Παρασκευή 31 Ιουλίου 2015

«Τον Δεκαπενταύγουστο ψάλλουμε Παρακλήσεις...»



Τον Δεκαπενταύγουστο ψάλλουμε Παρακλήσεις, Μικρές και Μεγάλες. Εναλλάξ. Μία μέρα τη Μικρή, μία τη Μεγάλη. Δέκα, ένδεκα ή δώδεκα Παρακλήσεις εν συνόλω. Ανάλογα με τη θέση των Σαββατοκύριακων της περιόδου. Όσες είναι οι Εντολές ή όσα τα Εωθινά, ή όσοι οι Απόστολοι.
Οι δύο Παρακλητικοί Κανόνες εις την Ύπεραγίαν Θεοτόκον βρίσκονται στο βιβλίο της Παρακλητικής. Στό τέλος, μαζί με τον Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου, επίσης αναφερόμενο στην Ύπεραγία Θεοτόκο. Τελική παράκλησις του πιστού στην μετά Θεόν τελευταία ελπίδα του. Τελική καί πληθωρική παρηγοριά κι αναψυχή του.
Ό Αύγουστος, τελευταίος μήνας του εκκλησιαστικού έτους, με διάταγμα του Αυτοκράτορας Ανδρόνικου Β’ του Παλαιολόγου ώρίσθηκε να είναι αφιερωμένος στη μνήμη της Θεοτόκου από την πρώτη ήμερα του ως την τριακοστή πρώτη. Κι εκείνος φιλοτιμήθηκε καί φρόντισε να Της χαρίση την πιο όμορφη πανσέληνο του χρόνου, ν’ ανάπαυση, στην Κοίμησί Της, τα άχραντα πόδια Της πάνω της, καί είδε κι έθαύμασε σαν παιδί ό πολύς Κόντογλου κι ονομάτισε τη Σελήνη Ύποπόδιον της Θεοτόκου.
Στά πλαίσια αυτά της Αυγουστιάτικης θεομητορικής ευλάβειας, οί Παρακλητικοί Κανόνες της Παναγιας έχουν μια θέση πού ξεχωρίζει. Κανονίζουν καθημερινά την έκφραση της ευσέβειας μας καί την υποβολή των αιτημάτων μας προς τον Θεό. Καί μας καλούν παρά. Δηλαδή δίπλα. Έξω από το στενό χώρο όπου βρισκόμαστε καθημερινά καί θλιβόμαστε με το ένα καί το άλλο συναπάντημα της ζωής καί στενοχωρούμαστε με τίς βιοτικές μέριμνες καί τα χιλιόμορφα ανθρώπινα βάσανα. Στόν άνετο χώρο της Χάριτος. Εκεί πού μπορεί κανείς ν’ αναπνέει άνετα καί ελεύθερα. Στόν πλατυσμό της Πλατυτέρας των Ουρανών. Στήν άνεση καί την ευρυχωρία της Χώρας των Ζώντων.
Ό πρώτος, ό Μικρός Παρακλητικός Κανόνας είναι «Ποίημα Θεοστηρίκτου Μοναχού. Οι δε (υποστηρίζουν) Θεοφάνους». Ό δεύτερος, ό Μέγας, είναι «Ποίημα του Βασιλέως Θεοδώρου Δούκα του Λασκάρεως», ήγουν του πολύπαθου τελευταίου Αύτοκράτορος της Νικαίας (1222 – 1258) πού καλογήρεψε προτού πεθάνει σε ηλικία 36 μόλις χρόνων, κι έλαβε τ’ όνομα Θεοδόσιος. Καί τα τέσσερα ονόματα έχουν ως πρώτο συνθετικό τον Θεό Θεοστήρικτος, Θεοφάνης, Θεόδωρος, Θεοδόσιος. «Αξιον καί δίκαιον, άφοϋ αμφότεροι οι Κανόνες είναι φανερώσεις του στηριγμοϋ, των δόσεων καί των δωρεών του Θεού προς τον αναζητητή παρακλήσεως πιστό, δια της Θεοτόκου.
Οι επαγωγές των λυπηρών πού χειμάζουν την ψυχή καί την καρδιά μας δεν πολεμούνται καί δεν αντιμετωπίζονται με τα λιανοντούφεκα του στοχασμού, οϋτε με τ’ άσφαιρα πυρά της φιλοσοφίας, έστω καί της στωικής. Χρειάζονται κανόνια ισχυρά, ευθύβολα, μικρού καί μεγάλου βεληνεκούς. Τέτοια είναι οι δυο Παρακλητικοί Κανόνες. Ή γόμωσή τους είναι πόνος μεγατόνων. Είναι μοναξιά καί αδιέξοδο. Είναι παράπονο καί στένωση. Είναι απελπισμένη άναζήτηση φωτός καί κορακιασμένη δίψα για ζωή. Καί βάλλουν κατ’ ευθείαν στο στόχο του ελέους. Εκεί πού υπάρχει άφθονο. Στά μητρικά αυτιά Εκείνης πού μας γέννησε τον Θελητήν του Ελέους καί δύναται πάντα ως πανσθενούς Δεσπότου – Θεού Μήτηρ, ει νεύση έτι μόνον προς την ημών οικτράν ταπείνωσιν. Ν’ άντληση – Εκείνη άφειδώλευτα από τον γλυκερό ποταμό τής Ζωής με τον κάδο της παρρησίας Της καί να μας λούση με ζωοπάροχα θεία νάματα να μας ποτίση . χορταστικά, να ξεπλύνη τα μάτια μας για να μπορέσουμε να δούμε την έμορφιά του χρυσοπλοκώτατου κάλλους. Να βρούμε λιμάνι γαληνό κι ασφάλεια μέσα στη δωδεκάτειχη Πόλη κι ελπίδα σωτηρίας σιμά στο θρόνο Της τον ήλιοστάλακτο. Να γίνη καί σε μας το ποθούμενο άκατανόητον θαύμα.
Την δέησίν μου δέξαι την πενιχράν, «Κυρά των Αμπελιών», Αίγαιο-πελαγίτισσα Παναγία, Γρηγορούσα Άθηνιώτισσα, Παραμυθία Αγιορείτικη, Φανερωμένη πολλάκις στις πέτρινες ώρες των παιδιών Σου, καί κλαυθμόν μη παρίδης καί δάκρυα, καί στεναγμόν, άλλ’άντιλαβοϋ μου ως αγαθή καί τάς αιτήσεις πλήρωσον. Αυτές, πού μέσα στην αυγουστιάτικη κάψα ή παναθλία καί ταπεινή μου ψυχή Σού υποβάλλει, Ζωοδόχε Πηγή, φλογιζόμενη μέσ’ στο καμίνι των συμφορών καί των θλίψεων. Γιατί, αληθινά, προς τίνα καταφύγω άλλην Αγνή; Πού προσδράμω, λοιπόν, καί σωθήσομαι; Που πορευθώ; Τέτοιες ώρες, στείρες καί δάκρυνες,πού,έκύκλωσαν αι του βίου με ζάλαι, ώσπερ μέλισσαι κηρίον, Παρθένε;Ποιά πόρτα, Πορτάίτισσα, θα με δεχτή, αν δεν μου άνοιξης Σύ την Έκατονταπυλιανή αγάπη Σου; Σέ ποιόν, Γοργοεπήκοε, τον πόνο μου θα πω, τον πόνο πού με βρήκε εξ αμέτρητων αναγκών καί θλίψεων καί εξ εχθρών δυσμενών καί συμφορών βίου, για να μου δώση, Ελεούσα μου, προθυμερά παντελή σωτηρίαν καί πλατυσμόν.
Λυγίζουνε τα γόνατα μπρος στην εικόνα της Μητέρας της Ζωής, πού δέχεται χρυσοκαλόκαρδα τα ταπεινά αυγουστιάτικα βασιλικά της αγάπης, καί τους εκ βάθους στεναγμούς καί τα δάκρυα της αποσταμένης ελπίδας μας, καί το λατρευτικό ασπασμό της πίστεως όσων ολόψυχα Την ομολογούμε Κυρίως Θεοτόκον και Τη νοιώθουμε κατάκαρδα Προστάτιν της ζωής καί φρουράν άσφαλεστάτην, των πειρασμών διαλΰουσαν όχλον καί επήρειας δαιμόνων έλαύνουσαν. Καί φέγγει περισσότερο άπ’ την αυγουστιάτικη πανσέληνο το άγιο πρόσωπο της Θεοτόκου, πού αναδείχθηκε διαπαντός ό γλυκασμός των Αγγέλων καί των θλιβομένων ή χαρά, καθώς επείγεται να μεταστή προς την Ζωήν, Μήτηρ υπάρχουσα της Ζωής. Για να σπεύδη αδιάκοπα, γοργοφτέρουγη, χαριτόφορη, φωτοπλήμμυρη, ήλιόκαλη, να παρακαλή, να στηρίζη, να περισκέπη, ν’ άγιάζη, να προστατεύη καί να λυτρώνη εκ θανάτου τις ψυχές Θεο-στηρίκτων, Θεο-δώρων, Θεο-φάνων, Θεο-δοσίων καί γενικώς Θεο-πίστων καί φιλο-Θεο-μητόρων, τίς κριματισμένες δικές μας ψυχές…

(Του Σεβ. Μητροπολίτου πρ. Ν. Ζηλανδίας κ. Ιωσήφ)

Δεκαπενταύγουστς 2015



Την Κυριακή 2 Αυγούστου ξεκινούν φέτος οι Παρακλήσεις (Μικρός και Μέγας Παρακλητικός Κανών) στην Υπεραγία Θεοτόκο, που στον Άγιο Νικόλαο «εις Κοπάνους» θα ψάλλονται καθημερινά στις 7 το απόγευμα.

Παράκληση δεν τελείται το εσπέρας του Σαββάτου και την παραμονή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος.



Πέμπτη 30 Ιουλίου 2015

«Ἀληθινή γιορτή εἶναι...»



Ἀληθινή γιορτή δέν εἶναι οἱ κάποιες ἡμέρες. Ἀληθινή γιορτή δέν εἶναι τό ὅποιο γλέντι.
Ἀληθινή γιορτή εἶναι ἡ ἐσωτερική χαρά. Καί ἀληθινή χαρά μᾶς δίνει μόνο ἡ καθαρή συνείδηση.
Ὅποιος ἔχει καθαρή συνείδηση, ἔχει ὁλοχρονίς γιορτή.
Δηλαδή; Τί σημαίνει αὐτό;
Μερικοί ἔρχεσθε στήν Ἐκκλησία «ἀργά καί πού»!
Γιά νά τό καταλάβετε, αὐτό πού σᾶς λέγω, χρειάζεται νά βάλετε λίγη προσοχή.
Τί μᾶς λέγει ἡ σημερινή ἑορτή;
Ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε πολλά ἀγαθά. Ἦρθαν στιγμές πού γέμισε ἡ γῆ μέ ἀγγέλους καί μέ τά τραγούδια τους.
Καί μόνο;
Ἔγινε καί κάτι πιό μεγάλο.
Ἄνθρωποι ἀπό τήν γῆ ἀνέβηκαν στόν οὐρανό! Μιμήθηκαν καί ἔφτασαν στίς ἀρετές τούς ἁγίους ἀγγέλους.
Ζοῦσαν στήν γῆ. Μέ σάρκα καί μέ αἷμα. Ὅπως καί ἐμεῖς. Καί διατηροῦσαν, καί εἶχαν, ὅλα αὐτά τά γνωστά «σύν καί πλήν», πού ἔχει ἡ φύση μας. Καί παρ᾿ ὅλα αὐτά, ἔγιναν ἄγγελοι. Αὐτοί ἔγιναν. Γιατί τό θέλησαν. Γιατί τό ἔκαμαν φιλοτιμία τους.
Ἁπλά καί μόνο, γιατί τό θέλησαν, νά ἔχουν καθαρή συνείδηση• καί νά ζοῦν μέ καθαρή συνείδηση.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Κυριακή 26 Ιουλίου 2015

Στον Άγιο Παντελεήμονα στη Δουρούτη



Στον Πανηγυρικό Εσπερινό, στον Άγιο Παντελεήμονα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Δουρούτης, χοροστάτησε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ιωαννίνων κ. Μάξιμος, παρουσία του Διοικητού του Νοσοκομείου κ. Βάββα, ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, ασθενών, συνοδών και αρκετών προσκυνητών.

Στο κήρυγμά του ο Σεβασμιώτατος αναφέρθηκε εκτενέστατα στο βίο και το μαρτύριο του Αγίου, τονίζοντας πως επί 1710 χρόνια ο Άγιος τιμάται από την Εκκλησία και προβάλλεται ως πρότυπο μίμησης.




Πέμπτη 23 Ιουλίου 2015

Πανηγυρίζει ο Άγιος Παντελεήμων στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο



Μ' ένα κλικ στην εικόνα, δείτε το πρόγραμμα των Λατρευτικών Ακολουθιών...

Ο Άγιος Γρηγόριος Καλλίδης ως Μητροπολίτης Ιωαννίνων (1889 -1902)



Του Ιωάννη Ελ. Σιδηρά*

            Με απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, κατά τον Σεπτέμβριο του 1889, εξελέγη Μητροπολίτης Ιωαννίνων. Όταν στις 13 Αυγούστου του 1891 εκοιμήθη ο Οικουμενικός Πατριάρχης Διονύσιος ο Ε΄ (1887-1891), ο τοποτηρητής τότε του Οικουμενικού θρόνου, Μητροπολίτης Βελεγράδων Δωρόθεος συνεκάλεσε την γενική εκλογική συνέλευση για την έναρξη της διαδικασίας εκλογής του νέου Οικουμενικού Πατριάρχου (20 Οκτωβρίου 1891). Εκ των 75 μελών της εκλογικής συνελεύσεως οι ακραίοι ιωακειμικοί, 24 τον αριθμό, αφού διεμαρτυρήθησαν έντονα για την συμπερίληψη μεταξύ των υποψηφίων προς εκλογή και του αντιωακειμικού Μητροπολίτου Νικοπόλεως και Πρεβέζης Νεοφύτου, απεχώρησαν της εκλογικής συνελεύσεως και προέβησαν σε έντονο διάβημα διαμαρτυρίας στην υψηλή Πύλη, χωρίς όμως κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Οι παραμείναντες, 51 τον αριθμό, αντιωακειμικοί αρχιερείς, μεταξύ των οποίων και ο Ιωαννίνων Γρηγόριος, εσυνέχισαν την συνεδρία και κατήρτισαν τον κατάλογο των υποψηφίων, οι οποίοι ανήρχοντο σε 18, προκειμένου η Υψηλή Πύλη να εγκρίνει οριστικά τους τελικούς υποψηφίους για την πατριαρχική εκλογή. Από τον κατάλογο των υποψηφίων εξαιρέθησαν 5 αρχιερατικά μέλη, οι Ηρακλείας Γερμανός, Δέρκων Καλλίνικος, Αδριανουπόλεως Κύριλλος, Ιωαννίνων Γρηγόριος και Σμύρνης Βασίλειος. Τελικώς την 27η Οκτωβρίου του 1891, ημέρα της πατριαρχικής εκλογής, Οικουμενικός Πατριάρχης εξελέγη ο Μητροπολίτης Νικοπόλεως και Πρεβέζης Νεόφυτος.
            Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Νεόφυτος ο Η΄ (1891-1894) ολίγον μετά την άνοδό του στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως ανασυγκρότησε την Ιερά Σύνοδο και εκάλεσε αριστίνδην τους έγκριτους αρχιερείς Νικομηδείας Φιλόθεο, Χαλκηδόνος Ιωακείμ, Μυτιλήνης Κωνσταντίνο και Ιωαννίνων Γρηγόριο Καλλίδη. Όταν το 1892 ο Γρηγόριος απεφάσισε να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη για ν’ αναλάβει τα συνοδικά του καθήκοντα, ανέθεσε την εκκλησιαστική διοίκηση και εποπτεία της μητροπολιτικής του περιφέρειας στον πρωτοσύγκελλό του Πανάρετο, τον οποίο δύο έτη αργότερα, κατά το 1894, ανέδειξε με την προσωπική παρέμβασή του στο Οικουμενικό Πατριαρχείο σε βοηθό επίσκοπό του υπό τον τίτλο της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης επισκοπής Ναζιανζού.
            Κατά το χρονικό διάστημα που ο Γρηγόριος ήταν μέλος της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου, η Μητέρα Εκκλησία του ανέθεσε πολλά και σημαντικά διοικητικά και πνευματικά καθήκοντα. Ο Γρηγόριος διετέλεσε πρόεδρος της συνοδικής επιτροπής που διηύθυνε το πατριαρχικό τυπογραφείο, πρόεδρος επίσης της συνοδικής επιτροπής για την διαχείριση των μοναστηριακών κτημάτων   και μέλος της εφορίας της Ιεράς Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Ιδιαίτερα αξιομνημόνευτη υπήρξε η δράση του Γρηγορίου ως προέδρου του εκκλησιαστικού δικαστηρίου του Πατριαρχείου. Από της θέσεως αυτής ο Γρηγόριος άφησε λαμπρές αναμνήσεις για την επιδέξια διεύθυνση των πολυδαίδαλων  συζητήσεων στο ακροατήριο, τον αδέκαστο χαρακτήρα του και την μεγάλη προθυμία του για την επιτέλεση των καθηκόντων του. τελικώς, ο Μητροπολίτης Γρηγόριος επανέκαμψε εκ της Κωνσταντινουπόλεως στην έδρα της μητροπολιτικής του επαρχίας, στα Ιωάννινα, κατά τον Μάϊο του 1894.
            Στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, που ως γνωστόν απέβη εις βάρος της μικρής τότε Ελλάδος. Ο Μητροπολίτης Γρηγόριος προφύλαξε και κυριολεκτικώς έσωσε τον ελληνορθόδοξο πληθυσμό από βέβαιη σφαγή. Οι Οθωμανοί ήταν έτοιμοι να πνίξουν στο αίμα τα Ιωάννινα, αλλά τότε ο Γρηγόριος ανόρθωσε το ανάστημά του ως αρχιερέως και ποιμενάρχου και σε κοινή συνεργασία με τους γενικούς προξένους των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων που είχαν την έδρα τους στα Ιωάννινα, απέτρεψε την γενική σφαγή των ρωμιών στην ευρύτερη μητροπολιτική περιφέρεια των Ιωαννίνων.
            Το ίδιο έτος και επ' αφορμή της σωτηρίου δράσεως και παρεμβάσεώς του, ο Γρηγόριος ετιμήθη υπό του τότε αντιβασιλεύοντος και διαδόχου του ελληνικού θρόνου Κωνσταντίνου με το ελληνικό παράσημο των Ανωτέρων Ταξιαρχών του Σωτήρος Χριστού. Συγχρόνως δε έλαβε υπό του αυτοκράτορος της Ρωσίας τον Μεγαλόσταυρο της Αγίας Άννης και υπό του ηγεμόνος του Μαυροβουνίου τον Μεγαλόσταυρο του Δανιήλου. Αλλά και ο Σουλτάνος είχε τιμήσει τον Γρηγόριο κατά το έτος 1885, όταν ήταν Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, με το επίσημο κρατικό παράσημο Οσμάνιε της Β΄ τάξεως, το οποίο ολίγοι μόνο Ιεράρχες του Οικουμενικού Πατριαρχείου ηξιώθησαν να λάβουν από τον αλλόθρησκο μάλιστα δυνάστη.
            Όταν την 25η Οκτωβρίου του 1894 παραιτήθη του θρόνο ο Οικουμενικός Πατριάρχης Νεόφυτος ο Η΄ (1891-1894), ο Γρηγόριος έθεσε υποψηφιότητα για τον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και όταν η Ιερά Σύνοδος υπέβαλε προς έγκριση από την Υψηλή Πύλη τον κατάλογο των προς εκλογή υποψηφίων, το αρμόδιο υπουργείο Δικαιοσύνης και Θρησκευμάτων διέγραψε τα ονόματα 7 υποψηφίων αρχιερέων μεταξύ των οποίων ήταν και το όνομα του Γρηγορίου. Έτσι, Οικουμενικός Πατριάρχης εξελέγη στις 20 Ιανουαρίου 1895 ο Μητροπολίτης Λέρου και Καλύμνου Άνθιμος ο Ζ΄ (1895-1897), τον οποίο ο Γρηγόριος στο παρελθόν είχε φιλοξενήσει επί μακρόν στην Μητρόπολή του, στα Ιωάννινα, όταν ο Άνθιμος είχε αρνηθεί την μετάθεσή του από την Μητρόπολη Αίνου στην Μητρόπολη της Αγχιάλου και επροτίμησε να ιδιωτεύσει στην πόλη των Ιωαννίνων. Πληροφορούμεθα επίσης από το περιοδικό της ʺΕκκλησιαστικής Αλήθειαςʺ ότι ο Γρηγόριος εκλήθη για δεύτερη φορά ως μέλος της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου επί των ημερών του Οικουμενικού Πατριάρχου Κωνσταντίνου του Ε΄ (1897-1901).
            Στις 27 Μαρτίου του 1901, όταν παραιτήθη ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντίνος ο Ε΄ και εχήρευσε ο πατριαρχικός θρόνος, ο Γρηγόριος έθεσε και πάλι υποψηφιότητα, αλλά το υπουργείο Δικαιοσύνης και Θρησκευμάτων διέγραψε το όνομα τόσο του ιδίου, όσο και άλλων 6 υποψηφίων Αρχιερέων από τον κατάλογο των υποψηφίων προς εκλογή. Έτσι, κατά την 25η Μαΐου του 1901 νέος Οικουμενικός Πατριάρχης εξελέγη για δεύτερη φορά ο αείμνηστος Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ΄ (1901-1912).

*Πηγή: enromiosini.gr

25 Ιουλίου, Μνήμη Αγίου Γρηγορίου Καλλίδου



Ο Άγιος που υπέμεινε τις συκοφαντίες

Γράφει ο Δρ. Χαράλαμπος Μπούσιας, Υμνογράφος

Ο Άγιος Γρηγόριος, ο Καλλίδης, είναι ο γενναιόφρων Ιεράρχης του οποίου το φρόνημα δεν εκάμπτετο μπροστά στους κινδύνους και στις μυστικές απειλές. Σήκωνε πάντοτε τη σημαία της αληθείας του Ευαγγελίου της αγάπης με παρρησία επαναλαμβάνοντας τα λόγια του σοφού Σειράχ: Γρηγόριε, «έως θανάτου αγώνισαι περί της αληθείας και Κύριος, ο Θεός, πολεμήσει υπέρ σου» (Σοφ. Σειρ. δ΄ 28). Όπου βρισκόταν με τόλμη και ψυχικό σθένος ανείπωτο εμψύχωνε το ποίμνιό του με συνεχείς περιοδείες σε χωριά, ιδίως εκείνα που δέχονταν τις επιθέσεις της προπαγάνδας, με το δυνατό προφορικό, αλλά και το γραπτό του λόγο, αλλά και υπερασπιζόταν τους αδυνάτους έναντι των κρατούντων ανεξαρτήτως κόστους. Η δυναμική του αυτή μαζί με την αγάπη και το σεβασμό που έτρεφε ο λαός για το χριστομίμητο Γρηγόριο, τον Ιεράρχη που διακρινόταν για τις ελεημοσύνες του, την αντίληψή του σε κάθε χειμαζόμενο και την αρωγή του προς κάθε πάσχοντα, τον έφερε αντιμέτωπο με τις δυνάμεις του σκότους και της τυραννίας, γι’ αυτό και σήκωσε το δυσβάστακτο φορτίο της συκοφαντίας δύο φορές, μία στη Θεσσαλονίκη και μία στα Ιωάννινα, μέχρι εξορίας.

Το Δεκέμβριο του 1884 όταν ο Γρηγόριος ανέλαβε τη διαποίμανση της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, έπεσε σε εποχή κοινοτικών συγκρούσεων και διενέξεων μεταξύ των συντεχνιών και των κρατούντων. Ο άμεμπτος και δίκαιος Ιεράρχης, δυστυχώς, σύντομα συκοφαντήθηκε ότι υποστήριζε τις συντεχνίες εναντίον των κρατούντων και εξορίσθηκε από τους ισχυρούς για πρώτη φορά. Το ποτήρι των συκοφαντιών στα Ιωάννινα για δεύτερη φορά ξεχείλισε όταν στις 9 Ιουνίου του 1891 έγιναν από αυτόν τα εγκαίνια του περικαλλεστάτου Ναού του Αγίου Νικολάου της Ζίτσας με μεγάλη συρροή κόσμου από όλα τα γύρω μέρη και από αυτά τα Ιωάννινα. Η παρουσία του αγωνιστή Ιεράρχη με το γνήσιο Εκκλησιαστικό λόγο και το πατριωτικό φρόνημα εμψύχωσε για μια ακόμη φορά το υπόδουλο Χριστιανικό Ελληνικό γένος, που προέβαινε συνεχώς σε φρενητιώδεις ζητωκραυγές υπέρ της ελευθερίας του, αφού εκείνα τα χρόνια ήταν χρόνια σκλαβιάς, με αποτέλεσμα να προκαλέσει τους εχθρούς της πίστεως και της πατρίδος μας. Βρέθηκαν, όπως συχνά συμβαίνει, ψευτοκατήγοροι που κατέθεσαν εναντίον του και μάλιστα ότι κατά την τελετή των εγκαινίων ευχήθηκε υπέρ της Ελλάδος και εναντίον της Τουρκικής κυβερνήσεως και ο Πασάς των Ιωαννίνων πιεζόμενος και από άλλες σκοτεινές δυνάμεις, γιατί οπαδός τους εκείνες τις ημέρες ασπάσθηκε το Χριστιανισμό, πέτυχε την άδικη απομάκρυνσή του από το ποίμνιό του. Την ταπείνωση αυτή από την άδικη συκοφαντία του ο Γρηγόριος την υπέμεινε για δύο χρόνια αγόγγυστα χριστομιμήτως σηκώνοντας το σταυρό του και δοξάζοντας τον Κύριο. Μετά διετία, στις 20 Μαΐου του 1894, επέστρεψε θριαμβευτικά στη Μητρόπολή του, αφού διαλευκάνθηκαν οι συκοφαντίες και παρέμεινε στα Ιωάννινα μέχρι τις Απόκριες του 1900, οπότε απομακρύνθηκε οριστικά για να προσφέρει Συνοδικές υπηρεσίες στην Κωνσταντινούπολη. Η αγία ζωή του συγκίνησε και πολλούς αλλοπίστους που θέλησαν να ασπασθούν την Ορθοδοξία μας. Μερίμνησε για την ανοικοδόμηση της Ζωσιμαίας Σχολής και κατέκτησε τις καρδιές όλων, ακόμη και των εγωϊστών δημογερόντων που του προκαλούσαν όχι μόνο διοικητικά προβλήματα, αλλά και προβλήματα υγείας.
Από τις εις βάρος του συκοφαντίες ο Άγιος Γρηγόριος βγήκε ενισχυμένος και στα μάτια των ανθρώπων, αλλά και στα μάτια του Θεού. Αυτός τον αγίασε και οι άνθρωποι τον τίμησαν και τον δόξασαν. Αυτός δεν μας είπε ότι θα είμαστε μακάριοι όταν μας ονειδίσουν και μας διώξουν οι άνθρωποι και «είπωσιν παν πονηρόν ρήμα ψευδόμενοι ένεκεν εμού» (Ματθ. ε΄ 11);
Κάποιος είπε ότι στην άκρη μιας λίμνης είχαν κατεβεί μερικά περιστέρια. Λίγο πιο πέρα, αναπηδούσαν έξω από το νερό, παίζοντας, ένα – δύο βατράχια… Κάποιο παιδάκι έρριξε προς τα εκεί μια πέτρα που αμέσως βυθίσθηκε σχηματίζοντας ομόκεντρους κύκλους στα ήρεμα νερά. Τότε τα περιστέρια πέταξαν και υψώθηκαν τρομαγμένα στον ουρανό, ενώ τα βατράχια βούτηξαν βαθιά μέσα στο νερό και δεν ξαναφάνηκαν.
Η συκοφαντία μοιάζει σαν μια πέτρα που πέφτει και μπορεί η πτώση της να έχει δύο αποτελέσματα. Ο συκοφαντούμενος, αν η συκοφαντία αποδειχθεί πραγματική κατηγορία, εξ αιτίας της να βουλιάξει στα νερά, στο τέλμα των πράξεών του, όπως τα βατράχια. Αν, όμως, είναι αθώος και καθαρός, να γίνει η πέτρα αφορμή να πετάξει πιό ψηλά, όπως πέταξαν προς τον ουρανό τα περιστέρια.
Αδελφοί μου, πολύ δύσκολα υποφέρεται η συκοφαντία. Είναι λάσπη, αλλά λάσπη ιαματική. Χρειάζεται υπομονή! Αργά η γρήγορα θα λήξει η δοκιμασία και ο Γιατρός των ψυχών μας, ο Χριστός μας, θα μας πλύνει από το λασπώδες, το βρωμερό συκοφαντικό κατάπλασμα. Μήπως Εκείνος δεν συκοφαντήθηκε; Δεν άκουσε να λένε: «Ιδού άνθρωπος φάγος και οινοπότης, τελωνών φίλος και αμαρτωλών» (Ματθ. ια΄ 19) η «Δαιμόνιον έχει και μαίνεται» (Ιωάν. ι΄ 20). Τι μεγάλη δόξα, να μετέχουμε εμείς συκοφαντούμενοι στα παθήματα του Χριστού μας!
Σηκώστε, αδελφοί μου, ταπεινά και αγόγγυστα το σταυρό σας. Μη λιποψυχείτε, όπως δεν λιποψύχησε ο Άγιος Γρηγόριος, ο Καλλίδης. Αν η συνείδησή σας δεν σας κατακρίνει, μπορείτε να υψώνετε πάντα με θάρρος το βλέμμα σας στο Θεό και να στέκεστε με παρρησία μπροστά Του. Τι πιό σπουδαίο απ’ αυτό;

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

Γιάννης Τσαρούχης: Μνήμη Αγαθή



Γιάννης Τσαρούχης δια χειρός Χρήστου Γαρουφαλή

Έφυγε σαν σήμερα, 20 Ιουλίου 1989, για τη γειτονιά των αγγέλων.

Ο Τσαρούχης υπήρξε ένας απ’ αυτούς, όχι μόνον οξύτατος παρατηρητής της ζωής αλλά ουσιαστικός Δάσκαλος του μέτρου και της ζωγραφικής λιτότητας. Άνθρωπος που συνδύαζε την πρόκληση με τη βαθειά πνευματικότητα, που διέβλεψε προφητικά την τυραννία της ελευθερίας στη τέχνη και τη ζωή. Το πολύπλευρο έργο του θα παραμένει βαθύσκιωτη πηγή που θ’ αναβαπτίζει όσους το επιζητούν. Και το “νερένιο βλέμμα” του ποτισμένο απ' τη μελαγχολία των Φαγιούμ, ζωγραφική παραμυθία, η σύνοψη μιας ασκητικής μορφής ντυμένης στα λευκά… (Χρ. Γ.).

Πατώντας στο παρακάτω σύνδεσμο, μπορείτε να βρείτε παλιότερες αναφορές του blog στο Γιάννη Τσαρούχη:

Ένα χρόνο πριν... Σαν σήμερα...



Κυριακή 20 Ιουλίου 2014...

Η πόλη των Ιωαννίνων υποδέχτηκε το νέο της Μητροπολίτη...









«Μαξίμου

του Σεβασμιωτάτου και Θεοπροβλήτου Μητροπολίτου
της Αγιωτάτης Μητροπόλεως Ιωαννίνων...
ημών δε πατρός και ποιμενάρχου

πολλά τα έτη»

Κυριακή 19 Ιουλίου 2015

Στον Προφήτη Ηλία «του Δάσους»



Χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ιωαννίνων κ. Μαξίμου, τελέσθηκε χτες το απόγευμα ο Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός στο Παρεκκλήσιο του Προφήτη Ηλία στα Καρδαμίτσια.

Ακολούθησε παραδοσιακό πανηγύρι, που ξεκίνησε με την εμφάνιση ενός τμήματος από το Χορευτικό του Πνευματικού Κέντρου του Αγίου Νικολάου «εις Κοπάνους».



Με τα παιδιά του Πνευματικού μας Κέντρου στο πανηγύρι του Άϊ - Λια



Το Πνευματικό Κέντρο του Αγίου Νικολάου «εις Κοπάνους» θα συμμετέχει με ένα τμήμα από τις τάξεις του Χορευτικού του στο παραδοσιακό πανηγύρι που διοργανώνει την Κυριακή 20 και τη Δευτέρα 21 Ιουλίου η Εκκλησιαστική Επιτροπή του Παρεκκλησίου του Προφήτη Ηλία «του Δάσους», στα Καρδαμίτσια, μετά το πέρας των προγραμματισμένων εσπερινών λατρευτικών Ακολουθιών, σύμφωνα με το παρακάτω πρόγραμμα.


Έτσι, για δεύτερη φορά μέσα σε ένα μήνα -είχε προηγηθεί η συναυλία με τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι*- η συνέργεια και η συνεργασία των δύο παρεκκλησίων της ιστορικής ενορίας του Αρχιμανδρείου, του Αγίου Νικολάου «στους Κοπάνους» και του Προφήτη Ηλία, γίνεται πράξη και παράδειγμα.

*Πατήστε εδώ:

Παρασκευή 17 Ιουλίου 2015

π. Σέργιος Μαρνέλλος*: «Η Αγία Μαρίνα ως μάρτυρας της παρουσίας του Χριστού στον κόσμο»



(Ομιλία εκφωνηθείσα στον Ιερό Ενοριακό Ναό Αγίας Μαρίνης πόλεως Ιωαννίνων, τη Δευτέρα 13 Ιουλίου 2015)

Σεβαστοί πατέρες και αγαπητοί φιλάγιοι χριστιανοί,
Συναθροισθήκαμε σήμερα επί τω αυτώ, για να υμνήσουμε την Αγία Μεγαλομάρτυρα Μαρίνα˙ να της απευθύνουμε το «χαῖρε τὸ κλέος τῶν Ἀθληφόρων˙ χαῖρε τὸ τεῖχος τῶν Ὀρθοδόξων»[1], να ζητήσουμε τις πρεσβείες της, να προσευχηθούμε και να δοξολογήσουμε το Θεό για όλα τα θαυμάσιά Του. Οι Άγιοί μας είναι η πίστη μας στη πράξη, είναι, ας μας επιτραπεί η φράση, ο εφαρμοσμένος χριστιανισμός. Άλλωστε, ας μην έχουμε καμιά αμφιβολία, δεν υπάρχει μη εφαρμοσμένος χριστιανισμός, χριστιανική πίστη μόνο στη θεωρία. Οι Άγιοί μας είναι τα διαμάντια εκείνα που αποδεικνύουν την αλήθεια της πίστης μας, τη μόνη αλήθεια. Καταδεικνύουν ότι αυτή η πίστη μπορεί να γίνει πράξη με τη συνέργια του Θεού. Η Μεγαλομάρτυς Μαρίνα μαρτυρά για όλα αυτά. Είναι ο αυθεντικός, ο αξιόπιστος, ο αδιάψευστος, ο αυτόπτης μάρτυρας της παρουσίας του Χριστού και Θεού στον κόσμο.
Από παιδιά, ακούμε να μας λένε οι μεγαλύτεροι ότι ο Θεός είναι ψηλά στους ουρανούς, ότι το Βασίλειό Του είναι ομοίως εκεί, η Βασιλεία των Ουρανών, ότι όταν κάποιος πεθαίνει, πηγαίνει, το ίδιο, στους ουρανούς μαζί με το Θεό. Έχουμε από μικροί, λίγο ως πολύ, μια εικόνα ότι ο Θεός δεν είναι στον κόσμο μας, δεν είναι μαζί μας, αλλά μας βλέπει και μας παρατηρεί αφ’ υψηλού και παρεμβαίνει στην ιστορία της ανθρωπότητας σαν ένας παίκτης του σκακιού που παρατηρεί τα πιόνια του και τα μετακινεί. Βεβαίως, ο ίδιος ο Χριστός μάς καλεί να προσευχόμαστε προς το Θεό με το «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς»˙  εκείνος μας ομιλεί για τη Βασιλεία των ουρανών και για το πώς μπορούμε να γίνουμε πολίτες της. Όμως αυτό το κάνει, για άλλους λόγους˙ για να διακρίνει τον ουράνιο Πατέρα που δεν έχει σχέση με τον κατά σάρκα πατέρα και για να διαχωρίσει την ουράνια από την οποιαδήποτε επίγεια βασιλεία και κοσμική εξουσία.
Ο Θεός δεν είναι μακριά από τον κόσμο, δεν είναι καν κοντά, αφού είναι αει Παρών σε αυτόν, σε όλους τους τόπους και  σε όλους τους χρόνους ως η αρχή, η μεσότης και το τέλος της ιστορίας κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή[2], ως η αιτία των πάντων. Απαρχής είναι  ανάμεσά μας ή καλύτερα εμείς είμαστε ανάμεσά Του. Εκείνος δημιούργησε τον κόσμο, Εκείνος μας έπλασε κατ’ εικόνα και καθ’  ομοίωσή Του, για να βρισκόμαστε σε κοινωνία μαζί Του. Είναι, κατά τον προφήτη Ησαϊα, «ὁ Θεὸς ὁ ποιήσας τὸν οὐρανὸν καὶ πήξας αὐτόν, ὁ στερεώσας τὴν γῆν καὶ τὰ ἐν αὐτῇ καὶ διδοὺς πνοὴν τῷ λαῷ τῷ ἐπ᾿ αὐτῆς καὶ πνεῦμα τοῖς πατοῦσιν αὐτήν»[3].
Ακόμα και όταν ο άνθρωπος απομακρύνεται από κοντά Του στο πραπατορικό αμάρτημα, ο Θεός δεν τον εγκαταλείπει, παραμένει διακριτικά κοντά του, τον στηρίζει, τον ευλογεί,  τον παιδαγωγεί, του αποκαλύπτεται σταδιακά. Αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα στους Ισραηλίτες, πρώτα στους Πατριάρχες, στον Αβραάμ με τον οποίο συνάπτει Διαθήκη, η οποία θα ανανεωθεί πολλές φορές, έπειτα στο Μωυσή και στους Προφήτες, στο λαό του Ισραήλ, τον οποίο ευεργετεί  δια της συνεχούς παρουσίας Του στην Έξοδο και στη μετέπειτα πορεία του μέχρι τη γη της επαγγελίας. Μέσα από τον Ισραήλ εκπληρώνεται η προφητεία του Ησαϊά «ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει, καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ ᾿Εμμανουήλ»[4], δηλαδή η από άκρα συγκατάβαση του Θεού σάρκωση του Υιού και Λόγου του Πατρός, ώστε να είναι ο Εμμανουήλ, δηλαδή μεθ’ ημών ο Θεός, ο Θεός μαζί μας. Έτσι όχι μόνο συνεχίζει να είναι μαζί μας αλλά λαμβάνει και την ανθρώπινη φύση, η οποία ενώνεται «ασυγχήτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως», κατά τον δογματικό όρο της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, με τη Θεία φύση στην υπόσταση του Ιησού Χριστού. Με τον τρόπο αυτό, ο δημιουργός του χρόνου και της ιστορίας, ο Θεός, «ο Ιησούς Χριστός, ο Λυτρωτής του κόσμου, δεν εισέρχεται στην ιστορία της ανθρωπότητος ως στρατηλάτης ή πανίσχυρος κυβερνήτης. Δεν επιβάλλεται με εξωτερική ισχύ, πλούτο, σοφία. Γεννιέται σε τόπο φτωχικό, στη φάτνη ενός στάβλου, σε περιβάλλον αφιλόξενο, αδιάφορο έως εχθρικό»[5], όπως σημειώνει ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας, Αναστάσιος. Στο Θεανδρικό πρόσωπο του Ιησού ενώνεται ο χρόνος με την αιωνιότητα[6]. Αυτό το πράττει από άφατη αγάπη και φιλανθρωπία «διὰ σπλάγχνα ἐλέους Θεοῦ ἡμῶν, ἐν οἷς ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἀνατολὴ ἐξ ὕψους ἐπιφᾶναι τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου καθημένοις, τοῦ κατευθῦναι τοὺς πόδας ἡμῶν εἰς ὁδὸν εἰρήνης»[7].


Ο Θεός ρίχνει τις γέφυρες προς τον άνθρωπο, καθώς «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν»[8] «ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν»[9]. Με την κίνηση Του αυτή προς το δημιούργημά Του αγιάζει, εξυψώνει την ανθρώπινη φύση, της χαρίζει τη νίκη επί του θανάτου και δίνει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να συμπορευτεί μαζί Του δια της Εκκλησίας έως τα έσχατα, ώστε να εκπληρωθεί ο λόγος «καὶ ἔσομαι αὐτοῖς εἰς Θεόν, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι εἰς λαόν»[10]. Ποτέ λοιπόν δεν απέστη του κόσμου ο Θεός˙ είναι και θα είναι πάντοτε Παρών, μαζί μας μέχρι το τέλος σύμφωνα με τη διαβεβαίωσή του «ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος»[11].
Πράγματι το μυστήριο της σωτηρίας συνεχίζεται, ανακεφαλαιώνεται και διαιωνίζεται δια του σώματος του Ιησού Χριστού, της Εκκλησίας, μέσω της οποίας όχι μόνο ο Θεός παρίσταται στον κόσμο αλλά εισέρχεται εντός μας και ενεργεί η θεία χάρις, ανακαινίζοντάς μας. Δια των μυστηρίων και ιδίως δια της Θείας Ευχαριστίας επισφραγίζεται η ένωση με το Χριστό, καθώς λέγει: «ο τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ»[12]˙ με τον τρόπο αυτό γινόμαστε «θείας κοινωνοὶ φύσεως»[13]. Το ζητούμενο, εν τέλει, είναι να φτάσουμε δια της Εκκλησίας με πολύ αγώνα στη Χριστοποίηση της ζωής μας και στην οικείωση της παρουσίας του Θεού, ώστε να ομολογήσουμε «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός»[14].
Ασφαλώς η παρουσία του Θεού στον κόσμο γίνεται και γενικότερα αντιληπτή από εκείνους που έχουν πίστη, εκείνους που μπορούν και θέλουν ν’ αφουγκραστούν την παρουσία Του και να ανιχνεύσουν τα βήματά Του. Ο Θεός είναι παντού και αποκαλύπτεται σε εκείνους που θέλουν εκούσια να Τον προσεγγίσουν, να Τον ψηλαφήσουν και να Τον ανακαλύψουν. Η παρουσία Του δεν είναι αναγκαστική και καταδυναστευτική για τους ανθρώπους. Είναι τόσο διακριτική η ύπαρξή Του που όχι μόνο μας ανέχεται αλλά και μας συγχωρεί και μας αγαπά, ακόμα και όταν βρισκόμαστε μακριά Του, ακόμα και όταν βρισκόμαστε απέναντί Του ή Τον αντιστρατευόμαστε και Τον πολεμούμε. Έτσι είναι ο αληθινός Πατέρας στα παιδιά Του˙ γνωρίζει ότι τα παιδιά πολλές φορές «οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι»[15]. Ακόμα όμως και γι’ αυτά Του τα παιδιά επαγρυπνεί, μεριμνά και προστρέχει ως ο καλός ποιμένας[16].
Εκείνος θα λέγαμε ότι είναι ο κόσμος μας αφού «ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν»[17], είναι η σταθερά του κόσμου μας και εμείς γυρίζουμε γύρω τριγύρω Του και είτε γινόμαστε κοινωνοί Του, είτε Τον προσπερνάμε ανυποψίαστοι και προσηλωμένοι στις καθημερινές μέριμνές μας, είτε αδιαφορούμε χαρακτηριστικά για Εκείνον πεπεισμένοι για την ανυπαρξία Του, είτε Τον αναζητούμε με λάθος τρόπο. Πρέπει να παραδειγματιστούμε από τους ανθρώπους της Αγίας Γραφής και ιδίως εκείνους της Καινής Διαθήκης που Τον πίστεψαν και Τον αναζήτησαν, που Τον έψαξαν μέσα στο πλήθος, που άγγιξαν το ιμάτιό Του, που μετακίνησαν στέγες, που ανέβηκαν σε δέντρα και τόσα άλλα. Με πόσους δε συνομίλησε, με πόσους δε συναναστράφηκε, πόσοι δεν άκουσαν το λόγο Του, πόσοι δεν είδαν τα σημεία που έκανε μπροστά τους. Και όμως άλλοι Τον δέχθηκαν, άλλοι Τον απέρριψαν και τον καταδίωξαν και άλλοι απλά Τον προσπέρασαν.  Μάλιστα και από τον ευρύ κύκλο των μαθητών Του Τον εγκατέλειψαν: «Ἐκ τούτου πολλοὶ ἀπῆλθον ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ εἰς τὰ ὀπίσω καὶ οὐκέτι μετ᾿ αὐτοῦ περιεπάτουν». Και όταν ρώτησε τους 12 Αποστόλους, μήπως και αυτοί θέλουν να φύγουν, απάντησε ο Πέτρος «Κύριε, πρὸς τίνα ἀπελευσόμεθα; ῥήματα ζωῆς αἰωνίου ἔχεις καὶ ἡμεῖς πεπιστεύκαμεν καὶ ἐγνώκαμεν ὅτι σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος»[18].
Εκείνος που δε θέλει να δει, δε βλέπει και εκείνος που δε θέλει να ακούσει, δεν ακούει. Ο εγωισμός μάς κάνει μύωπες, η αμαρτωλή μάς ζωή κλείνει τα μάτια, αφήνοντας τον κοσμικό και υλικό άνθρωπο να ψάχνει στο σκοτάδι. Πόσες φορές στους λόγους Του ο Χριστός δεν έκλεινε με τη ρήση «ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω»; Όλοι ακούν, λίγοι όμως καταλαβαίνουν και έτσι δεν μπορούν να αντιληφθούν την παρουσία Του και το έργο Του που συνεχίζεται ευεργετώντας μας σιωπηρά, διακριτικά, σε καθημερινή βάση. Γι’ αυτό και Τον ευχαριστούμε στη Θεία Λειτουργία: «ὑπὲρ πάντων ὧν ἴσμεν καὶ ὧν οὐκ ἴσμεν, τῶν φανερῶν καὶ ἀφανῶν εὐεργεσιῶν τῶν εἰς ἡμᾶς γεγενημένων»[19].
Η σχέση μαζί Του περνά μέσα από τα θεία δώρα της πίστης, της ελευθερίας και της αγάπης. Αν τα έχουμε αυτά και τα αναπτύξουμε με τον πνευματικό αγώνα και με τη χάρη του Θεού, θα φτάσουμε σε αυτό το αγιογραφικό χωρίο που τόνιζε ο Γέροντας Σωφρόνιος «οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί»[20], δηλαδή θα δούμε το Θεό, όπως είναι. Η μυστηριακή ζωή και η λατρεία, η μετάνοια και η προσευχή, γενικά η χριστιανική βιωτή και μετοχή στη ζωή του σώματος της Εκκλησίας, μας φέρνουν μπροστά στο Θεό, όχι στην άλλη ζωή, αλλά ήδη από την υπάρχουσα.
Πρέπει να αντιληφθούμε και να συνειδητοποιήσουμε βαθειά και εμείς οι χριστιανοί που πιστεύουμε στη συνεχή παρουσία του Θεού στον κόσμο πως ναι μεν η παρουσία Του είναι δεδομένη, όμως όπως σημείωσε σε ένα κείμενό του ο Γενικός Αρχιερατικός της Ιεράς μας Μητροπόλεως π. Λάμπρος Τσιάρας, « Θεός δέν εναι δεδομένος σέ κανέναν· φανερώνεται καί συγχρόνως μένει κρυφό μυστήριο· «κρύπτεται ποκαλυπτόμενος καί ποκαλύπτεται κρυπτόμενος»[21]. Γι’ αυτό και όταν καλούσαν οι μαθητές το Χριστό «φανέρωσον σεαυτὸν τῷ κόσμῳ», εκείνος αντέτεινε «ὁ καιρὸς ὁ ἐμὸς οὔπω πάρεστιν, ὁ δὲ καιρὸς ὁ ὑμέτερος πάντοτέ ἐστιν ἕτοιμος»[22]. Άρα εναπόκειται σε εμάς να ανακαλύψουμε ή αλλιώς να φανερώσουμε τον αποκεκαλυμμένο Θεό. Εκείνος μας έδωσε τη δυνατότητα αυτή, όπως μαρτυρεί και η επί του όρους ομιλία του Ιησού Χριστού[23]˙ η πλήρης φανέρωση και αποκάλυψή Του θα γίνει στα Έσχατα στη Δευτέρα Παρουσία.


Αυτό το κρυφό μυστήριο το είδαν κατάματα οι Άγιοί μας. Η όλη τους ζωή είναι μια μαρτυρία ότι ο Θεός είναι ανάμεσά μας, ότι δεν εγκατέλειψε τον κόσμο, αλλά είναι και θα είναι Παρών, όπως Εκείνος μας διαβεβαίωσε. Η Αγία μας μεγαλομάρτυς Μαρίνα με το βίο της δίνει τη μαρτυρία, την αξιόπιστη διαβεβαίωση ότι ο Θεός είναι Παρών. Η Αγία δηλώνει, φανερώνει, επιβεβαιώνει, αποδεικνύει, ομολογεί και αποκαλύπτει ότι ο Ύψιστος είναι πάντοτε μαζί μας. Μέσα από το βίο της μαρτυρείται ότι ενεργεί, ότι εμπνέει, ότι χαριτώνει, ότι δίνει ρήματα απολογίας, ότι προστατεύει και ότι τελικά σώζει.
Ας δούμε όμως υπό το πρίσμα αυτό κάποια χαρακτηριστικά του βίου της Αγίας μας. Η Αγία Μαρίνα δε γεννήθηκε σε χριστιανική οικογένεια, το αντίθετο, σε ειδωλολατρική και μάλιστα με πατέρα ιερέα των ειδώλων και σε εποχή όπου το να ομολογεί κανείς τη χριστιανική του πίστη, ήθελε θάρρος και παρρησία και που πολλές φορές επέφερε δυστυχίες και θάνατο. Πόσο πρέπει να ευχαριστούμε το Θεό που γεννηθήκαμε και ανατραφήκαμε σε χριστιανικές οικογένειες και που, παρά τις όποιες δυσκολίες, ζούμε σε μια χώρα με χριστιανικές αξίες. Θα έλεγε κανείς ότι η Μαρίνα ατύχησε διπλά, μιας που ορφάνεψε δωδεκαετής από μητέρα και στάλθηκε να μεγαλώσει μακριά και από τον πατέρα της. Ουσιαστικά έχασε και τους δυό της γονείς. Ακούγοντας την κατάσταση αυτή ίσως κάποιος θα έλεγε ότι δεν υπάρχει Θεός, ή αν υπάρχει, είναι τουλάχιστον άδικος ή ότι σίγουρα την εγκατέλειψε! Και όμως ο Θεός είναι Παρών στη ζωή της Μαρίνας. Μητέρα και πατέρας γίνεται γι’ αυτή μια γυναίκα, μια χωρική που ανέλαβε να την αναθρέψει. Και δε βρίσκει μόνο την αγάπη, την ασφάλεια, την προσοχή, τη μέριμνα. Πάνω απ’ όλα βρίσκει μέσω αυτής της γυναίκας τον αληθινό Θεό. Έτσι η παραμάνα γίνεται όργανο του Θεού, όργανο σωτηρίας[24].
Η Μαρίνα ελεύθερα απορρίπτει την ειδωλολατρική της καταγωγή, την πίστη του εν ζωή πατέρα της και ανατρέφεται χριστιανικά, κατηχείται και βαπτίζεται, γίνεται μέλος της Εκκλησίας του Χριστού. Η απόφαση της αυτή είναι στέρεη, συνειδητή.  Μπορεί ο Θεός να της έτεινε το χέρι μέσω της παραμάνας της, εκείνη όμως ελεύθερα το αποδέχθηκε και αντέτεινε το δικό της ερχόμενη σε κοινωνία με το Θεό. Αν δούμε και εμείς με διεισδυτικό μάτι τη ζωή μας, θα δούμε ότι πολλές φορές και με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους ο Θεός, διακριτικά, χωρίς να καταργεί την ελευθερία μας, εισέρχεται στη ζωή μας. Μας χτυπά την πόρτα και άλλοτε εμείς την ανοίγουμε και άλλοτε την αφήνουμε ερμητικά κλειστή. Πάντοτε όμως Εκείνος τη χτυπά.
Ένα άλλο σημείο από τη ζωή της Αγίας που φανερώνει την παρουσία του Θεού στον κόσμο, είναι η ομολογία της πίστης της, πρώτα στον πατέρα της και έπειτα στον έπαρχο Ολύμβριο. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει αφενός το γεγονός ότι η επιλογή της Αγίας να γίνει χριστιανή δεν ήταν επιπόλαιη ή αποτέλεσμα απλώς επηρεασμού της από την παραμάνα της, αλλά ήταν κατά πάντα συνειδητή, στέρεη, αληθινή και αφετέρου ότι ακόμη και σε αυτή της την ομολογία ο Θεός είναι Παρών. Στην ομολογία της και στα επακολουθούμενα σκληρά μαρτύρια, τα οποία υπέστη, ενισχύεται, προστατεύεται και φωτίζεται από το Θεό. Λέγει ο Ιησούς: «Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων· παραδώσουσι γὰρ ὑμᾶς εἰς συνέδρια καὶ ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν μαστιγώσουσιν ὑμᾶς· καὶ ἐπὶ ἡγεμόνας δὲ καὶ βασιλεῖς ἀχθήσεσθε ἕνεκεν ἐμοῦ εἰς μαρτύριον αὐτοῖς καὶ τοῖς ἔθνεσιν.            ὅταν δὲ παραδώσωσιν ὑμᾶς, μὴ μεριμνήσητε πῶς ἢ τί λαλήσετε· δοθήσεται γὰρ ὑμῖν ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ τί λαλήσετε. οὐ γὰρ ὑμεῖς ἐστε οἱ λαλοῦντες, ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τοῦ πατρὸς ὑμῶν τὸ λαλοῦν ἐν ὑμῖν. Παραδώσει δὲ ἀδελφὸς ἀδελφὸν εἰς θάνατον καὶ πατὴρ τέκνον, καὶ ἐπαναστήσονται τέκνα ἐπὶ γονεῖς καὶ θανατώσουσιν αὐτούς· καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου· ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται»[25]. Αυτό το 15χρονο κορίτσι με παρρησία και θάρρος ομολογεί την πίστη της, αντιμετωπίζει τις απειλές και τις διώξεις ακόμα και τα φριχτά μαρτύρια, γιατί ο Θεός είναι μαζί της.
Ακόμα και όταν ο διάβολος εμφανίζεται μπροστά της στη φυλακή με μορφή δράκοντα, εκείνη τον συντρίβει με τη δύναμη του Θεού, ώστε εμείς να ψάλλομε «Χαῖρε τοῦ Βελίαρ τὴν κάραν συντρίψασα˙ χαῖρε τοῦ Σωτῆρος τὴν δύναμιν δείξασα»[26]. Όπως ο Ιησούς στη έρημο αποδίωξε το διάβολο, έτσι και η Μεγαλομάρτυς Μαρίνα ενδύεται την πανοπλία του Θεού και όχι μόνο ανταπεξέρχεται σε όλες τις μεθοδείες του διαβόλου[27], δηλαδή στις διώξεις, στα μαρτύρια και στη φυλακή, αλλά δια του θανάτου της καταργεί «τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ᾿ ἔστι τὸν διάβολον»[28]. Η τεράστια δύναμη της μικρής αυτής κοπέλας πηγάζει από την παρουσία του Θεού στη ζωή της˙ η ίδια που ακολούθησε τους λόγους του Ιακώβου του Αδελφοθέου «Ὑποτάγητε οὖν τῷ Θεῷ. ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ, καὶ φεύξεται ἀφ᾿ ὑμῶν· ἐγγίσατε τῷ Θεῷ, καὶ ἐγγιεῖ ὑμῖν»[29].
Η Αγία Μαρίνα με το βίο της γίνεται Μεγαλομάρτυς, γιατί υπόκειται σε τόσα και τόσα Μαρτύρια˙ αλλά και Μεγαλομάρτυς γιατί μαρτυρά με τον πιο σαφή και αληθινό τρόπο ότι ο Τριαδικός Θεός, ο Θεός Πατέρας, ο Ιησούς Χριστός και το Άγιο Πνεύμα, είναι Παρών στον κόσμο και στη ζωή μας, δε μας εγκαταλείπει ποτέ αλλά συνεχίζει το σωτήριο έργο Του, ενεργεί στον κόσμο με το δικό Του τρόπο, όπως ξέρει Εκείνος ως παντογνώστης και παντοδύναμος. Πολλές φορές εμείς δεν κατανοούμε τον τρόπο Του ή άλλες φορές νομίζουμε ότι δε μας ακούει, ή άλλοτε ότι μας κατατρέχει, αλλά καλό είναι να αφήνουμε τη ζωή μας στα σίγουρα χέρια Του. Εκείνος ξέρει καλύτερα ποιο είναι το ωφέλιμο και σωτήριο. Συνεπώς, ας Του ανοίξουμε την πόρτα της ζωής, ας είμαστε σίγουροι ότι είναι Παρών ώστε δια των πρεσβειών της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Μαρίνας «Πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Αμήν.

[1] 11ος Οίκος, , «Οίκοι εικοσιτέσσαρες εις την Αγίαν Μεγαλομάρτυρα Μαρίναν», εν Βίος και Ακολουθία της Αγίας ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Μαρίνης, εκδ. Ι.Ν. Αγίας Μαρίνης – Θησείου, Αθήναι 2007, σ. 75.
[2] Βλ. Γεωργίου Μαρνέλλου, Ο Ιερεύς ως μάρτυρας της παρουσίας του Χριστού στην Εκκλησία και στον κόσμο, εκδ. β΄, Άγιος Νικόλαος 1999, σ. 25
[3] Ησ. 42, 5.
[4] Ησ. 7, 14.

[5] Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Αναστασίου, «Εκπληκτικές οι επεμβάσεις του Θεού, υπέρβαση του αδυνάτου» εν Καθημερινή, 25-12-2014. http://www.kathimerini.gr/797271/article/epikairothta/ellada/ekplhktikes-oi-epemvaseis-toy-8eoy-ypervash-toy-adynatoy.

[6] Γεωργίου Μαρνέλλου, όπ. π., σ. 52.
[7] Λουκ., 1, 78-79.
[8] Ιωαν., 1, 14.
[9] Γαλ., 4, 5.
[10] Εβρ., 8, 10.
[11] Ματθ., 28, 20.
[12] Ιωάν., 6, 56.
[13] Β΄ Πέτρ., 1, 4
[14] Γαλ., 2, 20.
[15] Λουκ., 23, 34.
[16] Λουκ., 15, 1-7.
[17] Πραξ., 17, 28.
[18] Βλ. Ιωάν., 6, 67-68.
[19] Ευχή Αγίας Αναφοράς «Ἄξιον καὶ δίκαιον σὲ ὑμνεῖν…» Λειτουργίας Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
[20] Α΄ Ιωαν., 3, 2.
[21] π. Λάμπρος Τσιάρας, «Ἡ ἔρευνα ψάχνει στόν κόσμο τά ἀποτυπώματα τοῦ Θεοῦ» (Προσφώνηση στό Διεθνές Συνέδριο Φυσικς Πανεπιστήμιο ωαννίνων, Αθουσα «Κάρολος Παπούλιας», Δευτέρα, 25/05/2015) εν http://eiskopanous.blogspot.gr/2015/06/blog-post_30.html.
[22] Βλ. Ιωάν., 7, 4-6.
[23] Βλ. Ιωάν., 17.
[24] Βλ. Βίος και Ακολουθία της Αγίας ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Μαρίνης, σ. 13.
[25] Ματθ., 10, 17-22.
[26] 9ος οίκος, «Οίκοι εικοσιτέσσαρες εις την Αγίαν Μεγαλομάρτυρα Μαρίναν», εν Βίος και Ακολουθία…, όπ. π., σ. 74.
[27] Βλ. Εφ., 6, 10-11.
[28] Εβρ., 2, 14.
[29] Ιακ., 4, 7-8.

Ο Αιδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος Σέργιος Μαρνέλλος είναι εφημέριος του Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Αγίου Αθανασίου Ιωαννίνων.

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2015

Πανηγυρίζει ο Προφήτης Ηλίας «του Δάσους», στα Καρδαμίτσια




Χρυσόστομος Α. Σταμούλης*: «Όταν μιλάει η αταξία, η τάξη να σωπαίνει»



Αγαπητέ Μάριε, χαίρε.

Έως και τη στιγμή που σου γράφω, εξάντλησα κάθε προσπάθεια προκειμένου να σου στείλω κείμενο. Δυστυχώς απέτυχα. Δεν ξέρω τι συμβαίνει. Ή μάλλον ξέρω. Το θέμα που ανέλαβα, όπως και το γενικότερο θέμα του αφιερώματος, με ξεπερνά. Ζούμε σε μια εποχή αφασίας. Κάποτε ήμασταν βέβαιοι πως το πλοίο πλησιάζει την προκυμαία. Σήμερα, χαμένοι μέσα στην ανέραστη και απαίδευτη καθημερινότητά μας, αδυνατούμε να νοηματο-δοτήσουμε τα πράγματα και τον εαυτό μας. Πράγμα που μας κάνει να νιώθουμε την ακινησία του πλοίου… και τη μοιραία μετάθεση της όποιας ελπίδας της κίνησης στις δυνάμεις της ακινησίας, φυσικής ή άλλης δεν έχει σημασία. Το ωραίο καράβι, με το σταυρό στην κορφή, έπαψε πλέον να αρμενίζει τα δάκρυά μας.
Το ερώτημα, βέβαια, -κρίσιμο όσο ποτέ- είναι τι γίνεται σε μια τέτοια περίπτωση όπου τα πράγματα αντιστρέφονται. Έχω την αίσθηση, ότι η ανάγκη μας πλέον μας σπρώχνει σε μια νέα α-τοπία, πέρα και πάνω από τον τόπο που βαφτίσαμε οίκο. Σε μια νέα α-ταξία, πάνω από τη τάξη που ονομάσαμε κιβωτό. Άλλωστε, «όταν ακούς “τάξη”», καταπώς λέει ο Ελύτης, «ανθρώπινο κρέας μυρίζει». Διαπίστωση που κάνει πολλούς μας, νομίζω, να συμφωνήσουμε με την άλλη ποιητική φωνή, που παραδέχεται ότι: «χαμένα πάνε εντελώς τα λόγια των δακρύων». Δεν έχει περάσει, άλλωστε, πολύς καιρός από τότε που οι περισσότεροι γίναμε μάρτυρες, αυτόπτες και αυτήκοοοι, παθόντες και μαθόντες(;) -τηλεοπτικώ τω τρόπω εξάπαντος, όπως άλλωστε και στον έρωτα και στο θάνατο-, μιας κίνησης που θέλησε να βάλει την ελληνική κοινωνία στο θαύμα. Παιδιά στους δρόμους, σε μια διαδικασία συνάντησης με την αβεβαιότητα του μέλλοντός τους, την απουσία του παρόντος τους. Και απέναντί τους εμείς και οι άλλοι, σε περίπτωση ο ίδιος μας ο εαυτός. Ένας εαυτός, που μοιάζει του καλλιτέχνη, ο οποίος «μαλακωδώς εφησυχασθείς επί μακρόν», καθώς τραγουδά ο Αλκίνοος στη Νεροποντή του, «επανεξετάζει την κατάσταση πριν ξεχαστεί εκ νέου». Και οφείλω να σημειώσω εδώ, πως πρέπει να μας τρομάζει αφάνταστα τούτο το «μαλακωδώς». Δεν πρόκειται για το νεοελληνικό μας «ω φίλε αγαθέ», τη νεοελληνική μας «καλημέρα» τη βαφτισμένη και ως «μαγκιά» της απαίδευτης καθημερινής-καιροσκοπικής μας συνήθειας. Ούτε βεβαίως για μια απλή ύβρη, την οποία αφήνουμε χωρίς συστολή και εξάπαντος λόγω «αρχοντιάς» -έτσι ονομάζουμε τελευταία τον πολιτισμικό μας νεοπλουτισμό- να πέσει χάμω. Αλλά πρόκειται στ’ αλήθεια για κείνη την άκρως επικίνδυνη ασθένεια, τη βιβλική αδυναμία, που έχει τις ρίζες της στο περίφημο ρήμα μαλακύνω, τουτέστιν μαλάσσω ή μαλακίζω, το οποίο σημαίνει πως με τη στάση αυτή «καθιστώ τι μαλθακόν, αδύνατον, ασθενές, χείράς τε και πόδας περιδέσει πίλων ή υφασμάτων τινών μαλακύνειν». Εξ ου και το μαλακώδης, συνηρημένο του μαλακοειδής, για το οποίο με γλαφυρότητα μας μιλάει ο Στέφανος Βυζάντιος. Και δεν χωρά καμία αμφιβολία, πως τούτο το μαλακώδης και το ομόσκηνό του μαλακωδώς συνδέονται αχωρίστως και αδιαιρέτως, ατρέπτως και ασυγχύτως, με τη μικρολογία και την ωμότητα. Διαθέσεις και τρόποι, που κατά Ιωάννη Χρυσόστομο ευθύνονται για τη δέσμευση της αληθινής όρασης των ανθρώπων, για την αφαίμαξη της αρετής, την απώλεια του κάλλους και τέλος την αυτοπαράδοση του εαυτού στη «βλακεία» και την «κακοτεχνία». Εικόνες, που δίχως άλλο αποκαλύπτουν την ολοκληρωτική ερήμωση που ακολουθεί την ύπαρξη, η οποία αποκόπηκε από τη μητρική της γη. Την ύπαρξη, που λησμόνησε τη «μυθολογία» των ασκημένων, των γεγυμνασμένων αισθητηρίων και πνίγηκε στην πλήξη και την απραξία.
Έτσι, λοιπόν, ο νεαρός και η νεαρή, ο κάθε νεαρός και η κάθε νεαρή, χαμένοι μέσα στο σύστημα που τους περιβάλλει, έγιναν ήρωες παρά της θέλησή τους. Το θέμα, βέβαια, στη δική μας περίπτωση, είναι πως το πλοίο παίρνει κλίση και κινδυνεύει να βουλιάξει αύτανδρο εντός του λιμένος. Μια εικόνα-πραγματικότητα, που με έναν άλλο τρόπο παρατηρεί και ο Ιγκόρ Στραβίνσκυ, στη Μουσική Ποιητική του, εβδομήντα χρόνια πριν, όταν δίνοντας διαστάσεις γενικού κανόνος στην περίπτωση, σημειώνει, πως «Τα επαναστατικά ξεσπάσματα βέβαια δεν είναι ποτέ εντελώς αυθόρμητα. Υπάρχουν πάντα πονηροί άνθρωποι που προκαλούν επαναστάσεις για συμφεροντολογικούς σκοπούς. Πρέπει να φυλάγεσαι πάντα μη τυχόν και παρεξηγηθείς από εκείνους που σου καταλογίζουν προθέσεις που εσύ δεν είχες». Βέβαια, πώς να προφυλαχθεί ένας νεκρός; Πώς να προφυλαχθούν όλοι εκείνοι οι νεκροί που δώσανε τον εαυτό τους στους τροχούς με την ελπίδα της επιστροφής του ήλιου; Η προτροπή μού θυμίζει κάπως εκείνη την περίφημη ιστορία με τον Διογένη τον κυνικό, ο οποίος στρίβοντας σε μια γωνία δέχθηκε το χτύπημα του καλαμιού ενός ανθρώπου που ερχόταν από την άλλη μεριά του δρόμου και ο οποίος του φώναξε δυνατά: «πρόσεχε». Τότε ο Διογένης γύρισε και του είπε: «γιατί, πρόκειται να με ξαναχτυπήσεις;». Αυτά, βέβαια, γι’ αυτούς που φεύγουν, γι’ αυτούς που φύγανε. Διότι όσοι μένουν παραδίνονται κατά κανόνα σε κείνη την συνουσιαστική σχέση εξουσίας και επαναστάσεως που ο Μάνος Χατζιδάκις με ξεχωριστή μαστοριά περιγράφει σε ένα άκρως ενδιαφέρον κείμενό του, Για τους Έλληνες νέους του ’88: «Όλες οι επαναστάσεις καταλήγουν στην κατάκτηση της ανεγκέφαλης, όπως είπαμε, Κυρίας. Της εξουσίας. Αυτή η κατάκτηση, ως γνωστόν, δημιουργεί Δίκαιον, μακράν των ονειρικών στόχων μιας επανάστασης. Οι άνθρωποι που προκύπτουν από μια επανάσταση, περιέχουν τα ίδια συστατικά με τους αποχωρήσαντες ή τους ηττηθέντες. Η καταπίεση ευνοεί την αντίσταση και την ψυχική υγεία. Η επιτυχία και η επικράτηση κάνει ν’ αναβιώνει η εγωπάθεια, ο απολυταρχισμός, ο συγκεντρωτισμός και η απανθρωπιά. Η αντίσταση ξαναγεννά. Η Εξουσία φθείρει, καταστρέφει τα ζωογόνα κύτταρα του ανθρώπου. Χρειάζεται ισχυρή παιδεία για ν’ ανθέξει κανείς στην έννοια της Εξουσίας και της επιτυχίας».
Αγαπητέ φίλε, εδώ παραιτούμαι και ως ειλικρινή συγνώμη για την τελική μου ασυνέπεια και απουσία, ως μια κάποια ελάχιστη αντίσταση στην ασχήμια της εξουσιαστικότητας που μας καταπίνει, σου χαρίζω το ποίημα της Δημουλά που προσπάθησε να εμπνεύσει το κείμενό μου: «Χαμένα πάνε εντελώς τα λόγια των δακρύων/ Όταν μιλάει η αταξία η τάξη να σωπαίνει/ -έχει μεγάλη πείρα ο χαμός./ Τώρα πρέπει να σταθούμε στο πλευρό/ του ανώφελου/ Σιγά σιγά να ξαναβρεί το λέγειν της η μνήμη/ να δίνει ωραίες συμβουλές μακροζωίας/ σε ό,τι έχει πεθάνει/ Ας σταθούμε στο πλευρό ετούτης της μικρής/ φωτογραφίας/ που είναι ακόμα στον ανθό του μέλλοντός της:/ νέοι ανώφελα λιγάκι αγκαλιασμένοι/ ενώπιον ανωνύμως ευθυμούσης παραλίας./ Ναύπλιο Εύβοια Σκόπελος;/ Θα πεις/ και πού δεν ήταν τότε θάλασσα».

Το γράμμα τούτο γράφτηκε πριν από δέκα περίπου μήνες. Όταν τελικά αποφασίστηκε να συμπεριληφθεί στον παρόντα τόμο, καθώς ξεπερνούσε, όπως μου είπε η αγαπητή κυρία Κοκκίνου, τα όρια μιας απλής άρνησης συμμετοχής -διαπίστωση που αφάνταστα με τιμά-, μας είχε ήδη προλάβει η τελευταία στροφή της νεοελληνικής μας ιστορίας, το Δ.Ν.Τ. Μέσα σε τούτο το χαμό ξεκίνησα και πάλι να διαβάζω τους Δαιμονισμένους του Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι (μετάφραση από τα Ρωσικά-Πρόλογος-Επίμετρο: Ελένη Μπακοπούλου, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2007, σ. 72-73), από τους οποίους και προκειμένου να επανέλθουμε στην άτακτη τάξη των πραγμάτων, αντιγράφω: «Ο Στεπάν Τροφίμοβιτς γέλασε πολύ τότε.- Φίλοι μου-μας έλεγε με διδαχτικό ύφος-, ο εθνισμός, αν όντως “γεννήθηκε”, όπως μας διαβεβαιώνουν αυτοί στις εφημερίδες, είναι ακόμα σκολιαρόπαιδο σε γερμανικό σχολείο, κρατάει γερμανικό αλφαβητάρι, μαθαίνει το αιώνιο γερμανικό του μάθημα, και ο γερμανός δάσκαλος το βάζει τιμωρία, γονατιστό, όταν χρειαστεί. Το γερμανό δάσκαλο τον εγκρίνω. Αλλά το πιθανότερο όλων είναι να μην έχει συμβεί τίποτα τέτοιο, κι όλα εξελίσσονται όπως παλιά, δηλαδή, υπό τη σκέπη του Θεού. Κατά τη γνώμη μου, καλά για τη Ρωσία, pour notre Sainte Russie. Επιπλέον, όλοι αυτοί οι πανσλαβισμοί και οι εθνισμοί παραείναι παλιοί για να είναι καινούργιοι. Ο εθνισμός, αν θέλετε, ποτέ δεν ήταν εδώ πέρα τίποτα περισσότερο από επινόηση των αριστοκρατών, κυρίως των Μοσχοβιτών, που συχνάζουν στις λέσχες. Εξυπακούεται ότι δεν μιλάω για την εποχή του Ίγκορ. Κι ύστερα, όλα είναι αποτέλεσμα νωθρότητας. Εδώ όλα είναι αποτέλεσμα νωθρότητας, και τα καλά και τα κακά. Όλα απορρέουν από την αριστοκρατική, χαριτωμένη μορφωμένη, πεισματάρικη νωθρότητα! Τριάντα χιλιάδες χρόνια το λέω αυτό. Δεν ξέρουμε να ζούμε από το μόχθο μας. Και, πώς μας προέκυψε το ότι ορισμένοι ασχολούνται τώρα με κάποια “αναδειχθείσα” κοινή γνώμη, έτσι ξαφνικά; Είναι δυνατόν να μην καταλαβαίνουν ότι για να διαμορφώσεις άποψη χρειάζεται πριν απ’ όλα να μοχθήσεις, προσωπικά, με ατομική πρωτοβουλία, με ατομική δράση! Χάρισμα τίποτα και ποτέ δεν δίνεται. Αν μοχθήσουμε, θα έχουμε και άποψη. Και καθώς δεν πρόκειται ποτέ να μοχθήσουμε, άποψη για εμάς θα έχουν μόνον αυτοί που δούλευαν αντί για μας μέχρι τώρα, δηλαδή η Ευρώπη ως συνήθως, οι Γερμανοί ως συνήθως, αυτοί που είναι δάσκαλοί μας, δηλαδή, διακόσια χρόνια τώρα».

*Ο Καθηγητής Χρυσόστομος Σταμούλης είναι Πρόεδρος της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ.