Γράφει ο Πρωτοπρεσβύτερος
Σέργιος Μαρνέλλος
Τὸν Σταυρόν σου προσκυνοῦμεν,
Δέσποτα,
καὶ τὴν ἁγίαν σου Ἀνάστασιν
δοξάζομεν.
Ὅπως τίποτε δέν εἶναι τυχαῖο ἤ χωρίς
αἰτία στήν Ἐκκλησία, ἔτσι καί ἡ ἑορτή τῆς προσκύνησης τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ
δέν προβάλλεται χωρίς λόγο. Ἡ Τρίτη Κυριακή τῶν νηστειῶν, δηλαδή ἡ Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως,
βρίσκεται στό μέσον ἀκριβῶς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἔχουμε ἤδη βαδίσει τό
ἥμισυ τῆς νηστείας, τό ἥμισυ τῶν πολλῶν καί μακροσκελῶν ἀκολουθιῶν καί ἀρχίζει
σιγά-σιγά να ξεπροβάλλει καί νά ἀνατέλλει ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Ὁ π.
Ἀλέξανδρος Σμέμαν θά πεῖ πολύ ὄμορφα ὅτι «βρισκόμαστε
στή μέση τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Ἀπό τή μιά πλευρά ἡ φυσική καί πνευματική
προσπάθεια, ἄν εἶναι
συστηματική καί συνεχής, ἀρχίζει νά μᾶς γίνεται αἰσθητή, τό φόρτωμα νά
γίνεται πιό βαρύ, ἡ κόπωση πιό φανερή. Ἔχουμε
ἀνάγκη ἀπό βοήθεια καί
ἐνθάρρυνση. Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἀφοῦ ἀντέξουμε αὐτή τήν κόπωση καί ἔχουμε ἀναρριχηθεῖ
στό βουνό μέχρι αὐτό
τό σημεῖο, ἀρχίζουμε νά βλέπουμε τό τέλος τῆς πορείας μας καί ἡ ἀκτινοβολία τοῦ Πάσχα γίνεται
πιό ἔντονη»1.
Θά ἀναρωτηθεῖ κανείς μήπως εἶναι
ἀκόμα πρώιμο ἤ ἄκαιρο να μιλᾶμε ἀπό τώρα γιά Πάσχα καί Ἀνάσταση, ὅταν ἡ Κυριακή
καί ὅλη ἡ ἑβδομάδα πού ἀκολουθεῖ εἶναι ἀφιερωμένη στό Σταυρό καί την προσκύνησή
του; Μήπως δέν πρέπει νά ἀναθαρροῦμε καί νά καρτεροῦμε τό γεγονός τῆς Ἀνάστασης
ἀπό τώρα, ἀφοῦ ὁ Σταυρός, δηλαδή τό πάθος τοῦ Χριστοῦ, βρίσκεται ἐνώπιόν μας;
Πῶς εἶναι δυνατόν νά χαιρόμαστε σέ μιά περίοδο, ὅπως ἡ μεγάλη Τεσσαρακοστή,
στήν ὁποία ἔχουμε μάθει ὅτι κυριαρχεῖ τό πένθος καί ὁ θρῆνος; Καί ὅμως ἡ
σημερινή ἑορτή εἶναι μιά ἑορτή χαρᾶς καί εὐφροσύνης,θά λέγαμε, κανονικό
πανηγύρι. Αὐτό συμβαίνει διότι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι ἕνα αὐτοτελές
γεγονός, ἀλλά συνοδεύεται ἀπό το γεγονός τῆς Ἀνάστασης. Ὁ Σταυρός καί τά Θεῖα
Πάθη δέν εἶναι παρά ἕνα στάδιο, ἕνα πέρασμα πρός τήν Ἀνάσταση, στά πλαίσια τῆς
Θείας Οἰκονομίας. Ὁ Σταυρός δέν παραμένει ἕνα σύμβολο πόνου καί θανάτου, ἀλλά
διά τῆς Ἀναστάσεως μεταβάλλεται σέ σύμβολο νίκης καί χαρᾶς. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος
θά σημειώσει ὅτι: «εἰ δέ Χριστός οὐκ ἐγήγερται… κενή δέ καί ἡ πίστις ὑμῶν»2. Συνεπῶς, θά λέγαμε ὅτι σέ καμιά
περίπτωση το κλίμα τῆς Ἐκκλησίας δέν μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ ἀπολύτως πένθιμο.
Ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκι σημειώνει ὅτι τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ ἔχει δύο πλευρές.
Εἶναι καί μυστήριο πόνου καί μυστήριο χαρᾶς, μυστήριο ἀτιμίας καί δόξης3.
Δέν ὑπάρχει καλύτερος τρόπος νά
ἀντιληφθοῦμε τό νόημα τῆς ἑορτῆς τῆς Σταυροπροσκύνησης ἀπό τήν ἀναζήτηση καί
ἐμβάθυνση στή λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή στούς ὕμνους πού περιβάλλουν τήν
ἑορτή καί οἱ ὁποῖοι ἐκτείνονται στίς ἀκολουθίες ὅλης τῆς ἑβδομάδας πού θα διανύσουμε.
Ἡ χαρά τῆς ζωῆς ὑπερβαίνει τή θλίψη
τῶν πολλῶν μας ἁμαρτημάτων και γίνεται σωστό πανηγύρι στό μέσον τῆς Μεγάλης
Τεσσαρκοστῆς, ὅταν ὁ κανόνας μᾶς προτρέπει ὄχι μόνο νά ψάλλουμε, ἀλλά κατά
κάποιο τρόπο νά γίνει τόσο δυνατή, καρδιακή καί ζωντανή ἡ ψαλμωδία μας, ὥστε να
εἶναι σά νά χειροκροτοῦμε καί νά ἐπευφημοῦμε, ψάλλοντας και προσκυνώντας τό
Σταυρό τοῦ Χριστοῦ: «Κροτοῦντες ἐν ᾄσμασι θείοις πιστοί, ἀλαλάξωμεν
Θεῷ τὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου κατασπαζόμενοι»4. Σε ἄλλο σημεῖο θά ψάλλουμε «τῇ
λύρᾳ τῶν ᾀσμάτων χορεύοντες»5.
Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι ἐντός τῆς
Ἐκκλησίας στήνεται ἡ εἰκόνα ἑνός κανονικοῦ πανηγυριοῦ τῆς πίστεως καί τῆς ζωῆς
μέ ὅλα τά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά του, τραγούδι, ὄργανα, χορό, ἀλαλαγμούς, χειροκροτήματα.
Ἀλλά αὐτό τό πανηγύρι δέν
περιορίζεται μόνο σ’ ἐμᾶς· «σήμερον γίνεται χαρά, ἐν Οὐρανῷ καί ἐπί γῆς»6, μετέχει σύνολη ἡ Ἐκκλησία. «Αἰνεσάτωσαν
συμφώνως, Οὐρανός καί ἡ γῆ…»7 οἱ ἐπί τῆς γῆς ζῶντες και οἱ ἐν οὐρανῷ
κεκοιμημένοι, ἀφοῦ ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ «φῶς τοῖς ἐν σκότει»8 καί ὁ Χριστός κελεύει «τοῖς
κατοικούσιν ἐν μνήμασιν· οἱ ἐν δεσμοῖς λύθητε»9. Καί δέ χαίρουν μόνο οἱ ἄνθρωποι,
ἀλλά «χορεύουσιν ἐν εὐφροσύνῃ Ἀγγέλων τάξεις σήμερον Σταυροῦ σου τῇ
προσκυνήσει», ὅπως γράφει ὁ ὑμνωδός στήν ε΄ ᾠδή10.
Συμμετέχει ὅλη ἡ δημιουργία στή χαρά, γι’ αὐτό καί τήν ἡμέρα τῆς Σταυροπροσκύνησης μοιράζουμε ἄνθη, καθώς ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι τόσο ἄρρηκτα συνδεδεμένος μέ τή ζωή, ὅσο καί ἡ φύση μέ τίς ἐποχές τοῦ χρόνου. Μετά
τό χειμώνα, ὅπου ἡ φύση περιστέλλεται και νεκρώνεται, ἐπέρχεται ἡ ἄνοιξη,
δηλαδή ἡ ἀναγέννηση τῆς φύσης, ἡ ὁποία συμπίπτει χρονικά μέ τήν ἀναγέννηση τῆς
ζωῆς, διά τῆς Ἀνάστασης. Ἔτσι, τά εὐωδιαστά ἄνθη πού πήραμε τό πρωί στήν Ἐκκλησία
σχετίζονται μέ τη χαρά τῆς Ἀνάστασης καί γίνονται μέρος στό ὅλο ἑορταστικό
κλίμα. Ὁ Σταυρός προβάλλεται ὄχι ὡς σύμβολο πάθους, θανάτου ἤ πένθους ἀλλά ὡς
σύμβολο νίκης, ζωῆς καί ἀφθαρσίας. Εἶναι ὁ ζωηφόρος σταυρός, ἡ θύρα τοῦ
παραδείσου, τῆς εὐσεβείας τό ἀήττητον τρόπαιον, το στήριγμα τῶν πιστῶν, τό
περιτείχισμα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπλον ἀκαταμάχητον, δαιμόνων ἀντίπαλος, δόξα
Μαρτύρων, λιμήν σωτηρίας11.
Ἐν κατακλείδι, ἡ ἑορτή τῆς Κυριακή
τῆς Σταυροπροσκυνήσεως γίνεται προπομπή τοῦ Πάσχα καί τῆς Ἀνάστασης. Γιά τό
λόγο αὐτό το Συναξάρι μᾶς δίνει, μέ μιά εἰκόνα, τή θεολογία αὐτῆς τῆς ἑορτῆς: «Ὅταν
ἔρχεται ἕνας βασιλιάς, πρίν ἀπ’ αὐτόν πορεύονται τά διακριτικά του γνωρίσματα,
τά σκῆπτρα, τά σύμβολά του καί ὕστερα ἐμφανίζεται ὁ ἴδιος χαρούμενος γιά τή
νίκη καί μαζί του χαίρονται και ὅλοι οἱ ὑπήκοοί του, ἔτσι καί ὁ Κύριος ἡμῶν
Ἰησοῦς Χριστός, πού σε λίγο θά μᾶς δείξει τή νίκη Του κατά τοῦ θανάτου Του καί
θά ἐμφανιστεῖ μετά δόξης τήν ἡμέρα τῆς ἀναστάσεως, μᾶς στέλνει πρῶτα τό σκῆπτρο Του, τή βασιλική σημαία, τό ζωοποιό Σταυρό
ὥστε νά μᾶς προετοιμάσει νά δεχτοῦμε καί τόν ἴδιο τόν Βασιλιά καί νά Τόν
δοξάσουμε γιά τη νίκη»12. Ἀμήν.
1 Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, Μεγάλη
Σαρακοστή, ἐκδ. Ἀκρίτας, σ. 89.
2 Α΄ Κορ. 15, 14.
3 Βλ. «Ὁ σταυρικός θάνατος», ἐν Γεωργίου Φλωρόφσκι, Ἀνατομία προβλημάτων πίστεως, ἐκδ. Ἱερᾶς
Μητροπόλεως Νικοπόλεως,
Πρέβεζα 2006, σ. 84.
4 ᾨδή στ΄
5 ᾨδή ζ.
6 ᾨδή δ΄.
7 ᾨδή α΄.
8 ᾨδή ζ΄.
9 ᾨδή θ΄.
10 ᾨδή ε΄.
11 3ο στιχηρό
Μ. Ἑσπερινοῦ.
12 Συναξάριο Ὄρθρου Σταυροπροσκύνησης, ἀπόδοση π.
Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, ἐν Μ. Τεσσαρακοστῇ, ὅπ.π., σ. 90.