Ομιλία εκφωνηθείσα υπό του Αιδεσιμ. Πρωτοπ. π. Λάμπρου Τσιάρα, κατά τον αποψινό Αρχιερατικό Κατανυκτικό Εσπερινό της Πέμπτης Κυριακής των Νηστειών, στο Ι. Ν. Αγ. Παϊσίου πόλεως Ιωαννίνων.
Σεβασμιώτατε·
Σᾶς εὐχαριστῶ γιά τήν τιμή, νά ἀπευθύνω λόγον οἰκοδομῆς καί παρακλήσεως στά μέλη τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, καί ζητῶ τίς ἀρχιερατικές Σας εὐχές καί εὐλογίες.
Σεβαστοί πατέρες, εὐσεβεῖς ἀδελφοί.
Ὁ τίτλος τῆς ὁμιλίας μας εἶναι ἀπό ἕνα τροπάριο τοῦ κανόνα «Κύματι θαλάσσης», πού ψάλλουμε τό βράδυ τῆς Μ. Παρασκευῆς. Τό τροπάριο, σέ γλῶσσα ἁπλῆ, λέγει: Ὁ ᾍδης, Υἱέ καί Λόγε τοῦ Θεοῦ, καθώς σέ συνάντησε, τρόμαξε καί πικράθηκε, βλέποντας ἐμπρός του ἄνθρωπο θνητό, μά θεωμένο· πληγές γεμᾶτο στό πρόσωπό του καί στό Σῶμα του, μά καί πανίσχυρο καί παντοδύναμο.
Στά λόγια τοῦ ὑμνωδοῦ φαίνεται μιά ἀντίφαση. Μιλάει γιά ἀδυναμία καί, ταυτοχρόνως, γιά παντοδυναμία τοῦ Λόγου. Δέν πρόκειται γιά ἀντίφαση· εἶναι τό μυστήριο τοῦ Ἐσταυρωμένου Θεοῦ, τό ὁποῖο, ἄν γιά τούς Ἰουδαίους εἶναι σκάνδαλο καί γιά τούς Ἕλληνες (=ἐθνικούς) μωρία, γιά μᾶς τούς πιστούς εἶναι «Θεοῦ δύναμις καί Θεοῦ σοφία» (Α’ Κορ.1,23-24). Γιά τούς πιστούς δηλ. ὁ σαρκωθείς Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι «παθητός» κατά τό ἀνθρώπινο, ἀλλ’ «ἀπαθής τῇ θεότητι». Εἶναι ὁ ἑκουσίως «πάσχων Δοῦλος», κατά τήν ρήση τοῦ Ἡσαΐα, καί, ταυτοχρόνως, ὁ αὐτεξουσίως ἀνιστάμενος Κύριος καί Θεός μας. Τό «Δοῦλος» δέν εἶναι ἀπαξιωτική λέξη γιά τόν σαρκωθέντα Υἱό. Εἶναι μιά τρυφερή καί τιμητική προσφώνηση τοῦ Πατέρα πρός τόν Υἱό, ὅμοια μʼ ἐκείνη πού ἀναφέρουν οἱ Εὐαγγελιστές: «Οὗτος ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Μτθ. 3,17). Ἄλλωστε, ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος μᾶς εἶπε, ὅτι στόν κόσμο δέν ἦρθε νά διακονηθεῖ, ἀλλά νά διακονήσει (Ματ. 20,28)· ἦρθε νά γίνει δοῦλος καί «ἐταπείνωσεν ἑαυτόν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θάνατου, θανάτου δέ σταυροῦ…» (Φιλ.2,8), «ἵνα (ἡμεῖς) τήν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν» (Γαλ. 4,5).
*
Τό Εὐαγγέλιο τῆς Εʼ Κυρ. τῶν Νηστειῶν, περί παθητοῦ καί ἀνιστάμενου Μεσσία.
Στό Εὐαγγέλιο τῆς Ε’ Κυρ. τῶν Νηστειῶν ὁ Εὐαγγελιστής Μᾶρκος μᾶς λέγει, ὅτι ὁ Ἰησοῦς, ἐρχόμενος εἰς Ἱεροσόλυμα, πῆρε ξέχωρα τούς μαθητές του καί «ἤρξατο αὐτοῖς λέγειν τά μέλλοντα αὐτῷ συμβαίνειν, ὅτι ἰδού ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καί ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καί γραμματεῦσι, καί κατακρινοῦσιν αὐτόν θανάτῳ καί παραδώσουσιν αὐτόν τοῖς ἔθνεσι, καί ἐμπαίξουσιν αὐτῷ καί μαστιγώσουσιν αὐτόν καί ἐμπτύσουσιν αὐτῷ καί ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καί τῇ τρίτη ἡμέρᾳ ἀναστήσεται», (Μάρκ.10,32-34). Τούς εἶπε δηλ. ὅλα ὅσα οἱ θεῖες Γραφές προέβλεπαν γι’ αὐτόν.
Εἶναι γνωστό, ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἰησοῦ εἶχαν ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν ἰδέα περί παθητοῦ καί ἀνιστάμενου Μεσσία, καί περίμεναν τόν ἐρχομό ἑνός δυναμικοῦ βασιλέως - ἐλευθερωτοῦ, πού θʼ ἀποκαθιστοῦσε τό ἔθνος τους στήν παλιά δαβιδική δύναμη καί δόξα. Τίς ἀντιλήψεις αὐτές, ὅπως εἶναι φυσικό, συμμερίζονταν καί οἱ μαθητές τοῦ Ἰησοῦ. Γιʼ αὐτό λοιπόν ὁ Διδάσκαλος τούς μιλάει καθαρά γιά ὅσα τόν περίμεναν στήν ἁγία πόλη, τά ὁποῖα ὁ ἴδιος, ὄχι μόνο δέν ἀγνοοῦσε, ἀλλά καί ἐρχότανε πρός αὐτά ἐλευθέρως καί ἑκουσίως. Ἤθελε δηλ. νά προετοιμάσει τούς μαθητές του γιά ὅσα δραματικά ἐπρόκειτο νά ἰδοῦν καί νά ζήσουν τοῦτο τό πάσχα στά Ἱεροσόλυμα. «Σᾶς τά λέω ἀπό τώρα», τούς εἶπε, «γιά νά πιστέψετε, ὅταν θά συμβοῦν, ὅτι ἐγώ εἶμαι ἐκεῖνος γιά τόν ὁποῖον οἱ Γραφές προβλέπουν ὅτι θά πάθει καί θʼ ἀναστηθεῖ».
Εἶνʼ ἀλήθεια, ὅτι οἱ μαθητές, μπροστά σέ ὅσα εἶδαν κι ἔζησαν κατά τίς φρικτές ἐκεῖνες ὧρες καί ἡμέρες, δείλιασαν καί λιποψύχησαν. Τόσο, πού κι αὐτός ὁ Κύριος καί Διδάσκαλός τους, μετά τήν Ἀνάσταση τούς παραπονέθηκε καί τούς «ὠνείδισε διά τήν ἀπιστίαν αὐτῶν καί σκληροκαρδίαν, ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτόν ἐγηγερμένον οὐκ ἐπίστευσαν» (Μαρκ.16,14). Ἀκόμα κι ὅταν φανερώθηκε μπροστά τους ὁλοζώντανος, αὐτοί «ἐδόκουν πνεῦμα θεωρεῖν»· τόν πέρασαν γιά φάντασμα, κι ἀναγκάσθηκε νά τούς καλέσει νά ἰδοῦν καί νά ψηλαφίσουν τάς χεῖρας, τούς πόδας καί τήν πλευράν αὐτοῦ. Βεβαίως δέν κατακρίνουμε ἐδῶ τούς ἁγ. Ἀποστόλους, ἀφοῦ, ἀκόμα, δέν τούς εἶχε χαρισθεῖ ἡ «δόξα» τοῦ ἀνεσπέρου φωτός τῆς Ἀναστάσεως οὔτε ἡ «ὑετίζουσα φλόξ» τῆς Πεντηκοστῆς.
Ἡ ἀναφορά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στίς προρρήσεις τῶν Προφητῶν γιά τά πάθη, τόν θάνατο καί τήν ἀνάστασή του, μᾶς ἐπιτρέπει νά σταθοῦμε γιά λίγο στή μεγάλη καί σπουδαία
*
προφητεία τοῦ Ἡσαΐα περί τοῦ πάσχοντος καί ἀνιστάμενου Μεσσία (κεφ. 52,13-53,12),
ἡ ὁποία συνάδει μέ τόν τίτλο τῆς ὁμιλίας μας καί, φυσικά, μέ τό περιεχόμενο τῶν μεγάλων ἡμερῶν πού πλησιάζουν. Μεγάλη, ἡ προφητεία, ὄχι τόσο γιά τήν ἔκταση, ὅσο γιά τό περιεχόμενό της καί γιά τόν ἐξόχως ζωντανό τρόπο, μέ τόν ὁποῖον εἶναι διατυπωμένη. Γιά τήν παραστατικότητα τῶν εἰκόνων του καί τήν ζωηρότητα τῶν λόγων του ὁ Ἡσαΐας ὀρθῶς χαρακτηρίσθηκε ὡς ὁ πέμπτος εὐαγγελιστής, κι ἄς ἔγραψε τόν 8ο αἰ.π.Χ.
Ὁ Ἡσαΐας, λοιπόν, ἀναφέρεται σʼ ἕνα πρόσωπο πολύ ἀγαπητό καί οἰκεῖο στόν Θεό. Ἕνα πρόσωπο, τό ὁποῖο ὁ Θεός καλεῖ τιμητικά Δοῦλο του. Ὁ Δοῦλος λοιπόν αὐτός, πού… μόνο τό ὄνομά του δέν μᾶς λέει ὁ προφήτης, (Ἰησοῦς Χριστός, δηλαδή) θά ἐμφανισθεῖ στόν κόσμο μέ ἀποστολή νά συνάξει τόν λαό τοῦ Θεοῦ, νά συνάψει μαζί του νέα Διαθήκη καί νά εἶναι φῶς ἐθνῶν καί σωτηρία ὅλων τῶν λαῶν τῆς γῆς.
˗(Μιλάει ὁ Θεός): «Ἰδού ὁ παῖς μου», τοὐτέστιν ὁ Μεσσίας, θά ἐννοήσει πολύ καλά τήν ἀποστολή του, καί θά ἐπιτύχει πλήρως τό ἔργο του. Ἔτσι θά ὑψωθεῖ καί θά δοξασθεῖ καί θά μετεωρισθεῖ ὡς τά ἐπουράνια ἡ δόξα του. (Τά τρία αὐτά ρήματα: ὑψωθεῖ, δοξασθεῖ καί μετεωρισθεῖ σημαίνουν τήν ἔνδοξη ἀνάσταση καί τήν ἀνάληψη τοῦ Κυρίου στούς οὐρανούς). Ἀλλά, λέγει ὁ Θεός Πατήρ, θα ὑποφέρει πολλά. Γιά τά ἀπροσδόκητα παθήματά του θά ἐκπλαγοῦν πολλοί, διότι τό πρόσωπό του θά χάσει ἐντελῶς τή δόξα του ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων. Κατά παρόμοιον τρόπο, ἀργότερα, πολλά ἔθνη θά ἐκδηλώσουν τόν θαυμασμό τους· ἀκόμα κι αὐτοί οἱ βασιλεῖς, λόγῳ τῆς ἐκπλήξεως πού θά προξενήσει σέ αὐτούς τό μεγαλεῖο τοῦ ἀναστημένου Μεσσία, θά κλείσουν τό στόμα σιωπῶντες.
Κύριε, (ρωτάει ὁ Προφήτης), ποιός πίστεψε στό κήρυγμά μας; Καί ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου (τοῦ Μεσσία) σέ ποιόν ἔγινε αἰσθητή; Ἐμεῖς (ἐνν. οἱ Προφῆτες) τόν ἀναγγείλαμε ὡς παιδίον, κι ἔτσι ἐμφανίσθηκε: ὡς μικρό παιδί· ὡς ρίζα σέ ἄνυδρο τόπο· δηλ. κηρύξαμε τό ταπεινόν τῆς ἐμφανίσεώς του, ἐνῶ οἱ Ἰουδαῖοι ἀνέμεναν Μεσσία μέ κοσμική δύναμη. Με ὅσα ὑπέστη, χάθηκε ἡ μορφή του καί ἡ δόξα του. Ναί· τόν εἴδαμε, λέει ὁ προφήτης, καί δέν εἶχε μορφή οὔτε κάλλος· παραμορφώθηκε ἐντελῶς! ἔγινε ὁ… ἀσχημότερος τῶν ἀνθρώπων ἀπό τά ἀνηλεῆ μαστιγώματα καί τούς κολαφισμούς· ἔδειχνε σάν νά πῆρε ἀπάνω του τήν ἀσχήμια ὅλων τῶν ἀνθρώπων· τόσο πολύ ἀτιμάσθηκε… Παρά ταῦτα, ὁ «παῖς Κυρίου» γνωρίζει νά σηκώνει τίς ταλαιπωρίες, γιατί ξέρει καλά τήν ἀποστολή του: πάσχει καί ὑποφέρει διά «τάς ἁμαρτίας ἡμῶν καί περί ἡμῶν ὀδυνᾶται». Ὡστόσο, ἐμεῖς νομίσαμε ὅτι βρίσκεται σέ αὐτή τήν ὀδυνηρή πληγή καί κάκωση, τιμωρούμενος ἀπό τόν Θεό. Αὐτός ὅμως τραυματίσθηκε γιά τίς ἁμαρτίες ὅλων ἡμῶν, καί κακοποιήθηκε τόσο βάναυσα γιά τίς δικές μας ἀνομίες. Ἡ φρικτή δοκιμασία του εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τήν δική μας εἰρήνη. «Τῷ μώλῳπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν». Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι πλανηθήκαμε ὡς πρόβατα, ἀλλʼ ὁ Κύριος καί Θεός «παρέδωκε» τόν Μεσσία γιά τίς ἁμαρτίες μας. Αὐτός δέ, παρ’ ὅλη τήν κακουχία του, δεν ἀνοίγει τό στόμα του νά διαμαρτυρηθεῖ· ὁδηγήθηκε «ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν», ἄκακος καί πρᾶος…
Ἡ προφητεία τελειώνει μέ τήν πλήρη δικαίωση καί ἀποκατάσταση τοῦ παιδός Κυρίου, ὁ ὁποῖος θά κατανικήσει καί θά λάφυραγωγήσει τούς ἐχθρούς του, τοὐτέστι θά ἐλευθερώσει ὅλους πού θέλουν νά σωθοῦν, καί θά συγκροτήσει νέα γενεά, ἀτελεύτητη, τήν Ἐκκλησία.
*
Ὑμνοῦμεν, προσκυνοῦμεν και δοξάζομεν.
Ἀγαπητοί ἀδελφοί·
Ὁ πάσχων δοῦλος καί ὁ ἀναστάς Κύριος καί Βασιλεύς τῆς δόξης εἶναι ἕνα καί τό αὐτό πρόσωπο: ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Τήν μοναδική σημασία τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε νά τήν ἐννοήσουμε μόνο ὑπό τό φῶς τῆς ἀναστάσεως. Ἡ Ἐκκλησία μας καί τά δύο αὐτά, Σταυρό καί Ἀνάσταση, τά ὁμολογεῖ καί τά προσκυνᾶ ἀχώριστα. Σέ αὐτή τήν τιμή καί τήν προσκύνηση, τίς μέρες ἐτοῦτες τίς μεγάλες καί τίς ὧρες πού ἔρχονται, μαζί μέ τήν ἐκκλησιαστική ποίηση καί ὑμνολογία, μᾶς βοηθεῖ ἐξαιρετικά καί ἡ τέχνη τῆς ὀρθόδοξης εἰκονογραφίας. Στήν καθʼ ἡμᾶς Ἀνατολή δέν ἔχει θέση ὁ Δυτικός ρεαλισμός καί ἡ ἐπιμονή στήν ἀνατομική φυσιολογία καί ἀκρίβεια. Ὁ νεκρός Ἰησοῦς στήν ὀρθόδοξη εἰκόνα τῆς σταυρώσεως δέν «κρεμᾶται» ὡς ἄψυχο ἀνθρώπινο κορμί, μέ ἐμφανῆ τά σημεῖα τῆς γνωστῆς νεκρικῆς ἀκαμψίας. Τό σῶμα τοῦ Ἐσταυρωμένου καί ἡ κεφαλή δέν πέφτουν πρός τά ἐμπρός. Ὁ Ἐσταυρωμένος Κύριος καί Βασιλεύς τῆς δόξης βεβαίως «ἀφῆκε τό πνεῦμα» του ἐπί τοῦ Σταυροῦ, ἀλλά «διαφθορᾶς ἐδείχθη ἀλλότριος»· εἶναι νεκρός, ἀλλά… «ζωαρχικότατος». Τό δείχνει τό ὄρθιο Σῶμα του, τό ἱλαρό καί ἥρεμο πρόσωπό του, οἱ ἁπλωμένες παλάμες του ˗ ἕτοιμες νά ἑνώσουν «τά τό πρίν διεστῶτα»˗. Ναί· ὁ Κύριός μας στόν Σταυρό εἶναι «κατάστικτος τοῖς μώλωψι», ἀλλά «καί πανσθενουργός»! Γι’ αὐτό οἱ Ὀρθόδοξοι δέν θαυμάζουμε τήν εἰκόνα τῆς Σταυρώσεως ὡς καλλιτεχνική ἀξία καί ἐπιτυχία, ἀλλά τήν προσκυνοῦμε καί τήν δοξάζουμε ψάλλοντας: «τόν Σταυρόν σου προσκυνοῦμεν, Δέσποτα, καί τήν ἁγίαν σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν».
Καλή Μεγ. Ἑβδομάδα καί καλή Ἀνάσταση.