Ἰωάννη Μ. Φουντούλη
Ὅπως καὶ ὅλες οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας ἔτσι καὶ τὸ ἀπόδειπνο
ἀποτελεῖται ἀπὸ ψαλμούς, ὕμνους καὶ εὐχές. Ὅλα ἔχουν ἐκλεγεῖ μὲ βάση τὰ πιὸ
πάνω θέματα. Στὰ τρία μέρη τοῦ μεγάλου ἀποδείπνου καὶ στὴν ἐπιτομὴ τῶν
«καιριωτάτων» τοῦ μεγάλου, ποὺ περιέχονται στὸ ἕνα μέρος τοῦ μικροῦ, βρίσκει
κανεὶς ἐκλεκτοὺς νυκτερινοὺς ψαλμούς, ὅπως ὁ 4ος μὲ τὸ «ἐν εἰρήνη ἐπὶ τὸ αὐτῷ
κοιμηθήσομαι καὶ ὑπνώσω», ὁ 6ος μὲ τὸ «λούσω καθ’ ἑκάστην νύκτα τὴν κλίνην μου,
ἐν δάκρυσί μου τὴν στρωμνήν μου βρέξω», ὁ 12ος μὲ τὸ «φώτισον τοὺς ὀφθαλμούς
μου, μήποτε ὑπνώσω εἰς θάνατον», ὁ 30ός μὲ τὸ «εἰς χεῖρας σου παραθήσομαι τὸ
πνεῦμα μου», ὁ 90ός μὲ τὸ «οὐ φοβηθήση ἀπὸ φόβου νυκτερινοῦ… ἀπὸ πράγματος ἐν
σκότει διαπορευομένου». Φράσεις γεμάτες βαθειὰ πίστη καὶ ἐγκατάλειψη στὸ ἔλεος
τοῦ Θεοῦ. Θὰ βρεῖ τὸν περίφημο ψαλμὸ τῆς μετανοίας, τὸν 50ό. τὸ «Ἐλέησόν με, ὁ
Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου…», καὶ κείμενα γεμάτα μετάνοια καὶ συντριβή, ὅπως
τὴν προσευχὴ τοῦ Μανασσῆ βασιλέως τῆς Ἰουδαίας.
Ἀπὸ τὶς εὐχὲς ἐκτὸς ἀπὸ τὴν τόσο γνωστὴ εὐχὴ πρὸς τὴν Θεοτόκο
τοῦ μοναχοῦ τῆς Μονῆς τῆς Εὐεργέτιδος Παύλου «Ἄσπιλε, ἀμόλυντε…» καὶ τὴν
σύντομη καὶ περιεκτικὴ «ἐπικοίτιο» εὐχὴ στὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστὸ τοῦ
μοναχοῦ Ἀντιόχου τοῦ Πανδέκτου «Καὶ δὸς ἡμῖν, δέσποτα, πρὸς ὕπνον ἀπιοῦσιν ἀνάπαυσιν
σώματος καὶ ψυχῆς … », θὰ ἔπρεπε νὰ μνημονεύσουμε τὴν θαυμάσια εὐχὴ ποὺ ἀποδίδεται
στὸν Μέγα Βασίλειο «Κύριε. Κύριε, ὁ ρυσάμενος ἡμᾶς ἀπὸ παντὸς βέλους πετομένου ἡμέρας…».
Αὐτὴ συγκεφαλαιώνει κατὰ ἕνα ἀπαράμιλλο τρόπο τὰ αἰτήματα τῆς πρὸ τοῦ ὕπνου
προσευχῆς τοῦ πιστοῦ. Βρίσκεται στὰ «Ὡρολόγια» καὶ σὲ ὅλα τὰ προσευχητάρια, ποὺ
κυκλοφοροῦν μεταξὺ τῶν πιστῶν. Καὶ μόνη ἡ προσεκτικὴ ἀνάγνωσή της, καὶ μάλιστα
στὴν πρὸ τοῦ ὕπνου προσευχή, εἶναι ἱκανὴ νὰ γεμίσει τὴ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὰ
πιὸ ἱερὰ αἰσθήματα.
Τὸ ἀπόδειπνο περιλαμβάνει καὶ τὴν ψαλμωδία τροπαρίων καὶ
μάλιστα τριῶν ἀρχαίων ὕμνων, ποὺ ἔχουν ὅμως παραλειφθεῖ κατὰ τὴν σύνταξη τῆς ἀκολουθίας
τοῦ μικροῦ ἀποδείπνου. Σήμερα δὲν ψάλλονται πιὰ παρὰ μόνο κατὰ τὴν περίοδο τῆς
Τεσσαρακοστῆς, στὸ μέγα ἀπόδειπνο.
Ὁ πρῶτος, τὸ γνωστὸ «Μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός», εἶναι μία ἐκλογὴ ἀπὸ
τὴν ὠδὴ τοῦ Ἠσαΐα, ποὺ βρίσκεται στὸ 8ο καὶ 9ο κεφάλαιο τοῦ ὁμώνυμου προφητικοῦ
βιβλίου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Εἶναι ἕνας ὕμνος θριάμβου καὶ ἐγκαρτερήσεως.
Ψάλλεται κατὰ στίχο κατὰ τὸν ἀρχαῖο τρόπο, μὲ ἐφύμνιο τὸ «ὅτι μεθ’ ἡμῶν ὁ
Θεός». Κατὰ τὸν ἅγιο Πατέρα Μάρκο τὸν Εὐγενικὸ ὁ ὕμνος αὐτὸς ψάλλεται στὸ ἀπόδειπνο
«κατὰ τῆς ἐνεργείας τῶν δαιμόνων… ποὺ ἐκδηλώνουν τὴν πονηρὴ δύναμή τους κατὰ τὴ
νύκτα».
Ὁ δεύτερος ὕμνος εἶναι ἕνα ἀρχαϊκὸ πρωτοχριστιανικὸ ποιητικὸ
κείμενο σὲ στίχους ἑνδεκασύλλαβους, ποὺ τὸ βρίσκομε καὶ σὲ πάπυρο τοῦ 6ου αἰώνα.
Δοξολογία ἀγγελικὴ καὶ ἀνθρώπινη πρὸς τὸ δημιουργὸ καὶ δέηση ἑνώνονται ἁρμονικὰ
στὸ ὡραῖο αὐτὸ ὑμνογράφημα τὸ «Ἡ ἀσώματος φύσις τὰ χερουβείμ…».
Τέλος ἕνας τρίτος ὕμνος λαϊκῆς ἐμπνεύσεως. Εἶναι γεμάτος
κατάνυξη καὶ σύντονη δέηση. Ὅλοι οἱ ἅγιοι προβάλλονται στὸ Θεὸ γιὰ πρεσβεία ὑπὲρ
ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν. Ἀρχίζει μὲ τὸ «Παναγία Δέσποινα Θεοτόκε πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν τῶν
ἁμαρτωλῶν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου