Τετάρτη 13 Μαρτίου 2024

Σκοτάδι και Φως

Θα το καταλάβεις πότε εγγίζουμε στο τέλος. Θα το καταλάβεις όταν ως «φως» ορίζεται το να αποζητάς να ξεμπερδέψεις με όσους έχουν αντίθετη άποψη και στάση ζωής από εσένα και να θέλεις να τους αφανίσεις κι αυτούς και τον «παράδεισό» τους ώστε να μείνεις μόνος με τους εδικούς σου στον «παράδεισό» σου. Εκεί όπου δεν έχει εχθρούς και «κακομούτσουνους» παρά μονάχα όσους σου μοιάζουν αφού μονάχα αυτοί σου αρέσουν, δηλαδή ο Νάρκισσος εαυτός σου.

Η στάση αυτή δεν είναι φως. Είναι σκοτάδι. Είναι μια στάση τόσο παλιά όσο αυτή του καϋμένου του Κάϊν που από φθόνο θανάτωσε τον αδελφό του. Τόσο παλιά όσο όλα τα κινήματα «σωτηρίας», θρησκευτικά ή πολιτικά, που θέλησαν και θέλουν να σώσουν με το ζόρι και τις πλάτες κρατών νόμων τον κόσμο και να φτιάξουν την κοινωνία των τελείων επί γης. Τόσο παλιά όσο οι σφαλιστές καρδιές των βέβαιων.

Φως, μη γελιέσαι,  είναι να περπατάς με ανοικτή καρδιά, με αγάπη, κι όχι απλά αποδοχή, για όλους,  φίλους τε και εχθρούς. Και αγάπη σημαίνει όχι απλά να ανέχεσαι υποτιμητικά  όσους σε εχθρεύονται και σε μισούν, αλλά να κάνεις και σε εκείνους όσα σε όσους πολλά αγαπάς, δηλαδή να τους βοηθάς να τους στηρίζεις να εύχεσαι για το καλό και την χαρά τους.

Αυτό είναι φως και ο μόνος τρόπος να λυθεί ο γόρδιος δεσμός της ιστορίας του αίματος και της εκδίκησης και να χαράξει η κοινωνία της των πάντων ενώσεως κι όχι η κοινωνία κολαστήριο-καθαρτήριο των «κακών», των εχθρών του «εκλεκτού λαού», των παιδιών του Νάρκισσου και του Ερισύχθονα.

Γιώργος Κόρδης


Δευτέρα 11 Μαρτίου 2024

Λόγος Κατηχητήριος επί τη ενάρξει της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής (2024)

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ

ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ – ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ

ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ

ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ,

ΧΑΡΙΣ ΕΙΗ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ

ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ,

ΠΑΡ᾿ HΜΩΝ ΔΕ ΕΥΧΗ, ΕΥΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ

* * *

Τιμιώτατοι ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς καί τέκνα ἐν Κυρίῳ εὐλογημένα,

Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης μᾶς ἠξίωσε καί πάλιν νά εἰσέλθωμεν εἰς τήν ψυχωφελῆ περίοδον τοῦ Κατανυκτικοῦ Τριῳδίου καί νά φθάσωμεν εἰς τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Τεσσαρακοστήν, εἰς τό πλῆρες ἄνωθεν δωρημάτων καί σταυροαναστασίμου εὐφροσύνης στάδιον τῶν ἀσκητικῶν ἀγώνων. Κατά τό εὐλογημένον αὐτό διάστημα ἀποκαλύπτεται εὐκρινῶς ὁ πνευματικός πλοῦτος καί ὁ δυναμισμός τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καί ἡ σωτηριολογική ἀναφορά ὅλων τῶν ἐκφάνσεών της.

Πολλά ἐδιδάχθημεν ἤδη ἐκ τῆς ἀδιεξόδου καί αὐτοδικαιωτικῆς ὑπερηφανίας τοῦ Φαρισαίου, ἐκ τοῦ ἀγόνου ἠθικισμοῦ καί τῆς σκληροκαρδίας τοῦ πρεσβυτέρου υἱοῦ τῆς παραβολῆς τοῦ ἀσώτου καί ἐκ τῆς ἀναλγησίας καί τῆς καταδίκης ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἠδιαφόρησαν διά τούς πεινῶντας, τούς διψῶντας, τούς ξένους, τούς γυμνούς, τούς ἀσθενεῖς καί τούς ἐν φυλακῇ «ἐλαχίστους ἀδελφούς» τοῦ Κριτοῦ. Ἐφανερώθη δέ εἰς ὅλους μας ἡ ἀξία καί ἡ ἰσχύς τῆς ταπεινώσεως καί τῆς μετανοίας, τῆς συγχωρητικότητος καί τῆς ἐλεημοσύνης, στάσεων, εἰς τήν καλλιέργειαν τῶν ὁποίων μᾶς καλεῖ μέ ἔμφασιν ἡ Ἐκκλησία κατά τήν ἀρχομένην περίοδον.

Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι καιρός εὐπρόσδεκτος πνευματικῆς, ψυχικῆς καί σωματικῆς καθάρσεως καί γυμνασίας, διερχομένων, ὡς ἠκούσαμεν εἰς τήν πρό ὀλίγου ἀναγνωσθεῖσαν εὐαγγελικήν περικοπήν, διά μέσου τῆς νηστείας, ἡ ὁποία δέν ἐπιτρέπεται νά τηρῆται «πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις», καθώς καί διά τῆς συγχωρητικότητος πρός τούς ἀδελφούς: «Ἐάν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ὁ Πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος» [1]. Αὐτό ἐξ ἄλλου ὁμολογοῦμεν καθ᾿ ἡμέραν εἰς τήν Κυριακήν προσευχήν μέ τό «ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» [2].

Χθές, Σάββατον τῆς Τυροφάγου, ἡ Ἐκκλησία ἐτίμησε τήν μνήμην τῶν ἐν ἀσκήσει λαμψάντων Ἁγίων ἀνδρῶν καί γυναικῶν. Οἱ Ἅγιοι δέν εἶναι μόνον πρότυπα τῶν πιστῶν εἰς τόν καλόν ἀγῶνα τῆς ἐν Χριστῷ καί κατά Χριστόν ζωῆς, ἀλλά καί συνοδοιπόροι, φίλοι καί ἀρωγοί εἰς τόν ἀσκητικόν δόλιχον τῆς νηστείας, τῆς μετανοίας καί τῆς ταπεινώσεως. Δέν εἴμεθα μόνοι εἰς τήν προσπάθειάν μας, ἀλλά ἔχομεν εὐδοκοῦντα καί εὐλογοῦντα τόν Θεόν καί συμπαραστάτας τούς Ἁγίους καί τούς Μάρτυρας, μεσίτριαν δέ ὑπέρ πάντων ἡμῶν πρός Κύριον τήν Ἁγιόπρωτον Θεοτόκον. Ἡ ἁγιότης εἶναι τεκμήριον τῆς δυνάμεως τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ καί τῆς συνεργίας τοῦ ἀνθρώπου, ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, διά τῆς μετοχῆς εἰς τά ἱερά μυστήρια καί διά τῆς τηρήσεως τῶν θείων προσταγμάτων. Δέν ὑπάρχει «ἀδάπανος εὐλάβεια» καί «εὔκολος Χριστιανισμός», οὔτε «πλατεῖα πύλη» καί «εὔχωρος ὁδός», ἀπάγουσαι πρός τήν οὐράνιον Βασιλείαν [3].

Ἡ Ἐκκλησία συνεχῶς μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ σωτηρία δέν εἶναι ἀτομικόν, ἀλλά ἐκκλησιαστικόν γεγονός, κοινόν ἄθλημα. Κατά τήν θεοσκέπαστον Ἁγίαν καί Μεγάλην Τεσσαρακοστήν, ἀποκαλύπτεται ἡ καθοριστική διά τήν πνευματικήν ζωήν τοῦ πιστοῦ σημασία τῆς μετοχῆς εἰς τήν ζωήν τῆς κοινότητος, εἰς τήν χριστιανικήν οἰκογένειαν καί τήν ἐνορίαν ἤ, ἀντιστοίχως, εἰς τό μοναστικόν κοινόβιον. Ἐπιθυμοῦμεν νά ἐξάρωμεν τήν λειτουργίαν τῆς χριστιανικῆς οἰκογενείας ὡς κοινότητος ζωῆς διά τήν βίωσιν τῆς πνευματικότητος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ὁ ἐν Ἁγίοις προκάτοχος τῆς ἡμῶν Μετριότητος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀπεκάλεσε τήν οἰκογένειαν «Ἐκκλησίαν μικράν»[4]. Ὄντως, εἰς τήν οἰκογένειαν συντελεῖται ἐκκλησιοποίησις τῆς ὑπάρξεώς μας, ἀναπτύσσεται ἡ αἴσθησις τοῦ κοινωνικοῦ καί κοινοτικοῦ χαρακτῆρος τοῦ ἀνθρωπίνου βίου καί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, ἡ ἀγάπη, ὁ ἀλληλοσεβασμός καί ἡ ἀλληλεγγύη, βιοῦνται ἡ ζωή καί ἡ χαρά τῆς συμβιώσεως ὡς θεία δωρεά. Ἡ κοινή προσπάθεια ἐφαρμογῆς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ κανόνος καί τοῦ ἤθους τῆς νηστείας ἐν τῷ πλαισίῳ τῆς οἰκογενείας, ἀναδεικνύει τόν χαρισματικόν χαρακτῆρα τῆς ἀσκητικῆς βιοτῆς καί, εὐρύτερον, τήν βεβαιότητα ὅτι ὅλα τά ἀληθῆ, τά σεμνά καί τά δίκαια εἰς τήν ζωήν μας προέρχονται ἄνωθεν, ὅτι, παρά τήν ἰδικήν μας συνεργίαν καί συμβολήν, ὑπερβαίνουν, ἐν τέλει, τό ἀνθρωπίνως ἐφικτόν καί τά ἀνθρώπινα μέτρα. Ἐξ ἄλλου, ἡ κοινότης τοῦ βίου, ἡ οὐ ζητοῦσα τά ἑαυτῆς πρός ἀλλήλους ἀγάπη καί ἡ συγχωρητικότης δέν ἀφήνουν χῶρον εἰς τόν δικαιωματισμόν καί τήν αὐταρέσκειαν. Ἔκφρασιν αὐτοῦ τοῦ πνεύματος «κοινῆς ἐλευθερίας» καί εὐχαριστιακοῦ ἀσκητισμοῦ ἀποτελεῖ ἡ ἀδιάσπαστος σύνδεσις νηστείας, φιλανθρωπίας καί μετοχῆς εἰς τήν ἐνοριακήν καί λειτουργικήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ βίωσις τοῦ «σαρακοστιανοῦ κλίματος» εἰς τήν χριστιανικήν οἰκογένειαν ὁδηγεῖ εἰς τό βάθος τῆς ἀληθείας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας καί ἀποτελεῖ κοιτίδα καί ἀφετηρίαν χριστιανικῆς μαρτυρίας εἰς τήν ἐκκοσμικευμένην σύγχρονον κοινωνίαν.

Εὔχεσθε, ἀδελφοί καί τέκνα, νά διατρέξωμεν ἅπαντες μέ ἔνθεον ζῆλον τό στάδιον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἐν νηστείᾳ καί μετανοίᾳ, ἐν προσευχῇ καί κατανύξει, εἰρηνεύοντες ἐν ἑαυτοῖς καί μετ᾿ ἀλλήλων, κοινωνοῦντες τήν ζωήν, ἀναδεικνυόμενοι «πλησίον» τῶν ἐν ἀνάγκαις ἐν ἔργοις φιλανθρώποις, συγχωροῦντες ἀλλήλοις καί δοξολογοῦντες ἐν παντί τό ὑπερουράνιον ὄνομα τοῦ Θεοῦ τοῦ ἐλέους, δεόμενοι Αὐτοῦ ὅπως εὐδοκήσῃ νά φθάσωμεν κεκαθαρμέναις διανοίαις τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Ἑβδομάδα καί νά προσκυνήσωμεν ἐν χαρᾷ καί ἀγαλλιάσει τήν λαμπροφόρον Ἀνάστασίν Του.

Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή ͵βκδʹ

† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως

διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν

__________

1. Ματθ. στʹ, 14.

2. Ματθ. στʹ, 12.

3. Πρβλ. Ματθ. ζʹ, 13-14.

4. Ἰ. Χρυσοστόμου, Ὑπόμνημα εἰς τήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολήν, κʹ, PG 62, 143.

Κυριακή 10 Μαρτίου 2024

Απουσία Ορθόδοξης διδαχής...

Στα χρόνια της λατινοκρατίας και της τουρκοκρατίας η στρέβλωση της θεολογίας έγινε πλέον ρητή και απροκάλυπτη, εδραιώνοντας τον νομικισμό και τον Θεό του φόβου, τον κληρικαλισμό και την απουσία Ορθόδοξης διδαχής, τον αισθητισμό και την πολιτισμική λατρεία.

Όταν αναρίθμητες γενιές (6 με 7 αιώνες!) ανατρέφονται με εσφαλμένη θεολογία, αυτή περνά μέσα στα κύτταρά τους, γίνεται η αναπνοή τους, ο πυρήνας της ταυτότητάς τους.

Θυμάμαι οσάκις στα είκοσι χρόνια της ιερατικής μου διακονίας προσπαθούσα να μετακινήσω πιστούς που έρχονταν για εξομολόγηση από παραδοσιακές θέσεις, αλλά εσφαλμένες και αντορθόδοξες, είχα την αίσθηση ότι σπρώχνω ένα βουνό.

Ο πιστός που μένει καθιστός στον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, αλλά αδημονεί να δει την αρτοκλασία και να ακούσει τα ονόματα της οικογένειάς του, δεν έχει λόγο να θεωρήσει την αγάπη και την συγχώρηση ως πιο ουσιώδη από το αν ήπιε γάλα την Τετάρτη...

-------

π. Βασίλειος Θερμός,

Φυγή προς τα εμπρός-εκδόσεις Αρμός.

 

Κυριακή 3 Μαρτίου 2024

Δίχως μυστήριο και υπερβατικότητα...

"Μην απελπίζεσαι, έχει ο Θεός. Εκεί που απελπίζεσαι σου στέλνει κάτι που δεν το περιμένεις"...

(Γέρων Πορφύριος)

Μακάριος ο άνθρωπος που πιστεύει ότι εντέλει λειτουργούν, πάνω στα άδικα και χαώδη του βίου, οι πνευματικοί νόμοι. Η θεία δικαιοσύνη αδιαλείπτως εφημερεύει και αγρυπνά και γνωρίζει τα πράγματα και τις συνειδήσεις σε βάθος που κανένας νόμος του κράτους δεν μπορεί να κατεβεί.

Την εμπιστεύομαι και μου χαρίζει ειρήνη η πίστη μου. Τι άγχος να έχεις άμα αφήνεσαι στην σοφία και τη δικαιοσύνη του καρδιογνώστη Θεού; Και περισσότερο άμα αφήνεσαι στην ακοίμητη, δίχως παζάρια αγάπη του;

Δύσκολα περιγράφονται οι μεγαλύτερες αλήθειες, αλλά κι αν δεν τις κατανοείς λογικά, τις νιώθεις σαν ζωντανή πραγματικότητα υπογείως. Δίχως μυστήριο και υπερβατικότητα η ζωή καταντά ξερή και άγονη έρημος που με αντικατοπτρισμούς σε παγιδεύει. Κάποτε σε τρελαίνει...

Μάρω Βαμβουνάκη

Ο θρύλος κάποιου που δεν ήθελε να αγαπηθεί...

«Θα είναι δύσκολο για κάποιον να με πείσει πως η ιστορία του Ασώτου δεν είναι ο θρύλος κάποιου που δεν ήθελε να αγαπηθεί.

Όταν ήταν παιδί όλοι τον αγαπούσαν στο σπίτι του.

Μεγάλωσε μη γνωρίζοντας τίποτ’ άλλο, γιατί είχε συνηθίσει την τρυφερότητα της καρδιάς τους.

Όμως το αγόρι ήθελε να απαλλαγεί από τις συνήθειές του.

Δεν μπορούσε να το πει, αλλά, ακόμα και όταν τριγυρνούσε όλη την ημέρα, δεν ήθελε να τον ακολουθούν ούτε τα σκυλιά, επειδή κι αυτά του έδειχναν αγάπη»

* * *

«Πολύ αργότερα θα θυμηθεί πόσο αποφασισμένος ήταν εκείνη την εποχή να μην αγαπήσει ποτέ, για να μην φέρει κανέναν στη φοβερή θέση να αγαπηθεί.»

* * *

«Η εσωτερική του γαλήνη ήταν τόσο μεγάλη που αποφάσισε να ολοκληρώσει αναδρομικά όλα εκείνα που δεν μπόρεσε παλιότερα να πραγματοποιήσει, γι’ αυτό τα είχε αφήσει να περιμένουν.

Αναπόλησε προπάντων τα παιδικά του χρόνια, που όσο πιο πολύ τα έφερνε στο νου του τόσο πιο ημιτελή του φαίνονταν• όλες του οι αναμνήσεις είχαν την ασάφεια των προαισθημάτων και, επειδή ανήκαν στα περασμένα, έμοιαζαν λες και ήταν σχεδόν μελλοντικές.

Για να τα επεξεργαστεί όλα αυτά σε μεγάλο βάθος, πήρε την απόφαση να επιστρέψει ως ξένος στο σπίτι του.

Δεν γνωρίζουμε αν παρέμεινε• ξέρουμε μόνο πως επέστρεψε.»

Ράινερ Μαρία Ρίλκε, «Οι σημειώσεις του Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε».

Σάββατο 2 Μαρτίου 2024

Κυριακή του Ασώτου...

"Ο πατέρας της σημερινής παραβολής, έχει την τόλμη, να φαίνεται πατέρας εγκαταλελειμμένος και αποτυχημένος, αφού το παιδί του έφυγε μακριά και κατασπαταλά τα δώρα του. Δέχεται με υπομονή το κόστος της διακινδύνευσης της ελευθερίας. Δεν αναλώνεται σε λόγια, παρακάλια και συμβουλές χωρίς νόημα. Αφήνει το παιδί του ελεύθερο, γνωρίζοντας ότι η ανθρώπινη ύπαρξη καταξιώνεται μόνο μέσα στην ελευθερία. Ασκείται στην υπομονή και την αγάπη. Είναι πάντα εκεί και περιμένει".

π. Αλέξανδρος & Αγγελική Καριώτογλου,
Του Λόγου το αληθές. 
 

Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2024

Λατρεύουμε τις επετείους διότι...

Τίποτα πιο εγκληματικό όσο η ανευθυνότητα. Η επιπολαιότητα, η ασυνέπεια, η διαφθορά, η απερισκεψία. Συμπεριφορές που μαστίζουν πάντοτε τον τόπο και καθημερινά προκαλούν δράματα. Ε, ναι, έρχεται και μια ώρα που φέρνουν ακραίες τραγωδίες, τέτοιες που δεν χωράει ο ανθρώπινος νους.

Πώς να εντοπίσεις τις πηγές, τις αιτίες, τις προθέσεις; Είναι ρευστές σα χυμένο λάδι και πλημμυρίζει τη γενική ζωή του τόπου. Όλο γλιστράς, όλο κάποιος γκρεμίζεται.
Θα τιμωρηθεί μια στιγμή ένας άμεσος φταίχτης. Όπως τα θύματα βρέθηκαν εκεί την κακιά ώρα, έτσι και οι φταίχτες βρέθηκαν εκεί μέσα από το τεράστιο σακούλι των φταιχτών. Κι αυτό είναι το φριχτά δύσκολο για τη δικαιοσύνη, διότι η ανευθυνότητα δεν θεωρείται δόλος, ενώ τα καρμπόν θα συνεχίσουν να αναπαράγουν αντίγραφα όσων τώρα εμπλέκονται. Γιατί είναι μια άθλια ανεύθυνη, ανώριμη νοοτροπία που δεν συλλαμβάνεται, δεν τιμωρείται, δεν τελειώνει, δεν τιμωρούμαστε που την ανεχόμαστε εθελοτυφλώντας για πολλά φοβερά.
Λατρεύουμε τις επετείους διότι εκτονώνουν ασύστολα. Σήμερα θρηνούμε και φωνάζουμε τόσο ηχηρά και από, συνειδητή ή υποσυνείδητη, ενοχή του καθενός μας. Εντός μας κρύβουμε όλοι μας σταθμάρχες, διαφθορείς, πολιτικούς σαν αυτούς που ψηφίζουμε, ακόμα και παιδιά αθώα και νεκρά που μέσα στη νύχτα ταξιδεύουν.
 
Μάρω Βαμβουνάκη