Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2025

Η Γέννηση του Χριστού...

Η Γέννηση του Χριστού δεν εγγράφεται σε εορταστική οικονομία αφθονίας, αλλά σε ένα καθεστώς ριζικής υλικής και υπαρξιακής λιτότητας, η οποία δεν λειτουργεί απλώς ως ιστορικό φόντο, αλλά ως θεμελιώδες θεολογικό δεδομένο.

Ο τόπος της Γεννήσεως δεν είναι τυχαίος, ούτε ουδέτερος: η Βηθλεέμ — בֵּית לֶחֶם, Οἶκος Ἄρτου — φέρει ήδη στο ίδιο της το όνομα μια ολόκληρη θεολογία της τροφής.

Ο άρτος δεν είναι εδώ μεταγενέστερο σύμβολο.

Είναι ο τόπος.

Ο Χριστός δεν έρχεται απλώς «εκεί όπου υπάρχει ψωμί», αλλά γεννιέται μέσα στην ίδια την έννοια της στοιχειώδους συντήρησης της ζωής, σε έναν χώρο που ορίζει το ελάχιστο, όχι το περίσσιο.

Η βιβλική και ανθρωπολογική πραγματικότητα της Παλαιστίνης του 1ου αιώνα απογυμνώνει κάθε φαντασίωση γύρω από τη Γέννηση.

Το νήπιο δεν εισέρχεται στον κόσμο εν μέσω τελετουργικού γεύματος, αλλά μέσα στη σιωπή της έλλειψης.

Η φάτνη —χώρος τροφής ζώων— δεν υποκαθιστά το τραπέζι.

Το ακυρώνει. Η μόνη τροφή που υπονοείται είναι το μητρικό γάλα: η ελάχιστη, άμεση, άνευ μεσολάβησης μορφή ζωής.

Εδώ δεν έχουμε απλώς φτώχεια. Έχουμε προ-ευχαριστιακή κατάσταση, έναν κόσμο πριν από την κοινωνία, πριν από το κοινό τραπέζι, πριν από τη μεταστοιχείωση.

Η νηστεία, επομένως, στη Γέννηση δεν λειτουργεί ως άσκηση, ούτε ως ηθικός κανόνας. Είναι συνθήκη ύπαρξης.

Ο Χριστός δεν «επιλέγει» τη νηστεία.

Γεννιέται μέσα της.

Η έλλειψη τροφής δεν αποτελεί εδώ παιδαγωγικό μέσο, αλλά θεολογική γλώσσα: ο Θεός εισέρχεται στον κόσμο όχι από την πλευρά του κορεσμού, αλλά από την πλευρά της πείνας.

Και αυτή η πείνα δεν είναι μόνο βιολογική. Είναι οντολογική.

Είναι η πείνα του κόσμου για νόημα, για παρουσία, για σώμα.

Αυτήν ακριβώς τη διάσταση μάς υπογράμμιζαν —όχι θεωρητικά, αλλά υπαρξιακά— οι λόγοι που ακούγαμε στον Άγιο Ματθαίο των Σιναϊτών. Ο ιερομόναχος, ο Σιναΐτης, ο Κλήμης, δεν μιλούσε ποτέ για τη νηστεία ως τεχνική αρετής, αλλά ως απογύμνωση του ψεύδους της αυτάρκειας.

Η στέρηση της τροφής δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι μνήμη.

Μνήμη ότι ο άνθρωπος δεν σώζεται επειδή χορταίνει, αλλά επειδή δέχεται.

Και ο Χριστός, ως νήπιο στη φάτνη, είναι η απόλυτη μορφή αυτής της δεκτικότητας.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η σύγχρονη ταύτιση της Γεννήσεως με το πλούσιο γεύμα, με την υπερκατανάλωση, με το τραπέζι που λυγίζει από αφθονία, δεν αποτελεί απλώς πολιτισμική εκτροπή. Συνιστά θεολογική παραχάραξη.

Η μετατροπή των Χριστουγέννων σε γαστρονομικό γεγονός δεν είναι αθώα.

Είναι βαθιά αντιχριστιανική, στο μέτρο που αντιστρέφει τη φορά της Ενανθρώπησης.

Εκεί όπου ο Θεός εισέρχεται μέσα από την έλλειψη, εμείς απαντούμε με περίσσεια.

Εκεί όπου η Γέννηση συμβαίνει χωρίς τραπέζι, εμείς στήνουμε τραπέζια χωρίς Γέννηση.

Η Βηθλεέμ, ο Οίκος Άρτου, δεν είναι πρόσκληση σε κατανάλωση.

Είναι υπενθύμιση ότι ο άρτος προηγείται ως ανάγκη, όχι ως απόλαυση.

Ο Χριστός θα γίνει αργότερα «ἄρτος ζωῆς», αλλά πριν γίνει άρτος που προσφέρεται, γεννιέται ως σώμα που στερείται. Η Ευχαριστία προϋποθέτει τη φάτνη.

Το κοινό τραπέζι προϋποθέτει την έλλειψη.

Και η χαρά της Γεννήσεως δεν θεμελιώνεται στο χορτάτο σώμα, αλλά στο σώμα που περιμένει.

Η αληθινή νηστεία των Χριστουγέννων, λοιπόν, δεν είναι η αποχή από συγκεκριμένες τροφές, αλλά η άρνηση να παρανοήσουμε τη Γέννηση.

Να θυμηθούμε ότι ο Θεός δεν γεννήθηκε για να μας χορτάσει, αλλά για να γίνει Εκείνος τροφή. Και αυτό, μόνο μέσα από τη φάτνη, μόνο μέσα από τη στέρηση, μόνο μέσα από τον Οίκο του Άρτου που δεν έχει ακόμη άρτο.

Μάνος Λαμπράκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου