Συνομιλία Α΄
Με τον ποιητή Χρήστο Μπράβο
ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΠΡΑΒΟΣ: Για πρώτη φορά είδα δουλειά σου στην έκθεση «Αθήνα - Εικαστικά ’85», που έγινε στο Κέντρο Τεχνών. Ήταν τέσσερα πορτρέτα που μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση και ανακάλεσαν στη μνήμη μου, αμυδρά έστω, τον Μοντιλιάνι και τον Μπέικον. Δεν μπόρεσα να σε ρωτήσω τότε. Σε ρωτώ τώρα αν τους συγκαταλέγεις στους δάσκαλους σου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΡΚΙΔΗΣ: Πράγματι, ο Μοντιλιάνι ήταν ένας από τους ζωγράφους που διαμόρφωσαν τον ψυχισμό μου, σε μια ηλικία που είμαστε ανοιχτοί στις επιρροές. Ο Μπέικον, ενώ είναι πιο σύγχρονος και γι’ αυτό πιο πολυσυζητημένος, έχει κάτι ιδιαζόντως αγγλοσαξονικό που δεν με ενδιαφέρει. Δεν μου ταιριάζει ο ακραίος εξπρεσιονισμός, επίσης.
Χ. ΜΠ.: Ποιοι ζωγράφοι ή εποχές της ζωγραφικής θα μπορούσαμε να πούμε ότι σ’ έχουν επηρεάσει, χωρίς να χάσουν σε ισχύ μέσα στον χρόνο;
Με τον ποιητή Χρήστο Μπράβο
ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΠΡΑΒΟΣ: Για πρώτη φορά είδα δουλειά σου στην έκθεση «Αθήνα - Εικαστικά ’85», που έγινε στο Κέντρο Τεχνών. Ήταν τέσσερα πορτρέτα που μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση και ανακάλεσαν στη μνήμη μου, αμυδρά έστω, τον Μοντιλιάνι και τον Μπέικον. Δεν μπόρεσα να σε ρωτήσω τότε. Σε ρωτώ τώρα αν τους συγκαταλέγεις στους δάσκαλους σου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΡΚΙΔΗΣ: Πράγματι, ο Μοντιλιάνι ήταν ένας από τους ζωγράφους που διαμόρφωσαν τον ψυχισμό μου, σε μια ηλικία που είμαστε ανοιχτοί στις επιρροές. Ο Μπέικον, ενώ είναι πιο σύγχρονος και γι’ αυτό πιο πολυσυζητημένος, έχει κάτι ιδιαζόντως αγγλοσαξονικό που δεν με ενδιαφέρει. Δεν μου ταιριάζει ο ακραίος εξπρεσιονισμός, επίσης.
Χ. ΜΠ.: Ποιοι ζωγράφοι ή εποχές της ζωγραφικής θα μπορούσαμε να πούμε ότι σ’ έχουν επηρεάσει, χωρίς να χάσουν σε ισχύ μέσα στον χρόνο;
Χ. Μ.: Όλοι οι σπουδαίοι ζωγράφοι έχουν κάτι να μας διδάξουν. Άλλοι μας συνεπαίρνουν επειδή η τροχιά μας διασταυρώνεται με το έργο τους, άλλοι γιατί αισθανόμαστε μυστικές σχέσεις να μας ενώνουν, που λίγο μας νοιάζει να τις εκλογικεύσουμε κι από τους περισσότερους κάτι έχουμε εσωτερικεύσει. Όμως αυτό που βλέπω να κερδίζει μέσα μου με τον χρόνο είναι οι μεγάλες παραδόσεις. Η αρχαϊκή Ελλάδα, λόγου χάρη, τα πορτρέτα του Φαγιούμ, τα Ψηφιδωτά, οι Εικόνες, το μυστήριο των οποίων όρισε και θα ορίζει διαχρονικά την ψυχή μας.
Χ. ΜΠ.: Έχουμε δει κατά καιρούς πολλές «νεκρές φύσεις». Αν ορίσουμε τη «νεκρή φύση» ως απουσία του ανθρώπου, έχω την εντύπωση πως η απουσία αυτή στις δικές σου «νεκρές φύσεις» γίνεται παρουσία, παίρνει πνοή ζωής από τον περιβάλλοντα χώρο.
Χ. Μ.: Ο όρος «νεκρή φύση» είναι συμβατικός. Αλλά η «Νεκρή φύση με τα παπούτσια» του Βαν Γκογκ, για παράδειγμα, είναι πιο εκφραστική από ένα πορτρέτο -κάποτε η απουσία γίνεται ουσιαστικότερη από οιαδήποτε παρουσία. Για τις δικές μου «νεκρές φύσεις», θα έλεγα ότι το περιβάλλον λειτουργεί δραματικά και όχι περιγραφικά. Η προσπάθεια αφορά στο να συγκεραστεί ο βιωματικός χώρος με τα έμψυχα πρωτότυπα αντικείμενα. Φόντο και θέμα συνδιαλέγονται, παραμερίζοντας την αρχική εναντίωση.
Χ. ΜΠ.: Επιμένεις σε κάποια χρώματα (μαύρα, λευκά, ώχρες, γκρίζα) και αποκλείεις κάποια άλλα. Το πράσινο, για παράδειγμα, ή το κίτρινο. Ζητώ το λόγο.
Χ. Μ.: Η επιλογή της χρωματικής μου γκάμας έγινε σε νεαρή ηλικία, σχεδόν ανύποπτα. Αργότερα άρχισα να κατανοώ τη σοφία της γαιώδους κλίμακας, παρατηρώντας τη φύση. Στη φύση τα απόλυτα χρώματα είναι ψημένα, είναι από χώμα, ο ουρανός είναι πνεύμα. Η φύση μάς χαρίζει τα έντονα, καθαρά χρώματα σε μικρές δόσεις και μάλιστα μόνο μία φορά το χρόνο. Αυτά τα διακριτικά έντονα χρώματα εμείς τα κάναμε αυτοσκοπό. Προσβάλαμε βάρβαρα το μέτρο.
Χ. ΜΠ.: Τι αντιπροσωπεύει για σένα το μαύρο;
Χ. Μ.: Το μαύρο είναι το Χάος, απ’ το οποίο προκύπτει ο Κόσμος, η νυχτερινή μαγεία, το ασυνείδητο. Στη μεσογειακή παράδοση είναι το χρώμα της συμφιλίωσης με τον θάνατο. Το μαύρο είναι πολύ κοντά στο λευκό σαν λάμψη και σαν ποιότητα. Είναι το «άλλο» φως.
Χ. ΜΠ.: Τα πρόσωπα στα πορτρέτα σου, αινιγματικά και ανεξιχνίαστα, είναι η Σφίγγα, στο ερώτημα της οποίας πρέπει ν’ απαντήσεις για να μπεις πού;
Χ. Μ.: Σε μια τόσο μεταφυσική ερώτηση θα μου επιτρέψεις μιαν ανάλογη απάντηση. Ο άνθρωπος πάντοτε αναζητούσε ένα πρόσωπο. Στις μεγάλες εποχές το έχει συλλογικά. Στις μεταιχμιακές το ψάχνει εναγώνια. Στη δική μας οριακή εποχή, το αίτημα τραγικά επανατοποθετείται.
1987
*Ο Χρήστος Μαρκίδης γεννήθηκε στη Δράμα το 1954. Σπούδασε Ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών από το 1974 ως το 1979. Παρουσίασε μέχρι τώρα τη δουλειά του σε δώδεκα ατομικές εκθέσεις, ενώ συμμετείχε σε περισσότερες από πενήντα ομαδικές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Παράλληλα κυκλοφόρησαν τα ποιητικά του έργα «Μονόζυγο - Τέσσερα Σχεδιάσματα», Διάττων 1999, «Έως», Διάττων 2001, «Άτια στο σκοτεινό νερό», Εκδόσεις του Φοίνικα 2003, «Αμώεν», Εριφύλη 2004, και τα δοκίμιά του «Επτά κείμενα περί Τέχνης», Εκδόσεις του Φοίνικα 2002, «Κατάματα», Γαβριηλίδης 2005.
Χ. ΜΠ.: Έχουμε δει κατά καιρούς πολλές «νεκρές φύσεις». Αν ορίσουμε τη «νεκρή φύση» ως απουσία του ανθρώπου, έχω την εντύπωση πως η απουσία αυτή στις δικές σου «νεκρές φύσεις» γίνεται παρουσία, παίρνει πνοή ζωής από τον περιβάλλοντα χώρο.
Χ. Μ.: Ο όρος «νεκρή φύση» είναι συμβατικός. Αλλά η «Νεκρή φύση με τα παπούτσια» του Βαν Γκογκ, για παράδειγμα, είναι πιο εκφραστική από ένα πορτρέτο -κάποτε η απουσία γίνεται ουσιαστικότερη από οιαδήποτε παρουσία. Για τις δικές μου «νεκρές φύσεις», θα έλεγα ότι το περιβάλλον λειτουργεί δραματικά και όχι περιγραφικά. Η προσπάθεια αφορά στο να συγκεραστεί ο βιωματικός χώρος με τα έμψυχα πρωτότυπα αντικείμενα. Φόντο και θέμα συνδιαλέγονται, παραμερίζοντας την αρχική εναντίωση.
Χ. ΜΠ.: Επιμένεις σε κάποια χρώματα (μαύρα, λευκά, ώχρες, γκρίζα) και αποκλείεις κάποια άλλα. Το πράσινο, για παράδειγμα, ή το κίτρινο. Ζητώ το λόγο.
Χ. Μ.: Η επιλογή της χρωματικής μου γκάμας έγινε σε νεαρή ηλικία, σχεδόν ανύποπτα. Αργότερα άρχισα να κατανοώ τη σοφία της γαιώδους κλίμακας, παρατηρώντας τη φύση. Στη φύση τα απόλυτα χρώματα είναι ψημένα, είναι από χώμα, ο ουρανός είναι πνεύμα. Η φύση μάς χαρίζει τα έντονα, καθαρά χρώματα σε μικρές δόσεις και μάλιστα μόνο μία φορά το χρόνο. Αυτά τα διακριτικά έντονα χρώματα εμείς τα κάναμε αυτοσκοπό. Προσβάλαμε βάρβαρα το μέτρο.
Χ. ΜΠ.: Τι αντιπροσωπεύει για σένα το μαύρο;
Χ. Μ.: Το μαύρο είναι το Χάος, απ’ το οποίο προκύπτει ο Κόσμος, η νυχτερινή μαγεία, το ασυνείδητο. Στη μεσογειακή παράδοση είναι το χρώμα της συμφιλίωσης με τον θάνατο. Το μαύρο είναι πολύ κοντά στο λευκό σαν λάμψη και σαν ποιότητα. Είναι το «άλλο» φως.
Χ. ΜΠ.: Τα πρόσωπα στα πορτρέτα σου, αινιγματικά και ανεξιχνίαστα, είναι η Σφίγγα, στο ερώτημα της οποίας πρέπει ν’ απαντήσεις για να μπεις πού;
Χ. Μ.: Σε μια τόσο μεταφυσική ερώτηση θα μου επιτρέψεις μιαν ανάλογη απάντηση. Ο άνθρωπος πάντοτε αναζητούσε ένα πρόσωπο. Στις μεγάλες εποχές το έχει συλλογικά. Στις μεταιχμιακές το ψάχνει εναγώνια. Στη δική μας οριακή εποχή, το αίτημα τραγικά επανατοποθετείται.
1987
*Ο Χρήστος Μαρκίδης γεννήθηκε στη Δράμα το 1954. Σπούδασε Ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών από το 1974 ως το 1979. Παρουσίασε μέχρι τώρα τη δουλειά του σε δώδεκα ατομικές εκθέσεις, ενώ συμμετείχε σε περισσότερες από πενήντα ομαδικές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Παράλληλα κυκλοφόρησαν τα ποιητικά του έργα «Μονόζυγο - Τέσσερα Σχεδιάσματα», Διάττων 1999, «Έως», Διάττων 2001, «Άτια στο σκοτεινό νερό», Εκδόσεις του Φοίνικα 2003, «Αμώεν», Εριφύλη 2004, και τα δοκίμιά του «Επτά κείμενα περί Τέχνης», Εκδόσεις του Φοίνικα 2002, «Κατάματα», Γαβριηλίδης 2005.
Υ. γ.
Οι «Έξι συνομιλίες» του Χρήστου Μαρκίδη (εκδόσεις «Γαβριηλίδη», 2007) έφτασαν στα χέρια μας, λίγο πριν οδηγηθούν στην πολτοποίηση, χάρη στον πρωτοσύγκελο της Ι. Μ. Ιωαννίνων π. Φιλόθεο Δέδε.
Τον ευχαριστούμε από καρδιάς…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου