Σήμερα η Εκκλησία εορτάζει την ιερή μνήμη του οσίου Αλεξίου,
του ανθρώπου του Θεού. Αυτός είναι ο ακριβής τίτλος, με τον οποίο έμεινε στη
μνήμη και την παράδοση της Εκκλησίας ο όσιος Αλέξιος άνθρωπος του Θεού. Ο
άνθρωπος, που έζησε μόνο για το Θεό, άγνωστος μέσα στους ανθρώπους, ακόμα και
στους πιο δικούς ταυ. Ο βίος και η πολιτεία του αγίου Αλεξίου μόνο σαν
μυθιστόρημα μπορεί να φανεί σε όσους δεν μπορούν να εξηγήσουν βαθύτερα την
άσκησή του. Πολύ περισσότερο που ο άγιος Αλέξιος δεν έφυγε στην έρημο,
συντροφιά με τα αγρίμια, αλλά έζησε μέσα στους ανθρώπους, κρατώντας τελείως
άγνωστο τον εαυτό του.
Γεννήθηκε στη Ρώμη από πατέρα γερουσιαστή και μητέρα
αριστοκράτισσα. Αλλ’ αυτά βέβαια δεν είχαν καμιά σημασία για τον Αλέξιο. Όταν
ήλθε σε ηλικία, για να μη δυσαρεστήσει τους γονείς του, δέχθηκε να νυμφευθεί.
Αλλά την τελευταία στιγμή, αμέσως μετά το γάμο, παράτησε τη νύμφη και έφυγε.
Μπήκε σ’ ένα πλοίο και πήγε στην Έδεσσα της Συρίας. Εκεί ντύθηκε φτωχικά κι
έκανε το ζητιάνο. Συνήθιζε να κάθεται έξω από την Εκκλησία, κάτω από μια εικόνα
της Παναγίας. Μια ημέρα, περνώντας από κει ένας ιερέας, είδε να λαμποκοπά η
εικόνα κι άκουσε μια φωνή να του λέγει· «Ετοιμάστε κάπου να μείνει τούτος ο
φτωχός δούλος μου».
Αυτό έγινε γνωστό στην πόλη, κι όλοι έτρεχαν για να δουν το
φτωχό ζητιάνο. Τότε ο Αλέξιος, για να γλυτώσει από τον κόσμο, έφυγε πάλι και
χάθηκε. Μπήκε σ’ ένα πλοίο για να πάει στην Ταρσό, μα η τρικυμία, που σηκώθηκε
στη θάλασσα, παρέσυρε το πλοίο και το έφερε στις ακτές της Ιταλίας. Έτσι ο
Αλέξιος, βρίσκεται πάλι στη Ρώμη. Μια μέρα συναντά στο δρόμο τον πατέρα του.
Εκείνος δεν τον αναγνώρισε κι ο Αλέξιος του ζητάει κάπου να μείνει σε μια γωνιά
του αρχοντικού του. Ο πατέρας, πονεμένος που είχε χάσει το παιδί του, δεν του
αρνήθηκε· τον έβαλε λοιπόν να μείνει σ’ ένα μικρό δωμάτιο κάτω από τη σκάλα του
σπιτιού του και τον παρακάλεσε να προσεύχεται για το γυρισμό του χαμένου
παιδιού του.
Δεκαεπτά χρόνια έμεινε ο άγιος Αλέξιος κάτω από τη σκάλα του
πατρικού του σπιτιού, ολωσδιόλου άγνωστος απ’ όλους. Έμπαιναν κι έβγαιναν οι
γονείς του κι η γυναίκα του, κλαμένοι για τον άνθρωπο τους, που τον είχαν χάσει
χωρίς να μπορούνε να μάθουν πού βρίσκεται. Έμπαιναν κι έβγαιναν οι υπηρέτες κι
έβλεπαν περιφρονητικά το φτωχό ζητιάνο. Ο Άγιος σιωπά και κλαίει κι αυτός μέσα
του, και για την αγάπη του Χριστού πνίγει την αγάπη του, για τα πιό δικά του
πρόσωπα. Ο Θεός, όταν ήλθε ο καιρός, του φανέρωσε την ημέρα της θανής του και
του είπε να γράψει σ’ ένα χαρτί το όνομά του. Όταν οι γονείς του τον βρήκαν
νεκρό, διάβασαν στο χαρτί που κρατούσε στα χέρια του· «Εγώ είμαι το παιδί σας ο
Αλέξιος»!
Στην προς Εβραίους επιστολή, εκεί που ο Απόστολος ομιλεί για
τους αγίους του Θεού και για τα κατορθώματα της πίστης, λέγει σε μια στιγμή·
«ων ουκ ην άξιος ο κόσμος». Αυτό θα πει πως όλος ο κόσμος δεν αξίζει όσο η
πίστη κι η θυσία των Αγίων. Κι όχι μόνο δεν αξίζει, αλλά και δεν μπορεί να
καταλάβει ο κόσμος και να εκτιμήσει την αυταπάρνηση και το ηρωικό έργο των
Αγίων. Πολύ περισσότερο στον καιρό μας, που επιτυχία και κατόρθωμα θεωρείται το
υλικό κέρδος κι η αισθησιακή απόλαυση. Τέτοιες πράξεις, σαν κι αυτή του αγίου
Αλεξίου, εμείς δεν τις καταλαβαίνομε· κι όχι μόνο τούτο, μα και τις
ειρωνευόμαστε και τις καταδικάζομε.
Ο άγιος Αλέξιος θέλησε να είναι απόλυτα συνεπής προς όσα ο
Ιησούς Χριστός λέγει στα Ευαγγέλια για τέλεια αποταγή και ταπείνωση. Στο
παράδειγμα του αγίου Αλεξίου υπάρχει απροσμέτρητο πνευματικό βάθος και θείος
έρωτας, που νικάει κάθε άλλη επίγεια σχέση και αγάπη. Τέτοιες πράξεις, αν δεν
μπορούμε να τις μιμηθούμε, δεν είναι όμως λίγο να τις θαυμάζουμε. Αλλά και να
λυπούμαστε, γιατί εμείς δεν έχομε την υπομονή και την πίστη των Άγιων. Γι’ αυτό
η Εκκλησία εορτάζει και τιμά τους Άγιους, για να μας δίνει ευκαιρίες να είμαστε
πάντα μαζί τους. Εκείνοι είναι οι φίλοι του Χριστού και οι ευεργέτες μας, κι
εμείς με την ευχή και την πρεσβεία τους ζητούμε από το Θεό, «ίνα και των της
δόξης στεφάνων αυτοίς κοινωνήσωμεν». Αμήν.
(Μακαριστού Μητροπολίτου Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου, «Εικόνες έμψυχοι»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου