Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

Εσπερινή Ομιλία



Τὴν προσεχὴ Κυριακή Δ΄ ἀπὸ τοῦ Πάσχα, 03-05-2015, συνεχίζονται οἱ ἑσπερινὲς ὁμιλίες στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Νικολάου «Ἀγορᾶς» τῆς πόλεως τῶν Ἰωαννίνων, ἀμέσως μετὰ ἀπὸ τὸν Ἑσπερινό.

Ὥρα ἔναρξης τοῦ Ἑσπερινοῦ 7.00 τὸ ἀπόγευμα.

Ὁμιλητὴς θὰ εἶναι ὁ Αἰδεσιμολογιώτατος Πρεσβύτερος π. Ἠλίας Σέπερης, Ἐφημέριος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Ἀρχιμανδρείου, μὲ θέμα: «Ἡ μετάνοια μέσα ἀπὸ τὶς εὐχὲς τῆς Θείας Λειτουργίας».

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἰωαννίνων

Δευτέρα 27 Απριλίου 2015

«H Ανάσταση ως ρήξη για την ελευθερία»



Του Τριαντάφυλλου Σερμέτη*

Το Πάσχα νοείται ως το πέρασμα μιας πορείας από την πνευματική, νοητική, ψυχική σκλαβιά της αμαρτίας στην απελευθέρωση του ανθρώπου από τα δεσμά της. Η πορεία προς τον Γολγοθά επιβάλλει τον πόνο, τη Σταύρωση και την Ανάσταση. Δεν υπάρχει ανάσταση δίχως τον πόνο. Δεν υπάρχει άνοιξη δίχως το χειμώνα. Η πορεία αυτή του Χριστού είναι μια πορεία ρήξης με το μηδενισμό, είναι μια πορεία ελευθερίας, ζωής πραγματικής. Η Ανάσταση, ως προσωπικό γεγονός ελευθερίας, αναπόφευκτα οδηγεί το χριστιανό στη διαπροσωπική σχέση και αποτελεί σημείο εκκίνησης για την κοινωνική απελευθέρωση.
Η αµαρτία είναι το κεντρικό γεγονός της πορείας προς τον Γολγοθά, στα Πάθη του Χριστού, στη Σταύρωση και στην Ανάστασή του. Η αμαρτία, που εκκινεί από τον ανθρώπινο εγωισµό, θεωρείται ως ένα κοινωνικό, ιστορικό γεγονός, ως απουσία αδελφοσύνης και αγάπης στις σχέσεις ανάµεσα στους ανθρώπους, ως ρήξη φιλίας µε τον Θεό και µε τους άλλους ανθρώπους και κορυφώνεται ως ένα εσωτερικό προσωπικό ρήγµα. Η αµαρτία φανερώνεται στις καταπιεστικές δοµές, στην εκµετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, στην υποδούλωση λαών, φυλών και κοινωνικών τάξεων. Αποτελεί τη θεµελιώδη αλλοτρίωση, τη ρίζα της αδικίας και της ανισότητας. Η αµαρτωλή κατάσταση απαιτεί µια ριζική απελευθέρωση, που µε τη σειρά της εµπεριέχει µια πολιτική απελευθέρωση. Αυτή η ριζική απελευθέρωση είναι το δώρο που µας προσφέρει ο Χριστός. Με το θάνατό Του και την Ανάστασή Του λυτρώνει τον άνθρωπο από την αµαρτία και όλες τις συνέπειές της. Ο χριστιανικός βίος είναι ένα Πάσχα (πέρασμα) µια µετάβαση από την αµαρτία στη χάρη, από το θάνατο στη ζωή, από την αδικία στη δικαιοσύνη, από το υπάνθρωπο στο ανθρώπινο. Η αµαρτία, λοιπόν, δεν είναι απλά εσωτερική υπόθεση, αλλά και κοινωνική κατάσταση. Ο άνθρωπος οφείλει να αγωνιστεί για την κοινωνική δικαιοσύνη και η πράξη του αυτή συνιστά μια απελευθερωτική και εν τέλει λυτρωτική διεργασία, αλλά όχι το άπαν της σωτηρίας. Δίχως τα απελευθερωτικά γεγονότα δεν θα µπορούσε να υπάρξει εξάπλωση της Βασιλείας. Αλλά η διαδικασία της απελευθέρωσης δεν θα µπορούσε να αγγίξει τις βαθύτερες ρίζες της καταπίεσης και της εκµετάλλευσης του ανθρώπου από άνθρωπο δίχως της έλευση της Βασιλείας, που είναι πάνω απ’ όλα δωρεά. Το ιστορικό γεγονός είναι η εξάπλωση της Βασιλείας και είναι γεγονός σωτηρίας, δίχως όμως να είναι το όλον της.
Η έννοια της Βασιλείας του Θεού δεν είναι μια κατάσταση στη μετά θάνατον ζωή, όπως εσφαλμένα νοείται. Η Βασιλεία του Θεού είναι μια πραγματικότητα που συμβαίνει εδώ και τώρα, σε αυτήν τη ζωή και έχει συγκεκριμένο περιεχόμενο. Είναι η αγάπη προς τον πλησίον (πλησίον με την έννοια όχι την τοπική, αλλά για τον κάθε άνθρωπο όπου γης). Είναι η φροντίδα, η αλληλεγγύη, η συναδέλφωση, η κοινωνική δικαιοσύνη, η κοινωνική απελευθέρωση. Είναι η προσωπική και κοινωνική πορεία από το μηδέν προς το ένα, η ανύψωση από την αδικία στην δικαιοσύνη.
Ο Χριστός κινείται μέσα στην Ιστορία και συναντιέται με τα θύματά του και όχι με τους θύτες του, όπως θα άρεσε σε κάποιους. Την ημέρα της κρίσης (Ματθ.25,31) αυτό που θα συντελέσει στην ανάστασή μας θα είναι το ψωµί, το πιοτό, η στέγη και τα ρούχα, η πραγµατική υποδοχή που επιφυλάξαµε στους αδελφούς µας. Στο πρόσωπο του αδελφού µας βρίσκεται πάντα ο Χριστός. Ο χριστιανός οφείλει να αγωνιστεί χωρίς να σκέφτεται το οποιοδήποτε κόστος. Η πολιτική και κοινωνική ρήξη, ως ελευθερία, είναι προϋπόθεση της Ανάστασης.

*Ο Τριαντάφυλλος Σερμέτης είναι θεολόγος - φιλόλογος, υπ. Δρ. Φιλοσοφίας

Σάββατο 25 Απριλίου 2015

«Οι Μυροφόρες»



Ακούγοντας τη διήγηση για τη σταύρωση και το θάνατο του Χριστού, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, με εντυπωσιάζει συνεχώς μια λεπτομέρεια της ιστορίας: η μέχρι τέλους αφοσίωση μιας χούφτας ανθρώπων, κυρίως γυναικών, για τις οποίες το ευαγγέλιο δεν λέει σχεδόν τίποτε άλλο. Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως οι μαθητές του Χριστού, όλοι τους, έφυγαν και τον άφησαν μόνο. Ο Πέτρος Τον αρνήθηκε τρεις φορές. Ο Ιούδας Τον πρόδωσε. Τα πλήθη ακολουθούσαν το Χριστό ενώ κήρυττε, και όλοι περίμεναν να πάρουν κάτι απ Αυτόν: προσδοκούσαν βοήθεια, θαύματα και θεραπείες, περίμεναν την απελευθέρωσή τους από τη μισητή Ρωμαϊκή κατοχή, περίμεναν απ Αυτόν να ασχοληθεί με τις επίγειες μέριμνές τους.
Δεν είναι δε το οδυνηρότερο μέρος αυτών των τελευταίων ημερών η προδοσία των στενών φίλων και μαθητών, στους οποίους ο Χριστός είχε αληθινά και ολοκληρωτικά δοθεί; Στον κήπο της Γεσθημανή, ακόμη και οι τρεις στενότεροι μαθητές Του δεν άντεξαν, αλλά αποκοιμήθηκαν ενώ ο Χριστός βρισκόταν στην τελική αγωνία, με τον ιδρώτα Του «ωσεί θρόμβοι αίματος» και προετοιμαζόταν για ένα φοβερό θάνατο. Γνωρίζουμε πως ακόμη κι ο Πέτρος, που τόσο ηχηρά είχε υποσχεθεί να πεθάνει για το Χριστό, κλονίστηκε την τελευταία στιγμή και Τον αρνήθηκε, Τον απέρριψε και Τον πρόδωσε. Και «τότε», γράφει ο ευαγγελιστής, «οι μαθηταί πάντες αφέντες αυτόν έφυγον» (Ματθ. 26, 56).
Όχι όμως όλοι, όπως αποδείχθηκε. Ο Σταυρός έφερε την ώρα της απλής ανθρώπινης αφοσίωσης και αγάπης. Αυτοί που την ώρα της «επιτυχίας» φαίνονταν τόσο απόμακροι, που δεν τους βρίσκουμε σχεδόν ποτέ στις σελίδες των ευαγγελίων, στους οποίους ο Χριστός ποτέ δεν προανήγγειλε την ανάστασή Του, και για τους οποίους τα πάντα τέλειωσαν και χάθηκαν τη νύχτα του Σταυρού, αυτοί ήταν παρέμειναν στο Σταυρό με ακλόνητη ανθρώπινη αγάπη. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει, «εισήκεισαν δε παρά τω σταυρώ του Ιησού η μήτηρ αυτού και η αδελφή της μητρός αυτού, Μαρία η του Κλωπά και Μαρία η Μαγδαληνή» (Ιωάν. 19, 25). Αργότερα, μετά το θάνατο του Ιησού, «oψίας δε γενομένης ήλθεν άνθρωπος πλούσιος από Αριμαθαίας, τούνομα Ιωσήφ, ος και αυτός εμαθήτευσε τω Ιησού, ούτος προσελθών τω Πιλάτω ηττήσατο το σώμα του Ιησού, τότε ο Πιλάτος εκέλευσεν αποδοθήναι το σώμα, και λαβών το σώμα ο Ιωσήφ ενετύλιξεν αυτό σινδόνι καθαρά, και έθηκεν αυτό εν τω καινώ αυτού μνημείω ο ελατόμησεν εν τη πέτρα, και προσκυλίσας λίθον μέγαν τη θύρα του μνημείου απήλθεν» (Ματθ. 27, 57- 60).
Μια μέρα αργότερα, μετά το Σάββατο, την αυγή της τρίτης ημέρας, οι ίδιες γυναίκες ήρθαν στον τάφο, όπου σύμφωνα με το έθιμο της εποχής θα άλειβαν το νεκρό με μύρα. Ακριβώς σ’ αυτές ο αναστημένος Χριστός εμφανίστηκε για πρώτη φορά. Ήταν οι πρώτες που άκουσαν απ αυτόν το «Χαίρετε», το οποίο πλέον έγινε για πάντα η ουσία της Χριστιανικής δύναμης. Ο Χριστός δεν είχε αποκαλύψει σ αυτές τις γυναίκες τα μυστήρια του μέλλοντος όπως τα είχε αποκαλύψει στους δώδεκα αποστόλους. Δε γνώριζαν ούτε το νόημα του θανάτου Του, ούτε το μυστήριο της προσεγγίζουσας νίκης Του με την ανάσταση. Γι αυτές ο θάνατος του δασκάλου και φίλου τους ήταν ένας απλός θάνατος, ένα τέλος, ακόμη χειρότερα, ήταν ένας τρομακτικός και επαίσχυντος θάνατος, ένα τρομερό και παράλογο τέλος. Στάθηκαν στο Σταυρό μόνο επειδή αγαπούσαν το Χριστό, και λόγω αυτής της αγάπης υπέφεραν μαζί Του. Δεν άφησαν το φτωχό, βασανισμένο σώμα Του, αλλά έκαναν όλα όσα η αγάπη κάνει πάντοτε κατά τον τελικό χωρισμό. [...]


Αυτό είναι το νόημα της Κυριακής των Μυροφόρων. Μας υπενθυμίζει πως η αγάπη και η αφοσίωση λίγων ατόμων έλαμψε φωτεινά στο μέσο του απελπιστικού σκοταδιού. Μας καλεί να εξασφαλίσουμε πώς σ αυτόν τον κόσμο η αγάπη και η αφοσίωση δε θα εξαφανισθούν, ούτε θα πεθάνουν. Κρίνει την έλλειψη θάρρους, το φόβο μας, τον ατέλειωτο και δουλοπρεπή ορθολογισμό μας. Οι μυστηριώδεις Ιωσήφ και Νικόδημος, και αυτές οι γυναίκες που πάνε στον τάφο την αυγή, καταλαμβάνουν τόσο λίγο χώρο στα ευαγγέλια. Ακριβώς εδώ όμως είναι που αποφασίζεται η αιώνια μοίρα του καθενός μας.
Νομίζω πως σήμερα έχουμε ιδιαίτερη ανάγκη να ξαναβρούμε αυτή την αγάπη και τη βασική ανθρώπινη αφοσίωση. Επειδή έχουμε εισέλθει σε μια εποχή όπου ακόμη κι αυτά δυσφημούνται από επιβλαβείς ιδέες σχετικά με το πρόσωπο και την ανθρώπινη ζωή, που επικρατούν τώρα σ αυτόν τον κόσμο. Για αιώνες ο κόσμος διέθετε ακόμη εκείνη την αδύνατη, αλλά τρεμάμενη και φεγγοβόλα φλόγα της αφοσίωσης, της αγάπης και της συμπόνιας που ήταν σιωπηλά παρούσα στα βάσανα του Ανθρώπου που είχε απορριφθεί από όλους. Πρέπει δε να πιαστούμε, σαν από τελευταία κλωστή, από το καθετί που στον κόσμο μας διαθέτει ακόμη αυτό το ζεστό φως της απλής, γήινης, ανθρώπινης αγάπης. Η αγάπη δεν εξετάζει θεωρίες και ιδεολογίες, αλλά μιλά στην καρδιά και στην ψυχή. Η ανθρώπινη ιστορία πέρασε με βοή, βασίλεια υψώθηκαν και έπεσαν, πολιτισμοί φτιάχθηκαν και αιματηροί πόλεμοι έγιναν, αλλά αυτό που έμεινε αμετάβλητο πάνω στη γη και σ αυτή την ταραγμένη και τραγική ιστορία είναι η φωτεινή εικόνα της γυναίκας. Μια εικόνα φροντίδας, αυτοπροσφοράς, αγάπης και συμπόνιας. Δίχως αυτή την παρουσία, χωρίς αυτό το φως, ο κόσμος μας, ανεξάρτητα από τις επιτυχίες και τα κατορθώματά του, θα ήταν ένας κόσμος τρόμου.
Μπορεί να ειπωθεί χωρίς υπερβολή πως η ανθρωπιά του ανθρωπίνου γένους διασώζεται και συντηρείται από τη γυναίκα, συντηρείται όχι με λόγια και ιδέες, αλλά με τη σιωπηλή παρουσία της που φροντίζει και αγαπά, και αν συνεχίζεται ακόμη η μυστηριώδης γιορτή της ζωής, παρά το κακό που επικρατεί στον κόσμο, αν ακόμη αυτή η γιορτή εορτάζεται σε κάποιο πάμφτωχο δωμάτιο, σ ένα γυμνό τραπέζι, τόσο χαρούμενα όσο και σ ένα παλάτι, τότε η χαρά και το φως αυτής της γιορτής ανήκει σ’ αυτή, στη γυναίκα, στην αγάπη και την αφοσίωσή της που ποτέ δε σβήνει. «Και υστερήσαντος οίνου...» (Ιωάν. 2, 3), αλλά όσο είναι αυτή εδώ, - η μητέρα, η σύζυγος, η νύφη υπάρχει αρκετό κρασί, αρκετή αγάπη, αρκετό φως για τον καθένα...

Από το βιβλίο του π. Αλέξανδρου Σμέμαν «Εορτολόγιο- Ετήσιος Εκκλησιαστικός Κύκλος», Εκδ. Ακρίτας.

Παρασκευή 24 Απριλίου 2015

Χριστός Ανέστη



Του π. Ιωάννη Κίτσιου

Ζούμε έναν πολιτισμό που μας κάνει να νοιώθουμε ξένοι κι απόμακροι μεταξύ μας. Βιώνουμε αισθήματα μοναξιάς και συμπεριφερόμαστε καταπιεστικά στις σχέσεις μας με τους άλλους. Αισθανόμαστε μόνοι κι απομονωμένοι, χωρίς να έχουμε τη δυνατότητα επικοινωνίας μεταξύ μας παρόλο που συναντιόμαστε συχνά.
Οι πράξεις και οι ενέργειές μας βασίζονται σε σκέψεις που έχουν βαθιές ρίζες στις αποτυχίες του παρελθόντος. Τα λάθη καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη μελλοντική μας πορεία.
Έχουμε πλάσει μια νοητική εικόνα για τον εαυτό μας και για το τι θέλουμε από τους άλλους και μ’ αυτή τους αντιμετωπίζουμε κι όταν αυτοί δε συμφωνούν μαζί μας γινόμαστε ξένοι.
Κι όμως!
Αν κλείσουμε τις σκέψεις στις επαναλήψεις του παρελθόντος. Αν ανοίξουμε έναν καινούργιο νοητικό δρόμο θα δούμε ότι δεν είμαστε μόνοι. Απλώς δεν το βλέπουμε έτσι.
Ας αφήσουμε το Πνεύμα του Θεού να λειτουργήσει μέσα μας και να μας οδηγήσει σ’ ένα νέο τρόπο συμπεριφοράς. Ας λειτουργήσουμε με τρόπο προσευχητικό: Συγκεντρωμένοι στον εαυτό μας ας Του ζητήσουμε να μας δείξει τι θα ήθελε Αυτός να κάνουμε, κι όχι εμείς, για τους άλλους. Να μας δείξει Αυτός τι πρέπει να κάνουμε για να βοηθήσουμε τα παιδιά μας για να λύσουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Να Του ζητήσουμε Αυτός να μας προτείνει πώς θα αναπτυχθεί η επικοινωνία, η αγάπη, η εμπιστοσύνη και η αλληλοϋποστήριξη στο γάμο μας.
Μόνο μέσα από Αυτόν, προσευχόμενοι, θα γίνουμε στοργικοί και τρυφεροί. Πρώτα ως σύζυγοι, έπειτα ως γονείς και τέλος ως μέλη της κοινωνίας.
Αυτό που μας χρειάζεται είναι η αυτοσυγκέντρωση και η προσευχή, η αλλαγή σκέψης, ένα άλμα πίστεως που θα κάνει την καρδιά μας να ανοίξει και να δούμε πως μπορεί να ενεργήσει ο Θεός στη ζωή μας και να λύσει τα καθημερινά προβλήματά μας.
Είναι απαραίτητο να ασκηθούμε σ’ αυτό: την αλλαγή σκέψης. Να μάθουμε ότι δεν είναι υπάκουος υπηρέτης στις απαιτήσεις μας. Να μάθουμε να ακούμε στην κλήση Του τη φωνή Του και να ετοιμάζουμε τους εαυτούς μας ώστε να αναπτύξουμε τη συμπεριφορά μας μέσα από το βλέμμα του. Μέσα από τη σχέση μαζί Του.
Κι αυτό θα το πετύχουμε μόνο με το δικό Του τρόπο. Με τη συμμετοχή στο δικό Του τρόπο Ζωής, θα αναπτύξουμε όλο και περισσότερο τη θαμμένη μέσα μας Εικόνα Του. Γιατί η συμμετοχή μας στη λατρεία του Τριαδικού Θεού δεν είναι δική Του αλλά δική μας ανάγκη. Αρκεί να πιστέψουμε και να δοθούμε στην σταυρική
Αγάπη του Θεού.
Χριστός Ανέστη.

Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

«Άι μου Γιώργη!»



Το άρθρο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ακρόπολις» στις 23 Απριλίου του 1892...

Ανέτειλε το έαρ· δεύτε ευφρανθώμεν! Εξέλαμψεν η Ανάστασις Χριστού· δεύτε ευφρανθώμεν!
Η του αθλοφόρου μνήμη τους πιστούς φαιδρύνουσα ανεδείχθη.

Ένθεν μεν ψάλλει η Εκκλησία, συγκαταβατικωτέρα κατά τας ημέρας ταύτας της αναστάσεως του Σωτήρος, παρά την ανωτέραν πνευματικήν έννοιαν τοιούτων παρακελεύσεων· ένθεν δε ο ελληνικός λαός, όστις φαντάζεται πρώτον λεβέντην και αστραπόμορφον νεανίαν τον ήρωα πρόμαχον του Χριστιανισμού, περιβάλλει με όλην την ποίησιν των μακραιώνων ονείρων του, με παμφαείς ακτίνας αφθίτου νεότητος και αϊδίου καλλονής τον Άγιον Γεώργιον.

Αϊ μου Γιώργη αρματολέ και πρώτε καβαλάρη,
αρματωμένε με σπαθί και με χρυσό κοντάρι...

Και ιστορείται δια στίχων επικής απλότητος και ύψους, πως το θεριό εφώλιαζε σιμά εις την βρύσιν, πως απήτει περιοδικώς αιματηρόν φόρον, από τους κατοίκους της πόλεως, πως ερρίπτοντο κλήροι μέλλοντες ν’ αποφασίσωσι περί της δυστυχούς κόρης, ης θα ήτο η σειρά να χορτάση την αδηφάγον απληστίαν του φοβερού θηρίου, πως ο κλήρος έπεσεν επί την βασιλοπούλαν (την Αλεξάνδραν!) και πως ο Άγιος, εισακούσας τας δεήσεις των γονέων, επήλθε, ραγδαίος και αήττητος ιππεύς, εις βοήθειαν της δυσμοίρου νεάνιδος, πως εθανάτωσε τροπαιοφόρος τον απαίσιον δράκοντα, και πως, αναλαβών την βασιλοπούλαν εις τα κάπουλα του αλόγου του, την παρέδωκεν ασινή εις τους βασιλικούς γονείς της.
   Α! είναι κρίμα, ότι οι Έλληνες δεν τον επεκαλέσθησαν πέρυσι, πριν ή λάβη μοιραίαν έκβασιν περίστασις παραπλησία!... Αλλά και πάλιν, τις οίδεν αν οι θνητοί βλέπομεν ορθώς τα πράγματα, αν δεν κατοπτρίζονται ανάποδα εις τους οφθαλμούς μας;...Τις οίδεν αν ο κόσμος αυτός, με όλους τους πάγους του Βορρά, ή με τα θάλπη της μεσημβρίας, δεν είναι το αληθές θηρίον;...Αν ο άγγελος του θανάτου, κατ’ εξοχήν τροπαιοφόρος, δεν είναι ο αισιώτερος των αγγέλων;...Και αν, εις τον άλλον κόσμον, η στοργή του ουρανίου πατρός δεν είναι μυριάκις ενθερμοτέρα της στοργής επιγείων γονέων; Τι λέγει το ιερόν Βιβλίον; Κι αβί βε αμί ναδζαβούνι, β’ Αδωνάι α-σπένι (Ο πατήρ μου και η μήτηρ μου εγκατέλιπόν με, ο δε Κύριος προσελάβετό με).

Εν τούτοις, επαξίως ο ελληνικός λαός τιμά με υπερόχου ευλαβείας δείγματα τον ελληνοπρεπέστατον άγιον του, τον άγιον Γεώργιον. Ο τροπαιοφόρος μεγαλομάρτυς, ομού με τον άλλον ομόψυχον και εφάμιλλόν του, ίστανται φρουροί εις τα πρόθυρα ο μεν του θέρους, ο δε του χειμώνος, σημειούντες δια της επιτολής των, ως άλλοι αστέρες σελασφόροι, την περίοδον των ορεινών και πεδινών νομών και καταυλισμών δια τους ποιμένας.
Εξ ήρος εις αρκτούρον ευμήνους χρόνους· και ποιμένες και γεωργοί άγουσι γηθοσύνως την ροδοστέφανον, ως εκ του μαρτυρικού του αίματος, μνήμην του αγίου, και θύουσιν άρνας, και οβελίζουσιν αμνούς, γενναίως ευχωμούμενοι, επικαλούμενοι τον μάρτυρα βοηθόν εις τας επιχειρήσεις των και συλλήπτορα των κόπων. Και οι Έλληνες πολεμισταί των παρελθόντων αιώνων, ως και της μεγάλης εθνεγερσίας, δεν έπαυσαν να τον επικαλούνται ευμενή σύμμαχον και αρωγόν. Κατ’ αυτήν δε την ημέραν της μνήμης του αγίου, το πρώτον έτος του αγώνος, έτερος αγλαός πρόμαχος της πίστεως και της πατρίδος και μάρτυς της ελευθερίας περικλεέστατος, ο Θανάσης Διάκος, προσεφέρθη ολοκαύτωμα υπέρ του Γένους. Ενθυμηθήτε τους στίχους του αειμνήστου Βαλαωρίτου.

Επάνωθέ τους κάτασπρο το φλάμπουρο του Διάκου
ανέμιζε τρομαχτικό, και στο ξεδίπλωμά του,
λεβέντης αστραπόμορφος επρόβαλλ’ ο Άη -Γιώργης
με τ᾿ άγριό του τ᾿ άλογο, κρατώντας καρφωμένο
τ᾿ ανίκητο κοντάρι του στὸ διάπλατο λαρύγγι
του φοβερού του δράκοντα, ποὺ δέρνεται στο χωμα.


Αλλά και ποίος άλλος Άγιος έχει τόσα και τόσα εξωκκλήσια, υψούμενα χαριέντως εις πάσαν κοιλάδα, επιστέφοντα πάντα λόφον, πάντα βράχον της Ελληνίδος χώρας; ο Άγιος Δημήτριος, ως ιστάμενος φρουρός εις τα πρόθυρα του χειμώνος, δια να μη μείνη παραπονούμενος, έχει το ιδιαίτερον καλοκαίρι του, “καλοκαιράκι τ’ Αϊ-Δημητριού” και τον φερώνυμον αυτού μήνα, ο δε Άγιος Γεώργιος είναι ο κατ’ εξοχήν καλοκαιρινός και ανοιξιάτικος Άγιος και δεν δύναταί τις να φαντασθή μνήμη του Αγίου Γεωργίου χωρίς πολλά ποικιλόχροα άνθη μοσχοβολούντα, χωρίς τάπητας ανθυλλίων μεθυσκόντων τον αέρα με την ευωδίαν των, χωρίς άπειρον πρασινάδα και απεράντους αγρούς αιματόχρους από αμέτρητον πλήθος των μηκώνων, χωρίς τρυφερούς βλαστούς αμπέλων με βότρυς προβάλλοντας και χωρίς αναριθμήτους στεφάνους από αγραμπελιές και αγιοκλήματα. Ποίος άλλος Άγιος δύναται να καυχηθή, ότι είναι ο καθολικός πολιούχος των ελληνίδων πόλεων, ο γενικός προστάτης της ελληνικής εξοχής; Διότι το συναξάριον του δεν αναφέρει εις ποίον ωρισμένως μέρος της Ανατολής εμαρτύρησεν, ως δια να αφήση την μνήμην του Αγίου κοινήν εις όλην την ελληνικήν χώραν.Καθώς δε ο Άγιος Νικόλαος είναι ο κατ΄εξοχήν προστάτης των θαλασσοπορούντων ανά τον πόντον, ούτω και ο Άγιος Γεώργιος είναι ο ετοιμότατος βοηθός και αντιλήπτωρ των γεωπονούντων επί της ξηράς. Ποίος άλλος Άγιος εφάνη ποτέ τόσον πρόθυμος “των αιχμαλώτων ελευθερωτής, και των πτωχών υπερασπιστής, ασθενούντων ιατρός, βασιλέων υπέρμαχος”; Και ποίος άλλος Άγιος έδειξε ποτέ τόσην χριστομίμητον φιλανθρωπίαν και συγκατάβασιν, ώστε να εισακούση της δεήσεως παιδίου παίζοντος, ηττωμένου εν τη παιδιά και πάσχοντος την φιλοτιμίαν (πως φαίνεται ότι ήτο Ελληνόπαις!) και να δεχθή προ πλήρωσιν ευχής, αντί πάσης συνήθους προσφοράς, οίον κηρίου και θυμιάματος και λειτουργίας, σφουγγάτον, ήτοι ομελέταν, απο αυγά, καθώς θα  ελέγαμεν σήμερον; Αναγνώσατε το χαριέστατον εκείνο θαύμα του Αγίου, δια να πεισθήτε.
Αλλά και όσοι δεν πιστεύετε τα θαύματα, αποφασίσατε να κάμητε έν ταξίδιον έως τον ιερόν Άθωνα, και άμα φθάσητε εκεί, επισκεφθήτε την μονήν του Ζωγράφου. Εκεί σώζεται η εκ των λύθρων της σφαγής του Μάρτυρος συμπαγείσα αχειροποίητος εικών του Αγίου Γεωργίου, εφ’ ής απιστών προς το παράδοξον το πάλαι αρχιερεύς, θεις την χείρα προς ψηλάφισιν επί της εικόνος, ετιμωρήθη αξίως δια την τόλμην, προσφυέντος του δακτύλου επί της εικόνος και μείναντος κολλημένου, εωσού ηναγκάσθη ν’ αποκόψη με τον δάκτυλον, να σωθή δε εν μετανοία κλαίων εν τω ναώ του Αγίου. Η εικών είναι εκεί και ο δάκτυλος μένει μετά τόσους αιώνας ορατός επ’ αυτής.

Είπομεν, ότι η συγκατάβασις του Αγίου απεδείχθη χριστομίμητος, και τούτο μας ενθυμίζει την ευσεβή εκείνη φάτιν (legende) περί τινος απλοϊκού ανθρώπου, προσελθόντος ποτέ εις εξομολόγησιν και ακούσαντος παρ΄του πνευματικού την παραίνεσιν “να περπατή τον ίσιο δρόμο, αν θέλη να πάη στον Παράδεισο”. Ο άνθρωπος ηρμήνευσε την συμβουλήν κατά γράμμα και οδεύσας την ευθείαν έφθασε μετά τινας ημέρας εις λαμπρόν μοναστήριον εν τερπνοτάτω και πολυανθεί τοπίω, όπερ άμα ιδών, εν πεποιθήσει ανέκραξεν· “Α! να ο Παράδεισος!”. Προσελθών δε εις τον θυρωρόν του μοναστηρίου, είπε·
“Καθώς μου είπε ο πνευματικός επερπάτησα τον ίσιο δρόμο και έφθσα στον Παράδεισον, και τώρα που έφθασα, δεν θέλω να φύγω απ’ εδώ”.
Ο ηγούμενος, μαθών τα κατά τον άνθρωπον, έδωκεν αυτώ διακόνημα το να είναι “βουρδουνιάρης”, ήτοι σταυλίτης του μοναστηρίου, ευδοκιμήσαντα δε μετά καιρόν τον επροβίβασεν εις υπηρέτην του ναού. Εκεί έμεινεν ο ξένος υπηρετών μετά ζήλου, και ήτο μακάριος καθ΄όλα, μόνον έν πράγμα δεν ηδύνατο να εννοήση· βλέπων τον Χριστόν εσταυρωμένον υψηλά εις την κορυφήν του εικονοστασίου, ελυπείτο, κι έλεγε· “Τι κακό έκαμε και τον κρέμασαν εκεί!”. Μια των ημερών,ενώ εσκούπιζε το έδαφος του ναού, τρώγων άμα τεμάχιον άρτου. λείψανον προσφοράς ή αρτοκλασίας, ανατείνας την χείρα προς τον Εσταυρωμένον επάνω έκραξε· “Κατέβα και συ, καημένε, να σου δώσω ένα κομμάτι ψωμί να φας· σε λυπούμαι να σ’ έχουν νηστικόν, τόσον καιρόν εκεί κρεμασμένον!”. Ο άνθρωπος ήτο αμαθής και απλοϊκός εις άκρον, και δεν υπώπτευεν ότι εβλασφήμει τοιαύτα λέγων·ωμοίαζε με τον άλλον εκείνον, όστις είχε συνηθίσει να λέγη προσευχόμενος· “Κύριε, μη μ’ ελεής!”, καλή τη πίστει νομίζων, ότι η φράσις αύτη εσήμαινε· ”Κύριε, ελέησον με”. Εν τούτοις, ο Δεσπότης Χριστός, προσθέτει η παράδοσις, συγκατέβη προς την απλότητα του ανθρώπου εκείνου, και κατήλθε, φρικτόν ειπείν, ολόσωμος εκ του Σταυρού, κι εδέχθη τεμάχιον άρτου από των αθώων χειρών του πλάσματός του , καθώς άλλοτε είχε συνδειπνήσει με τους μαθητάς, μετά την Ανάστασιν, παρά την όχθην της Τιβεριάδος!
Ομοίως και ο Άγιος Γεώργιος συγκατέβη προς την απλοϊκήν επίκλησιν του παιδός, του δισκοβολούντος με άλλους ομήλικάς του μακράν του ναού του, εν τινι παραλίω πόλει της Ανατολής. Ο παις είχεν ανακράξει· “Άη μου Γιώργη, βοήθα με να νικήσω, κι εγώ να σου φέρω ένα καλό σφουγγάτο”. Και άμα τη ευχή, ήρχισε να κερδίζη συνεχώς, εωσού κατεθριάμβευσε των αντιπαιζόντων. Τότε τρέξας εις την οικίαν, εφρόντισε να παρασκευασθή παχύ σφουγγάτον με πολλά αυγά, όπερ επί πινακίου κομίσας εις τον ναόν απέθηκεν αχνίζον προ της εικόνος του Αγίου. Μόλις εξήλθεν ο παις και εις ναύτης εισελθών να κολλήση κηρίον και να ασπασθή την εικόνα του Αγίου, είδε το σφουγγάτον αχνιστόν, και είπε προς εαυτόν· “Ο Άγιος Γεώργιος δεν τρώγει σφουγγάτον, πλην ας το φάγω εγώ, και εις αποζημίωσιν φέρω μεγάλην λαμπάδα”. Και τούτο ειπών κατεβρόχθισε ζεστόν-καυτόν το σφουγγάτον. Αλλ’ όταν εστράφη να εξέλθη, οι πόδες του εκόλλησαν δις και τρις εις τας πλάκας του εδάφους του ναού, εωσού εννοήσας το θαύμα, ηναγκάσθη, όπως απαλλαγή, να τάξη μέγα τάξιμον εις τον Άγιον. Και απερχόμενος δεν ηδυνήθη να μη αναφωνήση· “Άγιε Γεώργιε, ακριβά πωλείς τα σφουγγάτα σου!”.


Κι εμένα, Άη μου Γιώργη, να μου συγχωρήσης το ευτελές και σχεδόν παιγνιώδες τούτον αρθρίδιον, συγκαταβαίνων εις την αδυναμίαν μου, καθώς συγκατέβης εις την απλοϊκότητα του παδίου παίζοντος τις αμάδες. Θεώρησόν με ως παιδίον τας φρένας, καίτοι άνδρα την ηλικίαν. Κι εγώ, όταν ήμην παιδίον, έπαιζα εγγύς του πενιχρού αλλ’ ευώδους ναίσκου σου παρά την θίνα της θαλάσσης, όπου ουδέν πλοίον δύναται να καθελκυσθή εκ του ναυπηγείου ή να εκπλεύση εκ του λιμένος, χωρίς να κλίνη την πρώραν προς τον ναίσκον σου να προσκυνήση, όπου οι στάχυες ριπιζόμενοι υπό βορεινής ριπής κλίνουσιν όλοι τα κορυφάς περιβάλλοντες ολόγυρα τον ιερόν ναόν σου, ως ικέται επαιτούντες τας ευλογίας σου, και όπου πελωρία η γηραιά ελαία νεύει τους κλώνας προς την γην, μη τολμώσα ν’ ανατείνη προς την ιεράν στέγην, όπου επισκιάζει η χάρις σου. Κι εμένα, Άη μ’ Γιώργη μ’ (επίτρεψόν μοι να σ’ εποκαλεσθώ με πλεονασμούς και με αποκοπάς ως νησιώτης εκ της βορειοανατολικής Ελλάδος), να μου συγχωρήσης την ανάμιξιν ταύτην του ιερού κι του βεβήλου, την συνθηκολογίαν ταύτην, τον νεωτερισμόν τούτον, αφού οι σημερινοί Έλληνές σου, οι απόγονοι εκείνων ους τοσάκις ευηργέτησες, αν τολμήσω να μεταγράψω ενταύθα εκ των αυθεντικών βιβλίων, τους υπερανθρώπους αγώνας, τα μικρά βασανιστήρια όσα υπέστης, σταγόνα προς σταγόνα σπείσας εις τον Σωτήρα Χριστόν το πολύτιμον αίμα σου, είναι ικανοί να κατακραυγάσωσι λέγοντες· “Τι παραμύθια μας διηγείται αυτός!”. Και οι σοφοί εξ αυτών δεν το έχουν διά τίποτε να είπουν, ότι είσαι ο Περσεύς ή ο Ηρακλής μετημφιεσμένος! Και οι εκλεκτοί εν αυτοίς μόνον δια χειρονομίας ή δια νεύματος θα συγκαταβώσι να διαμαρτυρηθώσι κατά των “αναχρονισμών” τούτων. Και οι όσιοι...α! οι πλείστοι των σημερινών οσίων, των επισήμων και μακροχειρίδων οσίων της Ελλάδος μας, αν ερωτηθώσι να είπωσι, προς φωτισμόν του ποιμνίου, πότε ήκμασες, θα δυσκολευθώσι ν’ απαντήσωσιν αν εμαρτύρησες επί Διοκλητιανού ή επί Δεκίου, αν υπήρξες προ Χριστού ή μετά Χριστόν! Αφού το έχουν ως εντροπήν των το ν’ αναγινώσκωσι κάποτε επ’ εκκλησίας τους βίους και τα μαρτύρια των αγίων! Τι χρειάζονται αυτά; Δεν είναι προτομότερον ν’ αναγινώσκωνται εν τη ώρα του Κοινωνικού, αι διακηρύξεις των δημάρχων, των εφόρων, και των επάρχων, περί φόρου οικοδομών, περί δηλώσεως των σικυώνων και περί...εκλογών;
Α! Αι εκλογαί, αατή είναι η μόνη επί εβδομήκοντα έτη ασχολία μας, αφότου ηλευθερώθημεν, αφότου δηλαδὴ μετηλλάξαμεν τυράννους, τους οποίους δια των εκλογών φανταζόμεθα, ότι αντικαθιστώμεν τάχα συχνότερον, όπως μη αποδειχθῆ ψευδὲς το δημώδες λόγιον· “Άλλαξε ο Μανολιὸς κι έβαλε τα ρούχ’ αλλοιώς”.  Ως να εχρειάζετο τίποτε άλλο, ειμή εις ευσεβὴς βασιλεύς, Χριστὸς Κυρίου, ο μόνος αρμόδιος νὰ εκλέγη τους συμβούλους καὶ τοὺς στρατηγούς του, και εν μόνω τω “εν τούτω νίκα”  ισχυρὸς και αήττητος.
Αλλ’ είθε ν’ ανατείλη ταχύτερον, Άη μου Γιώργη, η ευλογητή  εκείνη ημέρα της αναστάσεως του Γένους και έθνος τοσούτον έχον πεςρικείμενον νέφος μαρτύρων, τοσούτους μετά σου πρέσβεις προς Θεόν, εκ του αίματός του και εκ των σπλάχνων του, δεν μέλλει ποτέ να εγκαταλειφθή υπό του Θεού των πατέρων του. Είθε ν’ ανατείλη η ημέρα εκείνη, ως τάχιστα, λεβέντη μου αστραπόμορφε και πρώτε καβαλάρη, ‘Αη μου Γιώργη, είθε!

Τετάρτη 22 Απριλίου 2015

Ο Άγιος Γεώργιος στην τέχνη



Πρωτάτο, Καρυές Αγίου Όρους. Έργο του Μανουήλ Πανσέληνου (1290).

Στο νεανικό πρόσωπο του μεγαλομάρτυρα αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, του «καβαλάρη αγίου της Ρωμιοσύνης», όπως τον έχει χαρακτηρίσει, καθώς και τον άγιο Δημήτριο, ο Φώτης Κόντογλου, αποτυπώνεται όλη η αγιότητα της ωραίας ψυχής του, της αφιερωμένης εξ ολοκλήρου στον Χριστό. Γεννημένος στην Καππαδοκία, ανήκε σε σπουδαία οικογένεια. Επί Διοκλητιανού (284-304) έγινε μέλος του Τάγματος των Τριβούνων και ανελίχθηκε στο αξίωμα του κόμητα. Όταν όμως ο αυτοκράτορας άρχισε τους διωγμούς κατά των χριστιανών, αντιτάχθηκε με σθένος προς αυτόν, χωρίς να πτοηθεί από τις απειλές του. Κανένα από τα φρικτά μαρτύρια που του επιφύλαξαν δεν τον άγγιξε, με αποτέλεσμα να έλθει στη χριστιανική πίστη και η ίδια η γυναίκα του αυτοκράτορα Αλεξάνδρα. Εξοργισμένος ο Διοκλητιανός διέταξε να του πάρουν το κεφάλι.

Συνήθως παριστάνεται έφιππος νά φονεύει τον δράκοντα. Ιστορούνται επίσης τα μαρτύρια και o αποκεφαλισμός του. Εδώ εικονίζεται όρθιος με το δεξί χέρι κρατάει το ξίφος του και με το αριστερό τη φαρέτρα με τα βέλη. Πίσω φαίνεται η ασπίδα του και την πλούσια κόμη του στολίζει διάδημα (που υποδηλώνει το άξίωμά του), όμοιο με του αγίου Δημητρίου.

Πηγή: eikastikon.gr

Η απεικόνιση των Αγίων στην τέχνη (Άγιος Γεώργιος)



"Ο Κατεξοχήν στρατιωτικός Άγιος ήταν ο Άγιος Γεώργιος, μεγαλομάρτυς, ταξιάρχης, καλλίνικος και τροπαιοφόρος. Σύμφωνα με τον ψευδο-Κωδινό στη [βυζαντινή] αυλική εθιμοτυπία ένα έμβλημα που παρίστανε τον Άγιο Γεώργιο έφιππο μεταφερόταν στην πομπή ξεχωριστά από αυτά των τεσσάρων μεγάλων στρατιωτικών μαρτύρων, Δημητρίου, Προκοπίου και των δύο Θεοδώρων."

"Ο Festugiere (Γάλλος Βυζαντινολόγος), συσχετίζει σωστά αρκετές από τις επεμβάσεις του Αγίου για να σώσει ανθρώπους με τη στρατιωτική του θέση όπως το γνωστό θαύμα της διάσωση της πριγκίπισσας από τον δράκο. Εξίσου γνωστή είναι όμως και η διάσωση του νέου από τη Μυτιλήνη. Ο Άγιος είχε σώσει και άλλους αιχμαλώτους όπως έναν νεαρό Παφλαγόνα και το γιο ενός στρατηγού, τον Λέοντα, καθώς επίσης και αιχμαλώτους που βρίσκονταν στα χέρια των Σαρακηνών και Βουλγάρων. Ο Festugiere προσθέτει σε αυτά τα θαύματα [στρατιωτικού ενδιαφέροντος] την επέμβαση του Αγίου Γεωργίου προκειμένου να σώσει τη ζωή ενός αλόγου που είχε τραυματιστεί στη μάχη ως απάντηση στις προσευχές του στρατιώτη μπροστά από την εικόνα του Αγίου στο ιερό του στη Λύδα, και την νεκρανάσταση ενός στρατιώτη του οποίου οι δολοφόνοι είχαν παρακινηθεί από την επιθυμία να ληστέψουν τα χρήματα που ο στρατιώτης μετέφερε. Αυτά τα περιστατικά υπενθυμίζουν ότι οι στρατιώτες είχαν μία συγκεκριμένη προτίμηση για τον Άγιο..."

Διαβάστε τη συνέχεια από τον ιστότοπο του Γ.Ε.Σ.:

Γεωργίου Μεγαλομάρτυρος του Τροπαιοφόρου (23/04)



Tω αυτώ μηνί KΓ΄, μνήμη του Aγίου ενδόξου Mεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Tροπαιοφόρου1.

Eχθρούς ο τέμνων Γεώργιος εν μάχαις,
Eκών παρ’ εχθρού τέμνεται διά ξίφους.
Ήρε Γεωργίου τρίτη εικάδι αυχένα χαλκός.

Oύτος ο ένδοξος και θαυμαστός και μέγας Mάρτυς του Xριστού Γεώργιος, ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού εν έτει σϟϛ΄ [296], καταγόμενος από την χώραν των Kαππαδοκών, εκ γένους λαμπρού και επιφανούς. O οποίος, πρότερον μεν έλαμψεν εις την τάξιν των τριβούνων, ύστερον δε όταν έμελλε να μαρτυρήση, ήτον κόμης κατά το αξίωμα (ήτοι έπαρχος, ή ηγεμών, ή και στρατηλάτης). Όταν δε ο ασεβής Διοκλητιανός εκίνησε διωγμόν κατά των Xριστιανών, και προσταγήν βασιλικήν εξέδωκεν, ότι όσοι μεν Xριστιανοί αρνούνται τον Xριστόν, αυτοί να αξιόνωνται τιμών βασιλικών, όσοι δε δεν πείθονται να τον αρνηθούν, αυτοί να λαμβάνουν ζημίαν τον θάνατον. Όταν λέγω ταύτην την άθεον προσταγήν ο βασιλεύς έγραψε, τότε ο μέγας Γεώργιος παρών ευρεθείς, ανεκήρυξε τον εαυτόν του Xριστιανόν, και την των ειδώλων πλάνην ήλεγξε και ασθένειαν, περιγελών εκείνους οπού πιστεύουσιν εις αυτά. Eπειδή δε, ούτε εις τας κολακείας και τας πολλάς υποσχέσεις του τυράννου επείσθη ο Άγιος, ούτε εις τας φοβέρας και απειλάς του, αλλά όλα τα εκαταφρόνησε, τούτου χάριν, πρώτον μεν εκτύπησαν αυτόν εις την κοιλίαν με το κοντάρι. Tο δε κοντάρι, εκτύπησε μεν εις την σάρκα του Aγίου τόσον, οπού έτρεξεν εκείθεν αίμα πολύ, η δε μύτη του κονταρίου εγύρισεν οπίσω, όθεν και εφυλάχθη ο Άγιος αβλαβής. Έπειτα έδεσαν αυτόν εις ένα τροχόν, ο οποίος είχε τριγύρω εμπηγμένα σίδηρα κοπτερά, έπειτα άφησαν τον τροχόν να κυλίση εις ένα κατηφορικόν τόπον: τούτου χάριν το σώμα του Mάρτυρος κατεκόπη εις πολλά κομμάτια, κατεστάθη όμως πάλιν υγιές με επιστασίαν θείου Aγγέλου.
     Όθεν επαραστάθη ο Άγιος εις τον Διοκλητιανόν και συγκάθεδρόν του Mαγνέντιον, οι οποίοι έτυχε τότε να θυσιάζουν εις τα είδωλα, και επειδή εφάνη σώος και αβλαβής από τοιαύτην φοβεράν βάσανον, διά τούτο πολλούς Έλληνας ετράβιξεν εις την πίστιν του Xριστού, οίτινες κατά προσταγήν του βασιλέως ευθύς απεκεφαλίσθησαν. Tότε και η βασίλισσα Aλεξάνδρα επρόστρεξεν εις την πίστιν του Xριστού, και έμπροσθεν του ανδρός της Διοκλητιανού, ωμολόγησε τον Xριστόν Θεόν αληθινόν2. Eπίστευσαν δε και άλλοι πολλοί εις τον Xριστόν, με το να είδον τον Άγιον να βαλθή μεν εις τον λάκκον του ασβέστου, να μείνη δε από αυτόν αβλαβής. Mετά ταύτα εκάρφωσαν εις τους πόδας του Aγίου υποδήματα σιδηρά, και τον ανάγκαζον διά να τρέχη. Eίτα έδειραν αυτόν άσπλαγχνα με ξηρά νεύρα βοδίων. O δε Mαγνέντιος εζήτησε να κάμη σημείον ο Άγιος, και να αναστήση ένα νεκρόν, ο οποίος προ πολλών χρόνων απέθανε και ενταφιάσθη εις ένα τάφον, ευρισκόμενον εκεί έμπροσθέν του. Όθεν επροσευχήθη ο Άγιος επάνω εις την πλάκα του τάφου του. Kαι, ω του θαύματος! ανέστη ο νεκρός, όστις προσκυνήσας τον Άγιον, εδόξασε την θεότητα και δύναμιν του Xριστού. Eρώτησε δε αυτόν ο βασιλεύς, ποίος είναι, και πότε απέθανεν. O δε νεκρός απεκρίθη, ότι είναι από τους ανθρώπους οπού έζουν προ του να έλθη ο Xριστός, ήτοι προ τριακοσίων χρόνων και επέκεινα, και ότι διά την πλάνην οπού είχεν εις τα είδωλα, κατεκαίετο εις το πυρ τόσους χρόνους.
     Tούτο δε το θαύμα βλέποντες πολλοί Έλληνες, επίστευσαν εις τον Xριστόν, και με μίαν φωνήν εδόξαζον τον Θεόν. Mαζί δε με αυτούς ήτον και ο γεωργός Γλυκέριος, του οποίου το νεκρόν βόδι ανάστησεν ο Άγιος, ο οποίος επειδή εστερεώθη εις την πίστιν του Xριστού από το τοιούτον θαύμα, κατεκόπη με τα σπαθία υπό των απίστων, και έλαβεν ο αοίδιμος του μαρτυρίου τον στέφανον. Kοντά δε εις τους ειρημένους, και άλλοι πολλοί επίστευσαν εις τον Xριστόν, όταν είδον, πως ο Άγιος εμβαίνωντας μέσα εις τον ναόν των ειδώλων, επρόσταξεν ένα είδωλον να ειπή, εάν ο Xριστός ήναι Θεός, και εάν πρέπη να προσκυνούμεν αυτόν. Tότε γαρ ο δαίμων, οπού εκατοίκει μέσα εις το είδωλον, θρηνώντας και βιαζόμενος απεκρίθη, ότι ο Xριστός είναι μόνος Θεός. Όθεν διά τον λόγον τούτον εταράχθησαν όλα τα είδωλα, και έπεσον εις την γην και εσυντρίφθησαν. Oι δε λατρευταί των δαιμόνων, μη ημπορούντες πλέον να υποφέρουν, επίασαν τον Άγιον και έφερον αυτόν εις τον βασιλέα, ζητούντες ογλίγωρα να δώση την κατ’ αυτού απόφασιν. O δε βασιλεύς επρόσταξε να αποκεφαλισθή ο Άγιος, ομού και η βασίλισσα Aλεξάνδρα. Kαι ο μεν Άγιος απεκεφαλίσθη, η δε Aγία Aλεξάνδρα προσευχηθείσα εις την φυλακήν, παρέδωκε την ψυχήν της εις χείρας Θεού. Tελείται δε η του Aγίου Σύναξις εις τον αγιώτατον Nαόν αυτού, τον ευρισκόμενον εις τόπον λεγόμενον Δεύτερον. (Tον κατά πλάτος Bίον του Aγίου όρα εις τον πεζογράφον Δαμασκηνόν. Tον δε ελληνικόν αυτού Bίον συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Διοκλητιανός ο Pωμαίων αυτοκράτωρ» (ευρίσκεται εν τη Λαύρα, εν τη Iερά Mονή των Iβήρων και εν άλλαις), εν δε τη Mεγίστη Λαύρα ευρίσκεται και άλλο τούτου Mαρτύριον, ου η αρχή· «H μεν του Σωτήρος ημών Iησού Xριστού προαιώνιος Bασιλεία».)


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Σημειούμεν εδώ διά τους φιλογεωργίους τα ακόλουθα ταύτα. Δηλαδή, ότι εις τον Mεγαλομάρτυρα τούτον Γεώργιον δύω εγκώμια έπλεξεν ο θεσπέσιος Kρήτης Aνδρέας. Ων το μεν έν, μετέφρασεν εις το απλούν η εμή αναξιότης, ου η αρχή· «Aεί μεν λαμπρά και πανεύφημα τα των Mαρτύρων μνημόσυνα». Tο δε έτερον, ευρίσκεται εν τω Iερώ Kοινοβίω του Ξενοφώντος, μεταφρασθέν υπό του αοιδίμου Iωάννου Mυρέων, ου η αρχή· «Ήλιος μεν ανίσχων εκάστης ημέρας». Oμοίως και Γρηγόριος Kωνσταντινουπόλεως ο Kύπριος, εγκώμιον έχει εις τον αυτόν, ου η αρχή· «Έθος τούτο των λόγοις αγωνιζομένων». (Σώζεται εν τω Πανηγυρικώ της Iεράς Mονής του Bατοπαιδίου και εν τη των Iβήρων.)
     Eκτός δε των Kανόνων του Aγίου των περιεχομένων εν τοις Mηναίοις, έχει και ο Άγιος Kοσμάς Kανόνα εις την αυτού εορτήν εις ήχον δ΄, ειρμόν έχοντα· «Xοροί Iσραήλ». Oμοίως και ο Άγιος Aνδρέας ο Kρήτης, άλλον έχει Kανόνα εις την του Γεωργίου μεγαλειότητα, οκτωτρόπαρον σχεδόν όντα εν εκάστη ωδή, εις ήχον δ΄, ειρμόν έχοντα· «Tω οδηγήσαντι Θεώ». Ωσαύτως και ο Άγιος Iωσήφ ο υμνογράφος οκτώηχον τελείαν Kανόνων έχει εις τον μέγαν τούτον Γεώργιον. Δύω δε Kανόνας έχει κατά τον πλάγιον β΄ ήχον προς το «Ως εν ηπείρω πεζεύσας ο Iσραήλ», και προς το «Kύματι θαλάσσης». Άπαντες δε οι ρηθέντες Kανόνες ευρίσκονται κατά το ανωτέρω Iερόν Kοινόβιον του Ξενοφώντος, και ο βουλόμενος ζητησάτω εκείθεν. Eυρίσκεται και είς Kανών πανηγυρικώτατος, εγκεντρισμένος εις την αυτού εορτήν από του Kανόνος της Λαμπράς, και τας αυτάς εκείνου έχων αρχάς, εν τω κελλίω του Aγίου Γεωργίου, τω επάνω των Kαρεών κειμένω, του μακαρίτου παπά Παρθενίου Ζωγράφου, ου και τα οστά μετά θάνατον, ευωδία πνευματική ο Kύριος ετίμησεν ως και τα λείψανα των Aγίων. Σημείωσαι, ότι ο Kανών αυτός εμελουργήθη υπό του συγγραφέως της παρούσης βίβλου άριστα, ωσαύτως και κδ΄ Oίκοι εις τον Άγιον, άξιοι αναγνώσεως, και παρακλητικός Kανών ευρισκόμενος εν τω αυτώ κελλίω.
     O δε Δαβίδ ο Aττικός, ήτοι ο εξ Aθηνών καταγόμενος, όστις εφιλοπόνησεν άριστα και ελλογιμώτατα τον εις την εορτήν του Aγίου Γεωργίου δεύτερον Kανόνα, ειρμόν έχοντα το «Aναστάσεως ημέρα», ο Δαβίδ λέγω ούτος, φαίνεται ότι ήτον Aγιορείτης. Όθεν και το εν τη ενάτη ωδή τροπάριον εκείνο το λέγον «Γλυκύτατον δρόσον, όρη σταλάξατε και συ, κατ’ εξαίρετον σκίρτα, το Όρος το Άγιον, χόρευε νυν, και αγάλλου φαιδρώς. Eύρες και γαρ, κράτιστον τον μέγαν, Γεώργιον οροφύλακα». Tο τροπάριόν φημι τούτο, εννοεί το Άγιον Όρος του Άθω, του οποίου οροφύλαξ υπάρχει ο μέγας Γεώργιος. Kαθότι τρία Mοναστήρια εν τω αγιωνύμω Όρει εισίν, επί τω ονόματι του Aγίου Γεωργίου τιμώμενα. Tο του Ξενοφώντος, το του Ζωγράφου, και το του Aγίου Παύλου. Όρα και εις το Nέον Eκλόγιον το αξιόλογον θαύμα του Aγίου Γεωργίου. Eν δε τη Iερά Mονή των Iβήρων σώζεται και είς λόγος εις τα θαύματα του Aγίου Γεωργίου, ου η αρχή· «Oι των Θεού δωρεών αξιωθήναι ποθούντες».

2. Όρα κατά την εικοστήν πρώτην του παρόντος, ότε εορτάζεται η Aγία αύτη Aλεξάνδρα, και οι τρεις αυτής υπηρέται Aπολλώ, Iσαάκιος, και Kοδράτος.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Τρίτη 21 Απριλίου 2015

«Έρως ο Αναστημένος»



Του π. Παναγιώτη Καποδίστρια

Πόσο μπορεί ν' αγαπήσει ο άνθρωπος τον συνάνθρωπο ή ο εραστής την ερωμένη ψυχή; Μέχρι ποίου σημείου δύναται να δοθεί ο ένας στον άλλον, δίχως μάλιστα να υφίσταται ανάμεσά τους η ασφαλιστική δικλείδα της αμοιβαιότητας; Φίλοι, εραστές ήρθαν, εβίωσαν τα ζέοντα της σχέσης τους, αλληλοπροδόθηκαν άλλοι, ενίοτε αλληλοσπαράχτηκαν…

Υπάρχει όμως ένας Έρως, ο θείος, ο οποίος μπορεί μονάχα να ψηλαφηθεί ως απόηχος της δυναμικής πραγματικότητάς του, όχι κατ’ ουσίαν∙ ως ενέργεια ευεργετική που την συναισθάνεσαι δίχως να δύνασαι και να την περιγράψεις.

Και αυτός ο Έρως οράται εν χρόνω, προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση, ανακατεύεται με τα γήινα πράγματα, εμπεδώνει την ανθρώπινη γλώσσα. Το θείον εγκοσμιώθηκε τόσον, έως θανάτου. Η Αγάπη αυτή δεν απαίτησε αμοιβαιότητα για να ισχύσει, ο Έρως υπέκρυπτε τόσο μεγάλες δυνάμεις δοτικότητας, ώστε υπερνίκησε το φράγμα του θανάτου και πλέον «αποκεκύλισται ο λίθος εκ της θύρας του μνημείου», έστω και αν υπήρξε «μέγας σφόδρα».

Ο Νυμφίος έχει ήδη προσφέρει στην ερωμένη του ανθρώπινη φύση την αναστάσιμη πρωΐα και τις ευωδίες του «γλυκέος έαρος», του οποίου το κάλλος εντέλει δεν έδυσε ποτέ πραγματικά. Στο σκότος και την αρρώστια των διαρκών πτώσεων και των μεταπτώσεών της παρέχεται ακατάπαυστα το φωσφόρο Αίμα του Αναστημένου, ώστε δι' αυτού να νεουργείται κάθε ενδεχόμενη εκδοχή της παλαιότητάς της.

Η ανθρώπινη φύση, παρά την αρχαιόθεν ροπή στις φυγές και υπεκφυγές, γνωρίζει το συμφέρον της. Και μάλιστα, ως βουλιμική της δωρεάν Αγάπης του Εραστή της, απαιτεί Ανάσταση, δίχως συχνότατα να την δικαιούται. Είπαμε νωρίτερα: Η Αγάπη, την οποίαν ψαύουμε, δεν ζητά αμοιβαιότητα.

Η ψυχή επιποθεί λοιπόν την Ανάσταση. Δεν μπορεί να παραδεχθεί το «μη μου άπτου» που τής ειπώθηκε, ούτε καν το «μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύοντες», αλλά εκζητά τη θέαση και την ψαύση του Αναστημένου, απ' όπου θα λάβει «πνοήν ζωής»! Εξ αυτού και μια σύγχρονη ποιήτρια (η Κική Δημουλά), με την μακρινή εγγύτητα στο θείον που την διακρίνει, εκφράζοντας υπέροχα την διασώζουσα «αυθάδεια» του σύγχρονου ανθρώπου έναντι του Κυρίου της Δόξας, λέει:

«ή σε αγγίζω Ιησού
ή Ανασταίνεσαι διαπαντός από κοντά μου».

Πηγή: «νυχθημερόν»

Δευτέρα 20 Απριλίου 2015

Εσπερινή Ομιλία



Τὴν προσεχὴ Κυριακή Γ΄ ἀπὸ τοῦ Πάσχα, 26-04-2015, συνεχίζονται οἱ ἑσπερινὲς ὁμιλίες στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Νικολάου «Ἀγορᾶς» τῆς πόλεως τῶν Ἰωαννίνων, ἀμέσως μετὰ ἀπὸ τὸν Ἑσπερινό.

Ὥρα ἔναρξης τοῦ Ἑσπερινοῦ 7.00 τὸ ἀπόγευμα.

Ὁμιλητὴς θὰ εἶναι ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Ἐφραὶμ Ντέτσικας, Ἀναπληρωτὴς Γενικὸς Ἀρχιερατικὸς Ἐπίτροπος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἰωαννίνων, μὲ θέμα: «Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον». Ἡ δοθεῖσα στοὺς Ἀποστόλους ἐξουσία τοῦ ἀφιέναι ἁμαρτίας».

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἰωαννίνων

Στο πανηγύρι του Αη - Νικόλα



Κυριακή 19 Απριλίου 2015 (του Θωμά ή του Αντίπασχα)...

Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου («στους Κοπάνους»)...




Κυριακή 19 Απριλίου 2015

Τρισάγιο «εις Κοπάνους»



Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ιωαννίνων κ. Μάξιμος τέλεσε σήμερα το μεσημέρι τρισάγιο στον τάφο του μακαριστού προκατόχου του κυρού Θεοκλήτου, στην αύλειο χώρο του Αγίου Νικολάου, λίγο μετά την τέλεση του Ετήσιου Μνημοσύνου στο Μητροπολιτικό Ναό.
Παρών και ο Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης κ. Ανδρέας, ο Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ι. Μ. Ιωαννίνων π. Λάμπρος Τσιάρας, ο αρχιδιάκονος π. Βησσαρίων Βακάρος, καθώς και αρκετοί ιερείς της Μητροπόλεώς μας.




Ετήσιο Μνημόσυνο Θεοκλήτου



Στον Καθεδρικό Ιερό Ναό Αγίου Αθανασίου πόλεως Ιωαννίνων τελέσθηκε σήμερα το πρωί το ετήσιο μνημόσυνο του μακαριστού μητροπολίτου Ιωαννίνων κυρού Θεοκλήτου, που εκοιμήθη στις 13 Απριλίου του 2014.
Της Θείας Λειτουργίας προεξήρχε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης κ. Ανδρέας, συλλειτουργούντος του ποιμενάρχου μας, Μητροπολίτου Ιωαννίνων κ. Μαξίμου.






 

Σάββατο 18 Απριλίου 2015

Live Μετάδοση



Πατώντας στον παρακάτω σύνδεσμο, ακούστε ζωντανά τον Όρθρο και την Πανηγυρική Θεία Λειτουργία από τον εορτάζοντα Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου («εις Κοπάνους») πόλεως Ιωαννίνων: