Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2019

Γρηγορίου Ξενόπουλου, «Ψυχοσάββατο»



«Η γριά Μπάμπαινα ετοιμάζει στο φτωχόσπιτό της τα κόλυβα της κόρης της, της Ευμορφίας, που έχει πεθάνει πριν από έξι μήνες, γιατί την επομένη είναι Ψυχοσάββατο. Εκεί ζει με τη νύφη της, τη Μαρία, την οποία θεωρεί υπεύθυνη για το θάνατο της Ευμορφίας. 
Η Μαρία και η Μπάμπαινα συνομιλούν στην αρχή του έργου και αποτυπώνεται η αμοιβαία τους αντιπάθεια. Περιμένουν τον Κωνσταντή, τον άντρα της Μαρίας από τις δουλειές στην εξοχή. Όταν ο Κωνσταντής φτάνει ανακοινώνει ότι σε λίγο θα έρθει ο ξάδερφός του ο Λίγερος. Η Μαρία δείχνει να περιμένει με λαχτάρα τον ερχομό του Λίγερου. Τρώνε όλοι μαζί και η γριά συνεχώς επιτίθεται στη νύφη της και υποστηρίζει ότι ζούμε μαζί με τους νεκρούς, ότι κάνουμε ό,τι εκείνοι θέλουν. Η Μαρία τρομάζει, σαν να είδε κάτι και σιγοκλαίει. Τέτοια περιστατικά επαναλαμβάνονται τακτικά και ο γιατρός τους είπε ότι είναι «υστερικά». «Οι πεθαμένοι μας κυβερνούν» ξαναλέει η γριά Μπάμπαινα, δείχνοντας ευθέως προς τη νύφη της, αλλά ο Κωνσταντής παίρνει το μέρος της γυναίκας του. 


Όταν η Μαρία μένει μόνη με τον Λίγερο του ζητά να την πάρει να φύγουν, να την πάει στη μάνα της και να γίνει δική του. Ο Λίγερος την είχε ζητήσει από τον πατέρα της, αλλά εκείνος την έδωσε στον πλούσιο Κωνσταντή. Η Μαρία βιώνει επώδυνα το γάμο της και η Ευμορφία, όσο ζούσε, της έκανε τη ζωή δύσκολη καθημερινά. Τελικά η Μαρία πείθει το Λίγερο να την πάρει μαζί του και οργανώνουν τη φυγή τους. Η δράση διακόπτεται από το «Ιντερμέτζο» και η σκηνή γεμίζει ψυχές. Η Ευμορφία ως Κορυφαία του Χορού των ψυχών, τραγουδά μαζί με τις συντρόφισσές της την επιστροφή στο σπίτι της που τη γεμίζει χαρά. Και με το τραγούδι οι ψυχές χάνονται. Η Μαρία με αναμμένο το λύχνο πάει να φύγει, αλλά στην πόρτα βλέπει την Ευμορφία που την εμποδίζει και πέφτει λιπόθυμη. Ο Λίγερος προσπαθεί να την συνεφέρει και να την πάρει μαζί του. Η Μαρία τελικά ομολογεί πως άνοιξε το παράθυρο τη νύχτα και ξανακύλησε η άρρωστη αδερφή στην αρρώστια. Η γριά Μπαμπαινα έρχεται να συνηγορήσει και ο Κωνσταντής σύρει τη γυναίκα του «απάνου στο κρεβάττι της πεθαμένης». Ακούγονται κρότοι και μια υπόκωφη κραυγή της Μαρίας. Η Μπάμπαινα υψώνει τα χέρια: «Δικαιοσύνη». Χτυπάει ο όρθρος του Ψυχοσάββατου…».

Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2019

Ο παπά-Νικόλας Πλανάς* και το... πρόσφορο!



Κάποια μέρα που ο Άγιος βρισκόταν σ’ ένα από τα αγαπημένα του ξωκκλήσια για να λειτουργήσει, παρατήρησε πως δεν υπήρχε κανένα πρόσφορο. Δεν ταράχτηκε. Προτίμησε να περιμένει με τη βεβαιότητα ότι σύντομα κάποιο πρόσφορο θα βρισκόταν. Άλλωστε τόσα χρόνια, όσες φορές είχε συμβεί να μην έχει πρόσφορο, πάντα την κατάλληλη στιγμή, κάποιος θα έφερνε, ή αν έπρεπε κάποιος από το εκκλησίασμα πήγαινε σε κοντινό φούρνο και αγόραζε ένα. Εκείνη τη μέρα όμως τα πράγματα δυσκόλευαν… Η ώρα περνούσε και κανένας δεν έφερνε πρόσφορο.
Έψαξε καλά στα ράφια του ιερού μήπως και υπήρχε κάποιο από προηγούμενη φορά, μα δε βρήκε τίποτα. Τότε έκανε νόημα σε δύο πνευματικά του παιδιά να πλησιάσουν στο ιερό και τους ζήτησε να πάνε γρήγορα στο φούρνο και να ζητήσουν πρόσφορο κι αν δεν έβρισκαν να ζητούσαν από κάποιες ενορίτισσες που πάντα φρόντιζαν και είχαν. Έφυγαν τρέχοντας από το εκκλησάκι οι δύο, μα μάταιος ο κόπος τους. Λίγη ώρα αργότερα γύρισαν με άδεια χέρια πίσω και ανακοίνωσαν στον Άγιο πως, παρά την προσπάθεια τους, κανένας δε βρέθηκε να τους εξυπηρετήσει. Ο Άγιος ευχαρίστησε τα πνευματικά του παιδιά για τον κόπο τους και έμεινε μόνος του στο ιερό. Στενοχωρήθηκε πολύ και τα ασκητικά του μάτια γέμισαν δάκρυα. Η ώρα είχε περάσει.
Ο Όρθρος έφτανε στο τέλος και ο ευλογημένος ιερέας δεν θα μπορούσε να προχωρήσει στη Θεία Λειτουργία. Τόσα χρόνια, καθημερινά λειτουργούσε, μα εκείνη τη μέρα με θλίψη θα έπρεπε να διακόψει αυτή την ευλογημένη σειρά. Με ασταμάτητα δάκρυα κοιτούσε την εικόνα του Εσταυρωμένου και με δυνατή προσευχή παρακαλούσε τον Κύριο να μη του στερήσει τη Θεία Λειτουργία. Ξαφνικά βλέπει πάνω στην Αγία Τράπεζα ένα μικρό πρόσφορο που άχνιζε. Ήταν ολόφρεσκο και τοποθετημένο στη μέση. Μόλις το είδε ο Άγιος έκανε το σταυρό του και ύψωσε τη δακρυσμένη ματιά του προς τον ουρανό ευχαριστώντας το Θεό.


Το θαύμα είχε γίνει. Κάποιος άγγελος σταλμένος από το Χριστό είχε τοποθετήσει το μικρό πρόσφορο στην Αγία Τράπεζα. Ο Άγιος σκέφτηκε πως ένα τέτοιο θαυμαστό γεγονός δεν έπρεπε να μείνει κρυφό. Κρατώντας λοιπόν το θεόσταλτο δώρο βγήκε μπροστά στην Ωραία Πύλη του Ιερού και διακόπτοντας τους ψάλτες έδειξε το πρόσφορο προς το εκκλησίασμα και είπε συγκινημένος: “Κοιτάξτε παιδιά μου τι σημείο μας έκανε ο Θεός”. Ο κόσμος σάστισε. Χωρίς πολλά λόγια ο Άγιος εξήγησε τι είχε προηγηθεί και αμέσως προχώρησε πάλι μέσα στο ιερό και σαν να είχε συμβεί κάτι απλό και συνηθισμένο συνέχισε την ακολουθία. Στο μεταξύ, βαθιά συγκίνηση κατέλαβε τους παρευρισκόμενους όταν συνειδητοποίησαν πως ένα μεγάλο θαύμα –σημείο, όπως τους είπε ο Παππούς– είχε συμβεί εκείνη την ώρα. Όλων τα μάτια βούρκωσαν και στράφηκαν με ευγνωμοσύνη προς την εικόνα του Χριστού που τη φώτιζε αμυδρά ένα μικρό καντήλι. Ευχαριστούσαν τον Κύριο για το μεγάλο θαύμα. Τον ευχαριστούσαν όμως και για την ευλογημένη παρουσία του Παππού κοντά τους.
Μέχρι την απόλυση της Θείας Λειτουργίας όλοι ήταν συγκλονισμένοι και με δυσκολία συγκρατούσαν τα δάκρυά τους. Μόνο ο Άγιος Νικόλαος ο Πλανάς έμοιαζε να μην έχει συναίσθηση του θαύματος που είχε γίνει. Άλλωστε για τον ίδιο τα θαύματα ήταν μέρος του καθημερινού του προγράμματος και η ταπεινή του ψυχή ποτέ δεν υπερηφανεύτηκε για τα θεία σημεία. Ήταν για τον Άγιο τα θαύματα φυσιολογικά, όπως φυσιολογική ήταν και η αστείρευτη πίστη και αγάπη του στο Θεό.

Πηγή: «Το πρώτο μου συναξάρι», εκδόσεις Ιεράς Μονής Χρυσοπηγής, 1997.

*Ο Άγιος Νικόλαος ο Πλανάς εορτάζει στις 2 Μαρτίου.

«Πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία…»



«Είναι σχεδόν αδύνατο να μεταφέρεις στο σύγχρονο άνθρωπο που τρέφεται με τη δημοσιότητα, την αυτοπροβολή και την ατέλειωτη αυτοεξύμνηση, το γεγονός ότι εκείνο που είναι αυθεντικά τέλειο, όμορφο και καλό είναι την ίδια στιγμή γνήσια ταπεινό. Ακριβώς γιατί η τελειότητα δεν έχει ανάγκη από τη «δημοσιότητα», την εξωτερική δόξα ή από την κάθε είδους επίδειξη. Ο Θεός είναι ταπεινός γιατί είναι τέλειος. Η ταπείνωσή Του είναι η δόξα Του και η πηγή κάθε αληθινής ομορφιάς, τελειότητας και καλοσύνης: Καθένας που προσεγγίζει το Θεό και Τον γνωρίζει αυτόματα μοιράζεται τη Θεία ταπείνωση και ωραΐζεται μέσα σʹ αυτή. Αυτό συνέβηκε με την Παναγία, τη Μητέρα του Χριστου, που η ταπείνωση την έκανε χαρά όλης της οικουμένης και τρανή αποκάλυψη της ωραιότητας πάνω στη γη∙ αυτό έγινε και με όλους τους αγίους∙ το ίδιο συμβαίνει και με κάθε ανθρώπινη ύπαρξη στις σπάνιες στιγμές της επαφής της με τα Θεό.

Πώς κανείς γίνεται ταπεινός; Η απάντηση για ένα χριστιανό είναι απλή: με την ενατένιση του Χριστού, που είναι η σαρκωμένη Θεία ταπείνωση, ο Ένας, μέσα στον οποίο ο Θεός αποκάλυψε, μια για πάντα, τη δόξα Του σαν ταπείνωση και την ταπείνωσή Του σαν δόξα. «Νυν» είπε ο Χριστός τη νύχτα της άκρας ταπείνωσής Του, «εδοξάσθη ο υιός του ανθρώπου, και ο Θεός εδοξάσθη εν αυτώ». Η ταπείνωση μαθαίνεται ενατενίζοντας το Χριστό ο οποίος είπε: «Μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία». Τελικά γινόμαστε ταπεινοί με το να μετράμε το καθετί με μέτρο τα Χριστό και να αναφερόμαστε για όλα σʹ Αυτόν. Χωρίς το Χριστό η αληθινή ταπείνωση είναι αδύνατη, ενώ στην περίπτωση του φαρισαίου, ακόμα και η θρησκεία, γίνεται υπερηφάνεια για τα επιτεύγματά του, έχουμε δηλαδή ένα άλλο είδος φαρισαϊκής αυτοδοξολογίας».

+π. Αλέξανδρος Σμέμαν

Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2019

«Ένα θαυμάσιο φως...»


 
«Όταν αισθανόμαστε την αδυναμία μας και το πνεύμα μας απελπίζεται, τότε εμφανίζεται κατά κάποιο τρόπο ένα θαυμάσιο φως, που προβάλλει μια ζωή ατέλειωτη. Όταν το σκοτάδι μέσα μας είναι τόσο πυκνό, ώστε να παραλύσουμε από τρόμο, τότε το ίδιο φως μετατρέπει τη σκοτεινή νύχτα σε λαμπρή ημέρα. Όταν εμείς καταδικάζουμε τον εαυτό μας σε αιώνια κόλαση όπως το αξίζει και βρισκόμαστε στην αγωνία της πτώσεως μέσα στο σκοτεινό λάκκο, ξαφνικά μια δύναμη εκ των άνω ανυψώνει το πνεύμα μας στα ύψη. Όταν τέλος μας συνθλίβει το συναίσθημα της μηδαμινότητάς μας, το άκτιστο φως μας μεταμορφώνει και μας φέρνει σαν γιούς στο σπίτι του Πατέρα. Πως ερμηνεύονται αυτές οι αντίθετες καταστάσεις; Πως η αυτοκαταδίκη μας μάς δικαιώνει μπροστά στο Θεό; Αυτό γίνεται, γιατί υπάρχει αλήθεια σ' αυτή την αυτοκαταδίκη, κι έτσι το Πνεύμα της Αλήθειας βρίσκει τόπο για την κατοίκησή του μέσα μας...». 

Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου του Έσσεξ, «Η ζωή Του ζωή μου». Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1977, σ. 80-81.

«Ένας πατέρας περιμένει…»


 

«Όλοι λίγο πολύ άσωτοι και αυτοεξόριστοι είμαστε. Σημασία έχει να επιστρέφεις. Ένας πατέρας περιμένει διαρκώς στο κεφαλόσκαλο».΄

Μάρω Βαμβουνάκη,
συγγραφέας.

Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2019

Αρχιερατικός Εσπερινός



Αρχιερατικός Εσπερινός, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ.κ. Μαξίμου,  θα τελεσθεί την ερχόμενη Παρασκευή 1η Μαρτίου, στις 6 το απόγευμα, στο Ναό μας.

«Στον άσωτο...»



Γράφει ο π. Θωμάς Ανδρέου,
Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Θρόνου
& Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννίνων

Μια συγκινητική ιστορία... Μια ιστορία απ' αυτές που γίνονται πραγματικότητα, μέσα από τα σενάρια της ζωής. Μια ιστορία που από μόνη της μπορεί να αναδείξει έννοιες όπως η αγάπη, η μετάνοια και η συγχώρηση. Πολλές φορές κάνουμε το λάθος να αποσυνδέσουμε αυτές τις έννοιες μεταξύ τους.

Είναι σαν να προσπαθείς πεισματικά να χωρίζεις τον άνθρωπο από την ανάγκη για τροφή και νερό. Πως μπορεί να επιβιώσει; Με τον ίδιο τρόπο, δεν μπορεί κανείς να διαχωρίσει την αγάπη από την συγχώρηση. Η μετάνοια στέκει μεταξύ των δύο, συνδετικός κρίκος μεταξύ όχι μόνον ανθρώπου με τον άνθρωπο, αλλά κυρίως του ανθρώπου με το Θεό.

Αυτήν λοιπόν την ιστορία, μπορεί να την έχεις δει δίπλα σου, κοντά σου, ακόμα και να την έχεις ζήσει. Είναι γιατί το ευαγγέλιο, γράφτηκε πριν εικοσιένα αιώνες για να κρατήσει για πάντα... Απλά, γιατί επιβεβαιώνεται μέσα από το ζωντάνεμα των λόγων του, στην ίδια τη ζωή.


Το λάθος! Τι έννοια... Ποιος μπορεί να πει πως είναι αλάνθαστος! Αυτή είναι η βάση επάνω στην οποία το παιδί, ξεφεύγει από την ανάγκη της πατρικής προστασίας. Η λανθασμένη εκτίμηση μιας στιγμής, που μπορεί τα αποτελέσματα της να σε συνοδεύουν για πάντα.

Όλοι μας βρεθήκαμε στην θέση αυτού του ανθρώπου που δεν κατάφερε να εκτιμήσει αυτά που είχε, αλλά απλά, θέλησε να αποζητήσει όσα θα ήθελε να έχει. Έτσι κάπως αλλάζει η ζωή του ανθρώπου, από τη μια στιγμή στην άλλη. Έρχεται όμως η ώρα, να δεις απλά τι είχες και τι, από την δική σου θέληση, αποφάσισες να αποχωριστείς. Θέλεις η ανατροπή των δεδομένων; Είναι και αυτό μες στη ζωή. Θέλεις πως τελικά οι εκτιμήσεις μας διαψεύδουν; Δεν μπορεί κανείς να το αποφύγει. Εξάλλου, το λάθος δεν αποτελεί ίδιον του Δημιουργού, αλλά επιλογή του δημιουργήματος.

Όμως κάπου εδώ, μια αχτίδα πάντοτε έρχεται να ξαναζωντανέψει την ετοιμοθάνατη ελπίδα. Την ελπίδα που γίνεται στιγμιαία βεβαιότητα, πως τελικά, δεν έχουν όλα τελειώσει... Εδώ, λοιπόν, η μετάνοια, δίνει με χαρά πάντα την θέση της στη συγχώρεση που περιμένει υπομονετικά τη σειρά της... Η συγχώρηση, δεν είναι τίποτε περισσότερο από την προσπάθεια επανόρθωσης του λάθους και δεν υπάρχει λάθος που δεν μπορεί να διορθωθεί από αυτόν που το έκανε, όσο ο ίδιος έχει την ευκαιρία να το διορθώσει.

Πάντα μου άρεσε αυτή η παραβολή. Ίσως γιατί μέσα της, κάπου συναντώ τον εαυτό μου. Εξάλλου, δεν είναι μόνον η ανάγκη της μετάνοιας, αλλά κυρίως, η βεβαιότητα της συγχώρησης...

Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2019

«Ο νόστος μια χαμένης παραδείσου...»


 

«Από περιέργεια ήθελες να ταξιδέψεις, να πας μακριά σε ξένα μέρη. Δε σε χώραγε ο τόπος, έπληττες.
Κι ο άλλος ήθελε να ταξιδέψει. Για μιαν επιστροφή. Για να βρει όσα η καρδιά αγαπούσε και του έλειπαν και τον πονούσαν.
Η επιστροφή, ο νόστος μια χαμένης παραδείσου.
Γιατί είναι ωραία να νοιώθεις πως έχεις σπίτι και εστία».

Γιώργος Κόρδης