«Ἡ ματιά μας χρειάζεται νὰ στραφεῖ ἀκριβῶς σ’ αὐτὸν ποὺ ... κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου. Εἶναι τὸ παράδοξο τοῦ Σταυροῦ. Γιατί ἄραγε ὁ Χριστὸς δὲν ἔμεινε ἀπέθαντος: Ἤ, γιατί δὲν πέθανε σὲ βαθιὰ γηρατειὰ ἕναν θάνατο ἤρεμο καὶ τιμημένο, περίπου σὰν αὐτὸν ποὺ ὀνειρεύεται ὁ Βάρναλης στὴ «Μάνα τοῦ Χριστοῦ», περιτριγυρισμένος ἀπὸ ἀγαπημένα πρόσωπα; Τὸ κλειδὶ ἴσως βρίσκεται ἀκριβῶς ἐδῶ: Ὁ Χριστὸς ἦρθε γιὰ πόλεμο. Ἦρθε γιὰ νὰ καταστρέψει τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου. Καὶ ἐνῶ εἶχε τὴν ἐξουσία νὰ μὴν πεθάνει κάν, πεθαίνει θάνατο μὲ τὰ πιὸ ἀκραῖα χαρακτηριστικά: θάνατο ὀδυνηρό, ἀτιμωτικὸ καὶ σὲ ἐγκατάλειψη. Γιατί: Διότι αὐτὴ εἶναι ἡ ἀνθρώπινη κατάσταση. Ἂν ὁ Χριστὸς πέθαινε ἄλλον θάνατο+ τότε ἡ ἐνανθρώπησή του δὲν θὰ ἦταν πλήρης. Δὲν θὰ εἶχε προσλάβει τὴν πληρότητα τοῦ ἀνθρώπου, τὶς ἐσχατιὲς τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, τὴν ἄβυσσο τοῦ παράλογου ποὺ τυραννᾶ τὸν ἄνθρωπο. Ὁ Χριστὸς φορτώθηκε ἑκούσια στὸν ἑαυτό του τὸ τραγικό, γιὰ νὰ διανοίξει στὸ τραγικὸ μιὰν ἐνδοχώρα τὴν ὁποία αὐτὸ ἀπὸ μόνο του δὲν ἔχει. Ἂν τὸ τραγικὸ δὲν τὸ συναντήσει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ἂν ἐνδοχώρα δὲν γίνει ἡ ἴδια ἡ ζωὴ τοῦ Θεοῦ, τότε τὸ τραγικὸ θὰ εἶναι τὸ τέρμα τῶν πάντων. [...]
Τὸ ἐρώτημα, γιὰ ἀκόμη μιὰ φορά, εἶναι τί συνεπάγεται ἡ πίστη γιὰ τὴν καθημερινότητα, τὴν ὀδύνη, τὴν ἀδικία καὶ τὸ παράλογο ποὺ λυσσομανᾶ μέσα στὴν ἱστορία. Ἡ σταύρωση τοῦ Χριστοῦ τελικά εἶναι άραγε ἁπλῶς κάτι ποὺ ἔλαβε χώρα καὶ τελείωσε γιὰ νὰ τὴ διαδεχτεῖ ἡ Ἁνάσταση; Ἢ μήπως ἡ σταύρωση συνεχίζεται καὶ ἀποτελεῖ μιὰ πραγματικότητα τῆς ἱστορίας, ὅσο ἡ ἱστορία συνεχίζει νὰ εἶναι τὸ πεδίο ἀναμέτρησης τῶν φιλόθεων καὶ ἀντίθεων δυνάμεων;
Ἡ Ἁνάσταση εἶναι τὸ μέλλον μας. Εἶναι τὸ ἔσχατο ποὺ εἰσβάλλει στὴν ἱστορία. Ἁλλὰ τὴν Ἁνάσταση τὴν στοιχειώνει, τὴ συνοδεύει γιὰ πάντα ἡ σταύρωση, ὑπὸ τὴν ἔννοια ὅτι ἡ σταύρωση δείχνει τί λογῆς γεγονὸς εἶναι ἡ Ἁνάσταση, ὅτι δηλαδὴ δὲν εἶναι οἱοδήποτε ξαναζωντάνεμα, ἀλλὰ εἶναι ἡ νίκη τῆς θυσιαστικῆς Ἁγάπης ἐπὶ τοῦ θανάτου. Ὑπ’ αὐτὴ τὴν ἔννοια, ἡ σταύρωση δὲν εἶναι ἡ ἥττα, τὴν ὁποία διαδέχεται ἡ νίκη, ἀλλὰ εἶναι ἡ νίκη τὴν ὁποία διαδέχεται ἡ νίκη. «Ἡ Ἁνάστασις», ἔχει ἐπισημάνει ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, «ἀποκαλύπτει [...] καὶ συνεχίζει τὴ νίκη ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ [...]. Ἡ δύναμις τῆς Ἁναστάσεως εἶναι ἀκριβῶς “ἡ δύναμις τοῦ Σταυροῦ”».
Ναι. Ἡ ἱστορία εἶναι ἕνας πόλεμος μέχρις Ἐσχάτων. Καὶ μέσα σ’ αὐτὸ τὸν πόλεμο, συχνὰ ὁ Χριστὸς «ἡττᾶται» καὶ κάνει ζωή του τὴν ὀδύνη, τὸ παράλογο,τὴν ἐγκατάλειψη. Μέχρι τὴν τελικὴ νίκη τῶν ἐσχάτων, ὅσο ἀκόμη μανιάζει τὸ δαιμονικὸ καὶ ἡ ἀπανθρωπιά, ὁ Χριστὸς ὄχι μόνο εἶναι μὲ τὰ θύματα τῆς ἱστορίας, ἀλλὰ γίνεται ἕνα θύμα τῆς ἱστορίας. Τὸ δόγμα τοῦ πάσχοντος Θεοῦ (τοῦ πάσχοντος αὐτοπροσώπως μέσα στὴν ἱστορία) δίνει τὴ βάση γιὰ μιὰ πολιτικὴ θεολογία (πολιτικὴ μὲ τὴν εὐρεία ἔννοια τῆς ἔγνοιας καὶ τῆς εὐθύνης ἀπέναντι στὸν κοινὸ βίο) ἡ ὁποία ὀφείλει νὰ πεῖ εὐθαρσῶς: Ὁ κόσμος αὐτὸς δὲν εἶναι θέλημα Θεοῦ- Ὁ κόσμος αὐτὸς ὀφείλει νὰ ἀλλάξει. [...] Αὐτὸ τὸ εἶχε ἐκφράσει περίφημα ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς στὸ ἔργο του Μυσταγωγία, στὸ ὁποῖο ἑρμηνεύει τὴ θεία Λειτουργία. Ἁντίθετα πρὸς μονιστικές, ἐσωστρεφεῖς θεωρήσεις τῆς λειτουργικῆς ζωῆς, ὁ Μάξιμος κλείνει τὴν ἑρμηνεία του μὲ ἕναν ὕμνο γιὰ τὸ ἄνοιγμα στὸ πρόσωπο τοῦ ἀδικημένου, ἕναν ὕμνο πρὸς τὴν ἀλληλεγγύη. Ὣς τὸ τέλος τῆς ζωῆς αὐτῆς ὁ Χριστὸς ὑποφέρει μυστικὰ τὶς ὀδύνες τῶν ἀδυνάτων καὶ καλεῖ τοὺς πιστοὺς νὰ τὸν μιμηθοῦν, νὰ διακονήσουν τὸ πάθος τῶν ἀνθρώπων πάσχοντας οἱ ἴδιοι».
Θανάσης Β. Παπαθανασίου, «Ο πάσχων Θεός, ο σύντροφος Θεός», περιοδικό “Σύναξη” 129 (2014), σσ. 17-27.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου