ΟΜΙΛΙΑ
ὑπό τοῦ πρωτ/ρου π. Λάμπρου Χ. Τσιάρα, προϊστ/νου τοῦ ἱ. Μητρ/κοῦ ναοῦ ἁγ. Ἀθανασίου Ἰωαννίνων.
Ἀγαπητοί ἀδελφοί
Δόξα στόν Τριαδικό Θεό, πού μᾶς ἀξίωσε νά ἑορτάσουμε ἀκόμα μιά φορά τίς δύο μεγάλες ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας μας· τήν ἑορτή τῶν Γενεθλίων τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἑορτή τῆς Ἐπιφανείας αὐτοῦ. Στήν πρώτη ἑορτή εἴδαμε τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ «νήπιον ἐν φάτνῃ», «τιθηνούμενον καί γαλακτοτροφούμενον». Στή δεύτερη τόν εἴδαμε «βαπτιζόμενον ἐν Ἰορδάνῃ» ὑπό Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Στήν πρώτη εἴδαμε κι ἀκούσαμε ἀγγέλους μετά ποιμένων νά τόν δοξολογοῦν, καί, ἀκόμα, εἴδαμε μάγους «ἀπό ἀνατολῶν» νά πέφτουν καί νά τόν προσκυνοῦν. Στή δεύτερη ἀκούσαμε τήν φωνή τοῦ «ἀνάρχου Γεννήτορος» ἐξ οὐρανοῦ, νά «προσμαρτυρεῖ» ὀνομάζουσα τόν βαπτιζόμενον υἱόν του ἀγαπητόν, κι εἴδαμε καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο νά κατέρχεται «ἐν εἴδει περιστερᾶς» ἐπ’ αὐτόν καί νά βεβαιώνει τό «ἀσφαλές» τοῦ Πατρικοῦ λόγου.
Μετά τήν Βάπτιση καί τήν ἐπίσημη ἐπιβεβαίωσή του ὡς Μεσσία καί Σωτῆρα τῶν ἀνθρώπων, ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἀποσύρθηκε στήν ἔρημο. Ἐκεῖ, νήστεψε καί προσευχήθηκε ἐπί σαράντα ἡμέρες καί κατήσχυνε τό πνεῦμα τῆς πονηρίας, πού ἐπιχείρησε νά τόν «ἐκπειράσει»… Ἐπιστρέφοντας ἀπό τήν ἔρημο, ἔκρινε ὅτι ἡ ὥρα νά ἀρχίσει τό ἔργο του εἶχε φτάσει. Γιά τό πῶς ἄρχισε ἡ δημόσια δράση τοῦ Ἰησοῦ, μᾶς λέει τό Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς μετά τά Φῶτα: «Ἀκούσας ὁ Ἰησοῦς ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν εἰς τήν Γαλιλαίαν…». Ὁ Ἰωάννης ἦταν ὁ λύχνος πού προετοίμασε τήν ἔλευση τοῦ φωτός· τό ἀστέρι τό πρωινό, πού προεμήνυσε τήν ἀνατολή τοῦ νοητοῦ Ἡλίου. Ὅταν ὁ Ἥλιος ἦλθε, καί τό «ἀληθινόν φῶς ἐπεφάνη», ὁ λύχνος ἔσβησε, ἀποσύρθηκε ἀπό τό προσκήνιο, ὑποδεικνύοντας τόν «ἐρχόμενον», ὡς τόν «ἀμνόν τοῦ Θεοῦ». Ὁ Ἰωάννης «παρεδόθη», λέγει ὁ Εὐαγγελιστής. Ἔτσι εἶναι. Οἱ ἅγιοι δέν καταζητοῦνται καί δέν συλλαμβάνονται ὅπως οἱ κακοποιοί, ἀλλά παραδίδονται μέ παρρησία καί δέν προβάλλουν ἀντίσταση. Βεβαίως δέν ἐπιζητοῦν τό μαρτύριο, ἀλλά, ὅταν χρειασθεῖ, δέν τό ἀποφεύγουν· τό σηκώνουν μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, καί, ὡς καλοί ἀθλητές, στεφανοῦνται καί δοξάζονται… Ἡ παράδοση λοιπόν τοῦ Ἰωάννη σήμανε τήν ἔναρξη τῆς δράσεως τοῦ Ἰησοῦ.
«Ἀνεχώρησε» λοιπόν ὁ Ἰησοῦς «εἰς τήν Γαλιλαίαν, καί καταλιπών τήν Ναζαρέτ ἐλθών κατώκησεν εἰς Καπερναούμ τήν παραθαλασσίαν ἐν ὁρίοις Ζαβουλών και Νεφθαλείμ». Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος συμπληρώνει ἐδῶ, ὅτι ἡ μετοίκηση τοῦ Ἰησοῦ ἀπό τήν Ἰουδαία στή Γαλιλαία ἐπαληθεύει τήν σχετική προφητεία τοῦ Ἡσαΐα, πού ἔλεγε, ὅτι ἡ Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ὁ λαός ἐκεῖνος, πού ζοῦσε στό σκοτάδι τῆς ἄγνοιας καί τῆς ἀπιστίας, θά ἰδεῖ μεγάλο φῶς· καί σ’ ἐκείνους πού εἶναι στή χώρα καί στή σκιά τοῦ θανάτου, φῶς θά ἀνατείλει σέ αὐτούς.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἔχει λόγους, πού ἀφήνει τό ἐθνικό καί θρησκευτικό κέντρο τῆς Ἰουδαίας, τήν Ἱερουσαλήμ, κι ἔρχεται στήν περιφέρεια, καί κάνει κέντρο τῆς δράσεώς του τήν Καπερναούμ, πόλη πολυάνθρωπη καί… πολυπολιτισμική. Δέν ἦταν ἡ ὥρα νά δραστηριοποιηθεῖ στά Ἱεροσόλυμα καί νά ʼρθει σέ μιά πρόωρη σύγκρουση μέ τήν θρησκευτική ἡγεσία τῶν Ἑβραίων, ἡ ὁποία ἔδειξε ἀπό τήν ἀρχή τίς ἐχθρικές διαθέσεις πού εἶχε ἐναντίον του. Ἀλλά καί στήν Ναζαρέτ δέν θέλησε νά μείνει, γιατί ἤδη δοκίμασε τίς ἐναντίον του διαθέσεις τῶν συμπατριωτῶν του. Σέ αὐτούς εἶπε κάποτε τό γνωστό· ὅτι δηλ. κανένας προφήτης δέν εἶναι δεκτός στόν τόπο του. (Ματθ. 5,7||Μᾶρκ.6,1||Λουκ.6,24||Ἰω.4,44)… Ἡ περιφέρεια τῆς Γαλιλαίας, τήν ὁποία κατοικοῦσαν καί εἰδωλολάτρες, ἦταν ὁ πιό κατάλληλος τόπος νά ἀρχίσει τό ἔργο του. Ἡ Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ὅπως ὀνομάσθηκε, προσφερότανε γιά τήν παγκοσμιότητα τοῦ χαρακτῆρα τοῦ Εὐαγγελίου, ἀφοῦ ὁ Μεσσίας δέν ἦρθε μόνο γιά τόν λαό τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλʼ ἦρθε νά γίνει «φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν» καί Σωτῆρας ὅ λ ω ν τῶν ἀνθρώπων. Α ὐ τ ό ς ἦταν ὁ σημαντικός λόγος, πού ὁ Ἰησοῦς ἐπέλεξε τήν ἐπαρχία γιά ὁρμητήριο τῆς δράσεώς του. Μέ τόν τρόπο αὐτό «κόβει» τήν ἔπαρση τοῦ Ἰσραήλ ὡς τοῦ ἐκλεκτοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί τοῦ μοναδικοῦ τάχα κληρονόμου τῶν θείων ἐπαγγελιῶν. Καί, συνάμα, βγάζει τούς ἐθνικούς ἀπό τήν περιφρόνηση καί τήν ἀνυποληψία πού τούς ἔδειχναν οἱ Ἑβραῖοι, καί τούς δίνει τή δυνατότητα νά ἐνσωματωθοῦν καί αὐτοί στόν νέο λαό τοῦ Θεοῦ, νά γίνουν κι αὐτοί πολίτες τῆς βασιλείας του. Εἶναι ἕνα ἄ ν ο ι γ μ α αὐτό, πρός τόν ἐθνικό κόσμο.
«Ἀπό τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν καί λέγειν: μετανοεῖτε· ἤγγικεν γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Σʼ ἐτοῦτα τά πρῶτα λόγια, ἀδελφοί, συνοψίζεται καί συγκεφαλαιώνεται ὅλο τό εὐαγγέλιο, ὅλο τό κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ μετάνοια εἶναι προϋπόθεση γιά νά εἰσέλθει κανείς στό καθεστώς τῆς βασιλείας, ἡ ὁποία «ἤγγικεν»· ἔχει ἔλθει· εἶνʼ ἐδῶ. Ἡ εἴσοδος στήν βασιλεία εἶναι ταυτόσημη μέ τήν εἴσοδο στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Λένε μερικοί· «τό κήρυγμα εἶναι λόγια· ἐμεῖς δέν θέλουμε λόγια· ἔργα θέλουμε…». Ἀλλά, ὑπάρχει ἔργο μεγαλύτερο ἀπʼ αὐτό, πού ὁ Κύριος μᾶς ἀνέθεσε νά κάνουμε πρωτίστως, δηλ. νά κηρύττουμε «μετάνοιαν καί ἄφεσιν ἁμαρτιῶν»; Δέν ὑπάρχει. Ὅλα τά ἄλλα, ὅσα μποροῦμε καί κάνουμε, χωρίς τό κήρυγμα τῆς μετανοίας, δέν εἶναι τίποτα κι δέν ὠφελοῦν σέ τίποτα. Ὁ Χριστός μᾶς ὑπέδειξε ὁ ἴδιος τή σειρά, καί, πλέον ξέρουμε τί προηγεῖται καί τί ἕπεται. Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος κλείνει τήν περικοπή ὡς ἑξῆς: «Καί περιῆγεν - ὁ Ἱησοῦς - ὅλην τήν Γαλιλαίαν δ ι δ ά σ κ ω ν ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καί κ η ρ ύ σ σ ω ν τό εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας, καί θ ε ρ α π ε ύ ω ν πᾶσαν νόσον και πᾶσαν ″ταλαιπωρίαν„ ἐν τῷ λαῷ». Οἱ ἐπικριτές μας θέλουν μόνο τό τρίτο: νά θεραπεύουμε δηλ. τίς ὑλικές ἀνάγκες τοῦ λαοῦ. Μόνο αὐτό! Ἀλλʼ ἄν ἡ Ἐκκλησία περιορίσει τό ἔργο της σέ μιά καθαρά κοσμική δραστηριότητα προνοιακοῦ χαρακτῆρα, χωρίς νά διδάσκει τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καί νά κηρύττει τήν μετάνοια καί τή σωτηρία, τότε παύει νά εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ· θά εἶναι ἁπλῶς ἕνα ἵδρυμα φιλανθρωπικό…
Ἀδελφοί·
Ὁ τόπος στόν ὁποῖο κατοικοῦμε, ἡ χώρα μας, ἔχει σήμερα κάποιες ὁμοιότητες μέ τήν «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν». «Λαοί, φυλαί καί γλῶσσαι», ὅπως θά ʼλεγε ὁ ὑμωνδός, κατοικοῦν νόμιμα ἤ παράνομα στόν τόπο μας καί ζοῦν μαζί μας. Τοῦτο, ἄν δημιουργεῖ στήν κοινωνία μας προβλήματα, ἐμεῖς οὔτε τόν τρόπο ἔχουμε οὔτε τήν ἁρμοδιότητα νά τά ἀντιμετωπίσουμε. Ὡστόσο ἐκεῖνο πού ἰδιαιτέρως μᾶς στεναχωρεῖ, εἶναι τό γεγονός ὅτι ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ λαοῦ μας ἔχει δυστυχῶς, ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τούς πνευματικούς θησαυρούς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ἀπό τά πατροπαράδοτα ἔθιμά μας, ἀπό τήν ἱερή Παράδοση καί τή Λατρεία τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.Γίναμε ἐν πολλοῖς μιά…Γαλιλαία· ἕνας λαός…ἀ ν ε ό ρ τ α σ τ ο ς. Ναί· δέν ξέρουμε πῶς νά γιορτάσουμε· πῶς νά χαροῦμε· πῶς νά κοινωνοῦμε μεταξύ μας· πῶς νά ἀποδίδουμε «τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ». Τό νόημα τῆς ἀδελφοσύνης καί τῆς ἀλληλεγγύης ὅλο καί ξεμακραίνει ἀπό μᾶς. Εἶναι ἀληθινό καί προσέξτε το: ἀπό τόν τρόπο πού κανείς γιορτάζει τίς ἅγιες μέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, φαίνεται κι ἄν ἔχει μέσα του ταπείνωση, καλωσύνη, Θεό… Ὅλα ἐτοῦτα ἔχουν τίς αἰτίες τους, μέ πρώτη, ἴσως, τήν δική μας… ἀβελτηρία… Ὡστόσο, ὡς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ἔχουμε τήν ἐντολή νά κηρύττουμε «ἐπί τῷ ὀνόματι αὐτοῦ μετάνοιαν καί ἄφεσιν ἁμαρτιῶν εἰς πάντα τά ἔθνη», καί νά καλοῦμε ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς ἀνθρώπους γύρω μας, νά γνωρίσουν τό «φῶς τό ἀληθινόν» καί νά εἰσέλθουν στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τήν Ἐκκλησία· νά… «ἐκκλησιασθοῦν». Τοῦ Χριστοῦ εἶνʼ ὁ λόγος καί τόν ἀκοῦμε στό Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς μετά τά Φῶτα: «Μετανοεῖτε· ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Γένοιτο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου