυθοποιούσε το ριγηλό εφιάλτη του θανάτου, κάνοντάς τον πράξη κοινωνίας με τη ζωή. Μιας ζωής ποιοτικά διάφορης της παρούσης με μόνιμη υπόσταση και αιώνια διάρκεια. Μιας ζωής χωρίς τέλος.
Χριστός Ανέστη!
(Από την εφημ. «Πρωινός Λόγος» των Ιωαννίνων)
(Αναπλ. Καθηγητή Α.Π.Θ.)
Αν θάθελε κανείς να συνοψίσει σε δυο λέξεις τη σημασία του γεγονότος της Αναστάσεως του Χριστού για το ανθρώπινο γένος, θα έλεγε ότι με την Ανάσταση νικήθηκε και απομυθοποιήθηκε ο θάνατος, που αποτελεί την οδυνηρότερη εμπειρία της ζωής, το πιο σταθερό της δεδομένο και την πιο συγκλονιστική οριακή της κατάσταση. «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν, άλλης βιοτής, της αιωνίου απαρχήν» ψάλλει θριαμβευτικά ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός στον αναστάσιμο κανόνα του. «...Θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος» ψάλλουμε στο πασίγνωστο και θριαμβευτικό απολυτίκιο του Πάσχα.
Ανέκαθεν ο άνθρωπος που συμφύρεται με τη μεταβλητότητα, τη φθορά και την εξαφάνιση είδε το θάνατο ως το μεγαλύτερο πρόβλημα της ζωής και έθεσε με τον υμνωδό το μεγάλο ερώτημα: «Τί το περί ημάς τούτο γέγονε μυστήριον; Πώς παρεδόθημεν τη φθορά και συνεζεύχθημεν τω θανάτω;». Το ερώτημα αυτό απασχολεί τον άνθρωπο από την πρώτη κιόλας στιγμή που θα αποκτήσει συνείδηση της υπάρξεώς του και τον συνοδεύει ως σκέψη μέχρι την τελευταία στιγμή της παραμονής του στη ζωή. Να τον αποφύγει είναι αδύνατο. Να μειώσει τη σημασία του παράλογου. Να παρακάμψει την παρουσία του απραγματοποίητο. Παραμένει πάντα μπροστά μας μορφή πελώρια και αδυσώπητη.
Υπάρχουν δύο τρόποι αντιμετωπίσεως του θανάτου. Ο μηδενιστικός υλιστικός και ο αναστάσιμος χριστιανικός. Ο πρώτος είναι η φυσιολογική συνέπεια της μηδενιστικής θεωρήσεως της ζωής και της πεποιθήσεως ότι ο θάνατος αποτελεί την φυσική μοίρα του ανθρώπου. Εγκλωβισμένη η υλιστική κοσμοθεωρία στα στενά χωροχρονικά πλαίσια του παρόντος βλέπει το θάνατο ως μια κατάσταση φυσική, ως ματαίωση του σκοπού της ανθρώπινης ζωής και ως τραγική παρέκκλιση από τον αληθινό της προορισμό. Μη μπορώντας να ανατρέψει την αδυσώπητη αυτή πραγματικότητα, ζει ανεξάρτητα από αυτήν. Έχει ως σύνθημα το «Φάγωμεν, πίωμεν αύριον γαρ αποθνήσκομεν» και γράφει στην πλάκα του τάφου της: «Δεν πιστεύω τίποτε, δεν ελπίζω τίποτε, είμαι λέφτερος». Ζουν «ως ελπίδα μη έχοντες και άθεοι εν τω κόσμω» και σε στιγμές ειλικρινούς αυτοσυνειδησίας και φιλοσοφικής θεωρήσεως της ζωής αναφωνούν μελαγχολικά με τον Ιούλιο Σιμόν: «Γεννήθηκα με την άγνοια. Έζησα με την αμφιβολία. Πεθαίνω με την αβεβαιότητα. Ω υπέρτατον ον, λυπήσου με!».
Το μεγάλο λάθος του υλισμού είναι ότι βλέπει τη ζωή και το θάνατο του ανθρώπου στο επίπεδο της φύσεως, όπως κάνει και για τους άλλους οργανισμούς. Η ανθρώπινη όμως ύπαρξη έχει και άλλες διαστάσεις και προεκτάσεις, που τις ζούμε, έστω και αν δεν μπορούμε να τις αναλύσουμε και να τις περιγράψουμε λογικά. Η φαινομενολογία της ανθρώπινης ζωής δείχνει ότι η ελπίδα για μια ζωή πέραν του τάφου αποτελεί συστατικό στοιχείο του ανθρώπου. Η ελπίδα για πληρότητα ζωής και ο πόθος για την αιωνιότητα επιβεβαιώνουν την ύπαρξη και την αλήθεια της. Είναι αδιανόητο να ικανοποιούνται σ’ αυτή τη ζωή δευτερευούσης σημασίας πόθοι και να μένει ανικανοποίητος ο πιο μεγάλος πόθος, που έχει ο άνθρωπος για να ζήσει.
Ο δεύτερος τρόπος αντιμετωπίσεως του θανάτου είναι η θεώρησή του κάτω από το φως της αναστάσιμης χαράς και της εσχατολογικής ελπίδας.
Σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας ο θάνατος δεν υπήρχε στο αρχικό σχέδιο του Θεού για τον άνθρωπο, αφού ο άνθρωπος πλάσθηκε για να συμμετάσχει στην πληρότητα της ζωής του Δημιουργού. Από την αρχή της δημιουργίας δόθηκε σ’ αυτόν η δυνατότητα της αθανασίας, που θα την αποκτούσε με την καλή χρήση της ελευθερίας του. Το τραγικό όμως γεγονός της πτώσεως στέρησε από τον άνθρωπο αυτή τη δυνατότητα. Ο άνθρωπος πέθανε. Έγινε θνητός. Επομένως ο θάνατος κατά τη χριστιανική αντίληψη ούτε φυσική ατέλεια είναι ούτε μεταφυσικό αδιέξοδο. Είναι «τα οψώνια της αμαρτίας» (Ρωμ. στ΄, 23). Η οδυνηρή συνέπεια της παραμορφωμένης σχέσεως του ανθρώπου με το Θεό.
Αφού λοιπόν αιτία του θανάτου είναι η αμαρτία, ο θάνατος υπερνικιέται όταν χτυπηθεί η αμαρτία. Και η νίκη κατά της αμαρτίας κερδήθηκε με το Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού. «Ώσπερ γαρ εν τω Αδάμ πάντες αποθνήσκουσιν, ούτω και εν τω Χριστώ πάντες ζωοποιηθήσονται» (Α΄ Κορ. ιε΄, 22-23). Ο Χριστός, όντας ο ίδιος η αυτοζωή, με την κάθοδό του στον Άδη πήρε τον θάνατο του ανθρώπου «απαθανατίζων το πρόσλημμα». «Ότε κατήλθες προς τον θάνατον, η ζωή η αθάνατος, τότε τον Άδην ενέκρωσας τη αστραπή της θεότητος» ψάλλει η Εκκλησία μας. Ο ιερός Χρυσόστομος με τον περίφημο κατηχητικό του λόγο βροντοφωνεί σ’ ολόκληρη την ανθρωπότητα τον θρίαμβο της ζωής απέναντι στο θάνατο και των θετικών δυνάμεών της απέναντι στις αντίθετες δυνάμεις του σκότους και της φθοράς. Απευθυνόμενος δε στον θάνατο του λέγει; «Που σου, θάνατε, το κέντρον; Που σου, Άδη, το νίκος; Ανέστη Χριστός και συ καταβέβλησαι. Ανέστη Χριστός και νεκρός ουδείς εν τοις μνήμασιν. Ανέστη Χριστός και ζωή πολιτεύεται».
Βέβαια, ο θάνατος ως βιολογικό γεγονός δεν έχει ακόμα καταργηθεί. Το οντολογικό του όμως βάθος και η υπαρξιακή του σημασία έχουν καταπατηθεί με την Ανάσταση του Χριστού. Η ραχοκοκαλιά του θηρίου έσπασε και αποκαλύφθηκε η αδυναμία του. Η δύναμη της Αναστάσεως είναι πια λανθάνουσα και έμφυτη σε κάθε θάνατο.
Η πληρότητα της αναστάσιμης χαράς για την κατάργηση του θανάτου είναι ζωντανή στη ζωή της Εκκλησίας δυο χιλιάδες χρόνια τώρα. Αυτή κάνει τους μάρτυρες να αντιμετωπίζουν χαίροντες το μαρτύριο. Αυτή είναι το γνώρισμα των πραγματικών χριστιανών, που γιορτάζουν την ημέρα του θανάτου τους ως γενέθλια ημέρα. Γιατί κατά έναν παράδοξο τρόπο γεννιόμαστε για να πεθαίνουμε και πεθαίνουμε για να ζήσουμε. Όπως δε λέγει ο Μέγας Αθανάσιος «οι πιστοί αποθνήσκοντες ουκ απόλλυνται, αλλά και ζώσιν και άφθαρτοι διά της Αναστάσεως γίνονται».
Ζούμε σε μια εποχή που ο άνθρωπος διέρχεται βαθειά κρίση. Η κυριότερη αιτία αυτής της κρίσεως οφείλεται στο εγκλωβισμό του στα στεγανά της παρούσας ζωής και η έλλειψη πίστεως στην πέραν του τάφου πραγματικότητα. Αυτή η έλλειψη σωστής μεταφυσικής τοποθετήσεως κάνει τον άνθρωπο να βλέπει το θάνατο ως τη φοβερότερη δοκιμασία τερματισμού της υπάρξεως και εξουθενώσεώς του ως σκέψεως, προσωπικότητας και υλικής παρουσίας. Αν ο σύγχρονος άνθρωπος πίστευε στην αλήθεια της Αναστάσεως και συνειδητοποιούσε ότι ο Χριστός με την Ανάστασή του «συνανέστησε παγγενή τον Αδάμ» θα ξεπερνούσε τις αγχωτικές εκβλαστήσεις της υπαρξιακής προβληματικότητας, θα έλυε το πρόβλημα του προορισμού της ζωής και θα απομυθοποιούσε το ριγηλό εφιάλτη του θανάτου, κάνοντάς τον πράξη κοινωνίας με τη ζωή. Μιας ζωής ποιοτικά διάφορης της παρούσης με μόνιμη υπόσταση και αιώνια διάρκεια. Μιας ζωής χωρίς τέλος.
Χριστός Ανέστη!
(Από την εφημ. «Πρωινός Λόγος» των Ιωαννίνων)
Μια Ρωμιά στο παραθύρι!
Από το blog του Παναγιώτη Ανδριόπουλου «Ιδιωτική Οδός» (panagiotisandriopoulos.blogspot.com)
Μια Ρωμιά στο παραθύρι! Μια Ρωμιά ετών 97! Η κ. Βιολέτα Φίτση. Μόνη στο Νιχώρι του Βοσπόρου. Έχει παιδιά στην Αυστραλία και την Αθήνα. Ταξίδεψε πέντε φορές στην Αυστραλία. Πήγε κι αλλού... Ποιος ξέρει πού;...
Μα στον τόπο της, στο Νιχώρι, επέστρεψε. Δεν τα... κατάφερε να φύγει οριστικά. Και τώρα, κάθε τόσο...κουβαλάει και τον γιο της απ’ την Αθήνα στο Γενίκιοϊ, ήθελε δεν ήθελε εκείνος...
Την... συνέλαβα να φυλλομετρά τα βάγια! Τα βάγια που τής πήγε χθες Κυριακή των Βαΐων ο Λάκης Βίγκας, η ψυχή της κοινοτικής ζωής στο Νιχώρι, μιας και η ίδια δεν μετακινείται πλέον εύκολα…
Μια Ρωμιά στο παραθύρι ενός παραδοσιακού σπιτιού στο Νιχώρι σήμερα, είναι μια ζωγραφιά. Και μια μαχαιριά! Μας θυμίζει την αυθεντικότητα στιγμών και καιρών σκληρών, μα απέραντα ευγενικών.
Η Ρωμιοσύνη στην Πόλη θα ζει. Και στα παραθύρια θα ξεπροβάλλουν εις τους αιώνας ρωμιές, δηλ. η ίδια η Παράδοση και η Ιστορία! Που δεν ξεχνιέται, δεν διαγράφεται…
Μια Ρωμιά στο παραθύρι! Μια Ρωμιά ετών 97! Η κ. Βιολέτα Φίτση. Μόνη στο Νιχώρι του Βοσπόρου. Έχει παιδιά στην Αυστραλία και την Αθήνα. Ταξίδεψε πέντε φορές στην Αυστραλία. Πήγε κι αλλού... Ποιος ξέρει πού;...
Μα στον τόπο της, στο Νιχώρι, επέστρεψε. Δεν τα... κατάφερε να φύγει οριστικά. Και τώρα, κάθε τόσο...κουβαλάει και τον γιο της απ’ την Αθήνα στο Γενίκιοϊ, ήθελε δεν ήθελε εκείνος...
Την... συνέλαβα να φυλλομετρά τα βάγια! Τα βάγια που τής πήγε χθες Κυριακή των Βαΐων ο Λάκης Βίγκας, η ψυχή της κοινοτικής ζωής στο Νιχώρι, μιας και η ίδια δεν μετακινείται πλέον εύκολα…
Μια Ρωμιά στο παραθύρι ενός παραδοσιακού σπιτιού στο Νιχώρι σήμερα, είναι μια ζωγραφιά. Και μια μαχαιριά! Μας θυμίζει την αυθεντικότητα στιγμών και καιρών σκληρών, μα απέραντα ευγενικών.
Η Ρωμιοσύνη στην Πόλη θα ζει. Και στα παραθύρια θα ξεπροβάλλουν εις τους αιώνας ρωμιές, δηλ. η ίδια η Παράδοση και η Ιστορία! Που δεν ξεχνιέται, δεν διαγράφεται…
Κυριακή 3 Μαΐου 2009
Ελευθερία από τον φόβο
(Tου † Αναστασίου, Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας. Από τη σημερινή κυριακάτικη «Καθημερινή»).
«Μη φοβείσθε» (Ματθ. 28:10)
«Μη φοβείσθε υμείς», είπε ο άγγελος Κυρίου στις μυροφόρες, τις οποίες είχε κυριεύσει «τρόμος και έκστασις» προ του κενού τάφου· «οίδα γαρ ότι Ιησούν τον εσταυρωμένον ζητείτε. Ουκ έστιν ώδε. Ηγέρθη γαρ καθώς είπεν» (Ματθ. 28:6). Σε λίγο, ο ίδιος ο αναστάς Χριστός, «λέγει αυταίς· μη φοβείσθε». Και στη συνέχεια, στον κύκλο των πτοημένων και φοβισμένων μαθητών Του, τόνισε: «Τι τεταραγμένοι εστέ και διατί διαλογισμοί αναβαίνουσιν εν ταις καρδίαις υμών;» (Λουκ. 24:38). Και δείχνοντάς τους τα σημάδια της σταυρώσεως στα χέρια και στα πόδια, τους βεβαίωσε με την παρουσία Του για το θαυμαστό γεγονός της Αναστάσεώς Του.
«Μη φοβείσθε!». Το μήνυμα της Αναστάσεως κηρύσσει διαχρονικά την ελευθερία από κάθε αιτία φόβου. Η νίκη του Χριστού συνέτριψε την κυριαρχία των δαιμονικών δυνάμεων, γεφύρωσε το χάσμα μεταξύ Θεού και ανθρώπων και αποκατέστησε τις σχέσεις τους. Την οντολογική σημασία του Σταυρού και της Αναστάσεως αποκάλυψε, με τρόπο μοναδικό ο Απόστολος Παύλος: Ο Ιησούς έγινε άνθρωπος και αποδέχθηκε το Πάθος «για να καταργήσει με τον θάνατό του αυτόν που εξουσίαζε τον θάνατο, δηλαδή τον διάβολο, και με αυτό τον τρόπο να απελευθερώσει όσους ο φόβος του θανάτου τους είχε καταδικάσει να είναι δούλοι σ’ όλη τους τη ζωή» (Εβρ. 2:14-15). Ο αναστάς Χριστός είναι πλέον η αρχή της νέας ανθρωπότητος, «απ’ τους νεκρούς πρωταναστημένος, ώστε να γίνει σε όλα εκείνος πρώτος» («εστίν αρχή, πρωτότοκος εκ των νεκρών, ίνα γένηται εν πάσι αυτός πρωτεύων» - Κολασ. 1:18-22). Με την Ανάσταση του Χριστού έχει αρχίσει μια νέα μορφή υπάρξεως για τους ανθρώπους. Η βεβαιότητα της Αναστάσεως, η πεποίθηση ότι δόθηκε σ’ Αυτόν «πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης» (Ματθ. 28:19) ελευθέρωσε τους μαθητές από κάθε είδους φόβο και αγωνία. Και τους μεταμόρφωσε σε τολμηρούς και γενναίους κήρυκες της νέας εν Χριστώ ζωής.
«Μη φοβείσθε!». Στην εποχή μας έχουν πληθύνει οι φόβοι που απειλούν τη ζωή μας. Τον τελευταίο μάλιστα καιρό έχουν ενταθεί και από τη γενικότερη ταλαιπωρία που προκαλεί η παγκόσμια οικονομική κρίση. Νέοι και παλαιοί φόβοι κυκλώνουν τη σκέψη μας και σφίγγουν την καρδιά μας. Μέσα σ’ αυτή λοιπόν τη βαριά ατμόσφαιρα η εορτή της Αναστάσεως καλεί κάθε πιστό σε μία πορεία ελευθερίας από τον φόβο:
Από τον φόβο αυτών που μας εχθρεύονται, από τον φόβο που δημιουργεί η αδικία και η σκληρότητα της κοινωνίας μας. Από τον φόβο της πολύμορφης αμαρτίας που διεισδύει στην ύπαρξή μας και την αλλοτριώνει. Από τον φόβο του πόνου, της ανέχειας, της ασθένειας, της μοναξιάς, των κινδύνων και θλίψεων που απειλούν τη ζωή μας. Από τον φόβο των πιεστικών προβλημάτων της καθημερινότητος. Από τον φόβο του αγνώστου, της αποτυχίας, της αβεβαιότητας για το μέλλον. Και το κορύφωμα του μηνύματος της Αναστάσεως του Χριστού είναι η ελευθερία από τον φόβο του θανάτου, του δικού μας και των αγαπημένων μας, φόβο που συνθλίβει την ανθρώπινη ζωή. Η εορτή της Αναστάσεως δεν αναγγέλλει απλώς, αλλά μας προσκαλεί να μετάσχουμε στην ελευθερία που μας χάρισε ο Χριστός.
Η ελευθερία αυτή, βεβαίως, στηρίζεται στην πίστη. Η Εκκλησία, αναφωνώντας δοξολογικά το «Χριστός ανέστη!», δεν καταφεύγει σε επιχειρηματολογίες για να επιβάλει την αλήθεια που κηρύσσει. Όσοι πιστοί! «Ευτυχισμένοι όλοι που πιστεύουν...». Αρκεί, βεβαίως, όπως επισημαίνει ο Απόστολος Παύλος, να μένουμε στην πίστη, θεμελιωμένοι και σταθεροί· «και μη μετακινούμενοι από της ελπίδος του ευαγγελίου» (Κολασ. 1:23).
Η Ανάσταση του Χριστού διαλύει τον φόβο διότι συναρμόζεται με μία εκπληκτική δύναμη, και, ιδιαίτερα αυτή την ολόλαμπρη εορτή, καλούμεθα να νιώσουμε «τι το υπερβάλλον μέγεθος της δυνάμεως αυτού (του Θεού)» (Εφεσ. 1:19). «Τη δύναμή Του αυτή την έδειξε με το να αναστήσει τον Χριστό από τους νεκρούς και να τον βάλει να καθήσει στα δεξιά Του στον ουρανό, πάνω από κάθε αρχή και δύναμη και κυριότητα, πάνω από κάθε τι που ανήκει όχι μόνο στον τωρινό αλλά και στον μελλοντικό κόσμο» (στίχ. 20-21).
Αυτή η ελευθερία από τον φόβο, δώρο του Αναστάντος, πρέπει να διαμορφώνει τη στάση της ζωής μας: «Υμείς επ’ ελευθερίαν εκλήθητε, αδελφοί»· με τη σαφή όμως προσθήκη: «μόνον μη την ελευθερίαν εις αφορμήν τη σαρκί αλλά διά της αγάπης δουλεύετε αλλήλοις» (Γαλ. 5:13).
Ο Χριστός, η ενυπόστατη και ένσαρκη αγάπη του Θεού, με τη θυσία Του στον Σταυρό και τη νίκη της Αναστάσεως, διατράνωσε τη μοναδική δύναμη της αγάπης, που ελευθερώνει τον άνθρωπο από κάθε μορφή φόβου. Οσοι είναι ενωμένοι μαζί Του εν πίστει και αγάπη αξιώνονται να ζουν την αλήθεια που αποκαλύπτει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Φόβος ουκ έστιν εν τη αγάπη, αλλ’ η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον. Οτι ο φόβος κόλασιν έχει (περιέχει τιμωρία), ο δε φοβούμενος ου τετελείωται εν τη αγάπη» (Α΄ Ιω. 4:18).
Ας χαρούμε, λοιπόν, αδελφοί μου, ιδιαίτερα αυτές τις ημέρες, την ελευθερία από κάθε μορφή φόβου, βαθαίνοντας την πίστη μας και την αγάπη μας στον νικητή του θανάτου και Κύριο της ζωής μας. Ακόμη, ας θυμίσουμε και στους φοβισμένους αδελφούς μας ότι «Χριστός ανέστη!».
«Μη φοβείσθε!». Το μήνυμα της Αναστάσεως κηρύσσει διαχρονικά την ελευθερία από κάθε αιτία φόβου. Η νίκη του Χριστού συνέτριψε την κυριαρχία των δαιμονικών δυνάμεων, γεφύρωσε το χάσμα μεταξύ Θεού και ανθρώπων και αποκατέστησε τις σχέσεις τους. Την οντολογική σημασία του Σταυρού και της Αναστάσεως αποκάλυψε, με τρόπο μοναδικό ο Απόστολος Παύλος: Ο Ιησούς έγινε άνθρωπος και αποδέχθηκε το Πάθος «για να καταργήσει με τον θάνατό του αυτόν που εξουσίαζε τον θάνατο, δηλαδή τον διάβολο, και με αυτό τον τρόπο να απελευθερώσει όσους ο φόβος του θανάτου τους είχε καταδικάσει να είναι δούλοι σ’ όλη τους τη ζωή» (Εβρ. 2:14-15). Ο αναστάς Χριστός είναι πλέον η αρχή της νέας ανθρωπότητος, «απ’ τους νεκρούς πρωταναστημένος, ώστε να γίνει σε όλα εκείνος πρώτος» («εστίν αρχή, πρωτότοκος εκ των νεκρών, ίνα γένηται εν πάσι αυτός πρωτεύων» - Κολασ. 1:18-22). Με την Ανάσταση του Χριστού έχει αρχίσει μια νέα μορφή υπάρξεως για τους ανθρώπους. Η βεβαιότητα της Αναστάσεως, η πεποίθηση ότι δόθηκε σ’ Αυτόν «πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης» (Ματθ. 28:19) ελευθέρωσε τους μαθητές από κάθε είδους φόβο και αγωνία. Και τους μεταμόρφωσε σε τολμηρούς και γενναίους κήρυκες της νέας εν Χριστώ ζωής.
«Μη φοβείσθε!». Στην εποχή μας έχουν πληθύνει οι φόβοι που απειλούν τη ζωή μας. Τον τελευταίο μάλιστα καιρό έχουν ενταθεί και από τη γενικότερη ταλαιπωρία που προκαλεί η παγκόσμια οικονομική κρίση. Νέοι και παλαιοί φόβοι κυκλώνουν τη σκέψη μας και σφίγγουν την καρδιά μας. Μέσα σ’ αυτή λοιπόν τη βαριά ατμόσφαιρα η εορτή της Αναστάσεως καλεί κάθε πιστό σε μία πορεία ελευθερίας από τον φόβο:
Από τον φόβο αυτών που μας εχθρεύονται, από τον φόβο που δημιουργεί η αδικία και η σκληρότητα της κοινωνίας μας. Από τον φόβο της πολύμορφης αμαρτίας που διεισδύει στην ύπαρξή μας και την αλλοτριώνει. Από τον φόβο του πόνου, της ανέχειας, της ασθένειας, της μοναξιάς, των κινδύνων και θλίψεων που απειλούν τη ζωή μας. Από τον φόβο των πιεστικών προβλημάτων της καθημερινότητος. Από τον φόβο του αγνώστου, της αποτυχίας, της αβεβαιότητας για το μέλλον. Και το κορύφωμα του μηνύματος της Αναστάσεως του Χριστού είναι η ελευθερία από τον φόβο του θανάτου, του δικού μας και των αγαπημένων μας, φόβο που συνθλίβει την ανθρώπινη ζωή. Η εορτή της Αναστάσεως δεν αναγγέλλει απλώς, αλλά μας προσκαλεί να μετάσχουμε στην ελευθερία που μας χάρισε ο Χριστός.
Η ελευθερία αυτή, βεβαίως, στηρίζεται στην πίστη. Η Εκκλησία, αναφωνώντας δοξολογικά το «Χριστός ανέστη!», δεν καταφεύγει σε επιχειρηματολογίες για να επιβάλει την αλήθεια που κηρύσσει. Όσοι πιστοί! «Ευτυχισμένοι όλοι που πιστεύουν...». Αρκεί, βεβαίως, όπως επισημαίνει ο Απόστολος Παύλος, να μένουμε στην πίστη, θεμελιωμένοι και σταθεροί· «και μη μετακινούμενοι από της ελπίδος του ευαγγελίου» (Κολασ. 1:23).
Η Ανάσταση του Χριστού διαλύει τον φόβο διότι συναρμόζεται με μία εκπληκτική δύναμη, και, ιδιαίτερα αυτή την ολόλαμπρη εορτή, καλούμεθα να νιώσουμε «τι το υπερβάλλον μέγεθος της δυνάμεως αυτού (του Θεού)» (Εφεσ. 1:19). «Τη δύναμή Του αυτή την έδειξε με το να αναστήσει τον Χριστό από τους νεκρούς και να τον βάλει να καθήσει στα δεξιά Του στον ουρανό, πάνω από κάθε αρχή και δύναμη και κυριότητα, πάνω από κάθε τι που ανήκει όχι μόνο στον τωρινό αλλά και στον μελλοντικό κόσμο» (στίχ. 20-21).
Αυτή η ελευθερία από τον φόβο, δώρο του Αναστάντος, πρέπει να διαμορφώνει τη στάση της ζωής μας: «Υμείς επ’ ελευθερίαν εκλήθητε, αδελφοί»· με τη σαφή όμως προσθήκη: «μόνον μη την ελευθερίαν εις αφορμήν τη σαρκί αλλά διά της αγάπης δουλεύετε αλλήλοις» (Γαλ. 5:13).
Ο Χριστός, η ενυπόστατη και ένσαρκη αγάπη του Θεού, με τη θυσία Του στον Σταυρό και τη νίκη της Αναστάσεως, διατράνωσε τη μοναδική δύναμη της αγάπης, που ελευθερώνει τον άνθρωπο από κάθε μορφή φόβου. Οσοι είναι ενωμένοι μαζί Του εν πίστει και αγάπη αξιώνονται να ζουν την αλήθεια που αποκαλύπτει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Φόβος ουκ έστιν εν τη αγάπη, αλλ’ η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον. Οτι ο φόβος κόλασιν έχει (περιέχει τιμωρία), ο δε φοβούμενος ου τετελείωται εν τη αγάπη» (Α΄ Ιω. 4:18).
Ας χαρούμε, λοιπόν, αδελφοί μου, ιδιαίτερα αυτές τις ημέρες, την ελευθερία από κάθε μορφή φόβου, βαθαίνοντας την πίστη μας και την αγάπη μας στον νικητή του θανάτου και Κύριο της ζωής μας. Ακόμη, ας θυμίσουμε και στους φοβισμένους αδελφούς μας ότι «Χριστός ανέστη!».
Παρασκευή 1 Μαΐου 2009
Οι Μυροφόρες (Από το «Εορτολόγιο» του π. Αλέξανδρου Σμέμαν)
...Ήταν οι πρώτες που άκουσαν απ' αυτόν το «Χαίρετε», το οποίο πλέον έγινε για πάντα η ουσία της Χριστιανικής δύναμης. Ο Χριστός δεν είχε αποκαλύψει σ' αυτές τις γυναίκες τα μυστήρια του μέλλοντος, όπως τα είχε αποκαλύψει στους δώδεκα αποστόλους. Δε γνώριζαν ούτε το νόημα του θανάτου Του, ούτε το μυστήριο της προσεγγίζουσας νίκης Του με την ανάσταση. Γι' αυτές ο θάνατος του δασκάλου και φίλου τους ήταν ένας απλός θάνατος, ένα τέλος, ακόμη χειρότερα, ήταν ένας τρομακτικός και επαίσχυντος θάνατος, ένα τρομερό και παράλογο τέλος. Στάθηκαν στο Σταυρό μόνο επειδή αγαπούσαν το Χριστό, και λόγω αυτής της αγάπης υπέφεραν μαζί Του. Δεν άφησαν το φτωχό, βασανισμένο σώμα Του, αλλά έκαναν όλα όσα η αγάπη κάνει πάντοτε κατά τον τελικό χωρισμό. [...]
Αυτό είναι το νόημα της Κυριακής των Μυροφόρων. Μας υπενθυμίζει πως η αγάπη και η αφοσίωση λίγων ατόμων έλαμψε φωτεινά στο μέσο του απελπιστικού σκοταδιού. Μας καλεί να εξασφαλίσουμε πώς σ' αυτόν τον κόσμο η αγάπη και η αφοσίωση δε θα εξαφανισθούν, ούτε θα πεθάνουν. Κρίνει την έλλειψη θάρρους, το φόβο μας, τον ατέλειωτο και δουλοπρεπή ορθολογισμό μας. Οι μυστηριώδεις Ιωσήφ και Νικόδημος, και αυτές οι γυναίκες που πάνε στον τάφο την αυγή, καταλαμβάνουν τόσο λίγο χώρο στα ευαγγέλια. Ακριβώς εδώ όμως είναι που αποφασίζεται η αιώνια μοίρα του καθενός μας.
Νομίζω πως σήμερα έχουμε ιδιαίτερη ανάγκη να ξαναβρούμε αυτή την αγάπη και τη βασική ανθρώπινη αφοσίωση...
Αυτό είναι το νόημα της Κυριακής των Μυροφόρων. Μας υπενθυμίζει πως η αγάπη και η αφοσίωση λίγων ατόμων έλαμψε φωτεινά στο μέσο του απελπιστικού σκοταδιού. Μας καλεί να εξασφαλίσουμε πώς σ' αυτόν τον κόσμο η αγάπη και η αφοσίωση δε θα εξαφανισθούν, ούτε θα πεθάνουν. Κρίνει την έλλειψη θάρρους, το φόβο μας, τον ατέλειωτο και δουλοπρεπή ορθολογισμό μας. Οι μυστηριώδεις Ιωσήφ και Νικόδημος, και αυτές οι γυναίκες που πάνε στον τάφο την αυγή, καταλαμβάνουν τόσο λίγο χώρο στα ευαγγέλια. Ακριβώς εδώ όμως είναι που αποφασίζεται η αιώνια μοίρα του καθενός μας.
Νομίζω πως σήμερα έχουμε ιδιαίτερη ανάγκη να ξαναβρούμε αυτή την αγάπη και τη βασική ανθρώπινη αφοσίωση...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)