Κυριακή 7 Μαρτίου 2021

Ομιλία στην Κυριακή της Απόκρεω (Μτθ. 25, 31-46)

Ἐκφωνήθηκε την Κυριακή 7-3-2021 στο ἰ. Μητροπολιτικό ναό ἀγ. Ἀθανασίου Ιωαννίνων ὐπο τοῦ Πρωτ. Λάμπρου Χ. Τσιάρα

 1. Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἀναφέρεται στὴν ἔνδοξη Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴν Κρίση ποὺ μέλλει νά «ποιήσῃ» ζώντων καὶ νεκρῶν. Πρόκειται γιὰ τὴν τελευταία πράξη τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, μὲ τὴν ὁποία θὰ ἐπισφραγίσει τὴν κυριαρχικὴ ἐξουσία του ἐπὶ τοῦ θανάτου καὶ ἐπί τῶν ἀντιθέων δυνάμεων.

Ἡ ἔνδοξη ἔλευση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ Κρίση εἶναι κεφαλαιῶδες δόγμα τῆς ὀρθόδοξης Ὁμολογίας μας. Στὴ Θεία Λειτουργία, πρὸ τῆς ἁγίας Ἀναφορᾶς, ὁμολογοῦμε τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ ὡς «πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς».

Οἱ εἰκόνες ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ Εὐαγγελιστὴς εἶναι συγκλονιστικές· ἡ δὲ ἐκκλησιαστικὴ ὑμνογραφία ἀναδεικνύει ἐμφαντικότερα τὶς εἰκόνες αὐτὲς τῶν ἔσχατων καιρῶν. Ἂν σκεφθοῦμε, ὅτι βρισκόμαστε πρὸ τῶν πυλῶν τῆς Τεσσαρακοστῆς, καταλαβαίνουμε τὸν παιδαγωγικὸ σκοπὸ τῆς μητέρας Ἐκκλησίας, ποὺ ἔρχεται νὰ μᾶς θυμίσει, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι βεβαίως εὔσπλαχνος πατέρας καὶ  οἰκτίρμων, καθὼς δέχεται τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ τοὺς ἄσωτους ποὺ ἐπιστρέφουν, ἀλλ’ εἶναι καὶ δίκαιος κριτής, ποὺ «μέλλει κρίνειν τὴν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ» (Πράξ. 17, 31). Μᾶς διδάσκει δηλαδὴ ἡ Ἐκκλησία, ὅτι πρώτιστο χρέος μας εἶναι νὰ πετάξουμε ἀπὸ πάνω μας τὴ ῥαθυμία καὶ νὰ οἰκοδομήσουμε τὴ ζωή μας «ἐν ἔργοις ἀγαθοῖς», ὥστε νὰ ἔχουμε «καλὴν ἀπολογίαν» ἐν ἡμέρᾳ Κρίσεως.

 2. «Ὅταν ἔλθῃ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ...».

Ἡ παράσταση τοῦ «ἐν δόξῃ» ἐρχόμενου Κριτῆ ἔχει κάποια στοιχεῖα κοσμικοῦ βασιλέως. Ἀλλ’ ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ λάμψη τῆς θεότητός του· εἶναι τὸ «ἄκτιστον» φῶς ποὺ ἐκπέμπει τὸ θεῖο πρόσωπό του καὶ ποὺ ἀξιώθηκαν νὰ δοῦν ἐπὶ τοῦ ὄρους τῆς Μεταμορφώσεως, οἱ τρεῖς τῶν μαθητῶν του, «καθὼς ἠδύναντο»· εἶναι ἡ φλόγα τῆς τρισηλίου θεότητος ἡ «δροσίζουσα ὁσίους, δυσσεβεῖς δὲ καταφλέγουσα» (εἱρμ. η΄ᾠδῆς, Κοιμ. Θεοτ.). Ἡ νηπτική μας παράδοση ὁμιλεῖ «πολυμερῶς» γι’αυτὴν τὴν διττὴ ἐνέργεια τῆς «τριφαοῦς μιᾶς θεότητος»· λέγει δηλ. ὅτι τὸ θεῖον φῶς, γιὰ μὲν τοὺς πιστοὺς θὰ εἶναι αὔρα δροσερὴ καὶ θεοποιός, γιὰ δὲ τοὺς ἄπιστους – τὸ ἴδιο φῶς- θὰ εἶναι «ἄστεκτον» πῦρ, ἀβάστακτο δηλαδή. Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὅταν βεβαιώνει καὶ λέγει, ὅτι «ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός» (Ἰωάν., 1, 14), τὴ θαβώρεια ἐμπειρία θυμᾶται, καθὼς καὶ τὴν ἀναστάσιμη λαμπρότητα ποὺ ἐξέπεμπε ἡ μορφὴ τοῦ Διδασκάλου. Ἐξάλλου ἡ ὀρθόδοξη ἁγιογραφία εἰκονίζει τὸν Χριστὸ στὴ Δευτέρα Παρουσία, καθὼς καὶ στὴ Μεταμόρφωση, τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψη, νὰ ἀκτινοβολεῖ γύρω του πλούσια φωτοχυσία, τὴν ὁποία οἱ ἁγιογράφοι ὀνομάζουν «δόξα».

 3. Ἀπὸ ποιὰ ὅμως αἰτία καὶ γιὰ ποιὸ σκοπὸ μίλησε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς περὶ τῆς Δευτέρας Παρουσίας του; Δύο μόλις ἡμέρες πρὸ τοῦ Πάθους του ὁ Χριστὸς, θέλοντας νὰ προετοιμάσει τοὺς μαθητές του ἐνόψει τῆς βαθειᾶς θλίψεως ποὺ ἐπρόκειτο νὰ δοκιμάσουν ἐξαιτίας τοῦ Σταυροῦ καὶ τοῦ θανάτου του, εἶπε σ’ αὐτούς, κοντὰ στα ἄλλα, καὶ τρεῖς παραβολές: τὴν παραβολὴ περὶ τοῦ κακοῦ δούλου, τὴν παραβολὴ τῶν δέκα παρθένων καὶ τὴν παραβολὴ τῶν ταλάντων. Μὲ τὶς παραβολὲς αὐτὲς τοὺς βεβαίωνε ὅτι θὰ ξανάρθει καὶ ὅτι ἡ ὥρα τοῦ ἐρχομοῦ του θὰ εἶναι ὥρα κρίσεως καὶ δικαιοσύνης. Γι’ αὐτὸ καὶ τοὺς προτρέπει νὰ εἶναι ἕτοιμοι ἀνὰ πᾶσα ὥρα καὶ στιγμὴ νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν, γιατὶ ὁ ἐρχομός του θὰ εἶναι αἰφνίδιος. Δὲν πρέπει ὁ Χριστὸς νὰ βρεῖ τοὺς μαθητές καὶ τοὺς πιστοὺς του νὰ ἀδικοπραγοῦν κατὰ τῶν συνανθρώπων τους, ὅπως ἔκανε ὁ κακὸς ἐκεῖνος δοῦλος, ἢ νὰ εἶναι νωθροὶ καὶ ἀμελεῖς σὰν τὶς μωρὲς παρθένες, οὔτε, πάλι, νὰ εἶναι ἄπραγοι σὰν τὸν πονηρὸ ἐκεῖνο καὶ τεμπέλη δοῦλο, ποὺ πῆρε τὸ τάλαντο τοῦ ἀφεντικοῦ του καὶ τὸ ‘κρυψε στὴ γῆ.,

 4. Μετὰ ἀπὸ τις τρεῖς παραβολὲς ἀκολουθεῖ ἡ μεγαλειώδης καὶ γνωστὴ σὲ ὅλους μας περικοπὴ περὶ τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ καὶ περὶ τῆς καθολικῆς Κρίσεως.

Τὰ λόγια τῆς περικοπῆς, ποὺ εἶναι λόγια τοῦ Χριστοῦ, ἀποτελοῦν: γιὰ τοὺς Ἀποστόλους μέγιστη παρηγοριὰ καὶ στήριγμα ἐνόψει τῆς πορείας τους πρὸς τὰ ἔθνη· γιὰ τὴν Ἐκκλησία γλυκειὰ προσδοκία γιὰ συνάντηση μὲ τὸν Νυμφίο της· καὶ γιὰ τοὺς πιστοὺς – ἐμᾶς – γλυκύτατον ἀνάγνωσμα καὶ ἐγερτήριο σάλπισμα, ποὺ δυναμώνει μέσα μας τὴν ἐλπίδα «τὴν ἀποκειμένην ἡμῖν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Κολ., 1, 5).

Ἀτυχῶς, γιὰ πολλοὺς χριστιανούς, ἴσως τοὺς περισσότερους, ἡ σκέψη καὶ μόνον τῆς μελλούσης Κρίσεως προξενεῖ τρόμο. Σκέπτονται τὴν πιθανὴ καταδίκη καὶ ὄχι τὸν θρίαμβο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀποκατάσταση τῆς Βασιλείας του. Ἀλλὰ γιατὶ τόσος φόβος; Τὶ μᾶς ζητεῖ ὁ Κύριος; Μᾶς ζητεῖ νὰ εἴμαστε σπλαχνικοί, καθὼς καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας μας εἶναι σπλαχνικός, (Λουκ., 6, 36). Ζητεῖ ἀπὸ ἐμᾶς μιὰ καρδιὰ καιόμενη ἀπὸ ἀγάπη γι’ αὐτόν, ποὺ κάθε φορὰ εἶναι μπροστά μας «ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ», τ. ἔ. στὴ μορφὴ κάθε ἀδελφοῦ μας. Πείνασα, λέγει, καὶ δίψασα, ἤμουν ξένος καὶ γυμνός, ἄρρωστος καὶ φυλακισμένος καὶ μὲ φροντίσατε· ἤρθατε κοντά μου· μὲ στηρίξατε. Ὅλοι μποροῦμε νὰ προσφέρουμε ἕνα ποτήρι νερό, καὶ ὅλοι μποροῦμε νὰ ποῦμε ἕνα λόγο παρηγοριᾶς καὶ ἐλπίδας. «Ὅποιος δὲν μπορεὶ νὰ πεῖ, μπορεῖ νὰ δώσει· καὶ ὅποιος δὲν μπορεῖ νὰ δώσει, μπορεῖ νὰ πεῖ. Μὰ κι ὅποιος δὲν μπορεῖ οὔτε νὰ πεῖ οὔτε νὰ δώσει, ὅμως λίγο χρόνο μπορεῖ νὰ διαθέσει, καὶ νὰ καθίσει πλάϊ στὸν ἄρρωστο, στὸν φυλακισμένο, στὸν φτωχό, ἔστω καὶ σιωπηλός». Κι ἕνα βλέμμα συμπάθειας καὶ ἀγάπης, εἶναι προσφορὰ ἀνεκτίμητη στὸν ἐμπερίστατο ἀδελφό. Ὁ Χριστὸς μπαίνει στὴ θέση κάθε πάσχοντος ἀνθρώπου· ταυτίζεται μ’ αυτόν· τὸν καλεῖ ἀδελφό του· ἄλλωστε πρῶτος αὐτός, πείνασε καὶ δίψασε κι ἔζησε φτωχὸς καὶ ξένος, καὶ κλείστηκε σὲ φυλακὴ καὶ πόνεσε, ἀφοῦ ἔγινε ὅλος μιὰ πληγή, κι ἀνέβηκε στὸν σταυρὸ γυμνὸς καὶ καταφρονεμένος ·«ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε», λέγει.

 5. Ἁπλά, ἀδελφοί, πολὺ ἁπλὰ πράγματα θὰ μᾶς ζητήσει τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως ὁ δίκαιος Κριτής, γιὰ νὰ σωθοῦμε ὅλοι οἱ «θέλοντες σωθῆναι»· γιὰ νὰ μὴ μπορεῖ νὰ πεῖ κανείς, ὅτι ἤθελε νὰ προσφέρει ἀγάπη, μὰ δὲν μποροῦσε… Γιὰ λίγα καὶ μικρὰ πράγματα θὰ κερδίσουμε, ἀγαπητοί, τὸν Παράδεισο· καὶ γιὰ λίγα καὶ μικρὰ θὰ τὸν χάσουμε. Καὶ εἶν’ ἀλήθεια, πὼς κάθε μέρα, μπροστὰ σὲ τέτοια μικρὰ πράγματα ὁ καθένας μας, ἐνώπιον τοῦ Κυρίου «στήκει ἢ πίπτει» (Ρωμ. 14, 4).

Εἶναι ἀληθὲς τὸ λεγόμενο, ὅτι ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ Βήματος τοῦ Χριστοῦ, ἔχουμε νὰ δοῦμε πολλὲς ἐκπλήξεις… Ἐκπλήξεις ὄχι μόνο ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θὰ ἀποκλεισθοῦν τῆς Βασιλείας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θὰ εἰσέλθουν σὲ αὐτήν. Θυμηθεῖτε τὴν παραβολὴ τοῦ Μεγάλου Δείπνου. Ἐκεῖνοι ποὺ ἦσαν πρῶτοι καλεσμένοι τοῦ οὐράνιου Οἰκοδεσπότη, ποὺ εἶχαν «πρόσωπο» στὴν κοινωνία καὶ ποὺ θεωροῦσαν γιὰ τὸν ἑαυτό τους ἐξασφαλισμένη τὴν εἴσοδο στὸ Δεῖπνο τῆς Βασιλείας, τὴν τελευταία στγμή ἀρνήθηκαν νὰ προσέλθουν, προφασιζόμενοι, ὅτι ἐκείνη τὴν ὥρα εἶχαν κάποια σπουδαιότερα πράγματα νὰ κάμουν (χωράφια, ζῶα, οἰκογενειακὲς ὑποχρεώσεις…). Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ ἀποκλεισθοῦν ὅλοι αὐτοὶ διὰ παντὸς ἀπὸ τὸ Δεῖπνο· καὶ τὴ θέση τους στὴ χαρὰ τοῦ οὐρανοῦ κλήθηκαν καὶ πῆραν ἄλλοι: οἱ φτωχοί, οἱ ἀνάπηροι, οἱ ἄστεγοι, οἱ ζητιάνοι, οἱ περιπλανώμενοι, οἱ καταφρονεμένοι. «Ἐλᾶτε μέσα ὅλοι ἐσεῖς», εἶπε ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ οἰκοδεσπότη. «Ἐλᾶτε· ἡ χαρὰ σᾶς παρέχεται ἁπλόχερα. Ἐλᾶτε νὰ λάβετε δωρεὰν αὐτὸ ποὺ οἱ ἄλλοι περιφρόνησαν καὶ ἀπέρριψαν. Κι ἂν ὁ κόσμος γύρω σας σᾶς ἔχει ἀπορρίψει, τώρα ἀνοίγονται γιὰ σᾶς οἱ πύλες τῆς Βασιλείας. Ἐλᾶτε, μὲ ὅλες τὶς ἀδυναμίες καὶ τὰ λάθη σας, εἰσέλθετε στὸ αἰώνιο Δεῖπνο, γιατὶ ποτὲ δὲν πιστέψατε, ὅτι ἀξίζετε αὐτὴν τὴν τιμή»… Οἱ ἄνθρωποι σάστισαν στὴν ἀρχή.  Ποῦ νὰ πᾶνε μὲ τὰ κουρέλια λερωμένοι κι ἄπλυτοι, σπιλωμένοι στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχή; Πῶς νὰ ἐμφανιστοῦν ἐνώπιον τοῦ μεγάλου Οἰκοδεσπότη; Ἀλλ’ ἡ παραγγελία τοῦ Οἰκοδεσπότη πρὸς τὸν ἀπεσταλμένο του ἦταν σαφής· «ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκος μου» (Λουκ., 14, 23)· ἐνθάρρυνέ τους γιὰ νὰ προσέλθουν χωρὶς ἐπιφυλάξεις. Ὁ Χριστὸς τὸ εἶπε φανερὰ στοὺς ὑποκριτὲς Ἰουδαίους: θὰ ἰδεῖτε τοὺς Πατριάρχες καὶ τοὺς Προφῆτες στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἐσεῖς θὰ ἐκβληθεῖτε ἔξω. Καὶ θὰ ἔρθουν πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν καὶ ἀπὸ βορρᾶ καὶ νότου καὶ θὰ πάρουν θέση στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Λουκ., 13,29). Τὰ ἴδια ἔχει νὰ πεῖ καὶ σὲ ὅσους ἀπὸ μᾶς θεωροῦμε πὼς ἔχουμε ἐξασφαλισμένη τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ λέμε πὼς εἴμαστε θρῆσκοι…

 6. Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί· σὲ λίγες μέρες τὸ στάδιο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς θὰ ἀνοίξει. Ἂν ἔχουμε κάπου ξεχασθεῖ, κι ἂν ἔχουμε μείνει ἀδρανεῖς στὸν ἀγῶνα μας τὸν πνευματικὸ καὶ στὴν πρὸς τὸν πλησίον μας ἔμπρακτη ἀγάπη, ἂς σπεύσουμε νὰ λάβομε μέρος στὴν πορεία τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τὴ Βασιλεία. Ἂς πορευθοῦμε, ὄχι ἁπλῶς πρὸς τὴ γιορτὴ τῆς Ἀναστάσεως, ἀλλὰ πρὸς μιὰ συνάντηση μὲ τὸν ἀρχηγὸ τῆς πίστεώς μας Ἰησοῦ Χριστό. Ἂς συναντήσουμε τὸν Κύριο καὶ Σωτῆρα μας στὰ πρόσωπα τῶν ἀδελφῶν του καὶ ἀδελφῶν μας. Ἡ Βασιλεία εἶναι μπροστά μας, καὶ μένει ἀκόμα ἀνοιχτὴ γιὰ ὅλους ποὺ τὴν ποθοῦν. Ὁ δὲ «ἐρχόμενος ἥξει καὶ οὺ χρονιεῖ» (Ἐβρ. 10, 37). Κύριε, «ἐλθέτω ἡ Βασιλεία σου». Ἀμην

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου