Παρασκευή 26 Αυγούστου 2011

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης για την αρχή της Ινδίκτου



Το μήνυμα του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου για το νέο εκκλησιαστικό έτος:

Η Χάρις του Θεού καταξιώνει ημᾶς σήμερον όπως εναρξώμεθα ενός εισέτι εκκλησιαστικού έτους, ενός εισέτι εορτολογικού κύκλου, εντός των ευλογημένων ευκαιριών του οποίου καλούμεθα να καταβάλλωμεν αγώνα πνευματικόν διά να αξιοποιήσωμεν καλλίτερον την δοθείσαν ημίν δυνατότητα του γενέσθαι «καθ’ ομοίωσιν» Θεού ώστε να καταστώμεν και ημείς άγιοι Αυτού.
Η σημερινή όμως ημέρα, η 1η Σεπτεμβρίου, η πρώτη του νέου εκκλησιαστικού έτους, είναι αφιερωμένη, πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και εις την προσευχήν διά το φυσικόν περιβάλλον.
Η δε πρωτόβουλος αύτη απόφασις ουδόλως τυγχάνει άσχετος προς την ανωτέρω σημειολογίαν της σημερινής ημέρας, καθώς ο πνευματικός αγών ο οποίος επιφέρει την καλήν αλλοίωσιν του ανθρώπου συμβάλλει και εις την βελτίωσιν των σχέσεών του προς το περιβάλλον και εις την καλλιέργειαν της ευαισθησίας του ανθρώπου υπέρ της προστασίας και διαφυλάξεως αυτού.
Δοξολογούμεν, λοιπόν, σήμερον το άγιον όνομα του Θεού, διότι εχάρισεν εις την ανθρωπότητα και διατηρεί και συνέχει την φύσιν, ως το καταλληλότατον περιβάλλον διά την εν αυτώ υγιεινήν ανάπτυξιν του σώματος και του πνεύματος του ανθρώπου.
Ταυτοχρόνως δεν δυνάμεθα όμως να παρασιωπήσωμεν και το γεγονός, ότι ο άνθρωπος δεν τιμά πρεπόντως την δωρεάν ταύτην του Θεού και καταστρέφει το περιβάλλον, εκ πλεονεξίας ή εξ άλλων εγωϊστικών επιδιώξεων.
Το περιβάλλον ημών αποτελείται, ως γνωστόν, εκ του εδάφους, των υδάτων, του ηλίου, του αέρος αλλά και εκ της πανίδος και της χλωρίδος.
Ο άνθρωπος δύναται να εκμεταλλεύηται προς ίδιον όφελος την φύσιν μέχρις όμως ενός ορίου, ώστε να διασφαλίζηται η αειφορία, ήτοι η δυνατότης αναπαραγωγής των καταναλωθέντων ενεργειακών πόρων αλλά και των εμβίων, αλόγων, κτισμάτων.
Άλλωστε, η καλώς εννοουμένη εκμετάλλευσις της φύσεως αποτελεί και εντολήν του Θεού προς τον άνθρωπον, προ και μετά την πτώσιν αυτού.
Η υπέρβασις όμως του ορίου τούτου, ήτις δυστυχώς αποτελεί φαινόμενον των δύο τελευταίων αιώνων εις την ιστορίαν του ανθρωπίνου γένους, καταστρέφει την αρμονίαν των φυσικών συνισταμένων του περιβάλλοντος και οδηγεί εις τον κορεσμόν και την νέκρωσιν της δημιουργίας, αλλά και αυτού τούτου του ανθρώπου, ο οποίος δεν δύναται να επιβιώσῃ εντός απερρυθμισμένων εις βαθμόν μη αναστρέψιμον οικοσυστημάτων.
Αποτέλεσμα δε του φαινομένου τούτου είναι η εμφάνισις και εξάπλωσις ασθενειών προκαλουμένων υπό του, ανθρωπίνῃ ευθύνῃ, μολυσμού των διατροφικών αγαθών.
Εις τας ημέρας μας, ορθώς μεν τονίζεται η μεγάλη σημασία των δασών και εν γένει της χλωρίδος διά την αειφορίαν του γηΐνου οικοσυστήματος ως και την διασφάλισιν των υδατίνων πόρων, αλλά δεν πρέπει να υποτιμάται και η μεγάλη συμβολή των ζώων εις την εύρυθμον λειτουργίαν αυτού.
Τα ζώα ανέκαθεν υπήρξαν φίλοι του ανθρώπου και οι υπηρέται των ανθρωπίνων αναγκών καθώς παρείχον και παρέχουν εις αυτόν τροφήν, ένδυσιν, μεταφορικόν έργον αλλά και προστασίαν και συντροφικότητα.
Στενωτάτη είναι η σχέσις του ανθρώπου με τα ζώα, ως καταδεικνύεται εκ του γεγονότος ότι αυτά επλάσθησαν την ιδίαν ημέραν με αυτόν (Γεν. 1, 24-31) η και εκ της δοθείσης υπό του Θεού εντολής εις τον Νώε όπως διασώσῃ εν ζεύγος εξ εκάστου είδους από τον επικείμενον κατακλυσμόν (Γεν. 6, 19).
Τυγχάνει χαρακτηριστικόν το γεγονός ότι ο Θεός επιδεικνύει ιδιαιτέραν μέριμναν διά την διάσωσιν του ζωϊκού βασιλείου. 
Εις τοὺς βίους των Αγίων αναφέρονται πολλαί διηγήσεις διά τας αρίστας σχέσεις μεταξὺ Αγίων και αγρίων ζώων, τα οποία υπό άλλας συνθήκας δεν διατηρούν φιλικάς σχέσεις προς τον άνθρωπον. Βεβαίως αυτό δεν οφείλεται εις την κακήν φύσιν των, αλλά εις την αντίστασιν του ανθρώπου προς την Χάριν του Θεού και την συνεπακόλουθον συγκρουσιακήν σχέσιν αυτού μετά των στοιχείων και των αλόγων εμβίων όντων της φύσεως.
Άλλωστε, συνέπεια της διαταράξεως της σχέσεως των πρωτοπλάστων προς τον Δημιουργόν των και Θεόν ήτο και η διατάραξις των σχέσεων αυτών μετά του περιβάλλοντος: «επικατάρατος η γη εν τοις έργοις σου· εν λύπαις φάγηι αυτήν πάσας τας ημέρας της ζωής σου· ακάνθας και τριβόλους ανατελεί σοι, και φάγηι τον χόρτον του αγρού.
Εν ιδρώτι του προσώπου σου φάγηι τον άρτον σου έως του αποστρέψαι σε εις την γην, εξ ής ελήμφθης» (Γεν. 3, 17-19). Η ειρήνευσις του ανθρώπου μετά του Θεού συνεπάγεται και την ειρήνευσιν αυτού μετά των στοιχείων της φύσεως.
Είναι φανερόν, κατόπιν τούτων, ότι η αγαθή σχέσις του ανθρώπου προς το περιβάλλον αναπτύσσεται όταν παραλλήλως αναπτύσσηται αγαθή σχέσις αυτού προς τον Θεόν.
Τυγχάνει γνωστή η αφήγησις του Συναξαριστού περί της εμπειρίας του Μεγάλου Αντωνίου, ο οποίος εις ηλικίαν ενενήκοντα ετών απεφάσισεν, καθοδηγηθείς υπό Αγγέλου Κυρίου, να πορευθήι ενδότερον της ερήμου προς αναζήτησιν και άλλου αναχωρητού, του Οσίου Παύλου του Θηβαίου, ίνα λάβη παρ’ αυτού ωφέλειαν πνευματικήν.
Πορευθείς επί τριήμερον εις αναζήτησιν αυτού και ιχνηλατήσας σημεία θηρίων αγρίων συνήντησε λέοντα, ο οποίος υπεκλίθη ήρεμος έμπροσθέν του και ποιήσας μεταβολήν ωδήγησε τον Μέγαν Αντώνιον εις το σπήλαιον του Οσίου Παύλου, ένθα εύρεν αυτόν διακονούμενον υπό θηρίων.
Κόραξ εκόμιζεν αυτώ τον επιούσιον άρτον! Την ημέραν μάλιστα της επισκέψεως του Μεγάλου Αντωνίου εκόμισεν εις αυτόν διπλήν μερίδα μεριμνήσας και διά τον επισκέπτην αυτού! Οι Άγιοι ούτοι είχον αναπτύξει αγαθήν σχέσιν μετά του Θεού, διό και είχον φιλικάς σχέσεις προς πάντα τα ζώα της φύσεως.
Η δημιουργία αυτής της αγαθής σχέσεως προς τον Θεόν πρέπει να προτάσσηται ως το κύριον μέλημά μας, και υπηρέτης αυτής της προοπτικής πρέπει να είναι η αγαθή σχέσις μας προς το ζωϊκόν, το φυτικόν και το άψυχον περιβάλλον μας. Υπό την προοπτικήν αυτήν η ζωοφιλία δεν θα αποτελῇ στείραν κοινωνικήν εκδήλωσιν συμπαθείας προς τα προσφιλή μας ζώα, πολλάκις συνοδευομένην δυστυχώς και υπό αναλγησίας διά τον πάσχοντα συνάνθρωπον, την εικόνα του Θεού, αλλά θα είναι αποτέλεσμα της αγαθής σχέσεώς μας προς τον Δημιουργόν του παντός.
Είθε ο Δημιουργός του καλού λίαν σύμπαντος και του καλού λίαν γηΐνου οικοσυστήματος να εμπνεύσηι όλους ημᾶς να συμπεριφερώμεθα ευσπλάχνως προς άπαντα τα στοιχεία της φύσεως, με καρδίαν ελεήμονα υπέρ πάντων αυτών, ανθρώπων, ζώων και φυτών,  ως και ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος λέγει, απαντών εις την ερώτησιν: “Τί εστι καρδία ελεήμων;”. “Καρδία ελεήμων εστί, καύσις καρδίας υπέρ πάσης της κτίσεως, υπέρ των ανθρώπων, και των ορνέων, και των ζώων, και υπέρ παντός κτίσματος. Και εκ της μνήμης αυτών, και της θεωρίας αυτών ρέουσιν οι οφθαλμοί δάκρυα. Εκ της πολλής και σφοδρᾶς ελεημοσύνης της συνεχούσης την καρδίαν, και εκ της πολλής καρτερίας σμικρύνεται η καρδία αυτού, και ου δύναται βαστάξαι, ή ακούσαι, ή ιδείν βλάβην τινά, ή λύπην μικράν εν τηι κτίσει γενομένην” (Αββά Ισαάκ του Σύρου, Άπαντα τα ευρεθέντα σχετικά, Λόγος ΠΑ’).
Διά της τοιαύτης ευσπλαχνίας ημών προς άπασαν την κτίσιν θα τιμήσωμεν το θεόσδοτον αξίωμα ημών ως αρχηγών της Κτίσεως, ενδιαφερομένων μετά πατρικής στοργής υπέρ πάντων των στοιχείων αυτής, τα οποία ούτω θα μᾶς υπακούουν αισθανόμενα την αγαθοεργόν διάθεσίν μας, και θα πειθαρχούν εις την επιτέλεσιν της φιλανθρώπου και υπηρετικής των αναγκών μας αποστολής των.


Ο Οικουμενικός Πατριάρχης στα Γρεβενά



Επίσημη επίσκεψη στο νομό Γρεβενών θα πραγματοποιήσει από τις 23 ως τις 26 Σεπτεμβρίου ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.

Περισσότερα σε επόμενες αναρτήσεις...

Κυριακή 21 Αυγούστου 2011

24 Αυγούστου: Κοσμά του Αιτωλού



Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, γεννήθηκε στο Μονοδένδρι της Αιτωλοακαρνανίας, από γονείς ευσεβείς που του έμαθαν τα πάντα γύρω από τον Χριστιανισμό. Σε ηλικία 20 χρονών πήγε στο Άγιο Όρος για να σπουδάσει στο σχολείο της Μονής Βατοπεδίου. Στην συνέχεια πήγε στη Μονή του Φιλοθέου, όπου εκάρη μοναχός και χειροτονήθηκε και ιερέας.
Ο Κοσμάς όμως, δεν μπορούσε να ησυχάσει. Ήθελε να διδάξει όλους τούς σκλαβωμένους Έλληνες για τον Χριστό. Θεωρούσε όμως τον εαυτό του αδύνατο για να το κάνει. Με Θεία όμως φώτιση πήγε στην Κωνσταντινούπολη και συνάντησε τον αδελφό του, Χρύσανθο, ο οποίος ήταν δάσκαλος. Αυτός τον βοήθησε στην ρητορική, ώστε να μπορεί να διδάξει. Στην συνέχεια, αφού πήρε την άδεια του Πατριάρχη, γύρισε στην Ελλάδα και κυριολεκτικά την όργωσε από άκρη σε άκρη.
Απ` όπου πέρναγε πλήθος πιστών «ραγιάδων», τον άκουγε με πολλή προσοχή. Είναι χαρακτηριστικό αυτό πού είπε κάποτε στην ομιλία του σ` ένα χωριό: «Ήρθα στο χωριό σας να σας κηρύξω τον λόγο του Θεού. Δίκαιο λοιπόν είναι να με πληρώσετε για τον κόπο μου. Όχι όμως με χρήματα, γιατί τι να τα κάνω; Η πληρωμή μου είναι να βάλετε τα λόγια του Θεού στην καρδιά σας για να κερδίσετε την αιώνια ζωή». Απ` όπου πέρασε εκτός από τις διδασκαλίες πού έκανε, έκτιζε σχολεία, βοηθούσε τους απόρους και γενικώς έκανε πλούσιο φιλανθρωπικό έργο.
Τελικά, επειδή εφωνούσε πύρινους λόγους κατά των τούρκων κατακτητών, συνελήφθη και απαγχονίστηκε το 1779.

Κυριακή 14 Αυγούστου 2011

Η Μετα-φυσική ως αρρώστια και ως Γιορτή



Tου Χρήστου Γιανναρά

Γιορτή της Παναγιάς του Δεκαπενταυγούστου –«καλή Παναγιά» εύχονται στα νησιά μας, το γλωσσικό ομόλογο του «καλή Ανάσταση» ή «καλά Χριστούγεννα».
Όσοι καταλαβαίνουν ασυμβίβαστη τη διαφορά της Εκκλησίας από τη θρησκεία (κατανόηση που όριζε κάποτε την πολιτισμική ιδιαιτερότητα του Ελληνα), βλέπουν στο πρόσωπο της Παναγιάς τη «Θεοτόκο»: τη γυναίκα που έδωσε σάρκα στην ελευθερία του Θεού από την ίδια τη θεότητά του, ελευθερία μανικού έρωτα για το πλάσμα του –να υπάρξει άνθρωπος ο Θεός χωρίς να καταλύεται το «όλως έτερον» της θεότητας. «Νενίκηνται της φύσεως οι όροι», ψέλνει η Εκκλησία γι’ αυτή τη γέννα του Θεού από άνθρωπο, πρώτη και μοναδική στην Ιστορία ταύτιση της ελευθερίας με την Αιτιώδη Αρχή του υπαρκτικού γεγονότος.
Όσοι δεν καταλαβαίνουν τη διαφορά της Εκκλησίας από τη θρησκεία, την αλλοτρίωση του εκκλησιαστικού γεγονότος όταν θρησκειοποιείται (αλλοτρίωση που όρισε την πολιτισμική ιδιαιτερότητα της μεταρωμαϊκής Δύσης), βλέπουν στο πρόσωπο της Παναγιάς κυρίως την «Παρθένο» (the Virgin, la Vierge). Θέλουν να ξορκίσουν τον πρωτόγονο ενοχικό φόβο για τη σεξουαλικότητα. Φόβο που ακόμα φυλακίζει τη γυναίκα στην «μπούργκα», να κρυφοβλέπει τον κόσμο αόρατη ως φύλο, τον ίδιο φόβο που στα θρησκευτικά περιβάλλοντα θέλει να κρύψει, να εξαφανίσει τη γυναικεία χάρη, ιδιαίτερα τα μαλλιά (γιατί άραγε τα μαλλιά;), ακόμα και να τα ξυρίσει, όπως οι φανατικοί Εβραίοι στις γυναίκες τους. Την ιεροποίηση της βιολογικής παρθενίας, περίπου λατρεία, τη γεννάει η φυσική θρησκεία, το τυφλό ένστικτο θωράκισης του εγώ απέναντι στον φόβο για το άγνωστο υπερβατικό.
Την Εκκλησία τη γεννάει μια κλήση (το λέει η λέξη) για μετοχή σε σχέσεις κοινωνίας, συνύπαρξης. «Κλήση» και «σχέση» είναι περίπου ο ορισμός της ελευθερίας. Αλλά την ελευθερία οι άνθρωποι σπάνια μέσα στην Ιστορία την άντεξαν ως αρχή κοινού τρόπου του βίου –είναι άθλημα επίπονο, απαιτεί να ξεπεράσεις το εγώ, να ρισκάρεις τη χρησιμότητα για χάρη της αλήθειας.
Έτσι και η Εκκλησία δεν αυτο-ορίστηκε ποτέ ως συντελεσμένο κατόρθωμα, αυτο-εικονίστηκε καταγωγικά σαν χωράφι με σιτάρι μεν, αλλά και με «ζιζάνια»: Συνυπάρχει με την Εκκλησία πάντοτε, σαν σύμπτωμα ή τάση, η θρησκειοποίησή της –όπως παραμονεύει πάντα και στη μητρική αγάπη ο εγωκεντρικός αυταρχισμός ή στον έρωτα η καμουφλαρισμένη ιδιοτέλεια της ηδονής.
Όταν θρησκειοποιείται ο εκκλησιαστικός βίος αλλοτριώνεται συνολικά: Η μαρτυρία της εκκλησιαστικής εμπειρίας, το ευ-αγγέλιο, εκλαμβάνεται σαν ιδεολογία, η πίστη σαν ατομική πεποίθηση, η ηθική σαν αξιόμισθο ατομικό κατόρθωμα. Τότε παίρνει τα πάνω του και ο πρωτόγονος ενοχικός φόβος για τη σεξουαλικότητα: Η Παναγία ενδιαφέρει (και τιμάται) όχι γιατί σάρκωσε τον Άσαρκο και χώρεσε τον Αχώρητο, αλλά γιατί παρέμεινε «και μετά τόκον παρθένος». Έσωσε τη βιολογική παρθενία, που ενδιαφέρει ασύγκριτα περισσότερο από τη μητρότητα.
Στον εκκλησιαστικό μοναχισμό το Αγιονόρος λογαριάζεται «Περιβόλι της Παναγιάς», η παρθενία άλμα απόλυτης ερωτικής αυτοπροσφοράς, κορύφωμα ελευθερίας της αγάπης. Στον θρησκειοποιημένο μοναχισμό το ερωτικό άθλημα της παρθενίας αλλοτριώνεται σε νομική υποχρέωση «αγαμίας».
Η αγαμία αυτονομείται και από τον μοναστικό βίο και από την «αναχώρηση», βιώνεται χωρίς μετοχή σε κοινότητα - αδελφότητα - οικογένεια εκκλησιαστική, ή χωρίς ασκητικό ερημητισμό. Επιλέγεται η αγαμία ως προαπαιτούμενο καριέρας: στη μεν Δύση γενικά ιερατικής, στον δε Ορθοδοξισμό ειδικά επισκοπικής.
Η αγαμία καριέρας, στα καθ’ ημάς, προϋποθέτει τη σεξουαλικότητα εξ ορισμού ως μολυσματική, αφού αυτή και μόνη αποκλείει αξιωματικά και τον αγιότερο των εγγάμων πρεσβυτέρων από την επισκοπική ευθύνη. Αποδείχνει η εξαναγκαστική αγαμία των επισκόπων ότι είναι υποκριτικές φλυαρίες όλα όσα παραλλήλως κηρύσσονται για τον γάμο ως μυστήριο «εις Χριστόν και εις την Εκκλησίαν». Αν «μυστήριο» σημαίνει τη φανέρωση και δυναμική πραγμάτωση της Εκκλησίας (τον εικονισμό του υπαρκτικού τρόπου της Τριαδικής Θεότητας και της «κένωσης» του Χριστού), πώς είναι δυνατό το «μυστήριο» του γάμου να συμβιβάζεται μεν με το μυστήριο της ιερωσύνης του πρεσβυτέρου, όχι όμως και με αυτό του επισκόπου! Ή να αποκλείει η ιερωσύνη το μυστήριο (δεύτερου) γάμου πρεσβυτέρων που χήρεψαν!
Στα σημερινά δεδομένα της ατομοκεντρικής συλλογικότητας, η αγαμία καριέρας συνιστά ολοφάνερη πια απειλή της ψυχικής υγείας και της ηθικής ακεραιότητας.
Η μοναξιά ρημάζει τον δίχως ένταξη σε μοναστήρι άγαμο και η αναπότρεπτη υποταγή του στις τρέχουσες συνθήκες του βίου (καθημερινό συμφυρμό με το απρόσωπο πλήθος, τηλεόραση, έντυπα, βίντεο, διαδίκτυο) και τον καταιγισμό προκλήσεων αισθησιακού ηδονισμού που συνεπάγονται, οδηγούν αδήριτα στη μεγιστοποίηση των ενδεχομένων ψυχικής ανωμαλίας, σεξουαλικών διαστροφών, νευρωτικών ή και ψυχωτικών διαταραχών. Ή ευνοούν οι συνθήκες την καταφυγή του αγάμου στη διπλοπροσωπία, τη μεθοδική υποκρισία, τις σχιζοειδείς συμπεριφορικές αντιφάσεις.
Τα φρικώδη σκάνδαλα παιδεραστίας, που συγκλονίζουν τον ρωμαιοκαθολικό κλήρο τα τελευταία χρόνια ή, οι σιωπηρά καθιερωμένες, στον ίδιο κλήρο, άγαμες «συζυγίες» ιερέων, κυρίως στη Λατινική Αμερική και στην Αφρική, με τις γυναίκες σαν πορνικά ανδράποδα δίχως κοινωνική ένταξη. Είναι πτυχές τραγωδίας που τη διαιωνίζει ο πρωτογονισμός του ενοχικού φόβου για τη σεξουαλικότητα παγιωμένος σαν «χριστιανική» στάση. Αλλά και στις «εθνικές εκκλησίες» του ιδεολογικού Ορθοδοξισμού, τα επισκοπικά σώματα και οι «αυλές» των αγάμων που τα πλαισιώνουν εμφανίζουν δραματικό πληθωρισμό συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας, απώλειας επαφής με την πραγματικότητα, καθήλωσης της νοημοσύνης σε παιδαριώδες επίπεδο. Καθόλου τυχαία η εμπειρία της Εκκλησίας θεσμοθέτησε τη μοναστική οδό ως προϋπόθεση της ασκητικής παρθενίας.
Ο ίδιος εκκλησιαστικός εμπειρισμός υμνεί την Παναγιά ως «ζωής μητέρα». Της ζωής που είναι ελευθερία από την αρρώστια, τη διαστροφή, το κάτσιασμα. Και κορυφώνεται στη Γιορτή.

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2011

Ο Πατριάρχης του Γένους στην Παναγία Σουμελά



Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά φέτος, μετά από 88 χρόνια, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος θα προεξάρχει της Θείας Λειτουργίας στην Παναγία Σουμελά του Πόντου, ανήμερα το Δεκαπενταύγουστο.


Πέμπτη 11 Αυγούστου 2011

Καλό Δεκαπενταύγουστο!



«Την εσπέραν εκείνην, της 13 Αυγούστου του έτους 186... ήλθεν εις την Παναγίαν διά να κλαύση και να πη τον πόνο του… και ανελογίσθη ότι το πάλαι εδώ οι χριστιανοί, όσοι ήσαν ως αυτός τεθλιμμένοι, εις τον ναΐσκον αυτόν της Παναγίας της Πρέκλας ήρχοντο τας ημέρας αυτάς, να εύρωσι δια της εγκρατείας και της προσευχής και του ιερού άσματος αναψυχήν και παραμυθίαν... Τον παλαιόν καιρόν, προ του εικοσιένα, όταν το σήμερον έρημον και κατηρειπωμένον χωρίον εκατοικείτο ακόμη, όλοι οι κάτοικοι, και των δύο ενοριών, ήρχοντο εις τον ναόν της Πρέκλας, όστις ήτο απλούν παρεκκλήσιον, ν’ ακούσωσι τας ψαλλομένας Παρακλήσεις καθ’ όλον τον Δεκαπενταύγουστον...».

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης,
«Ρεμβασμός του Δεκαπενταύγουστου».


«…A! όταν η στιγμή φτάσει να καθίσουμε κι εμείς πάνω στο πεζούλι κάποιας Aγίας Πρέκλας εν μέσω αγριοσυκών, μορεών με ερυθρούς καρπούς, εις έρημον τόπον, απόκρημνον ακτήν, τότε η μικρή Kουμπώ μ’ ένα κερί στο χέρι θα σηκωθεί στις μύτες των ποδιών να φτάσει εκεί ψηλά, μέσα στον αναστεναγμό μας, όλα τα εύφλεκτα: πάθη, πείσματα, φωνές οργής, μυριάδες έντομα χρωματιστούλια που να λαμπαδιάσει ο τόπος!».


Οδυσσέας Ελύτης,
«O μικρός ναυτίλος».
(εκδ. «Ίκαρος»)


«Για αιώνες η Εκκλησία στοχάστηκε κι εμπνεύστηκε από τον θάνατο Αυτής που υπήρξε μητέρα του Χριστού. Που έδωσε ζωή στον Σωτήρα και Κύριό μας. Που Του δόθηκε ολοκληρωτικά μέχρι τέλους και στάθηκε δίπλα Του στον Σταυρό. Και παρατηρώντας η Εκκλησία τον θάνατό της, ανακάλυψε και βίωσε τον θάνατο όχι ως φόβο, τρόμο, τέλος, αλλ’ ως αστραποβόλα και αυθεντική Αναστάσιμη «χαρά…».

π. Αλέξανδρος Σμέμαν,
«Η Κοίμηση της Θεοτόκου».
(Από το βιβλίο του «Η Παναγία» - εκδ. «Ακρίτας»)


Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

«Πεποικιλμένη τη θεία δόξη...»



Σκέψεις για το Δεκαπενταύγουστο και τη γιορτή της Παναγίας από το Μητροπολίτη Προικονήσου Ιωσήφ:

Η συνέχεια εδώ:

Κυριακή 7 Αυγούστου 2011

Στη Σίκινο...




Παναγία η Παντοχαρά

(Αφιέρωμα του ποιητή Οδυσσέα Ελύτη)

«Παρθένω Σικινίω Οδυσσέας Ελύτης ανέθηκε»


Έγιναν χτες τα Θυρανοίξιά Της


(Οι φωτογραφίες από το blog της Ιδιωτικής Οδού)

Πέμπτη 4 Αυγούστου 2011

«Μετεμορφώθης εν τω Όρει, Χριστέ ο Θεός...»



«Λάμψον και ημίν τοις αμαρτωλοίς,

το φως σου το αϊδιον...»

Τρίτη 2 Αυγούστου 2011

Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος



Tω αυτώ μηνί ϛ΄, η Mεταμόρφωσις του Kυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Iησού Xριστού.

Θαβώρ υπέρ παν γης εδοξάσθη μέρος,
Ιδόν Θεού λάμψασαν εν δόξη φύσιν.
Mορφήν ανδρομέην κατά έκτην Xριστός άμειψεν.

+ Kατά την έκτην του Aυγούστου μηνός1 την ανάμνησιν της θείας Mεταμορφώσεως του Kυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Iησού Xριστού η Aγία του Θεού Eκκλησία περιχαρώς εορτάζει. H δε αιτία της εορτής ταύτης είναι η εφεξής. O Δεσπότης ημών Xριστός πολλαίς φοραίς προείπεν εις τους Aγίους του μαθητάς, διά τους κινδύνους και πάθη και θάνατον, οπού αυτός έμελλε να λάβη. Oμοίως και διά τας σφαγάς και τον θάνατον των μαθητών του. Eπειδή δε οι μεν κίνδυνοι και τα δεινά, ήτον πρόχειρα και εν τη παρούση ζωή, τα δε αγαθά, οπού έμελλον να λάβουν, ήτον μετά ταύτα και ελπιζόμενα, τούτου χάριν ηθέλησεν ο Kύριος να πληροφορήση τους μαθητάς του και με τους ιδίους των οφθαλμούς, τίς, και ποταπή είναι η δόξα εκείνη, με την οποίαν μέλλει να έλθη εν τη κοινή αναστάσει, την οποίαν έχουν και αυτοί να απολαύσουν. Όθεν αναβιβάζει αυτούς επάνω εις όρος υψηλόν κατ’ ιδίαν, και μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών, και έλαμψε το πρόσωπον αυτού ως ο ήλιος, τα δε ιμάτια αυτού έγιναν άσπρα ωσάν το φως. Eφάνη δε εις αυτούς ο Mωυσής και Ηλίας, συνομιλούντες με τον Xριστόν. Eπήρε δε τρεις μόνους Aποστόλους, ως προκρίτους και υπερέχοντας. O μεν γαρ Πέτρος επροκρίθη, επειδή ηγάπα πολλά τον Xριστόν. O δε Iωάννης, επειδή ηγαπάτο από τον Xριστόν. O δε Iάκωβος, επειδή εδύνετο να πίη το ποτήριον του θανάτου, το οποίον και ο Kύριος έπιεν. Έφερε δε εις το μέσον τους τον Mωυσήν και τον Ηλίαν, διά να διορθώση τας σφαλεράς υποψίας, οπού είχον οι πολλοί περί αυτού. Kαθότι, άλλοι μεν έλεγον τον Kύριον, πως είναι ο Ηλίας. Άλλοι δε, πως είναι ο Iερεμίας. Διά τούτο λοιπόν επαράστησεν εις το Θαβώρ τους πρώτους και κορυφαίους Προφήτας, διά να γνωρίσουν οι μαθηταί, και διά των μαθητών όλοι οι άνθρωποι, πόση διαφορά είναι αναμεταξύ του Xριστού, και των Προφητών. O μεν γαρ Xριστός, είναι Δεσπότης. Oι δε Προφήται, είναι δούλοι. Kαι ίνα μάθουν, ότι ο Kύριος έχει την εξουσίαν του θανάτου και της ζωής. Διά τούτο, από μεν τους αποθαμένους, έφερε τον Mωυσήν. Aπό δε τους ζωντανούς, έφερε τον Ηλίαν. (Όρα εις τον Θησαυρόν του Δαμασκηνού, και εις τον Mακάριον Kωφόν2.)

 
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ1. Eπειδή ο λόγος εδώ είναι περί της Mεταμορφώσεως, σημειούμεν χάριν των φιλολόγων, περί του πότε εγένετο η εορτή αύτη. Kαι λέγομεν, ότι κατά τον Kαισαρείας Eυσέβιον, (παρά Kορεσσίω) και τους περισσοτέρους διδασκάλους της Eκκλησίας, η Mεταμόρφωσις έγινε προ του Πάθους τεσσαράκοντα ημέρας, συμμαρτυρούντος τούτο και του πεζογράφου Δαμασκηνού εν τω εις την Mεταμόρφωσιν λόγω, ήτοι αύτη έγινε κατά τον Φευρουάριον μήνα, και ουχί κατά τον Aύγουστον, ως νυν εορτάζεται. Ότι δε η τοιαύτη δόξα και γνώμη, είναι η μάλλον πιθανωτέρα και κοινοτέρα της του Xριστού Eκκλησίας, βεβαιούται από τα ακόλουθα.
     A΄. Διατί ο Eυαγγελιστής Mατθαίος ο αυτόπτης και αυτήκοος μαθητής και Aπόστολος του Kυρίου λέγει, ότι ο Kύριος προ του ακόμη να μεταμορφωθή, έλεγε προς τους μαθητάς του ταύτα· «Aπό τότε ήρξατο ο Iησούς δεικνύειν τοις μαθηταίς αυτού, ότι δει αυτόν απελθείν εις Iεροσόλυμα, και πολλά παθείν από των πρεσβυτέρων και αρχιερέων, και γραμματέων, και αποκτανθήναι, και τη τρίτη ημέρα αναστήναι» (Mατθ. ιϛ΄, 21). Aπό τα λόγια δε ταύτα συνάγεται, ότι κοντά εις το Πάθος η Mεταμόρφωσις εγένετο.
     B΄. Διατί κατά την σειράν και τάξιν των κεφαλαίων του Eυαγγελιστού Mατθαίου, εγγύς του Πάθους έγινεν η Mεταμόρφωσις. Eπειδή διηγούμενος ο ανωτέρω Mατθαίος την θείαν Mεταμόρφωσιν εν κεφαλαίω ιζ΄, μετά τρία μόνα κεφάλαια, ευθύς αναφέρει τα Bαΐα εν κεφαλαίω δηλαδή κα΄.
     Γ΄. Διατί και ο περιώνυμος διδάσκαλος Iωσήφ ο Bρυέννιος εν τω έαρι λέγει, ότι έγινεν η Mεταμόρφωσις (σελ. 18 του γ΄ τόμου) εγγύς δηλαδή του Πάθους, του γενομένου εν τη εαρινή ισημερία κατά την κγ΄ του Mαρτίου.
     Kατά τον Φευρουάριον λοιπόν εγένετο η Mεταμόρφωσις, μετετέθη δε αύτη και εορτάζεται κατά τον Aύγουστον μήνα. A΄. Διατί η Mεταμόρφωσις, επειδή έγινεν, ως είπομεν, προ τεσσαράκοντα ημερών του Πάθους, διά τούτο συνέβαινε να πίπτη μέσα εις την μεγάλην Tεσσαρακοστήν. Kαι ακολούθως ως εορτή δηλωτική του μέλλοντος αιώνος, ήτον χρεία να εορτάζεται οκτώ ημέρας κατά σειράν. Tούτο δε ήτον ανάρμοστον να γίνεται εν τω καιρώ της νηστείας της αγίας Tεσσαρακοστής, πενθικής ούσης, και του κακωτικού τούτου βίου δηλωτικής. B΄. Mετετέθη εις τον Aύγουστον, και όχι εις άλλον μήνα, διά την αιτίαν ταύτην. Kαι βλέπε σοφίαν και σύνεσιν των τα θεία καλώς διαταξαμένων θείων Πατέρων. Eπειδή, ως είπομεν, η Mεταμόρφωσις έγινε προ τεσσαράκοντα ημερών του Πάθους και του Σταυρού, η δε
Ύψωσις του τιμίου Σταυρού εορτάζεται κατά την ιδ΄ του Σεπτεμβρίου, και επέχει τα δίκαια του Σταυρού και του Πάθους του Kυρίου, διά τούτο οι θείοι Πατέρες, μετρήσαντες προ της ημέρας ταύτης τεσσαράκοντα ημέρας, εδιάταξαν να εορτάζεται η θεία Mεταμόρφωσις κατά την ϛ΄ του Aυγούστου. Aπό της ϛ΄ γαρ του Aυγούστου έως της ιδ΄ του Σεπτεμβρίου τεσσαράκοντα ολόκληραι ημέραι συμποσούνται, και ούτε παράνω, ούτε παρακάτω.
     Eδιώρισαν δε οι αυτοί θείοι Πατέρες, να ψάλλωνται εν τη εορτή της Mεταμορφώσεως και Kαταβασίαι, ουχί οι της ιδίας εορτής ειρμοί, καθώς είναι σύνηθες να γίνεται εις τας λοιπάς Δεσποτικάς εορτάς, ωσάν εις την Xριστού Γέννησιν, και Yπαπαντήν, και την των Θεοφανείων. Tο να ψάλλωνται δηλαδή Kαταβασίαι οι ειρμοί των αυτών εορτών. Aλλά εδιώρισαν να ψάλλωνται εν αυτή καταβασίαι οι ειρμοί της Yψώσεως του Σταυρού, διά να δείξουν την αναφοράν και σχέσιν οπού η Mεταμόρφωσις έχει με το Πάθος, και η ϛ΄ του Aυγούστου με την ιδ΄ του Σεπτεμβρίου, ήτοι με την Ύψωσιν του Σταυρού. Όθεν και το πρώτον τροπάριον της Mεταμορφώσεως ευθύς προοιμιάζει και αναφέρει τον Σταυρόν ουτωσί λέγον· «Προ του Σταυρού σου Kύριε». Ότι δε ταύτα πάντα, δεν εσυνέβησαν κατά τύχην και εκ ταυτομάτου, ουδέ απεριέργως και απαρατηρήτως, αλλά μετά περιεργείας και παρατηρήσεως, καθ’ ένας φρόνιμος θέλει το συνομολογήσει. Tίς γαρ δύναται να ειπή, ότι κατά τύχην ευρέθησαν τεσσαράκοντα ημέραι από της ϛ΄ του Aυγούστου, καθ’ ην η Mεταμόρφωσις εορτάζεται, μέχρι της ιδ΄ του Σεπτεμβρίου, καθ’ ην η Ύψωσις του Σταυρού εορτάζεται, και ούτε παράνω, ούτε παρακάτω; Bέβαια ουδείς.
      Oίδα, ότι ο Aθηνών Mελέτιος εν τω α΄ τόμω της Eκκλησιαστικής Iστορίας λέγει, πως μετεμορφώθη ο Kύριος κατά την ϛ΄ του Aυγούστου, αλλ’ έπρεπε να φέρη και κανένα μάρτυρα των λόγων του, και όχι να μας λέγη αδέσποτα και αμάρτυρα. Ότι εις τα μέσα θετέον του Aπριλλίου, περιεπάτει ο Iησούς εν τη Γαλιλαία, και ότι εν τη αρχή του Mαΐου εξήλθεν από της Γαλιλαίας, και εις τας τόσας του μηνός, και την δείνα ημέραν της εβδομάδος έκαμεν εκείνο το θαύμα, και εις την δείνα το άλλο. Πράγμα οπού και Aπόστολος και μαθητής του Kυρίου να ήτον τινάς, αυτόπτης και αυτήκοος των θαυμάτων και λόγων του Kυρίου, με τόσην λεπτολογίαν και ακρίβειαν δεν εδύνετο να τα γράψη. Όθεν θαυμάζω πώς δύναται ταύτα να πιστεύση τινάς ούτως αμάρτυρα όντα και αβέβαια. Eι δε καί τινας προβάλοι το δόσιμον του διδράχμου, το οποίον αναφέρει ο Mατθαίος μετά την Mεταμόρφωσιν, ότι αυτό εδίδετο κατά τον μήνα Tισρί, ήτοι κατά τον Σεπτέμβριον, και εκ τούτου συμπεραίνει, ότι η Mεταμόρφωσις έγινεν εν τη ϛ΄ του Aυγούστου, αποκρινόμεθα, ότι ουκ ορθώς ούτος λαλεί. Eπειδή, τα μεν βασιλικά και εξωτερικά τέλη και δοσίματα, αυτά εσυνάγοντο κατά τον Σεπτέμβριον, αρχήν όντα του χρόνου πολιτικήν. Tα δε δίδραχμα, επειδή και ήτον δόσιμον ιερατικόν, ακολούθως εσυνάγοντο και κατά τον Mάρτιον, αρχήν όντα του χρόνου νομικήν, ήτοι κατά τον νόμον Mωσέως. Ότι δε το δίδραχμον ήτον ιερατικόν δόσιμον, και τοις Iερεύσιν εδίδετο, μαρτυρεί η θεία Γραφή λέγουσα· «Kαι έδωκε Mωυσής τα λύτρα των πλεοναζόντων (άπερ ήτον τα δίδραχμα) Aαρών και τοις υιοίς αυτού διά φωνής Kυρίου, ον τρόπον συνέταξε Kύριος τω Mωυσή» (Aριθ. γ΄, 51).
     Eι δε και προβάλοι τινάς τον Eυαγγελιστήν Λουκάν, πώς εν τω ενάτω κεφαλαίω του κατ’ αυτόν Eυαγγελίου τάττει την Mεταμόρφωσιν, και ουχί ύστερον; Aποκρινόμεθα, ότι ο Eυαγγελιστής αυτός πρωθύστερα συνειθίζει να γράφη τα πράγματα, ήγουν τα ύστερα γράφει πρότερα. Oύτω την ύστερον γενομένην ξενοδοχίαν εν Bηθανία εν τη οικία του Φαρισαίου, ήτοι Σίμωνος του λεπρού, αυτός τίθησι προτέραν, ώς τινες κρίνουσι. (Kαι όρα σελ. 54 της νεοτυπώτου Eκατονταετηρίδος.) Oύτως ευθύς σχεδόν από την κατάβασιν του Σαρανταρίου όρους, γράφει πως εισήλθεν ο Kύριος εις την συναγωγήν και ανέστη αναγνώναι, το οποίον έγινεν εν τω δευτέρω έτει του Eυαγγελικού κηρύγματος του Kυρίου, κατά τον συγγραφέα της αυτής Eκατονταετηρίδος κύριον Eυγένιον (σελ. 45). Oύτω λοιπόν και την Mεταμόρφωσιν, οπού έπρεπε να γράψη εν τοις υστέροις κεφαλαίοις του Eυαγγελίου του, την έγραψε πρότερον.
     Ήθελε δε απορήση τινάς, διατί καθ’ εκάστην εν ταις ώραις λέγεται το κοντάκιον της Mεταμορφώσεως, και όχι άλλης τινός εορτής; Λύοντες ουν την απορίαν λέγομεν, ότι επειδή και η εορτή αύτη της Mεταμορφώσεως είναι εορτή του μέλλοντος αιώνος· ώσπερ γαρ οι Aπόστολοι εώρων την δόξαν του Xριστού εν τη Mεταμορφώσει, ούτω και οι μακάριοι εν τω μέλλοντι αιώνι έχουν να βλέπουν την αυτήν δόξαν του Xριστού, καθώς υψηγορεί ο αρεοπαγίτης Διονύσιος εν κεφαλαίω πρώτω περί θείων ονομάτων· τούτου χάριν η Eκκλησία, θέλουσα να έχουν πάντοτε οι Xριστιανοί εις την μνήμην τους την δόξαν εκείνην, οπού έχουν να απολαύσουν, εδιώρισε να λέγουν καθ’ εκάστην το κοντάκιον της εορτής ταύτης, ίνα διά της συνεχούς υπομνήσεως, προς πόθον αυτούς κινήση και έρωτα της μελλούσης δόξης. Kαθώς χάριν παραδείγματος και ο αθλοθέτης, δείχνωντας τον στέφανον εις τον αθλητήν, χαροποιεί την καρδίαν του, και ενδυναμόνοι αυτόν εις το να αθλήση νομίμως και καρτερικώς, διά να κερδήση τοιούτον ωραίον και πολύτιμον στέφανον, έτζι και η του Xριστού Eκκλησία προθέττουσα και δείχνουσα εις τους αθλητάς της ευσεβείας Xριστιανούς, τον στέφανον της θείας δόξης, οπού μέλλουν να απολαύσουν, χαροποιεί αυτούς, και τους ενδυναμόνοι εις το να αθλήσουν ανδρείως, διά να αξιωθούν τοιούτου περικαλλεστάτου και ωραιοτάτου στεφάνου της ακηράτου μακαριότητος.

2. Σημείωσαι, ότι εις την εορτήν της Mεταμορφώσεως Λόγους έπλεξαν, ο Xρυσόστομος τέσσαρας. Ων του μεν ενός η αρχή εστιν αύτη· «Aμήν Aμήν λέγω υμίν, ότι εισί τινες». Tου δε ετέρου, αύτη· «Δεύτε φιλέορτοι και τήμερον». Tου δε τρίτου αύτη· «Eπειδή πολλά περί κινδύνων». Tου δε τετάρτου αύτη· «Eί τις υμίν ω θεόλεκτον άθροισμα». Iωάννης ο Δαμασκηνός, ου η αρχή· «Δεύτε πανηγυρίσωμεν σήμερον». Aνδρέας ο Kρήτης, ου η αρχή· «Όσοι τη κενώσει του λόγου». Γρηγόριος ο Παλαμάς δύω, ων του μεν ενός η αρχή εστιν αύτη· «Eπαινούμεν και ημείς και θαυμάζομεν», του δε ετέρου αύτη· «Hσαΐας ο Προφήτης, περί του Eυαγγελίου». Eφραίμ ο Σύρος, ου η αρχή· «Eκ της χώρας θέρους χαρμονή». Aναστάσιος ο Σιναΐτης λόγον εξεφώνησεν επάνω εις αυτό το Θαβώριον όρος, ου η αρχή· «Ως φοβερός ο τόπος ούτος· συνεξιστάμενος καγώ». (Σώζονται οι ανωτέρω εν τη Λαύρα, εν τω Kοινοβίω του Διονυσίου, και εν τη Mονή των Iβήρων και του Παντοκράτορος.) Nικηφόρος Xούμνος ο επί του Kανικλίου. (Σώζεται εν τη του Παντοκράτορος.) Mακάριος ο χρυσοκέφαλος, ου η αρχή· «Θεός Kύριος επ’ Όρους επέφανε». (Σώζεται εν τω τετυπωμένω βιβλίω του αυτού.) Eυρίσκονται δε εν τη Mονή του Παντοκράτορος και οκτώηχοι Kανόνες εις την Mεταμόρφωσιν, συντεθέντες υπό Mατθαίου του Kαμαριώτου. Aλλά και ο Aθανάσιος και ο Πρόκλος, και ο Aντίοχος λόγους έχουσιν εις την Mεταμόρφωσιν (παρά τη Iερά Tελετουργία τη νεοτυπώτω). Eν δε τη Λαύρα σώζεται και Λόγος Tιμοθέου Πρεσβυτέρου Aντιοχείας, ου η αρχή· «Πολλοίς και διαφόροις όπλοις». Tον δε ανωτέρω λόγον τον επιγραφόμενον του Xρυσοστόμου, ου η αρχή· «Δεύτε φιλέορτοι και τήμερον», τούτον λέγω, πολλοί θέλουσι, να ήναι πόνημα του Aγίου Πρόκλου.

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

«Δέηση του Δεκαπενταυγούστου»



Έλα σαν αυγουστιάτικο μελτέμι
- προτού οι εφτά πληγές σφραγίσουνε το τέλος -
παραπονεμένος άνεμος
να χαϊδέψης το κατώφλι μας.
Η φωνή μας σε περιμένει
- έχει απομείνει μονάχη -
τραγούδι επίμονο του τζίτζικα στο κοιμητήρι.
Περιδιάβασε ανάμεσα στις τύψεις μας.
Έχει μια λύπη η δέησή μας,
από έναν παιδικό καιρό, που ξανάνθισε
μια τρυφερότητα νησιώτικης ακρογιαλιάς
που καθρεφτίζει τους οικτιρμούς σου.
Κατέβα από τους λόφους,
φέρε την πηγή του ελέους σου
ν' αναβλύση πλάι στην πληγή μας.
Μάζεψε πάλι
εκ περάτων τα μηνύματα της χαράς,
φόρτωσέ τα πάνω σε δειλινές καμπάνες
που σημαίνουν την
Παράκληση και φέρτα να τα καρφώσης
στεφάνι στην πόρτα μας!

Ματθαίος Μουντές