Το πρωί πέσανε οι πρώτες ακτίνες στο καλυβάκι του Γρηγορίου. Κουράστηκαν ζητώντας να τρυπώσουνε μέχρι μέσα. Το είχανε τάμα, να μπαίνουμε το πρωί νωρίς, ν ακουμπάνε απαλά στην Ιερή κεφαλή του γέροντα, έτσι για να πάρουνε την ευλογία του. Το 'χαν καλύτερο, να βλέπουνε το ιερό καλυβάκι από το να φωτίζουνε ανίερα παλάτια. Και σήμερα, μόλις είδανε το μικρό φεγγίτη, μπήκανε διακριτικά στο ιερό βήμα της προσευχής. Ακούμπαγε το κεφάλι σε οριζόντιο ξύλο, καρφωμένο σε κάθετο κοντόξυλο. Ο γέροντας τώρα δεν έκλαιγε γοερά. Τα δάκρυα μόνο κύλαγαν ήρεμα. Κύλαγαν απαλά και τα μάζευε ο Θεός, τα βαζε προσεχτικά στη ζυγαριά. Μ' αυτά μέτραγε τη χάρη του...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου