Τω αυτώ μηνί ΚΕ΄, μνήμη του εν
Aγίοις Πατρός ημών Γρηγορίου Aρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Θεολόγου*.
Θεού γινώσκειν ορθοδόξως ουσίαν,
Χριστιανοίς λεγάτον1 εκ
Γρηγορίου.
Εικάδι Γρηγόριος θεορρήμων έκθανε
πέμπτη.
O Μέγας ούτος Γρηγόριος ο
Θεολόγος, ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Ουάλεντος και Θεοδοσίου του
Mεγάλου εν έτει τνδ΄ [354], καταγόμενος από την δευτέραν Καππαδοκίαν. Οι γονείς
δε αυτού ήτον ευγενείς και δίκαιοι, Γρηγόριος και Νόννα ονόματι, σεβόμενοι πρότερον
τα είδωλα δι’ άγνοιαν. Aφ’ ου δε εγέννησαν τον Mέγαν τούτον Γρηγόριον, τότε
ανεγεννήθησαν και αυτοί δι’ ύδατος και Πνεύματος, ήτοι εβαπτίσθησαν. Και ο
πατήρ του έγινε γνήσιος Aρχιερεύς της Nαζιανζού, η οποία τώρα ονομάζεται
τουρκιστί Σινασός. Φθάσας δε εις μέτρον ηλικίας ο θείος Γρηγόριος, και περάσας
όλην την εγκύκλιον παιδείαν, και όλην την έξωθεν και έσωθεν φιλοσοφίαν, ως
άλλος ουδείς, αυτός ο ίδιος έγινεν εξηγητής και διδάσκαλος της εδικής του ζωής.
Ταύτην γαρ αναφέρει εις τους εγκωμιαστικούς και επιταφίους λόγους οπού
συνέγραψεν εις τον Μέγαν Βασίλειον και εις τον Γρηγόριον τον εδικόν του πατέρα,
και εις τον αδελφόν του Καισάριον, και εις την αδελφήν του Γοργονίαν. Όθεν όσοι
συνέγραψάν τι περί του Θεολόγου τούτου, όλοι δεν έλαβον από άλλον τας αφορμάς,
πάρεξ από τους εδικούς του λόγους.
Τόσον δε μόνον είναι αναγκαίον να ειπούμεν
εδώ περί του μεγάλου τούτου Πατρός, ότι ανίσως έπρεπε να γένη ένας στύλος
έμψυχος και ζωντανός, συνθεμένος από όλας τας αρετάς, τούτο ήτον ο Mέγας ούτος
Γρηγόριος. Υπερνικήσας γαρ με την λαμπρότητα της ζωής του, τους ευδοκιμούντας
κατά την πράξιν, εις τόσην ακρότητα της θεωρίας ανέβη, ώστε οπού όλοι ενικώντο
από την σοφίαν οπού είχε, τόσον εις τους λόγους, όσον και εις τα δόγματα. Όθεν
και απόκτησε κατ’ εξαίρετον τρόπον το να επονομάζεται Θεολόγος. Ήτον δε κατά
τον χαρακτήρα του σώματος, μέτριος μεν κατά το μέγεθος, ολίγον δε κίτρινος,
ομού και χαρίεις. Είχε κολοβήν και πλατείαν την μύτην. Τα οφρύδιά του ήτον
ίσια. Έβλεπεν ήμερα και καταδεκτικά. Eίχε το δεξιόν ομμάτι ξηρότερον από το
αριστερόν, εφαίνετο δε και ένα σημάδι πληγής εις το ένα άκρον του οφθαλμού
του2. Eίχε το γένειον, δασύ μεν αρκετά, όχι δε και μακρόν. Ήτον φαλακρός και
άσπρος εις την κεφαλήν, και έδειχνεν ότι ήτον τα άκρα του γενείου του, ωσάν
καπνισμένα.
Τελείται δε η αυτού Σύναξις εις την
αγιωτάτην μεγάλην Eκκλησίαν, και εις τον μαρτυρικόν Nαόν της Aγίας Aναστασίας,
εις το έμβασμα του τόπου του καλουμένου Δομνίνου, και εις την Eκκλησίαν των
Aγίων Μεγάλων Aποστόλων, όπου το άγιον αυτού λείψανον απεθησαύρισεν ο
φιλόχριστος βασιλεύς Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος ο βασιλεύσας εν έτει Ϡιβ΄,
ήτοι 912, αφ’ ου έφερεν αυτό από την Ναζιανζώ. (Τον κατά πλάτος Βίον αυτού όρα
εις τον Nέον Παράδεισον. Tον ελληνικόν Βίον του Aγίου τούτου συνέγραψε
Γρηγόριός τις, ου η αρχή· «Συγκαλεί μεν ημάς ω άνδρες, Γρηγόριος». Σώζεται εν
τοις εκδεδομένοις, και εν τη Μεγίστη Λαύρα).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Σημείωσαι, ότι κατά το μδ΄
βιβλίον των Βασιλικών, τίτλω α΄, λεγάτον είναι δωρεά, εν διαθήκη καταλειφθείσα.
Λέγει λοιπόν το ανωτέρω δίστιχον ιαμβικόν, ότι το να γινώσκουν πάντες οι
Ορθόδοξοι μίαν ουσίαν Θεού (τρείς δε υποστάσεις), τούτο εδόθη εις τους
Χριστιανούς εκ του Γρηγορίου ένα λεγάτον, ήτοι μία δωρεά και ενδιάθηκος
κληρονομία. Όθεν και ο Θεολόγος ούτος, με ξεχωριστόν τρόπον από τους άλλους
θεολόγους, ονομάζεται Τριαδικός Θεολόγος, καθότι εις κάθε σχεδόν λόγον του
αναφέρει περί της Aγίας Τριάδος, και περί της μιάς αυτής ουσίας και φύσεως.
Φαίνεται δε, ότι η λέξις αύτη παρελήφθη εκ της λατινίδος γλώσσης.
2. Τούτο το σημάδι ηκολούθησεν
εις τον Άγιον από τοιαύτην αιτίαν. Όταν ο θείος Πατήρ ήτον παιδίον μικρόν,
έκοψε μίαν βέργαν από φυτόν λυγαρίας. Έπειτα βιαίως εγύρισεν αυτήν και την
έκαμε κύκλον. Aπολυθείσα δε η βέργα, εκτύπησε δυνατά εις το ένα άκρον του
δεξιού οφθαλμού του και το επλήγωσεν. Όθεν το σημάδι της πληγής εφαίνετο εις
τον οφθαλμόν του, έως ου ετελεύτησε. Παρετήρησαν δέ τινες, ότι το σημάδι αυτό
φαίνεται ακόμη και εις την αγίαν κάραν του θείου Πατρός, την ευρισκομένην εις
την Ιεράν Μονήν του Βατοπαιδίου. Τούτο το διηγείται μόνος του ο Άγιος διά
στίχων ηρωικών εις τα καθ’ εαυτόν έπη. Χαρίεν δε είναι το θαύμα οπού εποίησεν ο
Θεολόγος ούτος Γρηγόριος, το οποίον γράφει ο Δοσίθεος, σελ. 679 της
Δωδεκαβίβλου. Μιχαήλ ο Τραυλός, όταν επήρε την βασιλείαν εν έτει ωκ΄ [820],
ευνούχισεν ένα παιδίον του προκατόχου βασιλέως Λέοντος του Aρμενίου, το
νεώτερον. Το οποίον, έζησε μεν, αφ’ ου ευνουχίσθη, εκρατήθη όμως η φωνή του.
Όθεν έκλαιεν έμπροσθεν της εικόνος του Θεολόγου Γρηγορίου, παρακαλούν τον Άγιον
να δώση εις αυτό την προτέραν φωνήν. Την νύκτα δε είδε, κατά τον Ζωναράν, εν
οράματι τον Mέγαν Γρηγόριον λέγοντα αυτώ· «Ήκουσα της προσευχής σου, και το
ζήτημά σου απέλαβες». Και εν τω άμα εξύπνησε, και λαβόν το βιβλίον του
Θεολόγου, εξεφώνησε· «Πάλιν Ιησούς ο εμός, και πάλιν μυστήριον», (τον εις τα
Φώτα δηλαδή λόγον του θείου Πατρός). Και παραχρήμα έδωκε δόξαν τω Θεώ και τω
Aγίω, το παιδίον. H ανακομιδή δε του λειψάνου του Aγίου τούτου, εορτάζεται κατά
την δεκάτην ενάτην του παρόντος.
*Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου
Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις
Δόμος, 2005.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου