Πέμπτη 7 Μαρτίου 2019

«Κυριακή της συγχώρησης. Να συγχωρούμε, αλλά πώς; (Κυριακή της Τυρινής)»



Το Ευαγγέλιο της Κυριακής, καθώς ξεκινά η Μεγάλη Τεσσαρακοστή, μας μιλάει με λόγια θείας ελπίδας αλλά και προειδοποιεί: Συγχωρείτε εκείνους που σφάλλουν ενώπιόν σας, συγχωρείτε, διότι διαφορετικά δεν θα συγχωρηθείτε. Η Βασιλεία του Θεού είναι βασιλεία αμοιβαίας αναγνώρισης, αμοιβαίας αποδοχής και αγάπης, στοιχείων που συμπίπτουν με τη χαρά της κοινωνίας, αλλά και της ετοιμότητας να σηκώνουμε ο ένας τα βάρη τού άλλου.

Να συγχωρούμε, αλλά πώς; Από πού ξεκινά η συγνώμη; Θα ήταν τόσο εύκολο, πραγματικά θαυμάσιο, αν η συγνώμη μπορούσε να αρχίσει με μία τέτοια αλλαγή της καρδιάς, ώστε εκείνοι που μας είναι απεχθείς να γίνουν αγαπητοί, αυτά που μας πόνεσαν να ξεχαστούν και να μπορούμε να αρχίζουμε απ’ την αρχή σαν τίποτε να μην έχει συμβεί.

Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να γίνει! Τον πόνο του παρελθόντος τον νιώθουμε, δεν ξεχνιέται, δεν μπορούμε απλώς να ξαναρχίσουμε σαν να μην υπήρξε τίποτε προηγουμένως. Αλλά το νόημα της συγνώμης δεν είναι αυτό. Συγνώμη δεν σημαίνει λήθη· η λήθη δεν οδηγεί πουθενά. Αν ξεχάσουμε πως, για ποιο λόγο, υπό ποιες συνθήκες, λόγω ποιας αδυναμίας, σε ποιο σημείο ήταν ευάλωτος εκείνος που έσφαλε, τότε τον αφήνουμε απροστάτευτο. Εκείνος που έκανε το λάθος πρέπει να προστατευθεί από ενδεχόμενη νέα πτώση. Αυτό που έκανε, οι λόγοι και οι συνθήκες της πτώσης του δεν θα πρέπει να ξεχαστούν, διότι από δω και πέρα έχει ανάγκη από τη δική μας στοχαστική αγαπητική μέριμνα, ώστε να μη γλιστρήσει, να μην αμαρτήσει και πάλι.


Εδώ ακριβώς αρχίζει η συγνώμη: τη στιγμή κατά την οποία, αναγνωρίζοντας το εύθραυστο των άλλων, όπως αναγνωρίζω και το δικό μου, την ανάγκη τους για προστασία και βοήθεια, για ευσπλαχνία, είμαι προετοιμασμένος να φέρω μαζί τους το φορτίο της αδυναμίας τους, το ευάλωτο της αμαρτωλότητάς τους. Η συγνώμη αρχίζει τη στιγμή που αποφασίζω να ανέχομαι τους αδελφούς μου, χωρίς να περιμένω να αλλάξουν, να τους ανέχομαι όπως είναι, να κάνω ελαφρότερο το φορτίο τους, ώστε κάποτε η αλλαγή τους να καταστεί εφικτή.

Η προϋπόθεση πάντως της συγνώμης βρίσκεται μέσα μου: είναι η προθυμία μου να αναλάβω αυτόν τον σταυρό, αυτό το φορτίο, ώστε οι άλλοι να θεραπευθούν ή τουλάχιστον να προστατευ­θούν έναντι του κακού. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να το κάνει ο καθένας, δεν χρειάζεται παρά μία στιγμή κατανόησης, αποφασιστικότητα και καλή θέληση. Όλοι μας έχουμε δίπλα μας ανθρώπους που δύσκολα ανεχόμαστε, που είναι, αιτία ταλαιπωρίας, δυστυχίας και θυμού· μπορούμε να ακυρώσουμε αυτόν τον θυμό και να ξεπεράσουμε τη δυστυχία αν κάνουμε το καθήκον μας, το καθήκον της ζωής μας, το έργο μας, που είναι να κουβαλάμε μαζί τους το φορτίο, να είμαστε αυτοί που, πληγωμένοι και προσβεβλημένοι και αποδιωγμένοι, θα στραφούμε στον Κύριο και θα πούμε: «Κύριε, συγχώρησε, γιατί δεν μνησικακώ, θέλω να γίνω και να παραμείνω στέρεος μ’ αυτόν τον άνθρωπο στην αδυναμία του και στην αμαρτωλότητά του. Δεν θα σταθώ κριτικά απέναντι του, κι αν εγώ δεν είμαι ακόμη ικανός να το κάνω. κάνε το Εσύ για μένα: μη μου καταλογίσεις την κρίση, μη μου καταλογίσεις την κατάκριση που με τραχύτητα πρόφερα, μην υποστηρίξεις τον θυμό μου. Στάσου δίπλα σ’ αυτόν που έσφαλε, επειδή αυτός ή αυτή έχει ανάγκη βοηθείας, συγχωρήσεως και θεραπείας γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο».

Εκεί αρχίζει η συγνώμη, κι αν δεν αρχίσει εκεί δεν θα μπορέσει να εξελιχθεί σε τίποτα άλλο. Σηκώνουμε το φορτίο ο ένας του άλλου, αποδεχόμαστε την αλληλεγγύη με εκείνους που έσφαλαν και σφάλλουν, τους αγαπούμε εν καινότητι ζωής και μόνον τότε η συγχώρηση γίνεται, αυτό που πρέπει να είναι: μια πράξη μεσιτείας ενώπιον του Θεού, μια πράξη που γιατρεύει και μεταμορφώνει. Αυτή την αρχή της συγνώμης όλοι μπορούμε να την κάνουμε, είναι μέσα στις δυνάμεις μας να αναλάβουμε αυτό το έργο. Ας κάνουμε λοιπόν ό,τι μπορούμε, και ας αφήσουμε τον Θεό να πραγματοποιήσει μέσα μας, για μας, καταμεσής της ζωής μας, αυτό που ξεπερνά την καλή μας θέληση, ώστε να χτίσουμε σιγά-σιγά τη βασιλεία της αμοιβαίας αγάπης, μια βασιλεία που είναι αληθινά Βασιλεία του Θεού.

Anthony Bloom, «Στο φως της Κρίσης του Θεού.
Εκδ. «Εν πλω», σ. 79-83.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου