Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2018

Στον ανυποχώρητο της Εκκλησίας …



Του Πρωτοσυγκέλλου της  Ι. Μ. Ιωαννίνων,
πανοσιολογιωτάτου αρχιμανδρίτου π. Θωμά Ανδρέου

Πέρασαν πάνω από 17 αιώνες, από την ημέρα που ένας γνήσιος φίλος του Θεού, άφηνε την τελευταία του αναπνοή, ανήμερα της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, το 407 μ.Χ, στα Κόμανα του μαρτυρικού Πόντου, ο Μεγαλομάρτυρας μετά τους διωγμούς, ο υπερασπιστής των δικαίων της Εκκλησίας, ο συμπαραστάτης των φτωχών και των αδυνάμων, ο μεγαλύτερος ρήτορας όλων των εποχών, ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

Ένας θρήνος, απ’ άκρου εις άκρον της βασιλίδος των πόλεων, της θρυλικής Κωνσταντινουπόλεως, απλώθηκε στο άκουσμα του θλιβερού αγγέλματος του θανάτου , του μεγάλου εξόριστου από τον Θρόνο της Μεγάλης Εκκλησίας. Ο Ιωάννης, ο μικρός το δέμας αλλά τεράστιος στα χαρίσματα, είχε πλέον αρπαγή στην αγκαλιά του Θεού.

Ταραχή επικράτησε στο Ιερόν Παλάτιον… Ο Αυτοκράτορας Αρκάδιος, αμίλητος στεκόταν βλοσυρός μπροστά στην Ευδοξία. Την γυναίκα, που πριν χρόνια ο Ιωάννης, είχε δημοσίως αποκαλέσει, όχι άδικα, Ηρωδιάδα. Ο ιστορικός Σωκράτης, διασώζει την κραυγή που διέσχισε τους θόλους της Αγιάς Σοφιάς του Μ. Κωνσταντίνου: «Πάλιν Ηρωδιάς μαίνεται, πάλιν ορχείται, πάλιν Ιωάννου την κεφαλήν επί πίνακος σπουδάζει» (PG 59,485-490).

Τι και αν όλοι, τον προτρέπουν να φοβηθεί την εκδίκηση της πανούργας γυναίκας! Τι και αν του μεταφέρουν τις απειλές της. Τι και αν του θυμίζουν το "έγκλημα καθοσιώσεως" με το οποίον θα κατηγορούνταν από το Παλάτι; Εκείνος, έμενε ανυποχώρητος λέγοντας πως Τον μόνον που φοβάται στην ζωή του, είναι μονάχα ο Θεός!


Θρηνούν, οι πτωχοί τον ευεργέτη! Θρηνούν οι απροστάτευτες χήρες τον προστάτη τους, θρηνούν τα ορφανά, τον πατέρα που τα περιέθαλψε στοργικά στην ώρα της πικρής ορφάνιας τους! Για εκείνον, που έδωσε τα πάντα για τον Θεό και για την εικόνα Του, τον άνθρωπο. Τον θυμούνται επάνω στον άμβωνα, αδύναμο, καταβεβλημένο από την σκληρά δοκιμασία της συκοφαντίας, να υψώνει τα λιπόσαρκα χέρια του, να υψώνει την αδύναμη φωνή του, να κοιτά τον Ουρανό και να μιλά με τους ανθρώπους!

«Ἐγὼ πατήρ, ἐγὼ ἀδελφός, ἐγὼ Νυμφίος, ἐγὼ οἰκία, ἐγὼ τροφεύς, ἐγὼ ἱμάτιον, ἐγὼ ῥίζα, ἐγὼ θεμέλιος. Πᾶν ὅπερ ἂν θέλῃς ἐγώ. Μηδενὸς ἐν χρείᾳ καταστῇς. Ἐγὼ δουλεύσω. Ἦλθον γὰρ διακονῆσαι, οὐ διακονηθῆναι. Ἐγὼ καὶ φίλος καὶ ξένος καὶ κεφαλὴ καὶ ἀδελφὸς καὶ μήτηρ. Πάντα ἐγώ· μόνον οἰκείως ἔχε πρὸς ἐμέ. Ἐγὼ πένης διὰ σέ, καὶ ἀλήτης διὰ σέ, ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ διὰ σέ, ἐπὶ τάφου διὰ σέ, ἄνω ὑπὲρ σοῦ ἐντυγχάνω τῷ Πατρί, κάτω ὑπὲρ σοῦ πρεσβευτὴς παραγέγονα παρὰ τοῦ Πατρός. Πάντα μοι σὺ καὶ ἀδελφὸς καὶ συγκληρονόμος καὶ φίλος καὶ μέλος. Τί πλέον θέλεις;».


Ο Ιωάννης, ο γεννημένος στα χώματα της Αντιόχειας, υιός Ανθούσης και Σεκούνδου, που από μικρός γνώρισε την ορφάνια όταν λίγων μηνών ο ίδιος, έχασε τον πατέρα του, δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι θα έφτανε στο ψηλότερο αλλά και το πλέον επώδυνο σκαλοπάτι της Εκκλησίας! Να γίνει Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως!

Τον απήγαγαν ξαφνικά από την Αντιόχεια, οι άνθρωποι του Αρκαδίου. Τον έβαλαν μέσα στην βασιλική άμαξα και τον οδήγησαν από την Αντιόχεια στην Κωνσταντινούπολη! Σχεδόν ικετευτικά, ο ίδιος ο Αρκάδιος, τον παρακάλεσε να δεχθεί την θέση του Αρχιεπισκόπου. Ο ίδιος άνθρωπος που λίγο μετά, υποχείριο στα χέρια της γυναίκας του, θα τον έστελνε στην εξορία και τελικά στον θάνατο.

Αν μελετήσει κανείς την συναρπαστική ζωή του, αντιλαμβάνεται το πόσο ξεχωριστός υπήρξε αυτός ο άνθρωπος! Αν μελετήσει κανείς, τα αξεπέραστα μέσα στο χρόνο έργα του, μπορεί να καταλάβει γιατί, ο Χρυσόστομος, όπως παρέμεινε γνωστός τόσους αιώνες στην συνείδηση της Εκκλησίας, αγαπήθηκε τόσο πολύ όχι μόνον απ΄όσους τον γνώρισαν και τον άκουσαν, αλλά περισσότερο απ’ όσους τον γνώρισαν μέσα από τα ανεπανάληπτα έργα του, έργα που κρατούν ζωντανή την μορφή του, μέσα στο πέρασμα του χρόνου…


Ήταν Σεπτέμβριος του 407, όταν συνοδευόμενος ως κακούργος, έφτασε ο φλογερός κήρυξ του Ευαγγελίου, στα Κόμανα του Πόντου! Ένας  Αρχιεπίσκοπος, που η... αγάπη των αδελφών του Επισκόπων, τον είχε πλέον εξασθενήσει! Κατάλαβε, πως λίγο ακόμα θα υπέφερε. Σαν να άκουγε την φωνή του Αρνίου, να τον προσκαλεί να διαβεί την θύρα του θριάμβου, την θύρα που μόνον οι εκλεκτοί μπορούν να διαβούν.

Βρέθηκε μέσα στο Άγιο Βήμα της Εκκλησίας του Αγίου Μάρτυρος Βασιλίσκου, μέσα στον οποίον είχε καταφύγει για να ξεκουραστεί για λίγο , στην πορεία της εξορίας. Δεν είχε πλέον δυνάμεις… Τα βλέφαρα του έκλεισαν για λίγο… Ξάφνου, Φως γιόμισε την Εκκλησία. Σαν να ανασήκωσε το κεφάλι του και είδε εμπρός του, τον Άγιο Βασιλίσκο που ήταν θαμμένος πριν χρόνια εκεί μέσα, να του μιλά με αγάπη και να του λέει: «Κάνε κουράγιο αδελφέ Ιωάννη.. Τα βάσανα στην γη, τελείωσαν. Αύριο θα είμαστε μαζί στον Ουρανό...».

-«Γλυκύτατε Ιησού μου», ψιθύρισε ο Ιωάννης. Άνοιξε να τα μάτια του και προσπάθησε να σηκωθεί για να συνεχίσουν τον δρόμο της εξορίας… Κίνησαν οι σκληροτράχηλοι στρατιώτες που πλέον, ήξεραν πως συνόδευαν έναν άγιο και γιαυτό είχαν μαλακώσει απέναντι του, στον χρόνο που τον συνόδευαν για την εξορία του. Είπαμε όμως! Δεν άντεχε παραπέρα… Λίγο μετά την έξοδο τους από το Ναό, το αδύναμο κορμί, το βασανισμένο από τις ταλαιπωρίες και την αρρώστια κατέρρευσε… Λιπόθυμο σχεδόν, τον μετέφεραν ξανά μέσα στο Ναό.


Μόλις συνήλθε λιγάκι, ζήτησε να τον μεταφέρουν μέσα στο Άγιο Βήμα. Με κόπο στάθηκε μπροστά στα Άγια των Αγίων. Παρακάλεσε τον Ιερέα του Ναού, να του φέρει λευκά άμφια, τα οποία και του έφερε και τον βοήθησε να τα φορέσει και αφού τα φόρεσε, μετέλαβε για τελευταία φορά το Άγιο Σώμα και το αίμα Του Χριστού. Την ώρα που φόραγε το ωμοφόριο του ο αγιασμένος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, δυο δάκρυα, θαρρείς μαργαριτάρια κύλισαν στο πρόσωπο του που φεγγοβολούσε! «Έλα Κύριε!», ψιθύρισαν τα χείλη του…

Γονάτισε στα κράσπεδα του θυσιαστηρίου. Ύψωσε το χέρι του και σχημάτισε το σημείο του σταυρού. Τον άκουσε με δυσκολία ο ευλαβείς Ιερεύς του Ναού του Αγίου Βασιλίσκου που στέκονταν δίπλα του να ψιθυρίζει το κύκνειο άσμα του: «Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν!»  Και κλίνας την κεφαλήν, παρέδωκεν το πνεύμα… Ενταφιάσθηκε εκεί, μαζί με τον Άγιο Βασιλίσκο. Έπρεπε να περάσουν 31 ολόκληρα χρόνια, ώστε το μαρτυρικό λείψανο του μεγάλου εξόριστου, να μεταφερθεί ξανά στην Πόλη με ενέργειες του διαδόχου του και μαθητή του Αγίου Ιωάννου,  Πρόκλου και επί βασιλείας Θεοδοσίου, υιού Αρκαδίου και Ευδοξίας… Και γίναν και άλλα, θαυμαστά και μεγάλα, ένδοξα τε και εξαίσια που ένα μικρό κείμενο σαν και τούτο, δεν τα χωρά μέσα του!


Αν πας στο μαρτυρικό Φανάρι, εκεί μέσα στην Εκκλησιά Του Πατριαρχικού Ναού, θα δεις τον Θρόνο του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως! Και αν τύχει και βρεθείς στις 27 Ιανουαρίου, θα δεις επάνω στον θρόνο τον Άγιο με την Πατριαρχική Πατερίτσα να στέκει δίπλα, του και τα αγιασμένα λείψανα του μπροστά του. Και θα δεις επίσης, τον Οικουμενικό Πατριάρχη να διατηρεί την αρχαία των Πατριαρχών του Γένους παράδοση, που Τον θέλει να στέκει στο παραθρόνιο, δίπλα στον Άγιο Προκάτοχο του. Τι και αν τους χωρίζουν 17 ολάκεροι αιώνες;

Κλείσε να μάτια σου και γύρνα πίσω στον ιστορικό χρόνο της Μεγάλης Εκκλησίας! Είμαι σίγουρος τότε, πως θα ακούσεις την φωνή του λαού της Κωνσταντινούπολης να απευθύνεται με δάκρυα στα μάτια προς τον Ιερό Χρυσόστομο, με την φράση που τον υποδέχτηκε, νεκρό πλέον, τριάντα και ένα χρόνια μετά τον θάνατο του, ξανά στην Κωνσταντινούπολη: «Απόλαυέ σου τον Θρόνον Άγιε…».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου