Του Μιχάλη Τρίτου,
Ομότιμου Καθηγητή Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
Οι χριστιανικές γιορτές, που γιορτάζουμε αυτές τις ημέρες, πέρα από το ειδυλλιακό και πανηγυρικό στοιχείο που τις συνοδεύει, είναι γεγονότα που ξεπερνούν τις στενές χωροχρονικές συναρτήσεις και αποσκοπούν να εντάξουν τον άνθρωπο στο μεγάλο μυστήριο της σωτηρίας. Είναι οριακές καταστάσεις, που σημαδεύουν βαθειά την ανθρώπινη ύπαρξη. Είναι τομές μέσα στον ιστορικό χρόνο, που τον αγκαλιάζουν και τον κάνουν αιωνιότητα. Είναι μεγάλα σημάδια και ορόσημα με μοναδική λυτρωτική σημασία για τον πιστό. Έτσι ο χρόνος για τον πιστό δεν είναι μια αδιάκοπη και μονότονη ροή ωρών, ημερονυκτίων, εβδομάδων, μηνών και ετών, αλλά ενταγμένος στα μεγάλα αυτά σωστικά για την ανθρωπότητα γεγονότα μεταφέρει το μήνυμα της εν Χριστώ αναγεννήσεως, όπως αυτή βιώνεται από τον ακέραιο, τον σωσμένο, και αυθεντικό άνθρωπο.
Σε αυτή τη λυτρωτική διάσταση μας μεταφέρει η γιορτή των Θεοφανείων ή Επιφανείων ή Αγίων Φώτων, που είναι η αρχαιότερη μετά το Πάσχα δεσποτική εορτή.
Θέμα της γιορτής είναι η βάπτιση του Κυρίου από τον Τίμιο Πρόδρομο στον Ιορδάνη ποταμό και η φανέρωση (Θεοφάνεια) της Τριαδικής Θεότητας (φωνή του Πατέρα για τον Υιό, που κατήλθε επάνω του εν είδει Περιστεράς).
Στην αρχαία Εκκλησία οι γιορτές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων γιορτάζονταν μαζί την 6η Ιανουαρίου. Κατά τον δ’ αιώνα έγινε διαχωρισμός των δύο αυτών εορτών. Τα Χριστούγεννα μεταφέρθηκαν την 25η Δεκεμβρίου, την ημέρα που οι εθνικοί γιόρταζαν το Θεό ήλιο. Σ’ αυτή τη γιορτή οι χριστιανοί αντέτειναν τον ήλιο της δικαιοσύνης, τον Σωτήρα Κύριο.
Πρέπει να σημειωθεί ότι την 6η Ιανουαρίου οι Εθνικοί της Αιγύπτου και Αραβίας γιόρταζαν το χειμερινό ηλιοστάσιο, το οποίο κατά τους αρχαίους υπολογισμούς συνέπιπτε με την 6η Ιανουαρίου, κατά την αρχόμενη με την αύξηση της ημέρας νίκη του φωτός κατά του σκότους.
Στις αρχές του γ’ αιώνα πρώτοι οι αιρετικοί οπαδοί του Βασιλείου επιχείρησαν την αντικατάσταση της ειδωλολατρικής αυτής γιορτής με τη γιορτή της βαπτίσεως του Χριστού. Λίγο αργότερα η εκκλησία της Ανατολής καθόρισε την 6η Ιανουαρίου ως ημέρα γιορτής των Επιφανείων ή Θεοφανείων.
Έτσι στην επιφάνεια των ψευδών θεών και αυτοκρατόρων η χριστιανική Εκκλησία αντέταξε την επιφάνεια του αληθινού Θεού και Βασιλέως Χριστού, τα αληθινά Θεοφάνεια.
Πέραν αυτών, η βάπτιση του Χριστού και τα Θεοφάνεια σημαίνουν την ανάδειξη του Χριστού στον κόσμο ως Μεσσία και Λυτρωτή. Η φωνή του Πατέρα που ακούγεται κατά την βάπτιση του Χριστού δηλώνει την ενθρόνισή του ως του μόνου και αληθινού Βασιλέως και Κυρίου της ανθρωπότητας. Η βάπτιση του Χριστού εισάγει στον κόσμο ένα νέο είδος εξουσίας, την εξουσία και δύναμη, που πηγάζουν από την αγάπη και τα παθήματα χάρη των άλλων.
Η γιορτή των Θεοφανείων αποτελεί και την απαρχή του χριστιανικού βαπτίσματος και του αγιασμού του κόσμου. Στον Ιορδάνη ο Χριστός αγίασε τα ύδατα, ώστε, να γίνουν «αγιασμού δώρον, αμαρτημάτων λυτήριον, νοσημάτων αλεξιτήριον, δαίμοσιν ολέθριον, ταις εναντίας δυνάμεσιν απρόσιτον». Στους πρώτους μάλιστα χριστιανικούς αιώνες την ημέρα των Θεοφανείων γινόταν και ο φωτισμός δηλ. το βάπτισμα των κατηχουμένων, από το οποίο η γιορτή των Θεοφανείων ονομάστηκε και γιορτή των Φώτων.
Το βαθύτερο νόημα της γιορτής των Θεοφανείων και γενικότερα των εορτών της Θείας Επιφανείας φανερώνεται σε εκείνους, που θα λουσθούν στα νάματα του Ιορδάνου και θα καθαρίσουν με τον αγιασμό τις αισθήσεις τους από το συσκοτισμό της καθημερινότητας. Σε εκείνους που θα προσεγγίσουν το μεγάλο μυστήριο της σωτηρίας όχι νοησιαρχικά, αλλά βιωματικά. Τότε θα δούν με έκπληξη και δέος ότι τα γεγονότα αυτών των ημερών είναι τόσο κοντά μας και έχουν να μας δώσουν ένα μήνυμα σύγχρονο και επίκαιρο. Ένα μήνυμα ελευθερωτικό και σωστικό. Το μήνυμα του σωσμένου, του ακέραιου και αυθεντικού ανθρώπου.
Αυτό το μήνυμα, διαφυλάσσεται δυό χιλιάδες χρόνια τώρα στο χώρο της Εκκλησίας, που είναι ο παρατεινόμενος στους αιώνες Χριστός και αποτελεί το χώρο της λυτρώσεως και καταφάσεως της ανθρώπινης αξίας. Μονάχα εκεί διασώζεται η αρχέγονη κληρονομιά του ανθρώπου και ορίζεται το νόημα του υπάρχειν μέσα στον κόσμο.
Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις γίνεται αντιληπτό το θεολογικό βάθος των ευχών της γιορτής των Θεοφανείων, που είναι γεμάτες ενεστωτικές εκφράσεις και αποτελούν ύμνο της ανακαινισμένης εν Χριστώ κτίσεως.
«Σήμερον τα του Ιορδάνου νάματα μεταποιείται τη του Κυρίου παρουσία.
Σήμερον ρείθροις μυστικοίς πάσα η κτίσις αρδεύεται.
Σήμερον του σκότους ελυτρώθημεν και τω φωτί της θεογνωσίας καταυγαζόμεθα.
Σήμερον η αχλύς του κόσμου καθαίρεται τη επιφανεία του Θεού ημών.
Σήμερον τα άνω τοις κάτω συνεορτάζει και τα κάτω τοις άνω συνομιλεί.
Σήμερον λαμπαδοφεγγεί πάσα η κτίσις άνωθεν.
Σήμερον η πλάνη κατήργηται και οδόν ημίν σωτηρίας εργάζεται η του Δεσπότου επέλευσις…».
Όλα τα μεγαλεία του Θεού γίνονται στον κόσμο μας και έχουν ως στόχο τον άνθρωπο. Ευτυχώς θα είναι εκείνοι που θα οικειοποιηθούν υποκειμενικά τα σωτηριολογικά μηνύματα αυτών των ημερών για να βρουν το αληθινό νόημα της ζωής και τον προορισμό της υπάρξεως.
Σε αυτή τη λυτρωτική διάσταση μας μεταφέρει η γιορτή των Θεοφανείων ή Επιφανείων ή Αγίων Φώτων, που είναι η αρχαιότερη μετά το Πάσχα δεσποτική εορτή.
Θέμα της γιορτής είναι η βάπτιση του Κυρίου από τον Τίμιο Πρόδρομο στον Ιορδάνη ποταμό και η φανέρωση (Θεοφάνεια) της Τριαδικής Θεότητας (φωνή του Πατέρα για τον Υιό, που κατήλθε επάνω του εν είδει Περιστεράς).
Στην αρχαία Εκκλησία οι γιορτές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων γιορτάζονταν μαζί την 6η Ιανουαρίου. Κατά τον δ’ αιώνα έγινε διαχωρισμός των δύο αυτών εορτών. Τα Χριστούγεννα μεταφέρθηκαν την 25η Δεκεμβρίου, την ημέρα που οι εθνικοί γιόρταζαν το Θεό ήλιο. Σ’ αυτή τη γιορτή οι χριστιανοί αντέτειναν τον ήλιο της δικαιοσύνης, τον Σωτήρα Κύριο.
Πρέπει να σημειωθεί ότι την 6η Ιανουαρίου οι Εθνικοί της Αιγύπτου και Αραβίας γιόρταζαν το χειμερινό ηλιοστάσιο, το οποίο κατά τους αρχαίους υπολογισμούς συνέπιπτε με την 6η Ιανουαρίου, κατά την αρχόμενη με την αύξηση της ημέρας νίκη του φωτός κατά του σκότους.
Στις αρχές του γ’ αιώνα πρώτοι οι αιρετικοί οπαδοί του Βασιλείου επιχείρησαν την αντικατάσταση της ειδωλολατρικής αυτής γιορτής με τη γιορτή της βαπτίσεως του Χριστού. Λίγο αργότερα η εκκλησία της Ανατολής καθόρισε την 6η Ιανουαρίου ως ημέρα γιορτής των Επιφανείων ή Θεοφανείων.
Έτσι στην επιφάνεια των ψευδών θεών και αυτοκρατόρων η χριστιανική Εκκλησία αντέταξε την επιφάνεια του αληθινού Θεού και Βασιλέως Χριστού, τα αληθινά Θεοφάνεια.
Πέραν αυτών, η βάπτιση του Χριστού και τα Θεοφάνεια σημαίνουν την ανάδειξη του Χριστού στον κόσμο ως Μεσσία και Λυτρωτή. Η φωνή του Πατέρα που ακούγεται κατά την βάπτιση του Χριστού δηλώνει την ενθρόνισή του ως του μόνου και αληθινού Βασιλέως και Κυρίου της ανθρωπότητας. Η βάπτιση του Χριστού εισάγει στον κόσμο ένα νέο είδος εξουσίας, την εξουσία και δύναμη, που πηγάζουν από την αγάπη και τα παθήματα χάρη των άλλων.
Η γιορτή των Θεοφανείων αποτελεί και την απαρχή του χριστιανικού βαπτίσματος και του αγιασμού του κόσμου. Στον Ιορδάνη ο Χριστός αγίασε τα ύδατα, ώστε, να γίνουν «αγιασμού δώρον, αμαρτημάτων λυτήριον, νοσημάτων αλεξιτήριον, δαίμοσιν ολέθριον, ταις εναντίας δυνάμεσιν απρόσιτον». Στους πρώτους μάλιστα χριστιανικούς αιώνες την ημέρα των Θεοφανείων γινόταν και ο φωτισμός δηλ. το βάπτισμα των κατηχουμένων, από το οποίο η γιορτή των Θεοφανείων ονομάστηκε και γιορτή των Φώτων.
Το βαθύτερο νόημα της γιορτής των Θεοφανείων και γενικότερα των εορτών της Θείας Επιφανείας φανερώνεται σε εκείνους, που θα λουσθούν στα νάματα του Ιορδάνου και θα καθαρίσουν με τον αγιασμό τις αισθήσεις τους από το συσκοτισμό της καθημερινότητας. Σε εκείνους που θα προσεγγίσουν το μεγάλο μυστήριο της σωτηρίας όχι νοησιαρχικά, αλλά βιωματικά. Τότε θα δούν με έκπληξη και δέος ότι τα γεγονότα αυτών των ημερών είναι τόσο κοντά μας και έχουν να μας δώσουν ένα μήνυμα σύγχρονο και επίκαιρο. Ένα μήνυμα ελευθερωτικό και σωστικό. Το μήνυμα του σωσμένου, του ακέραιου και αυθεντικού ανθρώπου.
Αυτό το μήνυμα, διαφυλάσσεται δυό χιλιάδες χρόνια τώρα στο χώρο της Εκκλησίας, που είναι ο παρατεινόμενος στους αιώνες Χριστός και αποτελεί το χώρο της λυτρώσεως και καταφάσεως της ανθρώπινης αξίας. Μονάχα εκεί διασώζεται η αρχέγονη κληρονομιά του ανθρώπου και ορίζεται το νόημα του υπάρχειν μέσα στον κόσμο.
Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις γίνεται αντιληπτό το θεολογικό βάθος των ευχών της γιορτής των Θεοφανείων, που είναι γεμάτες ενεστωτικές εκφράσεις και αποτελούν ύμνο της ανακαινισμένης εν Χριστώ κτίσεως.
«Σήμερον τα του Ιορδάνου νάματα μεταποιείται τη του Κυρίου παρουσία.
Σήμερον ρείθροις μυστικοίς πάσα η κτίσις αρδεύεται.
Σήμερον του σκότους ελυτρώθημεν και τω φωτί της θεογνωσίας καταυγαζόμεθα.
Σήμερον η αχλύς του κόσμου καθαίρεται τη επιφανεία του Θεού ημών.
Σήμερον τα άνω τοις κάτω συνεορτάζει και τα κάτω τοις άνω συνομιλεί.
Σήμερον λαμπαδοφεγγεί πάσα η κτίσις άνωθεν.
Σήμερον η πλάνη κατήργηται και οδόν ημίν σωτηρίας εργάζεται η του Δεσπότου επέλευσις…».
Όλα τα μεγαλεία του Θεού γίνονται στον κόσμο μας και έχουν ως στόχο τον άνθρωπο. Ευτυχώς θα είναι εκείνοι που θα οικειοποιηθούν υποκειμενικά τα σωτηριολογικά μηνύματα αυτών των ημερών για να βρουν το αληθινό νόημα της ζωής και τον προορισμό της υπάρξεως.
Πηγή: εφημ. Πρωινός Λόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου