Γράφει ο π. Σέργιος Μαρνέλλος,
Δρ. Θεολογίας - εφημέριος Ι. Ν. Αγ. Αθανασίου (της Μητρόπολης)
Σεβαστοί πατέρες, αγαπητοί αδελφοί*,
Η πορεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, λίγο πριν την είσοδο του Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα και την εβδομάδα των Παθών κορυφώνεται σήμερα Πέμπτη Κυριακή των νηστειών, ημέρα αφιερωμένη σκόπιμα και σοφά στη μνήμη της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας. Η Εκκλησία στην πορεία προς το Πάσχα προβάλλει τη βιωματική μας συμμετοχή στη λατρεία και επιδιώκει την κατά Θεόν πρόοδό μας. Αυτήν την προοπτική εξυπηρετούν αρχικά οι τέσσερις πρώτες Κυριακές του Τριωδίου, δηλαδή του Τελώνου και του Φαρισαίου, του Ασώτου, της Απόκρεω και της Τυρινής, με τις οποίες γίνεται η μύηση και εισαγωγή σε ένα τρόπο ζωής που έχει ως κέντρο, την ταπείνωση, τη μετάνοια, την ζωντανή πίστη, την αγάπη και την υπακοή στο θέλημα του Θεού. Ακολούθως οι πέντε Κυριακές της Σαρακοστής, δηλαδή της Ορθοδοξίας, του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, της Σταυροπροσκυνήσεως, του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος και της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, προτάσσουν την πρακτική εφαρμογή του ανωτέρω τρόπου ζωής θέλοντας η Εκκλησία να καταδείξει ότι η διδασκαλία της δεν είναι όμορφα λόγια και θεωρίες ανεφάρμοστες αλλά γεγονός βιωματικό το οποίο γίνεται εφικτό. Έτσι από τη θεωρητική, θα λέγαμε, περί μετανοίας, διδασκαλία της παραβολής του ασώτου υιού στην αρχή του Τριωδίου περνάμε στο επίπεδο της βιωματικής μετάνοιας και συγκεκριμένα στο παράδειγμα της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας. «Υπόδειγμα μετανοίας, σε έχοντες πανοσία, Μαρία Χριστόν δυσώπει, εν τω καιρώ της Νηστείας, τούτο ημίν δωρηθήναι» (Εξαποστειλάριο) θα πει ο υμνωδός της Εκκλησίας παρουσιάζοντας περίτρανα το περιεχόμενο της ημέρας, της Πέμπτης Κυριακής των νηστειών.
Όταν αναφερόμαστε στους Αγίους της Εκκλησίας, προστρέχουμε στο βίο τους, στο συναξάριο τους, για να εντοπίσουμε και να διδαχθούμε τον τρόπο με τον οποίο οδηγήθηκαν χάριτι Θεού στη Θέωση.
Είναι αρκετά γνωστός ο βίος της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, ωστόσο για να αντιληφθούμε καλύτερα την σημασία του και τις διδαχές που απορρέουν από αυτόν, είναι καλό να τον επαναφέρουμε στη σκέψη μας με μια σύντομη αναφορά.
Το βίο της Οσίας μάς τον διέσωσε ο Όσιος Ζωσιμάς ο οποίος συναντήθηκε μαζί της και ακολούθως τον κατέγραψε ο Άγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων. Η Οσία Μαρία γεννήθηκε στην Αίγυπτο στα 520 μ.Χ. και πολύ νωρίς σε ηλικία δώδεκα ετών εγκατέλειψε τους γονείς της, για να ζήσει στην πόλη της Αλεξάνδρειας όπου επί 17 έτη έζησε ασώτως ως πόρνη υποταγμένη ολοκληρωτικά στην αμαρτία. Η περιέργεια για το επικείμενο γεγονός της ύψωσης του Τιμίου Σταυρού στις 14 Σεπτεμβρίου την οδήγησε στα Ιεροσόλυμα μαζί με άλλους προσκυνητές, όπου, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο βίος της, «εδόθη εις παν είδος ακολασίας και ατοπημάτων, και πολλούς έσυρεν εις της απωλείας τον βυθόν».
Την ημέρα της ύψωσης μαζί με πλήθος άλλων προσκυνητών πορεύθηκε προς το ναό της Αναστάσεως και επιχείρησε να εισέλθει σε αυτόν επί τέσσερις φορές αλλά κάποια δύναμη δεν της το επέτρεπε˙ αντιθέτως ο υπόλοιπος λαός έμπαινε ακωλύτως στην Εκκλησία. Το γεγονός αυτό την συγκλόνισε, την έκανε να συναισθανθεί την αμαρτωλότητά της και αποφάσισε να μετανοήσει, να μεταβάλει τη ζωή της. Μάλιστα επικαλέστηκε την Παναγία, ζητώντας της να της δώσει τη δυνατότητα να προσκυνήσει το Ξύλο του Σταυρού, καθώς μέσα της γεννήθηκε και στερεώθηκε η απόφαση να αλλάξει ζωή και να απομακρυνθεί από την αμαρτία. Η μετάνοιά της αυτή ήρε το αόρατο τείχος που δεν της επέτρεπε την είσοδο στην Εκκλησία και έτσι κατόρθωσε να προσκυνήσει το Τίμιο Ξύλο. Την ίδια ημέρα αναχώρησε από την Ιερουσαλήμ, πορεύθηκε προς τον Ιορδάνη τον οποίο διάβηκε και κατέληξε στα ενδότερα της ερήμου, όπου έζησε μόνη επί σαράντα επτά χρόνια μια ιδιαίτερα σκληρή και ασκητική ζωή «υπέρ άνθρωπον», όπως διαβάζουμε στο βίο της, προσευχόμενη στο Θεό.
Στα τέλη της ζωής της συνάντησε τον Όσιο Ζωσιμά, ο οποίος είχε εξέλθη από τη Μονή του στην έρημο στα πλαίσια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής προκειμένου να επιδοθεί σε μεγαλύτερη άσκηση. Η Οσία Μαρία ανταποκρίθηκε στις παρακλήσεις του ερημίτη και του διηγήθηκε το βίο της με ειλικρίνεια. Παράλληλα τον παρακάλεσε να επανέλθει με τα Άχραντα μυστήρια για να κοινωνήσει, όπως και συνέβη το επόμενο έτος κατά την ημέρα της Μεγάλης Πέμπτης. Όταν ο Αββάς Ζωσιμάς επανήλθε το επόμενο έτος την βρήκε νεκρή και πλησίον της υπήρχαν γράμματα τα οποία έγραφαν «Αββά Ζωσιμά, θάψον ώδε το σώμα της αθλίας Μαρίας. Απέθανον την αυτήν ημέραν, καθ’ ήν εκοινώνησα των αχράντων Μυστηρίων. Εύχου υπέρ εμού».
Ο συνταρακτικός βίος της Αγίας Μαρίας, που δόθηκε εδώ περιληπτικά, συναρπάζει, συγκινεί και παραδειγματίζει τους πιστούς. Παρά το γεγονός ότι η μνήμη της Οσίας τελείται την 1η Απριλίου, η Εκκλησία αντιλαμβανόμενη το μέγεθος της ωφέλειας που μπορεί να προκαλέσει ο βίος της, επαναλαμβάνει την εορτή και την περιβάλλει με τη λαμπρότητα της πέμπτης Κυριακής των νηστειών εγγίζοντας το τέλος της Τεσσαρακοστής «προς διέγερσιν των ραθύμων και αμαρτωλών εις μετάνοιαν, εχόντων υπόδειγμα την εορταζομένην Αγίαν» όπως αναφέρει και το απόσπασμα του Τριωδίου.
Πώς όμως μιλάει στις ψυχές μας η Οσία, τι μπορεί να αποκομίσει κανείς για την αμαρτία, τη ζωή και τη μετάνοια;
Πρώτα απ’ όλα καταδεικνύεται ότι οι Άγιοι της Εκκλησίας μας δεν είναι υπεράνθρωποι τους οποίους δεν αγγίζει η αμαρτία, δεν είναι αναμάρτητοι αλλά ήταν ακριβώς όπως και εμείς, με σφάλματα, αδυναμίες και πάθη που θέτουν προσκόμματα στη σχέση μας με το Θεό από τον οποίο απομακρυνόμαστε. Συνεπώς, η αμαρτία δεν είναι άλλο από την απομάκρυνση του ανθρώπου από το Θεό η οποία προκύπτει από πράξεις, λόγους, επιθυμίες και άλλα πολλά που καταστρέφουν την υική σχέση του ανθρώπου προς τον Θεό. Έτσι ο άνθρωπος αποδημεί «εις χώραν μακράν»[1] του Οίκου του Πατρός, για να θυμηθούμε την παραβολή του Ασώτου. Αυτά τα προσκόμματα οι Άγιοι κατόρθωσαν να τα παραμερίσουν και να ανακαινίσουν τον εαυτό τους δια της μετανοίας, ώστε να απολαμβάνουν τη θέα του Θεού.
Κατά τον απόστολο Παύλο ο άνθρωπος είναι ναός του Αγίου Πνεύματος. Στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή του λέγει: «Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν; εἴ τις τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός· ὁ γὰρ ναὸς τοῦ Θεοῦ ἅγιός ἐστιν, οἵτινές ἐστε ὑμεῖς»[2]. Συνεπώς ο κάθε άνθρωπος έχει την ευθύνη να διατηρεί σε καλή ψυχοσωματική κατάσταση την ύπαρξή του, ώστε να μην καταστρέφεται δια της αμαρτίας. Όμως κι αν πολλές φορές ο ναός του Αγίου Πνεύματος, δηλαδή ο άνθρωπος, φθείρεται και αποκτά ρωγμές δια της αμαρτίας, η μετάνοια ανακαινίζει και αναστηλώνει την ανθρώπινη ύπαρξη καθιστώντας την ικανή να αποτελέσει κατοικητήριο του Θεού.
Η χάρις του Θεού, η μεγαλοθυμία και φιλανθρωπία του είναι μεγέθη απεριόριστα, ώστε να μην υπάρχει αμάρτημα το οποίο να μην υποχωρεί στη δύναμη της μετάνοιας. Δεν υπάρχουν θανάσιμα αμαρτήματα, δηλαδή ασυγχώρητα, η αγάπη και φιλανθρωπία του Θεού δεν υπόκεινται σε ανθρώπινους περιορισμούς. Ο Θεός είναι ανοικτός σε όλους: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς. ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ' ὑμᾶς καὶ μάθετε ἀπ' ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν»[3]. Και είναι αυτός που ανοίγει τις πύλες της μετανοίας στις καρδιές των ανθρώπων αρκεί να το θέλουν, όπως συνέβη και με τη Αγία Μαρία με αφορμή την προσκύνηση του Τιμίου Ξύλου. Έτσι ο Θεός προσδοκά την επιστροφή και δια του πελάγους φιλευσπλαχνίας του ελεεί και θεραπεύει κάθε άνθρωπο, ό,τι κι αν έχει πράξει. Πως μπορεί να περιοριστεί η απέραντη αγάπη του Θεού, η οποία, για να σώσει τον απολωλότα άνθρωπο, έφτασε στο να σαρκωθεί, να πάθει, να σταυρωθεί και να αναστηθεί ο Υιός και Λόγος του Θεού[4]. Γι’ αυτό, όπως διαβεβαιώνει ο Χριστός «γίνεται χαρὰ ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι»[5].
Η μετάνοια της Οσίας Μαρίας, δηλαδή η μεταστροφή του νου, η επιστροφή στο Θεό, είναι ολοκληρωτική, γιατί πραγματικά μετανοημένος είναι εκείνος που δεν επαναλαμβάνει τα ίδια, αφήνει πίσω του τον παλαιό άνθρωπο και ενδύεται το νέο επιστρέφοντας στον οίκο του πατρός. Έτσι διατηρώντας πνευματική διαύγεια απέχει και απομακρύνεται από τα έργα της αμαρτίας, ώστε να μην πέσει και πάλι σε αυτά. Θα λέγαμε ότι η μετάνοια κατ’ αυτό τον τρόπο οφείλει να είναι μια διαρκής κατάσταση και η ανάμνηση της αμαρτίας πρέπει να παραμένει και μετά τη μετάνοια.
Ασφαλώς, όμως, όσες φορές και να πέσει κανείς άλλες τόσες πρέπει να ξανασηκωθεί. Όπως λέγει παραστατικά ο Ιερός Χρυσόστομος «όσες φορές κι αν πέσεις στην αγορά, τόσες φορές και σηκώνεσαι. Κατά τον ίδιο τρόπο, όσες φορές κι αν αμαρτήσεις, μετανόησε για την αμαρτία σου»[6]. Αυτό σημαίνει αφενός να μην αμελεί κανείς την μετάνοια, με την δικαιολογία ότι θα ξαναπέσει και αφετέρου ότι δεν πρέπει κανείς να οδηγείται στην απόγνωση και στην απελπισία. Μιλώντας ο Ιησούς στους μαθητές του τούς προέτρεπε: «αν ο αδελφός σου κάνει κακό, επιτήμησέ τον, κι αν μετανοήσει συγχώρησέ τον. Αν σου κάνει κακό πολλές φορές την ημέρα κι έρθει άλλες τόσες και σου πει “μετανοώ”, να το συγχωρέσεις». Κατά τον ίδιο τρόπο ο Θεός δίδει πάντα τη συγχώρηση στους μετανοημένους.
Δεν πρέπει να αδιαφορούμε για τη μετάνοιά μας καθώς αυτή είναι δυνατή μόνο στην παρούσα ζωή. Μετά θάνατον δεν έχει θέση καθώς είναι αποτέλεσμα της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου να είναι μαζί με το Χριστό στη Βασιλεία του. Είναι η επιθυμία την οποία εξέφρασε ο εκ δεξιών μετανοημένος ληστής, ο οποίος στις τελευταίες του στιγμές ψέλλιζε «μνήσθητι μου Κύριε, όταν έλθης εν τη Βασιλεία σου». Ο χρόνος της μετανοίας λοιπόν είναι σημαντικός, κάθε στιγμή είναι ευκαιρία επιστροφής. Δεν πρέπει να αναβάλουμε και να αμελούμε την αλλαγή της ζωής μας, αλλά παλλόμενοι από θείο έρωτα, όπως οι Άγιοι, να επιθυμούμε τη ριζική μας μεταβολή και μεταμόρφωση με έργα εφάμιλλα με λόγια καθώς η μετάνοια δεν είναι μια διανοητική διεργασία αλλά συνοδεύεται και από την πράξη. Όπως ακριβώς έπραξε η Οσία Μαρία όταν κυριεύθηκε από θείο πόθο να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό, καθώς ψάλλουμε στο Μεγάλο κανόνα «Ασυγκρίτω έρωτι πανόλβιε, Ξύλον ποθήσασα, προσκυνήσαι της ζωής, ηξίωσαι του πόθου»[7] και ακολούθως άλλαξε ριζικά το βίο της.
Η αληθινή μετάνοια, σημαίνει αλλαγή πορείας και πραγματοποίηση έργων μετανοίας τα οποία αποφέρουν πολλούς καρπούς και έτσι αποκτά κανείς παρρησία ενώπιον του Θεού. Δηλαδή δεν αρκεί να μην πράττει κανείς πλέον το κακό. Διαφορετικά οι όποιες προσευχές και τα θυμιάματα είναι ανώφελα και μάταια, όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο Θεός καλώντας τον Ισραήλ σε μεταμέλεια δια μέσω του προφήτου Ησαΐα: «Τι μου χρειάζονται οι πολυάριθμες θυσίες σας;… Πάψτε να μου προσφέρετε ανώφελες θυσίες˙ μ’ αηδιάζει το θυμίαμα. Όταν υψώνετε τα χέρια σας, κλείνω τα μάτια μου να μη σας βλέπω. Κί όταν απανωτές λέτε τις προσευχές σας, εγώ δεν τις ακούω… Λουστείτε κι εξαγνιστείτε, να μην βλέπουν τα μάτια μου τις πονηρές σας πράξεις˙ πάψτε να κάνετε το κακό. Μάθετε το καλό να κάνετε, τη δικαιοσύνη επιδιώξτε, τον καταπιεσμένο βοηθήστε˙ το δίκιο αποδώστε στο ορφανό, υποστηρίξτε την υπόθεση της χήρας»[8]. Αυτό προέτρεπε ο Ιωάννης ο Πρόδρομος λέγοντας «ποιήσατε ουν καρπούς αξίους της μετανοίας»[9]. Ο Ιερός Χρυσόστομος χρησιμοποιεί μια παραστατική εικόνα για να γίνει εύκολα κατανοητός: «για να γίνουμε υγιείς δεν αρκεί να αφαιρέσουμε το βέλος, πρέπει να τοποθετήσουμε και φάρμακα στο τραύμα»[10].
Σε αυτή την προοπτική η Οσία Μαρία δεν έμεινε μόνο στην απόφαση αλλαγής ζωής αλλά για να γιατρέψει τις πληγές της επέλεξε ως δρόμο μετανοίας τον αναχωρητικό βίο, την υπέρμετρη άσκηση, τη φλογερή προσευχή και τη φυγή στην έρημο προς συνάντηση με το Θεό.
Οι δρόμοι της μετάνοιας είναι αμέτρητοι έτσι ώστε να μην είμαστε ράθυμοι, διστακτικοί, αναποφάσιστοι, όλο προφάσεις. Δεν μπορούν όλοι να γίνουν ασκητές και ερημίτες, για τον καθένα όμως από εμάς υπάρχει η κατάλληλη πορεία προς τη σωτηρία. Ο Ιερός Χρυσόστομος τονίζει ανάμεσα σε άλλους πέντε δρόμους σωτηρίας[11]: α) την αυτοκαταδίκη και ομολογία των αμαρτιών, β) τη συγχωρητικότητα και αγάπη προς τους αδελφούς μας, γ) το πένθος και τα δάκρυα για τις αμαρτίες μας, γ) την ταπεινοφροσύνη, δ) την ελεημοσύνη και ε) τη θερμή προσευχή. Αυτό δεν σημαίνει ότι η μετάνοια εξαντλείται σε ορισμένες αντικειμενικές βελτιώσεις της συμπεριφοράς, σε τύπους και σχήματα εξωτερικά, αλλά αναφέρεται σε μια βαθύτερη και καθολικότερη αλλαγή του ανθρώπου. Δεν είναι μια παροδική συντριβή από τη συναίσθηση διαπράξεως κάποιας αμαρτίας, αλλά μια μόνιμη πνευματική κατάσταση, που σημαίνει συνεχή διάθεση για ανόρθωση, θεραπεία και ανάληψη του πνευματικού αγώνα, που ουσιαστικά είναι η σταθερή κατεύθυνση και προσέγγιση του ανθρώπου προς το Θεό.
Για να φτάσει κανείς στη μετάνοια, είναι απαραίτητο να έχει αυτογνωσία, να ασκεί την αυτοκριτική, να έχει συναίσθηση της ύπαρξής του, των πράξεων του, της αμαρτωλότητάς του, να είναι ευαίσθητος στις κλήσεις της συνειδήσεώς του και προ πάντων να θέλει και να επιθυμεί πραγματικά να είναι κοινωνός και φίλος του Θεού
Συνεπώς, δεν θα πρέπει να να αναβάλλουμε συνεχώς και να αδιαφορούμε για τη μετάνοιά μας, η οποία μας απομακρύνει από το Θεό, αλλά θα πρέπει να προσφεύγουμε στο ιατρείο των ψυχών, την εξομολόγηση. Με αυτό τον τρόπο λαμβάνουμε συγχώρεση από το Θεό καθώς ομολογούμε τις αμαρτίες μας στο χωνευτήρι της εξομολόγησης και παράλληλα παίρνουμε τα κατάλληλα φάρμακα μετανοίας με τη βοήθεια ενός καλού ιατρού, ενός πνευματικού.
Είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε την έντονη επιθυμία της Οσίας Μαρίας να κοινωνήσει των αχράντων μυστηρίων, η οποία επισφραγίστηκε ευθύς την ίδια ημέρα που μετέλαβε με την έξοδό της από την παρούσα στην αιώνια ζωή. Όταν έχει εγκατασταθεί στις ψυχές και στη ζωή μας η μετάνοια τότε δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο για τη συμμετοχή μας στο δείπνο της Βασιλείας του Θεού, στο οποίο είμαστε όλοι προσκεκλημένοι. Όμως συνεχώς βρίσκουμε προσκόμματα, υποχρεώσεις, άλλες προτεραιότητες, αρνούμενοι να συμμετάσχουμε στο γεγονός της Εκκλησίας, στο μυστήριο των μυστηρίων, στη μετάληψη του σώματος και του αίματος του Χριστού.
Σεβαστοί Πατέρες, αγαπητοί αδελφοί
Η Αγία Μαρία έρχεται να επιβεβαιώσει το λόγο του Χριστού πως «πόρνες και τελώνες θα εισέλθουν… στη Βασιλεία των ουρανών»[12], δηλαδή μετανοημένοι αμαρτωλοί. Σήμερα Πέμπτη Κυριακή των νηστειών ο βίος της Οσίας Μαρίας προβάλλεται ως κάλεσμα σε μετάνοια και ως πρόσκληση επιστροφής στους κόλπους του Πατρός στην πορεία προς το Πάθος και την Ανάσταση του Χριστού. Ας ακολουθήσουμε στην πράξη το φωτεινό της παράδειγμα, γινόμενοι μιμητές αγίων. Αμην
[1] Λουκ. 15, 13.
[2] Α΄ Κορ. 3, 16-17.
[3] Ματθ. 11, 28-29.
[4] Ματθ. 18, 11.
[5] Λουκ. 15, 10
[6] Βενέδικτου Ιερομονάχου, Χρυσοστομικός Άμβων Στ΄ (Μετάνοια, Εξομολόγησις, Νηστεία, Θεία Κοινωνία), εκδ. Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη Αγίου Όρους 2009, σ. 126.
[7] Δ΄ ωδή.
[8] Ησ.11-17.
[9] Λουκ. 3,8.
[10] Βενέδικτου Ιερομονάχου, Χρυσοστομικός Άμβων Στ΄…, όπ. π., σ. 38.
[11] Βλ. Γρηγορίου Ιερομονάχου, Το μυστήριον της μετανοίας, Ιερόν Κουτλουμουσιανόν Κελλίον Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, Άγιον Όρος 2004, σ. 30-31.