Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Ο Ακάθιστος Ύμνος



Του Ι. Φουντούλη

Στην επίσημη λειτουργική γλώσσα η ακολουθία αυτή ονομάζεται «Ακάθιστος Ύμνος» ή μονολεκτικά «Ακάθιστος» από την ορθία στάση, που τηρούσαν οι πιστοί καθ' όλη τη διάρκεια της ψαλμωδίας της. Έτσι και με τα λόγια και με τη στάση του σώματος εκφράζεται η τιμή, η ιδιαίτερη ευλάβεια, η ευχαριστία προς εκείνη, προς την οποία απευθύνουμε τους χαιρετισμούς μας.

Είναι δε η ακολουθία αυτή στη σημερινή λειτουργική μας πράξη εντεταγμένη στο λειτουργικό πλαίσιο της ακολουθίας του μικρού αποδείπνου, όπως ακριβώς τελέσθηκε απόψε. Έτσι γίνεται κάθε Παρασκευή στις τέσσερις πρώτες εβδομάδες των Νηστειών, ακόμα και την Παρασκευή της Ε' Εβδομάδος, που μετά την τμηματική στις τέσσερις πρώτες εβδομάδες ψαλμωδία του, ανακεφαλαιώνεται ολόκληρος ο ύμνος. Στα μοναστήρια, αλλά και στη σημερινή ενοριακή πράξη και παλαιότερα κατά τα διάφορα Τυπικά, έχουμε και αλλά λειτουργικά πλαίσια για την ψαλμωδία του ύμνου: την ακολουθία του όρθρου, του εσπερινού, της παννυχίδος ή μιας ιδιόρρυθμης Θεομητορικής Κωνσταντινουπολιτικής ακολουθίας, την ' «πρεσβεία». Σ' όλες αυτές τις περιπτώσεις σ' ένα ορισμένο σημείο της κοινής ακολουθίας γίνεται μια παρεμβολή. Ψάλλεται ο κανών της Θεοτόκου και ολόκληρο ή τμηματικά το κοντάκιο και οι οίκοι του Ακάθιστου.

Θα παρατρέξωμε το διαφιλονικούμενο, εξ' άλλου, θέμα του χρόνου της συντάξεως και του ποιητού του Ακάθιστου. Πολλοί φέρονται ως ποιηταί του: ο Ρωμανός ο Μελωδός, ο Γεώργιος Πισίδης, οι πατριάρχαι της Κωνσταντινουπόλεως Σέργιος, Γερμανός ο Α΄, ο Ιερός Φώτιος, ο Γεώργιος Νικομήδειας (Σικελιώτης), ποιηταί που έζησαν από τον Ζ΄ μέχρι τον Θ΄ αιώνα. Η παράδοσις παρουσιάζει μεγάλη αστάθεια και οι νεώτεροι μελετηταί, στηριζόμενοι στις λίγες εσωτερικές ενδείξεις που υπάρχουν στο κείμενο, άλλοι προτιμούν τον ένα και άλλοι τον άλλο από τους φερομένους ως ποιητάς του. Ένα ιστορικό γεγονός, με το οποίο συνεδέθη από την παράδοσι η ψαλμωδία του Ακάθιστου, θα μπορούσε να μας προσανατολίση κάπως στην αναζήτησί μας: Η επί του αυτοκράτορος Ηρακλείου πολιορκία και η θαυμαστή σωτηρία της Κωνσταντινουπόλεως την 8η  Αυγούστου του έτους 626. Κατά το Συναξάριο μετά την λύσι της πολιορκίας εψάλη ο ύμνος αυτός στον ναό της Θεοτόκου των Βλαχερνών, ως δοξολογία και ευχαριστία για την σωτηρία, που απεδόθη στην θαυματουργική δύναμι της Θεοτόκου, της προστάτιδας της Πόλεως. Πατριάρχης τότε ήτο ο Σέργιος, που πρωτοστάτησε στους αγώνας για την άμυνα. Εύκολο ήταν να θεωρηθη και ποιητής του ύμνου, αν και ούτε ως υμνογράφος μας είναι γνωστός, ούτε και ορθόδοξος ήτο. Εξ' άλλου ο ύμνος θα έπρεπε να ήταν παλαιότερος, γιατί αν ήταν γραμμένος για την σωτηρία της Πόλεως δεν θα ήταν δυνατόν παρά ρητώς να κάμνη λόγο γι' αυτήν και όχι να αναφέρεται σε άλλα θέματα, όπως θα ιδούμε πιο κάτω. Η ψαλμωδία όμως του Ακάθιστου συνδέεται από τις ιστορικές πηγές και με άλλα παρόμοια γεγονότα: τις πολιορκίες και την σωτηρία της Κωνσταντινουπόλεως επί Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (673), επί Λέοντος του Ισαύρου (717-718) και επί Μιχαήλ Γ΄ (860).

Όποιος όμως και αν ήταν ο ποιητής και με οποιοδήποτε ιστορικό γεγονός από τα ανωτέρω και αν συνεδέθη πρωταρχικά, ένα είναι το αναμφισβήτητο στοιχείο, που μας δίδουν οι σχετικές πηγές, ότι ο ύμνος εψάλλετο ως ευχαριστήριος ωδή προς την υπέρμαχο στρατηγό του Βυζαντινού κράτους κατά τις ευχαριστήριες παννυχίδες που ετελούντο εις ανάμνησιν των ανωτέρω γεγονότων. Κατά την παρατήρησι του συναξαριστού ο ύμνος λέγεται «Ακάθιστος», γιατί τότε κατά την σωτηρία της Πόλεως και έκτοτε μέχρι σήμερα, όταν οι, οίκοι του ύμνου αυτού εψάλλοντο, «ορθοί πάντες» τους ήκουαν εις ένδειξιν ευχαριστίας προς την Θεοτόκο, ενώ στους οίκους των άλλων κοντακίων «εξ έθους» εκάθηντο.

 
Γιατί όμως ψάλλεται κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή; Οι λύσεις των ανωτέρω πολιορκιών δεν συνέπεσαν κατ' αυτήν. Στις 8 Αυγούστου ελύθη η πολιορκία επί Ηρακλείου, τον Σεπτέμβριο η επί Πωγωνάτου, στις 16 Αυγούστου εωρτάζετο η ανάμνησις της σωτηρίας της Πόλεως επί Λέοντος Ισαύρου και στις 18 Ιουνίου ελύθη η πολιορκία επί Μιχαήλ του Γ΄. Με την Μεγάλη Τεσσαρακοστή συνεδέθη προφανώς εξ αιτίας ενός άλλου καθαρώς λειτουργικού λόγου: Μέσα στην περίοδο της Νηστείας εμπίπτει πάντοτε η μεγάλη εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Είναι η μόνη μεγάλη εορτή, που λόγω του πένθιμου χαρακτήρας της Τεσσαρακοστής, στερείται προεορτίων και μεθεόρτων. Αυτήν ακριβώς την έλλειψη έρχεται να κάλυψη η ψαλμωδία του Ακάθιστου, τμηματικώς κατά τα απόδειπνα των Παρασκευών και ολόκληρος κατά το Σάββατο της Ε΄ εβδομάδος. Το βράδυ της Παρασκευής ανήκει λειτουργικούς στο Σάββατο, ήμερα που μαζί με την Κυριακή είναι οι μόνες ήμερες των εβδομάδων των Νηστειών, κατά τις οποίες επιτρέπεται ο εορτασμός χαρμόσυνων γεγονότων, και στις όποιες, καθώς είδαμε, μετατίθενται οι εορτές της εβδομάδος. Καθ' ωρισμένα Τυπικά ο Ακάθιστος εψάλλετο πέντε ήμερες προ της εορτής του Ευαγγελισμού και κατ' άλλα τον όρθρο της ημέρας της εορτής. Ο Ακάθιστος ύμνος είναι το κοντάκιο του Ευαγγελισμού, ο ύμνος της σαρκώσεως του Λόγου του Θεού.

Όταν ο Ακάθιστος συνεδέθη με τα ιστορικά γεγονότα, που αναφέραμε, τότε συνετέθη νέο ειδικό προοίμιο, γεμάτο δοξολογία και ικεσία, το τόσο γνωστό «Τη ύπερμάχω». Στην υπέρμαχο στρατηγό, η πόλις της Θεοτόκου, που λυτρώθηκε χάρι σ' αυτήν από τα δεινά, αναγράφει τα νικητήρια και παρακαλεί αυτήν που έχει την ακαταμάχητη δύναμι να την ελευθερώνη από τους ποικίλους κινδύνους για να την δοξολογή κράζοντας το: «Χαίρε, νύμφη ανύμφευτε». Ο ύμνος ψάλλεται και πάλι σε ήχο πλ. δ΄.

«Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια,
ως λυτρωθείσα των δεινών, ευχαριστήρια
αναγράφω σοι η Πόλις σου, Θεοτόκε·
αλλ' ως έχουσα το κράτος απροσμάχητον,
εκ παντοίων με κινδύνων ελευθέρωσον,
ίνα κράζω σοι·

Χαίρε, νύμφη ανύμφευτε».

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

Γρηγορίου του Παλαμά: Ομιλία εις την Δ΄ Κυριακή των Νηστειών



...Επειδή κατά την παρούσα Κυριακή των ιερών νηστειών είναι συνήθεια ν' αναγινώσκεται στην εκκλησία η διήγησις περί του θαύματος τούτου, ας εξετάσωμε από την αρχή όλη την ευαγγελική περικοπή που το περιγράφει. Μόλις λοιπόν ήλθε ο Ιησούς προς τους μαθητάς και τους παρευρισκομένους με αυτούς κι' ερώτησε, τι συζητείτε, κάποιος από το πλήθος είπε· «διδάσκαλε, έφερα σε σένα τον υιό μου που έχει πνεύμα άλαλο και όπου τον καταλάβη, τον συγκλονίζει και αυτός αφρίζει και τρίζει τα δόντια του και ξηραίνεται».

Πώς λοιπόν άφριζε αυτός κι' έτριζε τα δόντια κι' εξηραινόταν; Του δαιμονισμένου πάσχει πρώτο και περισσότερο από όλα τα μόρια του σώματος ο εγκέφαλος· διότι ο δαίμων χρησιμοποιεί ως όχημα το ψυχικό πνεύμα που ευρίσκεται σ' αυτόν και από αυτό σαν ακρόπολι καταδυναστεύει όλο το σώμα. Όταν δε πάσχη ο εγκέφαλος, αφήνεται από εκεί μια ροή προς τα νευρα και τους μυς του σώματος αφρώδης και φλεγματώδης, που φράσσει τις διεξόδους του ψυχικού πνεύματος· και από αυτό προκαλείται κλονισμός και ρήξις και ακουσία κίνησις σε όλα τα αυτόβουλα μόρια, μάλιστα δε στις γνάθους, που πλησιάζουν περισσότερο στο μόριο που έπαθε πρώτο. Καθώς το υγρό ρέει περισσότερο προς το στόμα λόγω της χωρητικότητος των πόρων και της εγγύτητος προς τον εγκέφαλο, επειδή εξ αιτίας της άτακτης κινήσεως των οργάνων η αναπνοή δεν μπορεί να εκπνευσθή αθρόα, αλλά και ανακατεύεται με το πλήθος του υγρού, δημιουργείται στους πάσχοντας αφρός. Έτσι ο δαίμων εκείνος άφριζε και έτριζε τα δόντια, που προσέκρουαν μεταξύ τους φοβερά κι έσφιγγαν με μανία. Εξηραινόταν δε έπειτα από την σφοδροτέρα επήρεια του δαιμονίου. Όπως οι ατμοί που κινούνται από την θέρμη της ηλιακής ακτίνος, αν αυτή είναι σφοδροτέρα, πάλι αφανίζονται από αυτήν διασκορπιζόμενοι τελείως, έτσι και η υγρότης που προέρχεται από τα σπλάγχνα με την επήρεια του δαίμονος, αν αυτή είναι σφοδρότερα, σε λίγο δαπανάται και η έμφυτη υγρασία της σάρκας κι εκείνος ο δαιμονισμένος καταξηραίνεται.

Ο πατέρας του δαιμονισμένου προσέθεσε προς τον Κύριο, ότι είπε στους μαθητάς να το εκβάλουν και δεν κατώρθωσαν· ο δε Κύριος, αποτεινόμενος όχι προς αυτόν αλλά και προς όλους, λέγει, «ω γενεά άπιστη, έως πότε θα είμαι με σας, έως πότε θα σας ανεχθώ;». Μου φαίνεται ότι οι παρόντες τότε Ιουδαίοι, λαμβάνοντας αφορμή από το ότι δεν μπόρεσαν να εκβάλουν τον δαίμονα οι μαθηταί, θα εβλασφήμησαν κάπως. Τι δεν θα έλεγαν, αφού ευρήκαν αφορμή, αυτοί που, και όταν ετελούνταν θαύματα, δεν άφηναν τις βλασφημίες; Γνωρίζοντας λοιπόν ο Κύριος τους γογγυσμούς και τους ονειδισμούς τούτων, τους εξελέγχει και τους καταισχύνει, όχι μόνο με λόγους επιτιμητικούς, αλλά και με πράξεις και λόγια γεμάτα φιλανθρωπία.

Πραγματικά προστάσσει, φέρετέ τον εδώ σ' εμένα, και τον έφεραν, και μόλις το δαιμόνιο είδε τον Κύριο εσπάραξε τον άνθρωπο που έπεσε κι εκυλιόταν αφρίζοντας· διότι του επιτρεπόταν να καταστήση φανερά την κακία του.

Ο δε Κύριος ερώτησε τον πατέρα του παιδιού, «από πόσον χρόνο του συνέβηκε τούτο;». Αυτήν την ερώτησι την κάμει ο Κύριος, για να τον οδηγήση προς την πίστι και την με πίστι παράκλησι. Τόσο απείχε από την πίστι ο άνθρωπος αυτός, ώστε να μη παρακαλή ούτε υπέρ της σωτηρίας του παιδιού. Γι' αυτό δεν παρακάλεσε καθόλου ούτε τους μαθητάς· «τους είπα», λέγει, «να τον εκβάλουν»· δεν εγονάτισε, δεν ικέτευσε, δεν παρακάλεσε. Αλλά δεν φαίνεται ούτε τον Κύριο να παρακάλεσε ακόμη. Γι' αυτό ο Κύριος, αφήνοντας το παιδί που ήταν ελεεινώς ξαπλωμένο εμπρός στα μάτια του, συζητεί μ' εκείνον, ερωτώντας τον χρόνο του πάθους και προκαλώντας τον προς την παράκλησι. Αυτός δε αποκρίνεται ότι του συμβαίνει από την παιδική ηλικία και ότι πολλές φορές τον έβαλε στη φωτιά και στα ύδατα, για να τον αφανίση, και προσθέτει· «αλλ' αν μπορής, λυπήσου μας και βοήθησέ μας».

Βλέπετε, πόση είναι η απιστία του ανθρώπου; Διότι αυτός που λέγει, 'αν μπορής', φυσικά φανερώνει ότι δεν πιστεύει ότι μπορεί ο άλλος. Ο δε Κύριος είπε, «αν μπορής να πιστεύσης, όλα είναι δυνατά στον πιστεύοντα»· το λέγει δε τούτο όχι αγνοώντας την απιστία εκείνου, αλλά προβιβάζοντάς τον βαθμιαίως στην πίστι και συγχρόνως δεικνύοντας ότι αιτία που δεν έβγαλαν οι μαθηταί τον δαίμονα είναι η απιστία του. Πρόσεξε δε τον ευαγγελιστή· δεν λέγει ότι ο Κύριος είπε προς τον πατέρα του παιδιού «αν μπορής να πιστεύσης», διότι πάντοτε ο Κύριος απαιτεί την πίστι από τους ζητούντας τις θεραπείες· αφού ήταν δεσπότης και κηδεμών και των ψυχών, εφρόντιζε να θεραπευθούν κι' αυτές διά της πίστεως· αλλ' εκείνος ο πατέρας του παιδιού, μόλις άκουσε ότι στην πίστι του ακολουθεί η ίασις, έλεγε με δάκρυα· «πιστεύω, Κύριε, βοήθησε την απιστία μου». Βλέπετε αρίστη προκοπή ηθών; Διότι όχι μόνο επίστευσε περί της θεραπείας του παιδιού, αλλ' ότι ο Κύριος μπορεί να κατανικήση και την απιστία του, αν θελήση. Ενώ δε ο όχλος επάνω σ' αυτά τα λόγια συνέρρεε, επετίμησε, λέγει, ο Κύριος το ακάθαρτο πνεύμα, λέγοντάς του· «το άλαλο και κωφό πνεύμα, εγώ σε διατάσσω, έξελθε από αυτόν και να μη εισέλθης ποτέ πάλι σ' αυτόν»...

Ας προσέχωμε λοιπόν κι εμείς, αδελφοί, παρακαλώ, κι ας καθαρίσωμε τις καρδιές μας από κάθε μολυσμό, για να μη συμπαρασυρθούμε μ' εκείνους που κατακρίθηκαν. Αν ο νόμος που εκτέθηκε διά του Μωυσέως «επιβεβαιώθηκε και κάθε παράβασις και παρακοή έλαβε δικαία ανταπόδοσι, πώς θα ξεφύγωμε εμείς που αμελήσαμε για την σωτηρία μας, η οποία αρχίζοντας να διακηρύσσεται από τον Κύριο διαβιβάσθηκε προς εμάς εγκύρως από εκείνους που άκουσαν, ενώ ο Θεός συνεπεκύρωνε με σημεία και τέρατα και ποικίλες δυνάμεις και με διαμερισμό του αγίου Πνεύματος;». Ας φοβηθούμε λοιπόν τον διερευνώντα καρδιά και νεφρούς· ας εξιλεώσωμε τον Κύριο των εκδικήσεων· ας βάλωμε μέσα μας ένοικο την ειρήνη, τον αγιασμό, την προσευχή με κατάνυξι, χωρίς τα οποία κανείς δεν θα ιδή τον Κύριο· ας ποθήσωμε γεμάτοι πίστι την υπεσχημένη εκείνη στους καθαρούς στην καρδιά θέα, και ας πράξωμε τα πάντα, για να επιτύχωμε αυτήν, με την οποία μαζί είναι η αιωνία ζωή, το άφθαρτο κάλλος, ο αδαπάνητος πλούτος, η αναλλοίωτη και απέραντη τρυφή και δόξα και βασιλεία...

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2014

Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου



Tω αυτώ μηνί KE΄, ο Eυαγγελισμός της Yπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Aειπαρθένου Mαρίας.

Ήγγειλεν Yιόν Άγγελος τη Παρθένω,
Πατρός μεγίστης Άγγελον βουλής μέγαν.
Γήθεο τη Mαρίη έφατ’ Άγγελος εικάδι πέμπτη.

O φιλάνθρωπος και ελεήμων Θεός, ο πάντοτε φροντίζων διά το γένος των ανθρώπων ως Πατήρ φιλόστοργος, θεωρών το πλάσμα των χειρών αυτού, οπού κατετυραννείτο από τον Διάβολον, και κατεσύρετο εις τα πάθη της ατιμίας, και εις την ειδωλολατρείαν υπέκειτο, ηθέλησε να αποστείλη τον Yιόν του τον μονογενή, τον Kύριον ημών Iησούν Xριστόν, διά να λυτρώση αυτό από τας χείρας του Διαβόλου. Eπειδή δε ηθέλησε να μη ηξεύρη το μυστήριον τούτο, όχι μόνον ο Σατανάς, αλλ’ ουδέ αυταί αι Oυράνιαι Δυνάμεις, διά τούτο ενεπιστεύθη το μυστήριον αυτό εις ένα Aρχάγγελον, ήτοι εις τον ενδοξότατον Γαβριήλ. Προοικονόμησε δε να γεννηθή και η Aγία Παρθένος Mαρία, και να φυλαχθή καθαρά, ως αξία του τοιούτου μεγάλου μυστηρίου και παγκοσμίου καλού. Όθεν ελθών ο Άγγελος εις πόλιν Nαζαρέτ, είπεν αυτή· «Xαίρε κεχαριτωμένη, ο Kύριος μετά σου». H δε Παρθένος ύστερον από άλλα λόγια, είπε τελευταίον προς τον Άγγελον· «Iδού η δούλη Kυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου». Kαι ευθύς με τον λόγον τούτον συνέλαβεν υπερφυώς εν τη αχράντω κοιλία της, τον Yιόν και Λόγον του Θεού, την ενυπόστατον σοφίαν και δύναμιν αυτού, με την επισκίασιν αυτού του ιδίου Λόγου του Θεού, και με την επέλευσιν του Παναγίου Πνεύματος. Aπό τότε λοιπόν ετελέσθησαν οικονομικώς άπαντα τα μυστήρια του Θεού Λόγου διά την ημετέραν σωτηρίαν και απολύτρωσιν...

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005).

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014

Η Σταυροπροσκύνηση



Η άσκηση των αρετών δεν είναι εύκολη υπόθεση. Πέρα από την προσωπική ισχυρή θέληση, είναι απαραίτητη και η αγιαστική δύναμη της Εκκλησίας μας. Έτσι οι άγιοι Πατέρες όρισαν, καταμεσής της αγίας Τεσσαρακοστής να προσκυνείται ο Τίμιος Σταυρός του Κυρίου, για να λαμβάνουμε οι πιστοί από αυτόν χάρη και δύναμη για να συνεχίσουμε με σθένος τον πνευματικό μας αγώνα.
Ο Σταυρός του Χριστού είναι το καύχημα της Εκκλησίας μας και το αήττητο όπλο κατά των δυνάμεων του κακού. Πάνω σε αυτόν συντρίφτηκε το κράτος του διαβόλου και εκμηδενίστηκε η δύναμή του. Από αυτόν πήγασε η απολύτρωση και η αθανασία στο ανθρώπινο γένος. Η Εκκλησία μας ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον Σταυρόν Σου ημίν δέδωκας, φρίττει γαρ και τρέμει, μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν» και «Νυν εμφανιζόμενος ο Σταυρός, δύναμιν παρέχη εν τω μέσω των νηστειών, τοις το θείον σκάμμα, ανύουσι προθύμως΄ αυτόν μετ' ευλάβείας, κατασπαζόμεθα».
Από φονικό και έχθιστο μέσον εκτέλεσης κακούργων μεταβλήθηκε σε μέσον αγιασμού και νοητή ασπίδα προστασίας από τις επιβουλές του Εωσφόρου και των σκοτεινών πεσόντων αγγέλων του. Άλλοι τον παρομοιάζουν με ισχυρό κυματοθραύστη κατά των κλυδωνισμών της ζωής, που προκαλεί το κακό και η αμαρτία. Η σωματική κόπωση της νηστείας και η ψυχική νωχέλεια του πνευματικού αγώνα είναι δυο βασικοί παράγοντες, οι οποίοι μπορούν να αναστείλουν τη νηπτική πορεία του πιστού. Η αγιαστική δύναμη του Σταυρού είναι το αντίδοτο σ' αυτή την κατάσταση.


Ο Σταυρός του Χριστού, εκτός από θείο σύμβολο της Εκκλησίας μας, έχει και ηθική σημασία για τον κάθε πιστό. Όπως ο Κύριος έφερε το δικό Του Σταυρό στο Γολγοθά, φορτωμένος τις ανομίες ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους, έτσι και ο πιστός του Χριστού, φέρει αυτός τον προσωπικό του σταυρό, τον αγώνα για σωτηρία και τελείωση. Ο δρόμος για τη σωτηρία είναι πραγματικός Γολγοθάς και απαιτεί αυταπάρνηση σε όσους τον ανεβαίνουν. Το βεβαίωσε ο Κύριος: «όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω ευατόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι» (Μαρκ. 8,34). Η αγία περίοδος του Τριωδίου είναι κατ' εξοχήν σταυρική πορεία και νοητή σταύρωση των παθών μας.
Γι' αυτό η αγία μας Εκκλησία αφιέρωσε την Κυριακή αυτή στην προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού. Οι πιστοί αντλώντας χάρη από αυτόν, δυναμωμένοι πια και ανανεωμένοι, αντιπαρερχόμαστε τα εμπόδια που στήνει ο πονηρός και βαδίζουμε την ουρανοδρόμο ατραπό με οδηγό τη χαρά και τη λαχτάρα να συναντήσουμε τον αναστάντα Κύριό μας Ιησού Χριστό την αγία και λαμπροφόρο η ημέρα της εγέρσεώς Του.

Πηγή: www.apostoliki-diakonia.gr

Σάββατο 15 Μαρτίου 2014

Ο Άγιος Αλέξιος, ο άνθρωπος του Θεού (Αφιέρωμα)



Με αφορμή τη μνήμη του, στις 17 Μαρτίου...

Διαβάστε σχετικά, κάνοντας κλικ στους παρακάτω συνδέσμους:

Το Συναξάρι του Αγίου (στο Συναξαριστή του Αγ. Νικοδήμου):

Άγιος Αλέξιος, ο άνθρωπος που έζησε μόνο για το Θεό:

Ο Αγ. Αλέξιος στην τέχνη (Κέρκυρα):

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

Σχόλιο στη Δεύτερη Κυριακή των Νηστειών...



Η δεύτερη Κυριακή είναι αφιερωμένη σε μια από τις μεγαλύτερες πατερικές μορφές της Εκκλησίας μας, στον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης (1347-1359). Δεν είναι τυχαία αυτή η επιλογή. Ο μεγάλος αυτός άνδρας έζησε σε μια πολύ ταραγμένη ιστορική περίοδο για την Εκκλησία μας, κατά την οποία ο κίνδυνος νοθεύσεως της αλήθειας υπήρξε έντονος.
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1296 και έλαβε σπουδαία μόρφωση. Από νέος αγάπησε τη μοναχική και ασκητική ζωή. Κατέφυγε καταρχήν στο όρος Παπίκιο και κατόπιν στο ’γιο Όρος, όπου πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής του. Ακόμη και μετά την εκλογή του ως αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης ζούσε ως ασκητής.
Ο άγιος Γρηγόριος είναι συνδεδεμένος με τη λεγόμενη «ησυχαστική κίνηση», την πνευματικότερη έκφραση του ορθοδόξου μοναχικού ιδεώδους. Υπήρξε δάσκαλος και εμπνευστής του ησυχασμού και γι' αυτό στράφηκαν με σφοδρότητα εναντίον του τα πυρά των εχθρών του ησυχασμού. Συνεχίζοντας ο ίδιος την μακραίωνη παράδοση των αρχαίων Πατέρων και ασκητών της Εκκλησίας, δίδασκε πως ο άνθρωπος, με την άσκηση και τη νίψη, μπορεί να δει και από αυτή τη ζωή, με τα φυσικά του μάτια, το άκτιστο φως του Θεού, αυτό το φως που είδαν οι μαθητές του Χριστού κατά τη Μεταμόρφωσή Του στο όρος Θαβώρ.
Ο μεγάλος αυτός άνδρας κατέστη πρότυπο και δάσκαλος της άσκησης και ενσαρκωτής των χριστιανικών αρετών. Είτε ως αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, είτε ως μοναχός στο ’γιο Όρος, δίδασκε τον αέναο αγώνα κατά του κακού και της αμαρτίας. Προέτρεπε για καθολική κάθαρση από τα ψυχοκτόνα πάθη, η οποία ονομάζεται στην ασκητική ορολογία νίψη. Έδειχνε την ουρανοδρόμο πορεία, ως μονόδρομο της σωτηρίας και της θεώσεως. 
Η μεγάλη αυτή πατερική μορφή λειτουργεί ως φωτεινό ορόσημο για τους πιστούς αυτή την κατανυκτική περίοδο. Τα βαθυστόχαστα και προπαντός ορθόδοξα συγγράμματά του, όχι μόνο αποπνέουν άρωμα ευσέβειας, αλλά είναι πρακτικός οδηγός για την πνευματική μας άσκηση.

Πηγή: www.apostoliki-diakonia.gr

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

Κυριακή Β΄ Νηστειών (Η θεραπεία του παραλυτικού)



Η ευαγγελική περικοπή είναι πολύ γνωστή. Πρόκειται για τη θεραπεία του παραλυτικού της Καπερναούμ. Από τα Συνοπτικά Ευαγγέλια γνωρίζουμε ότι ο Κύριος άρχισε τη δημόσια δράση του στη Γαλιλαία, αρχικά γύρω από τη Ναζαρέτ και μετά γύρω από τη λίμνη της Γενησαρέτ. Σε δεύτερη φάση μεταφέρεται η δραστηριότητα στην Ιουδαία. Βασικό κέντρο της Γαλιλαϊκής δραστηριότητας ήταν η Καπερναούμ. Την Καπερναούμ, μια κωμόπολη 1.500 κατοίκων την εποχή εκείνη, επέλεξε ο Ιησούς γιατί βρισκόταν στη λεωφόρο που συνέδεε τις χώρες της ενδοτέρας Μέσης Ανατολής (Μεσοποταμίας) με τις χώρες του νότου και την Αίγυπτο, διαμέσου της κοιλάδας του Ιορδάνη. Αποτελούσε, επομένως, κεντρικό διαμετακομιστικό κόμβο.

Από εκεί περνούσαν κατά χιλιάδες έμποροι, στρατιωτικοί, εργάτες και δούλοι. Μπορούσε να γίνει η Καπερναούμ ένα ιεραποστολικό κέντρο μεγάλης σημασίας και ο λόγος του Ευαγγελίου σύντομα να φτάσει στα πέρατα της οικουμένης. Έτσι αιτιολογείται γιατί ο λόγος του Ιησού διεσπάρη σε σύντομο χρονικό διάστημα σε όλες τις χώρες της Μεσογείου, μέχρι και τη Ρώμη ακόμη.

Η περικοπή αναφέρει ότι ο Ιησούς «εισήλθε εις οίκον», όπου και κήρυττε το λόγο του. Δεν γνωρίζουμε τίνος οικία ήταν αύτη. Πιθανώς κάποιου πολύ γνωστού. Από το Ευαγγέλιο του Λουκά έχουμε πληροφορίες ότι αύτη την περίοδο ο Ιησούς διανυκτέρευσε παράλληλα και στο σπίτι του Πέτρου, όπου και θεράπευσε την «πυρέσσουσα» πεθερά του, πριν μάλιστα από την κλήση του στη μαθητεία.

Στην οικία, λοιπόν όπου εισήλθε, η σύναξη του λαού είναι μεγάλη. Παρατηρείται, μάλιστα, το αδιαχώρητο. Και ενώ ο Ιησούς «ελάλει τον λόγον» έρχεται μια ομάδα φίλων, «παραλυτικόν φέροντες», και μάλιστα «αιρόμενον υπό τεσσάρων». Επειδή δε ήταν αδύνατο να εισέλθουν, ξήλωσαν μια κάποια πρόχειρη σκεπή και έφεραν μπροστά στα πόδια του Ιησού τον παραλυτικό για θεραπεία. Παρόντες είναι και εκπρόσωποι των Γραμματέων και των Φαρισαίων, οι οποίοι έκτος από τα θεωρητικά προβλήματα που δημιουργούσαν στον Κύριο, συγκέντρωναν παράλληλα και στοιχεία για να τα χρησιμοποιήσουν στο μέλλον σε βάρος του νέου Διδασκάλου.

Η περικοπή μας δίνει τη δυνατότητα δύο κατευθύνσεων για να οικοδομήσουμε το κήρυγμα: α) η σχέση της πίστεως με το θαύμα και β) ότι ο Ιησούς έχει τη δύναμη και την εξουσία από το Θεό «αφιέναι αμαρτίας».

Σχέση ασθένειας και αμαρτίας

Η ευαγγελική φράση «αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου» που απευθύνεται στον παραλυτικό είναι, θα λέγαμε, το κύριο σημείο αναφοράς της όλης περικοπής. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και το Αποστολικό ανάγνωσμα που προβάλλει τον Θεό ως τον Κύριο του ουρανού και της γης. Στη δημιουργία υπάρχει ενότητα φυσικού και πνευματικού κόσμου. Κανένας δυαλισμός και καμία διαρχική τάση. Όλα θεώνται και αντιμετωπίζονται σφαιρικά, στην ενότητα και ολότητά τους.

Και εδώ στην ευαγγελική περικοπή κάνει εντύπωση, πως ενώ οδηγείται στον Ιησού ένας παράλυτος ασθενής, που πάσχει σωματικά και ζητεί την ίασή του, ο Κύριος του συγχωρεί τις αμαρτίες του. Μας φαίνεται παράλογο και κάποιος θα δυσανασχετούσε γι’ αύτη τη συμπεριφορά του Χριστού. Τί σχέση μπορεί να έχει μια ασθένεια με την αμαρτία; Ένας ασθενής μπορεί να είναι αμαρτωλός, αλλά μπορεί να είναι και άγιος.

Εδώ χρειάζεται μια προσεκτική προσέγγιση της σχέσεως της ασθένειας και της αμαρτίας. Η της σχέσεως του σώματος με τη ψυχή. Κατ’ αρχήν για το Θεό, την Εκκλησία και τη θεολογία, ο άνθρωπος πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ολότητα και ενότητα. Ο όλος άνθρωπος σώζεται και πορεύεται προς τη Βασιλεία του Θεού, ή αμαρτάνει και καταλήγει στον αιώνιο θάνατο. Αυτή είναι μια βασική αρχή της χριστιανικής ανθρωπολογίας. Ο άνθρωπος πορεύεται προς το καλό και προς το κακό, συνεπαίρνοντας όλες τις σωματικές και πνευματικές του λειτουργίες.

Για τον Κύριο ήταν αδιανόητο να πει μόνο «άρον τον κράβατόν σου και περιπατεί», θεραπεύοντας μονομερώς το σώμα και αφήνοντας τη ψυχή στη φθορά και το θάνατο. Ο Ιησούς δεν ήταν ένας κοινός θεραπευτής, όπως υπήρχαν την εποχή εκείνη οι Θεραπευτές των Εσσαϊκών κοινοτήτων, που άσκουσαν ιατρική ποιμαντική. Ούτε ο Ιησούς, λέγει «αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου» και μετά εγκαταλείπει το ανθρώπινο σώμα στη δική του φθορά, με την έννοια ότι ό ίδιος είναι μόνο πνευματικός εργάτης που ενδιαφέρεται για τη σωτηρία των ψυχών. Αυτές οι αντιπαραθέσεις και τα διλήμματα είναι και πάλι εκτός της βιβλικής σωτηριολογίας και της γενικότερης χριστιανικής ποιμαντικής.

Όπως ο Θεός ως Δημιουργός δημιούργησε τον υλικό και πνευματικό κόσμο και προέβαλλε ως βασική αρχή τη σωματική και ψυχική ενότητα, έτσι και ο Ιησούς ως Κύριος και Σωτήρας σώζει την όλη φύση και κτίση, και προσλαμβάνει τον όλο άνθρωπο με την ενανθρώπησή του, σώζοντας έτσι την ακατάλυτη αυτή ενότητα. Ο άνθρωπος δεν έχει απλώς σώμα και ψυχή, με μια έννοια ιστορικής ένδυσης και φανέρωσης, αλλά ο άνθρωπος είναι σώμα και είναι ψυχή, με μια έννοια οντολογική που εκτείνεται από την πρωτολογία ως την εσχατολογία. Κάθε διαιρετική τάση φανερώνει προσπάθεια επιβολής στο ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας μονοφυσιτικών και μανιχαϊστικών αιρετικών αντιλήψεων.


Ο αμαρτωλός ,«τέκνον του Θεού»

Εδώ χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε και ένα άλλο πολύ βασικό θέμα για το ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας. Ακούμε συχνά να λέγεται, ότι κάθε μορφή φθοράς στον παρόντα κόσμο, όπως οι αρρώστιες και ο θάνατος, οι πόλεμοι και οι καταστροφές, τα πάθη και η αμαρτία, είναι αποτελέσματα της αρχικής παρακοής και του προπατορικού αμαρτήματος, όπως κοινά λέμε. Αυτό είναι κατ’ αρχήν αληθινό. Αλλά τί σημαίνει η αλήθεια αυτή για μας σήμερα; Έχουμε το δικαίωμα να ταυτίζουμε την ασθένεια με την αμαρτία και να θεωρούμε ότι ένας ασθενής είναι ταυτόχρονα κακός και αμαρτωλός και ένας υγιής είναι καλός και άγιος; Η κάθε ασθένεια δηλαδή έρχεται εξαιτίας κάποιας συγκεκριμένης αμαρτίας;

Η αρχική αμαρτία, αν και έφερε το κακό στον κόσμο, δηλαδή την ασθένεια και το θάνατο στον άνθρωπο και παρέσυρε σε φθορά τη ζωή, δεν πρέπει να συσχετίζονται με τον κάθε συγκεκριμένο άνθρωπο που υποφέρει, πάσχει, ασθενεί και πεθαίνει. Θα δικαιολογούμασταν πιθανόν να κάναμε αυτούς τους συσχετισμούς πριν την έλευση του Χριστού, πριν από τα δικά του πάθη και το θάνατό του.

Μετά την ενανθρώπηση και την πρόσληψη της όλης ανθρώπινης πεπτωκυΐας μας φύσης από το Χριστό, μετά τα θεία του πάθη, το δικό του σταυρό και το θάνατο, αρχίζει μια άλλη λογική κατανόησης της ασθένειας και του πόνου. Ο κάθε άνθρωπος πλέον που πάσχει και υποφέρει είναι μια ιερή μορφή. Ο πόνος είναι μια πραγματικότητα τραγική μεν, αλλά που τελικά αγνίζει και αγιάζει τον άνθρωπο. Οι πάσχοντες, για την Εκκλησία πρέπει να θεωρούνται μιμητές του Χριστού στην πιο ανθρώπινη έννοια και γι’ αυτό πρέπει να τους αντιμετωπίζουμε όλοι με ιερότητα και σεβασμό. Ο πόνος είναι το βαθύτερο αίσθημα της ζωής και λειτουργεί θεραπευτικά και ως προς το σώμα και ως προς την ψυχή.

Για τον Ιησού Χριστό, σύμφωνα με την ευαγγελική περικοπή, ο κάθε άνθρωπος ασθενής και πάσχων, έστω και αμαρτωλός ήταν μια προσωπικότητα που ιδιαίτερα τον έλκυε και τον συγκινούσε και η επέμβαση προς αυτόν ήταν πάντοτε αγαπητική, δηλαδή λυτρωτική και σωτηριολογική. Όταν ο Κύριος αποφάσιζε να θεραπεύσει κάποιον ποτέ δεν διερωτήθηκε, εάν ο ασθενής αυτός ήταν ομόθρησκος ή αλλόθρησκος, καλός ή αμαρτωλός. Και συνήθως οι αμαρτωλοί προσέλκυαν περισσότερο το ενδιαφέρον του και την αγάπη του.

Ο άνθρωπος και στην πιο αμαρτωλή κατάστασή του συνεχίζει να είναι και να παραμένει «τέκνον του Θεού». Ο Ιησούς απευθυνόμενος στον παραλυτικό και αμαρτωλό της περικοπής τον αποκαλεί «τέκνον» και προτού ακόμη τον θεραπεύσει και τον συγχωρήσει. Ο άσωτος γιός είναι για το Θεό Πατέρα πιο συμπαθής, κατά την γνωστή παραβολή του «ασώτου», ακριβώς γιατί υπέφερε και βασανίστηκε πολύ λόγω της αποστασίας του.

Ίαση των ψυχών και θεραπεία των σωμάτων

Έτσι, μπορούμε να πούμε, πως είναι μεγάλη βλασφημία να πιστεύουμε και να κηρύττουμε, ότι οι πάσχοντες της ζωής υποφέρουν εξαιτίας των αμαρτιών τους και γι’ αυτό τους περιφρονούμε ως αμαρτωλούς ανθρώπους. Ο σωματικός πόνος λόγω της ασθένειας και ο πνευματικός πόνος λόγω της αμαρτίας είναι μια ιερή υπόθεση που πρέπει να προκαλεί σεβασμό σε όλους. Ο Χριστός δεν ήλθε να καλέσει σε αγιασμό και θέωση τους δίκαιους, αλλά τους αμαρτωλούς. Γι’ αυτό, αν και ηχεί παράξενο, διαβάζουμε σε ασκητικά κείμενα και στο Γεροντικό, άγιους άνδρες της ερήμου να ευχαριστούν το Θεό όχι για τις καλές τους πράξεις, αλλά για τις αμαρτίες τους, γιατί αυτές τελικά προσελκύουν το Χριστό να σκύψει επάνω τους με αγάπη και να τους σώσει.

Με αυτά που λέμε εδώ δεν προσπαθούμε να εξωραΐσουμε την αμαρτία. Η αμαρτία υπάρχει ως το τραγικότερο γεγονός της ζωής του ανθρώπου και της ιστορίας της ανθρωπότητας. Δεν πρόκειται για ένα απλό σφάλμα ή κάποια παρεκτροπή. Εισέρχεται τόσο βαθιά που φθείρει το σώμα και την ψυχή και καταστρέφει την ενότητα και τη συνοχή των δύο. Γι’ αυτό και ο Κύριος πρώτα επεμβαίνει στο χώρο της αμαρτίας και μετά στο χώρο της σωματικής ασθένειας.

Είναι αλήθεια πως κάθε εποχή, προβάλλοντας την τραγικότητα των διαφόρων ασθενειών που βασανίζουν το ανθρώπινο σώμα, ουσιαστικά προσπαθεί ν’ αποσιωπήσει την ύπαρξη της αμαρτίας. Και εδώ βρίσκεται το λάθος και η μεγάλη αποτυχία της κάθε θεραπευτικής παρέμβασης. Υπάρχει μια πολύ βαθιά σχέση σώματος και ψυχής. Οι ψυχολόγοι και ψυχίατροι μας βεβαιώνουν πως πίσω από πολλές ασθένειες υποκρύπτεται μια πνευματική και ψυχική δυσαρμονία.

Η Αγία Γραφή δεν θεωρεί την αμαρτία σαν μια απλή παράβαση κάποιων θρησκευτικών κανόνων, αλλά σαν μια καταστροφική και αλλοτριωτική λειτουργία ζωής. Η έλευση του Χριστού πραγματώνεται ακριβώς για να συντρίψει αυτή τη δαιμονική και καταστροφική λειτουργία. Και αυτό το γεγονός δείχνει το μέγεθος και το βάρος της αμαρτίας. Το να θεραπεύσεις κάποιον και να του πεις «άρον τον κράβατόν σου και περιπάτει», είναι πολύ ευκολότερο από το να του πεις «αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου» και να τον λυτρώσεις, λέγει ο Κύριος στη σημερινή ευαγγελική περικοπή.

Εδώ ακριβώς βρίσκεται και το μεγάλο ελπιδοφόρο μήνυμα της παρέμβασης του Χριστού στη ζωή μας, για ίαση των ψυχών και θεραπεία των σωμάτων. Το γεγονός ότι τα ευαγγελικά κείμενα συνεχώς αναφέρονται και μας διηγούνται ποικίλα θαύματα αυτής της διττής θεραπευτικής μορφής, δεν έχουν ως σκοπό να προβάλουν την τραγικότητα της αμαρτίας που μας συνέχει, αλλά το μεγάλο λυτρωτικό μήνυμα της σωτηριολογικής και λυτρωτικής παρουσίας του Χριστού.

(Γ.Π.Πατρώνου, Ομοτ. Καθηγ. Παν/μίου Αθηνών. «Κήρυγμα και Θεολογία», τ. Β΄- αποσπάσματα).

Η Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων της Μεγάλης Τεσσαρακοστής



Η Προηγιασμένη, στην αληθινή εσπερινή τέλεσή της,
όχι μόνο εντάσσεται στο σύστημα των ακολουθιών της Τεσσαρακοστής,
αλλά αποτελεί τον καρπό και τον στέφανο
και τον άξονα γύρω από τον οποίο αυτή στρέφεται
και το στόχο στον οποίο μας κατευθύνει.
(Ιωάννου Μ. Φουντούλη, Τελετουργικά Θέματα, σ. 87).

1. Εισαγωγή – Τι είναι και πότε τελείται
Η Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων είναι μια ιδιαίτερη λειτουργία, που γίνεται μόνο κατά την πένθιμη περίοδο, δηλαδή τις καθημερινές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, οπότε δεν τελείται η λειτουργία του Ιωάννου του Χρυσοστόμου ή του Μ. Βασιλείου. Δεν τελείται δηλαδή τα Σάββατα και τις Κυριακές, ούτε τον υπόλοιπο χρόνο. Παλαιότερα ετελείτο και κατά την Τετάρτη και Παρασκευή της εβδομάδας της Τυροφάγου και κατά τη Μεγάλη Παρασκευή, αλλά η τάξη αυτή απράκτησε. Έχουμε μαρτυρίες επίσης ότι ετελείτο, έστω και προαιρετικά («από τον θέλοντα») κατά την τοπική συνήθεια και κατά τις Τετάρτες και τις Παρασκευές του υπόλοιπου έτους και κατά την εορτή της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου). Ενωρίς όμως η τέλεσή της περιορίσθηκε μόνο στην Τεσσαρακοστή και μάλιστα αποτέλεσε το κατ’ εξοχήν γνώρισμα της κατανυκτικής αυτής περιόδου. Συνδέεται και συνδυάζεται με την ακολουθία του Εσπερινού και δεν περιλαμβάνει τίποτε άλλο παρά 1) την προπαρασκευή των προαγιασμένων δώρων, δηλαδή τη μεταφορά του αγίου άρτου – Αμνού από την Αγία Τράπεζα (αρτοφόριο) στην Πρόθεση, την τοποθέτησή του στο δισκάριο και την ένωσή του στο άγιο ποτήριο και 2) την κοινωνία των φρικτών του Χριστού μυστηρίων. Περιβάλλεται με λειτουργική επισημότητα και πλαισιώνεται κατά το πρότυπο της θ. λειτουργίας με προπαρασκευαστικές ευχές πριν από τη μετάληψη και ευχαριστήριες μετά από αυτήν και τη συνήθη απόλυση της θ. λειτουργίας. Έτσι δεν είναι λειτουργία με την κυρία και ειδική έννοια του όρου αυτού, δηλαδή προσφορά θυσίας, καθόσον δεν περιέχει Αναφορά και επομένως δεν πρόκειται για τέλεση του μυστηρίου της θείας ευχαριστίας. Είναι δηλαδή μόνο μια εσπερινή σύναξη με κύριο σκοπό τη Μετάληψη...


Διαβάστε τη συνέχεια της μελέτης του θεολόγου Εμμανουήλ Λουκάκη για τη Θ. Λειτουργία των Προηγιασμένων αυτής της περιόδου, κάνοντας κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο:

Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

Σχόλιο στην Κυριακή της Ορθοδοξίας



«Ο Θρίαμβος της Ορθοδοξίας δεν είναι ο θρίαμβος των ορθόδοξων επί άλλων ανθρώπων, αλλά ο Θρίαμβος της Θείας Αλήθειας στις καρδιές εκείνων που ανήκουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία και που ομολογούν την αποκεκαλυμμένη από τον Θεό Αλήθεια σε όλη την ακεραιότητα και την αμεσότητά της».

Anthony Bloom,
«Στο φως της κρίσης του Θεού»
(Πορεία από το Τριώδιο στην Ανάσταση)

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

Κυριακή της Ορθοδοξίας



Η αγία αυτή ημέρα είναι ξεχωριστή, διότι παρά το κατανυκτικό κλίμα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, εορτάζει λαμπρά η Ορθοδοξία μας, η αληθινή Εκκλησία του Χριστού. Ποιούμε ανάμνηση του κορυφαίου γεγονότος της εκκλησιαστικής μας ιστορίας, της αναστηλώσεως των ιερών εικόνων, το οποίο επισυνέβη το 843 στο Βυζάντιο, χάρις στην αποφασιστική συμβολή της βασιλίσσης και μετέπειτα αγίας Θεοδώρας, συζύγου του αυτοκράτορα Θεοφίλου (840-843).
Αναφερόμαστε στη μεγάλη εικονομαχική έριδα, η οποία συντάραξε κυριολεκτικά την Εκκλησία μας για περισσότερα από εκατό χρόνια. Το 726 ο αυτοκράτωρ Λέων ο Γ΄ ο Ίσαυρος (717-741) αποφάσισε να επιφέρει στο κράτος ριζικές μεταρρυθμίσεις. Μια από αυτές ήταν η απαγόρευση προσκύνησης των ιερών εικόνων, επειδή, παίρνοντας αφορμή από ορισμένα ακραία φαινόμενα εικονολατρίας, πίστευε πως η χριστιανική πίστη παρέκλινε στην ειδωλολατρία. Στην ουσία όμως εξέφραζε δικές του ανεικονικές απόψεις, οι οποίες ήταν βαθύτατα επηρεασμένες από την ανεικονική ιουδαϊκή και ισλαμική πίστη. Η αναταραχή ήταν αφάνταστη. Η αυτοκρατορία χωρίστηκε σε δύο φοβερά αντιμαχόμενες ομάδες, τους εικονομάχους και τους εικονολάτρες. Οι διώξεις φοβερές. Μεγάλες πατερικές μορφές ανάλαβαν να υπερασπίσουν την ορθόδοξη πίστη. Στα 787 συγκλήθηκε η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος, η οποία διατύπωσε με ακρίβεια την οφειλόμενη τιμή στις ιερές εικόνες. Σε αυτή επίσης διευκρινίστηκαν και άλλα δυσνόητα σημεία της χριστιανικής πίστεως, έτσι ώστε να έχουμε πλήρη αποκρυστάλλωση του ορθοδόξου δόγματος και να ομιλούμε για θρίαμβο της Ορθοδοξίας μας.


Η εικόνα στην Ορθοδοξία μας δεν αποτελεί αντικείμενο λατρείας, αλλά λειτουργεί αποκλειστικά ως μέσον τιμής του εικονιζόμενου προσώπου. Ακόμα και ο Χριστός μπορεί να εικονισθεί, διότι έγινε άνθρωπος. Μάλιστα όποιος αρνείται τον εικονισμό του Χριστού αρνείται ουσιαστικά την ανθρώπινη φύση Του! Οι μεγάλοι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, που αναδείχθηκαν μέσα από τη λαίλαπα της εικονομαχίας, διατύπωσαν το ορθόδοξο δόγμα με προσοχή και ευλάβεια. Η προσκύνηση της ιερής εικόνας του Χριστού και των άλλων ιερών προσώπων του Χριστιανισμού δεν είναι ειδωλολατρία, όπως κατηγορούνταν από τους εικονομάχους, διότι η τιμή δεν απευθύνεται στην ύλη, αλλά στο εικονιζόμενο πρόσωπο, καθότι «η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει» (Μ.Βασίλειος P . G . 32,149) και «Προσκυνούμεν δε ταις εικόσιν ου τη ύλη προσφέροντες την προσκύνησιν, αλλά δι΄αυτών τοις εν αυταίς εικονιζομένοις» (Ι. Δαμασκ. P . G .94 1356). Η ευλογία και η χάρη που λαμβάνει ο πιστός από την προσκύνηση των ιερών εικόνων δίνεται από το ζωντανό ιερό πρόσωπο και όχι από την ύλη της εικόνας.
Η εικόνα έχει τεράστια ποιμαντική χρησιμότητα. Μια εικόνα, σύμφωνα με γλωσσική έκφραση, αξίζει περισσότερο από χίλιες λέξεις. Αυτό σημαίνει ότι μέσω της εκκλησιαστικής εικονογραφίας οι πιστοί βοηθούνται να αναχθούν στις υψηλές πνευματικές θεωρίες και στο θείον.
Βεβαίως η ηρεμία δεν αποκαταστάθηκε, διότι εξακολουθούσαν να βασιλεύουν εικονομάχοι αυτοκράτορες. Στα 843 η ευσεβής αυτοκράτειρα Θεοδώρα, επίτροπος του ανήλικου γιου της Μιχαήλ του Γ΄, έθεσε τέρμα στην εικονομαχική έριδα και συνετέλεσε στο θρίαμβο της Ορθοδοξίας.
Οι Πατέρες όρισαν να εορτάζεται ο θρίαμβος του ορθοδόξου δόγματος την πρώτη Κυριακή των Νηστειών για να δείξει στους πιστούς πως ο πνευματικός μας αγώνας θα πρέπει να συνδυάζεται με την ορθή πίστη για να είναι πραγματικά αποτελεσματικός. Νηστεία και ασκητική ζωή έχουν και άλλες αιρέσεις ή θρησκείες, και μάλιστα με πολύ αυστηρότερους κανόνες άσκησης. Όμως αυτό δε σημαίνει ότι μπορούν αυτοί οι άνθρωποι να σωθούν και να ενωθούν με το Θεό. Η σωτηρία είναι συνώνυμη με την αλήθεια, αντίθετα η πλάνη και το ψεύδος οδηγούν σε αδιέξοδα και εν τέλει στην απώλεια.

Πηγή: www.apostoliki-diakonia.gr