Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2021

Ευχέλαιο

 

Δευτέρα 1η Μαρτίου "εις Κοπάνους":

Το ιερό μυστήριο του Ευχελαίου, ώρα 6η απογευματινή!
 

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2021

Ο μετανιωμένος άσωτος...

 

Γράφει ο π. Θωμάς Ανδρέου,

Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Θρόνου

& Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννίνων

Στην σημερινή ευαγγελική περικοπή, ο Χριστός περιγράφει ένα γεγονός από αυτά που μπορεί ο καθένας να συναντήσει δίπλα του, στον κοινωνικό του περίγυρο, μια ιστορία που συνέβη, συμβαίνει και θα συνεχίζει να συμβαίνει. Άλλη μια απόδειξη πως το Ευαγγέλιο έχει χρονική αρχή όσον αφορά την συγγραφή του, αλλά δεν έχει τέλος όσον αφορά τα αιώνια και ακατάλυτα μηνύματα που απορρέουν από αυτό.

Η περίπτωσις του ασώτου νέου, αφορά έναν άνθρωπο, που η νεότητα του τον κάνει να πιστεύει πως μπορεί να κατακτήσει τον κόσμο. Σαν τα μικρά πτηνά του ουρανού που προσμετρούν τις δυνάμεις τους για να δουν αν τα φτερά τους είναι ικανά να κατακτήσουν τους αιθέρες. Ωστόσο, πολλές φορές υπάρχει αιφνίδια πτώση, απομάκρυνση από την ασφάλεια γονικής παρουσίας με πολλές φορές ολέθρια αποτελέσματα...

Ζητά να μοιρασθεί η πατρική περιουσία ώστε να αρπάξει το δικό του μερίδιο και να το χρησιμοποιήσει όπως εκείνος επιθυμεί. Το άλλο μέρος της περιουσίας ανήκει στον μεγαλύτερο αδελφό του. Ο πατέρας αποδέχεται την βούληση του παιδιού του. Του δίνει αυτό που του ''ανήκει'' ακόμα και αν το παιδί, δεν κοπίασε για να το δημιουργήσει. Και ο νέος, αρπάζει την ευκαιρία. Νιώθει δυνατός, πιστεύει πως μπορεί να κάνει τα πάντα και έτσι απεδήμησεν εις χώραν μακράν...

Διασκέδασε με την ψυχή του! Δεν άφησε κάτι που να μην το ζήσει. Η σκέψη και το σώμα του υποδουλώθηκαν στην ύλη. Δεσμεύθηκαν από τα χειρότερα δεσμά με τα οποία μπορεί ο άνθρωπος να δεσμευτεί. Τα δεσμά των λαθών του... Όμως, δεν αργεί να έρθει η ώρα κατά την οποίαν ένας ξαφνικός λιμός, μια απρόβλεπτη κατάσταση έρχεται να του αλλάξει τα μέχρι τότε δεδομένα. Το αρχοντόπουλο, πεινά... Στερείτε ακόμα και αυτών, τούτων των βασικών αγαθών για την επιβίωση του. Και μετά την λιμοκτονία έρχεται η απαξίωση. Ο δυστυχής νέος, έρμαιον του θλιβερού χαρακτήρος του, εξαναγκάζεται, δεν το επιλέγει, να εργασθεί στην βοσκή των χοίρων και να συντηρείται, από την τροφή των ζώων! Ακόμα όμως και αυτήν, δεν βρέθηκε κανείς να του την δώσει. 

Την πτώση του την αντιλαμβάνεται και τότε υπάρχει η συναίσθηση που συνεπάγεται την διόρθωση του λάθους! Κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στο λάθος, αλλά και κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στην διόρθωση του λάθους του. Καθένας από εμάς μπορεί να πέσει αλλά ταυτόχρονα έχει την δυνατότητα να σηκωθεί. Η αμαρτία, είναι μέρος της ζωής του ανθρώπου, αλλά και η μετάνοια είναι βασικό βίωμα του. Σκέπτεται λοιπόν, πως είχε κάποτε τα πάντα και έγινε ο ίδιος αιτία, τα πάντα να χαθούν. Όμως, δεν απελπίζεται! Ταπεινώνει τον εαυτό του, πολύ περισσότερο απ' ότι η ίδια η ζωή του. Αποφασίζει να επιστρέψει στην ασφάλεια του σπιτιού όχι για να ξανακερδίσει ότι έχασε, αλλά για να αγωνισθεί από την αρχή και να ξαναδημιουργήσει. Και αυτό κάνει. Παίρνει τον δρόμο της επιστροφής προς τον πατέρα.

Εδώ λοιπόν η παραβολή μας ομιλεί. Διότι, η στάση του πατέρα αλλάζει τα δεδομένα. Η λογική λέει πως ο πατέρας έχει ξεγράψει για πάντα το παιδί που θέλησε να τον εγκαταλείψει. Θα μπορούσε λοιπόν, στο άκουσμα του ερχομού του να του κλείσει την πόρτα του σπιτιού μιας και αυτή ήταν η απόφαση του παιδιού του. Να αδιαφορήσει σκεπτόμενος πως τα λάθη πληρώνονται. Να τον εγκαταλείψει.... Αντ' αυτού όμως, ο πατέρας περιμένει υπομονετικά την επιστροφή του  παιδιού του στην οικογενειακή εστία. Τον περιμένει να επιστρέψει... Δεν τον ειδοποιούν πως ήρθε! Τον βλέπει ο ίδιος από μακρυά να έρχεται κάτι που τονίζει την αγωνία του πατέρα για το παιδί του και όταν τον βλέπει τρέχει κοντά του να τον αγκαλιάσει. Στο ένα βήμα του ανθρώπου κάνει εννέα ο Θεός για να τον συναντήσει...

Αμέσως, ο υιός ταπεινωμένος αποζητά την συγχώρηση του πατέρα. Αποδέχεται το λάθος του. Μετανοεί! Και ο πατέρας τον αποκαθιστά στην προτεραία θέση του. Τον φροντίζει με στοργή. Του δίνει ρούχα να αλλάξει, να αλλάξει ζωή. Του δίνει δακτυλίδι, επαναφέροντας τον στην αρχική του κατάσταση, τον ελευθερώνει από τα δεσμά του! Δίνει εντολή να ετοιμαστεί μεγάλο τραπέζι ώστε όλοι να μετάσχουν στην μεγάλη χαρά της σωτηρίας ενός ανθρώπου. Ο Πατέρας, δείχνει συμπόνια, έλεος, συγχώρηση, έννοιες άγνωστες για τους υπόλοιπους ανθρώπους. Συμπονά εκείνον που απορρίπτουν οι άνθρωποι. Συγχωρεί εκείνον που δεν συγχωρούν οι άνθρωποι. Ελεεί εκείνον στον οποίον δεν δείχνουν έλεος οι άνθρωποι. Αυτός είναι ο Πατέρας!

Όμως υπάρχει και ένα ακόμη παιδί. Εκείνο, που τόσα χρόνια ζει κοντά στον πατέρα, που δεν τον εγκατέλειψε ποτέ. Επιστρέφοντας από την εργασία του, φιλότιμος ων και εργατικός, ακούει τραγούδια και πανηγυρισμούς. Ρωτά, μαθαίνει. Πικραίνεται και πεισμώνει. Αρνείται να εισέλθει στο σπίτι του. Για μια ακόμα φορά, ο πατέρας αναζητά το παιδί του. Τον συναντά, ακούει το παράπονο του. Δέχθηκε κοντά του, τον απερίσκεπτο, εκείνον που τον εγκατέλειψε. Εκείνον που δεν δίστασε να καταδαπανήσει την περιουσία του, στα λάθη της ζωής του.  Όμως η απάντηση του είναι καταλυτική. Παιδί μου, του λέει, ότι έχω είναι δικό σου. Συμμερίσου την χαρά μου. Ο αδελφός σου, ήταν νεκρός και αναστήθηκε, είχε χαθεί και βρέθηκε!

Πόσες φορές, ο άνθρωπος δεν εγκατέλειψε τον Θεό! Στην αναζήτηση όμως του ανθρώπου, έρχεται η αποκάλυψις του Θεού. Ακόμα και όταν ο άνθρωπος αρνείται την παρουσία του Θεού στην ζωή του, Εκείνος δεν τον εγκαταλείπει ποτέ! Ο άσωτος της παραβολής, είναι σαν και εμάς. Είναι, εμείς! Στο λάθος, υπάρχει διόρθωση. Στην αμαρτία, υπάρχει μετάνοια. Και την μετάνοια την ακολουθεί η συγχώρησις. Ποτέ δεν είναι αργά για την επανόρθωση του λάθους. Ποτέ δεν είναι αργά για την μετάνοια στην αμαρτία. Ποτέ δεν είναι αργά για την συγχώρηση. Αυτής της μετανοίας μπορούμε να καταστήσουμε και τον δικό μας εαυτό κοινωνό. Και δανειζόμενοι τα χείλη του ασώτου να αποζητήσουμε και να βρούμε το έλεος του πατέρα. Πόσο ποιο ωραία μπορεί αυτό να το περιγράψει ο υμνωδός. Μια ευχή, μια προσευχή. Προσευχή όχι των χειλέων, αλλά προσευχή της καρδιάς:Ἥμαρτον εἰς σὲ Σωτήρ, ὡς ὁ ἄσωτος Υἱός, δέξαι με Πάτερ μετανοοῦντα, καὶ ἐλέησόν με ὁ Θεός.

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2021

Προς την Ανάσταση!

Καλλίστρατο Τριώδιο συνοδοιπορίας προς την Ανάσταση!

Καλό Τριώδιο!

 

Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2021

Λόγος Πανηγυρικός

 

Χαραλάμπου Ν. Ρεμπέλη, διδασκάλου, την 21 Φεβρουαρίου 1935!

Αιδεσιμώτατε,

Κύριε Πρόεδρε,

φιλέορτοι συμπατριώται.

Αναλαβών κατά την σημερινήν επέτειον της ενδόξου αλώσεως των Ιωαννίνων να εκφωνήσω τον πανηγυρικόν της ημέρας, ομολογώ ότι κατέχομαι από κάποιον δισταγμόν, διότι έχω την γνώμην ότι πας λόγος, οσονδήποτε επιτυχής και αν είναι, δεν θα ηδύνατο να απεικονίση δεόντως την άφθαστον χαράν, την οποίαν ησθάνθημεν οι Ηπειρώται κατά την απελευθέρωσιν των Ιωαννίνων, δεν θα κατώρθωνε, επαναλαμβάνω, παρά ασαφή μόνον να δώση ιδέαν, αμυδράν μόνον να αποτυπώση εικόνα της αγαλλιάσεως και του ενθουσιασμού και της φρενίτιδος εκείνης σύμπαντος του ελληνισμού, όταν θριαμβευταί οι κάτοικοι πόλεων και χωρίων, έξαλλοι από χαράν, μετέδιδον τα ευφρόσυνα επινίκια εν μέσω των αλληλούια των αλαλαγμών της νίκης δια την απελευθέρωσιν της πρωτευούσης της ευάνδρου Ηπείρου μας. Είκοσι δύο ακριβώς έτη συμπληρώνονται σήμερον από της ημέρας εκείνης της 21ης Φεβρ. 1913, κατά την οποίαν υψώνετο νικηφόρως η κυανόλευκος σημαία μας εις την πόλιν των Κομνηνών, τα θρυλικά Γιάννενα, τα οποία επί 500 περίπου έτη εδεύσμευε δια βαρέων δεσμών και κατεπάλει δια βεβήλων ποδών η τυραννίς του Ισλάμ. Πέντε αιώνας φρικτής σκλαβιάς διήνυσεν η πρωτεύουσα της Ηπείρου, αφ' ής εποχής περιήλθε (1431) εις την κυριαρχίαν του Σουλτάνου Μουράτ του Β', του οποίου τα αιμοχαρή στίφη δεν εβράδυναν να κυριεύσουν και τα λοιπά Ηπειρωτικά εδάφη.Έκτοτε εις την Ήπειρον έσβησεν ο ζωογόνος της ελευθερίας ήλιος και εξηφανίσθη η Βυζαντινή αίγλη, την οποίαν αφήκαν οι Δεσπόται της Ηπείρου. Αλλά, παρά πάσαν προσδοκίαν, η Ήπειρος κατά τους χρόνους της δουλείας εβλάστησε τους πλουσίους εκείνους καρπούς του πνεύματος, τους οποίους βλέπομεν κατόπιν αναθάλλοντας παραλλήλως με τας θυσίας του ηπειρωτικού αίματος και με την άφθονον διάθεσιν του ηπειρωτικού χρήματος εν τη υπηρεσία της εθνικής ιδέας. Είναι εκτός πάσης αμφιβολίας ότι τα ηπειρωτικά Γράμματα, τα ηπειρωτικά τυπογραφεία εις την Δύσιν και το ηπειρωτικόν χρήμα συνετέλεσαν τα μέγιστα εις την ανάπτυξιν του ελληνικού πνεύματος και προπαρεσκεύασαν αρκούντως την απελευθέρωσιν του Γένους. Και επέστη η ώρα δια την απελευθέρωσιν της Ηπείρου, Μακεδονίας και Θράκης. Ενώ όμως ο ελληνικός στρατός με ακράτητον ενθουσιασμόν, διελθών τα παλαιά σύνορα της Ελασσόνος, κατετρόπωνε τον εχθρόν και ύψωνεν εις την Μακεδονίαν τρόπαια αθανάτου δόξης, τα εν Ηπείρω ελληνικά στρατεύματα, των οποίων προΐστατο ο τότε διάδοχος Κωνσταντίνος, εβράδυναν την προέλασίν των, διότι τα ωχυρωμένα φρούρια του Μπιζανίου και της Γαστρίτσας εβάλλοντο οι Έλληνες δια συνεχών μύδρων.

Και ανέτειλεν η 21η Φεβρουαρίου. Και πρώτη η φάλαγξ του ταγματάρχου Βελισσαρίου εσκόρπισε δια της λόγχης τον εχθρόν από τα οχυρά του Μπιζανίου και το θούρινο σάλπισμα της νίκης αντήχησεν εις την πρωτεύουσαν της Ηπείρου. Επέσανε τα Γιάννενα, όχι εις το βάραθρον του εξαφανισμού, αλλά εις την αγκάλην της μητρός Ελλάδος, η οποία τόσον τα λαχταρούσε. Ελευθερώθηκε σαν σήμερα η ιστορική πόλις του ελληνισμού, τα χιλιοτραγουδισμένα Γιάννενα, η εστία του φωτός και των ελληνικών Γραμμάτων κατά τους χρόνους της δουλείας. Τα Γιάννενα, τα ζυμωμένα με την δημοτικήν ποίησιν, η πανώρια και πολυθρύλητη πολιτεία με τους μυροβόλους κήπους της, με τα γραφικά βουνά, των οποίων οι παρυφές και οι πλαγιές καθρεφτίζονται και λούονται στα γαλανά νερά της μαγευτικής λίμνης Παμβώτιδος, τα κάστρα με την επιβλητικήν σιωπήν των, με τα δοξασμένα σχολεία, με το θρυλικό νησί, που κατέχει ιδιάζουσαν θέσιν εις την ιστορίαν της Παιδείας, διότι εκεί πρώτον, προ της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως, ιδρύθησαν αι πρώται σχολαί των Ιωαννίνων, από τας οποίας τόσοι εμπνευσμένοι ιερομόναχοι, λόγιοι και διαπρεπείς ιεράρχαι εξεπήγασαν κατά τους χρόνους της μαύρης σκλαβιάς.«Τα πήραμε τα Γιάννενα, μάτια πολλά το λένε και τραγουδούν και κλαίνε» κατά την λαϊκήν μούσαν.

Εμείς που εγνωρίσαμεν τα σκλαβωμένα Γιάννενα, όσοι δε εξ ημών κατά την χαρμόσυνον εκείνη ημέρα ευρέθημεν εις μεγαλύτερα αστικά κέντρα, εμείς και μόνοι είμεθα εις θέσιν να διερμηνεύσωμεν εις τους νεωτέρους την ηλικίαν με πόσον ενθουσιασμόν και με πόσην πατριωτικήν υπερηφάνειαν υπεδέχθησαν οι απανταχού Έλληνες και ιδιαίτερα οι Ηπειρώται, το χαρούμενο άγγελμα της απελευθερώσεως των Ιωαννίνων. Και πλήθος κόσμου κατέκλυσε την πλατείαν και έστρωσαν οι Γιαννιώτισσες στρωσίδια και κιλίμια και χαλιά και εσκόρπισαν δάφνες και μυρσίνες δια να υποδεχθούν τον στρατηλάτην Κωνσταντίνον και τον ελληνικόν στρατόν, τον οποίον με δακρυσμένα μάτια θερμώς εχειροκρότουν και κατησπάζοντο και κατεφίλουν τας χείρας των αξιωματικών καθ' όλην τη διαδρομήν από Καλούτσιανην προς το κέντρον της πόλεως.

Σκιρτούν από χαρά κατά την σημερινήν επέτειον μέσα εις το μνήμα των οι αιματωμένες και πανίερες σκιές των ηρωικώς πεσόντων εις τα πεδία των μαχών. Σκιρτά από αγαλλίασιν η αθάνατη λύρα του Βηλαρά, Βαλαωρίτη, Ζαλοκώστα, Κρυστάλλη και του Πελλερέν, που χιλιοτραγούδησαν την σκλαβωμένη Ήπειρο. Συναγάλλεται σήμερον και η τρισέβαστος χορεία των μεγάλων του έθνους μας ευεργετών, των Ζωσιμάδων, του Καπλάνη, του Ζάππα, του Γεωργίου Σταύρου, του Χατζηκώστα, του Ριζάρη, του Αβέρωφ, του Αρσάκη, του Σίνα και τόσων άλλων ευγενών και φιλομούσων ανδρών, οι οποίοι τόσην αγάπην, τόσην ευσπλαχνίαν, στοργήν, συμπόνια και φιλοπατρίαν εσκόρπισαν εις τον βωμόν της φιλτάτης πατρίδος μας. Πόσα και πόσα όνειρα, πόσες και πόσες ελπίδες συνδέονται με την ίδρυσιν εκάστου καθιδρύματος, τα οποία κοσμούν τας Αθήνας και τα Γιάννενα, όπως το Ζάππειον, το Καλλιμάρμαρον Στάδιον, η Εθνική Τράπεζα, το Μετσόβιον Πολυτεχνείον, το Αρσάκειον, η Ριζάρειος Σχολή, η Ζωσιμαία Σχολή Ιωαννίνων και τόσα άλλα ευαγή ιδρύματα και τεμένη των Μουσών, πόσα δε δάκρυα έβρεξαν πολλάκις τον χάρτην της διαθήκης των, επί του οποίου εχαράσσετο η τελευταία θέλησις των καλλιπλούτων εκείνων εθνικών ευεργετών, των ευγενεστάτων βλαστών της μεγάλης χορείας των Ηπειρωτών χορηγών, οι οποίοι τόσην αγάπην ησθάνοντο δια την Ήπειρο και την Ελλάδα γενικώτερον. Και συμπαρελαύνουν σήμερον μετά των ζώντων αι ψυχαί των ονομαστών της Ηπείρου Διδασκάλων, του Μπαλάνου και του Βούλγαρη, του Ψαλίδα και του Φωτιάδη, του Ασωπίου και του Αραβαντινού, του Μανάρη, του Σακελλαρίου και του Σπυρ. Λάμπρου κ.λ., οι οποίοι ελάμπρυναν τα ελληνικά Γράμματα με την σοφίαν και την πολυμάθειάν των.

Τα Γιάννενα, η ιστορική πόλις των στοχασμών σύμπαντος του ελληνισμού, την οποίαν οι γενναιόδωροι εθνικοί ευεργέται και οι περίφημοι Διδάσκαλοι του Γένους ονειροπόλησαν ελευθέραν και μαζί με αυτά ολόκληρος η Ήπειρος προσέρχεται σήμερον εις την τράπεζαν της εθνικής αγαλλιάσεως, την οποίαν δια του ηρωικού στρατού παρέθεσεν εις ημάς η κοινή όλων μας μήτηρ Ελλάς, με την ευχήν, όπως συντόμως ελευθερώθη και η βόρειος Ήπειρος, η οποία βιαίως απεσπάσθη από τους κόλπους της πατρίδος μας. Γένοιτο. Με την ευχήν αυτήν ας αναφωνήσωμεν: Ζήτω το Έθνος.

“Τελώνης καί Φαρισαῖος, δυό ἄνθρωποι τῆς διπλανῆς μας πόρτας”

Γράφει ο Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Θρόνου π. Θωμάς Ανδρέου, Πρωτοσύγκελλος της Ι. Μ. Ιωαννίνων.

Τήν Κυριακή, στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα πού θά ἀκούσουμε στίς ἐκκλησιές μας, δυό πρόσωπα πρωταγωνιστοῦν μέσα στόν χῶρο τοῦ Ναοῦ. Δυό ἄνθρωποι τῆς διπλανῆς μας πόρτας πού καί σήμερα καί πάντοτε θά ὑπάρχουν ἀνάμεσά μας, ἕνας ἁμαρτωλός τελώνης πού ἐκπροσωπεῖ τά ἑκατομμύρια τῶν ἁμαρτωλῶν πού ἔζησαν, ζοῦν καί θά ζήσουν ἐπάνω στήν γῆ, καί ἕνας Φαρισαῖος, ἄνθρωπος τοῦ νόμου, εὐσεβιστής, πού νομίζει ὅτι ἔχει ἐξασφαλίσει τήν σωτηρία του!

Πρόκειται γιά ἕνα πολύ μικρό σέ ἔκταση κείμενο, μέσα στό ὁποῖο κρύβονται ὅμως μεγάλα καί ὑψηλά νοήματα.

Οἱ δυό αὐτοί ἄνθρωποι τῆς διπλανῆς μας πόρτας κάλλιστα μπορεῖ νά εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι. Ἴσως, τό πρόσωπο τοῦ ἑνός ἤ τοῦ ἄλλου νά εἶναι ὁ δικός μας καθρέπτης. Βρίσκονται καί οἱ δύο μέσα στόν Ναό. Ὁ ἕνας στό κέντρο τοῦ Ναοῦ στό σημεῖο ὅπου μποροῦν νά τόν δοῦν ἀλλά καί νά τόν ἀκούσουν ὅλοι ὅσοι βρεθοῦν μέσα σέ αὐτόν.

Ὁ Φαρισαῖος προσεύχεται ἐκφώνως: «εὐχαριστῶ σοί ὅτι οὐκ εἰμί ὥσπερ οἱ λοιποί των ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἤ καί ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δίς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι». Δεν λέει ψέματα! Αὐτά πού λέει τά πράττει. Εἶναι εὐσεβής, ἐλεήμων, ἄνθρωπος πού νηστεύει. Μέ ἔμφαση διακηρύσσει ὅλα ὅσα κάνει γιά τόν Θεό. Μέ τρόπο δεικτικό ξεχωρίζει τόν ἑαυτό του ἀπό τόν κρυμμένο σέ μιά γωνιά τοῦ Ναοῦ τελώνη, πού γονατιστός καί δακρυσμένος ψιθυρίζει μόνο μιά φράση: «ὁ Θεός, ἰλάσθητι μοί τῷ ἁμαρτωλῶ». Μία καί μόνο φράση πού συνοδεύεται ἀπό δάκρυα μετανοίας καί λυγμούς πού ἐφελκύουν τήν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἀνθρώπινη λογική, τά ἀνθρώπινα μάτια θά δικαίωναν τόν φαρισαῖο, καί ὁ ἴδιος ἐξάλλου αὐτό πίστευε, μιᾶς καί εἰσερχόμενος στόν Ναό ἀναζητᾶ ὄχι τήν δικαίωση ἀλλά τήν αὐτοδικαίωσή του! Εὐτυχῶς, ὅμως, πού ὁ Θεός οὔτε σκέπτεται ἀλλά οὔτε βλέπει μέ τά μάτια τῶν ἀνθρώπων.

Στά μάτια τῶν ἀνθρώπων ὁ εὐσεβής εἶναι ὁ Φαρισαῖος, ὁ ἄνθρωπος πού δείχνει νά ἀγαπᾶ τόν Θεό. Στήν πραγματικότητα ὅμως συμβαίνει τό ἀκριβῶς ἀντίθετο! Ὁ πραγματικά εὐσεβής καί δικαιωμένος στά μάτια τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ τελώνης! Καί τοῦτο, διότι ὁ Φαρισαῖος μπορεῖ νά ἀγαπᾶ τόν Θεό, ἀλλά ἀπαξιώνει τόν συνάνθρωπό του, αὐτοαπομονώνεται καί ἀπομονώνει ταυτόχρονά τους ἄλλους ἀνθρώπους. Δέν μπορεῖ νά φιλανθρωπήσει ἀπέναντι στόν συνάνθρωπό του καί μέ δεικτικό τρόπο τόν ἀπομακρύνει ἀπό τόν δικό του μικρόκοσμο, μέσα στόν ὁποῖο φαίνεται πώς κανείς ἄλλος δέν χωρᾶ ἐκτός ἀπό τόν ἴδιο. Ὑψώνει τόν ἑαυτό τοῦ ἐπικίνδυνα ἀπέναντι στόν Θεό. Ἀγνοεῖ ὅτι, «πᾶς ὁ ὑψῶν ἐαυτόν ταπεινωθήσεται, ὁ δέ ταπεινῶν ἐαυτόν ὑψωθήσεται».

Εὐτυχῶς, λοιπόν, γιά ἐμᾶς πού ὁ Θεός «σκέπτεται» τελείως διαφορετικά ἀπό τούς ἀνθρώπους. Γιατί στήν «λογική» του Θεοῦ, ἡ ἀνθρώπινη σωτηρία περνᾶ μέσα ἀπό τό πρόσωπο τοῦ ἄλλου, ἐκείνου πού πέφτει καί ταυτόχρονα σηκώνεται, ἐκείνου πού λαθεύει καί ταυτόχρονα μετανιώνει. Ἐκείνου πού ζητᾶ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τήν αὐτοδικαίωσή του! Ἐκείνου πού, κρυμμένος στό μισοσκόταδο τοῦ ναοῦ, δακρύζει καί στενάζει ἀναζητώντας τόν δρόμο τῆς σωτηρίας…