Με αφορμή, «Το πανηγύρι της Μεταμόρφωσης»...
«Η πανήγυρις της μεταμορφώσεως του Σωτήρος είναι η ωραιοτέρα και επιφανεστέρα εν Ιωαννίνοις. Το μέρος, ένθα τελείται αύτη, είναι μικρόν μοναστήριον του Σωτήρος εν τη νήσω της λίμνης, επί της προς τα Ιωάννινα πλευράς του λόφου κείμενον. Τοιαύτα μοναστήρια υπάρχουσιν πολλά εν τη νήσω, εις έκαστον των οποίων τελείται και πανήγυρις κατά την εορτήν του Αγίου, εφ’ ω τιμάται. Αλλ’ επειδή η εορτή της Μεταμορφώσεως είναι η τελευταία πασών τούτων, τελείται επί το μεγαλοπρεπέστερον. Από της εσπέρας της παραμονής, μικραί λέμβοι ιδιόκτητοι όχι μόνον των κατοίκων της νήσου, αλλά και των Ιωαννιτών, μεταφέρουσι τους προσκυνητάς εκ της πόλεως και εκ των πέριξ της λίμνης χωρίων εις την πανηγύριν…».
Είναι οι πρώτες γραμμές από το διήγημα του Κώστα Κρυστάλλη «Η πανήγυρις της Μεταμορφώσεως εν Ιωαννίνοις», μία έκδοση της Ιεράς Μονής Ελεούσης Νήσου, εν έτει 1999, στο πλαίσιο της πολύ ενδιαφέρουσας σειράς «Μνημοσύνη».
Ο Ηγούμενος των Μονών Ελεούσης και Σωτήρος Νήσου και Πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννίνων, αρχιμανδρίτης π. Φιλόθεος Δέδες, γράφει στο προλογικό του σημείωμα:
«Το πανηγύρι της Μεταμόρφωσης, τραγούδι της Πόλης μας, χορός των ανθρώπων της, χαρούμενο βίωμα των νεολαίων της, επιτάφια περιφορά αναβαπτισμού στα ύδατα της λίμνης, ευλογημένος ιδρώτας αυγουστιάτικου κάματου των βαρκάρηδων, γιορτινό τραπέζι της Παναγίας της Ελεούσης στη φανέρωση της Δόξας του Υιού της, θεόσταλτα και πάλι όλα, όπως κάποτε…».
Και ο ηγούμενος συνεχίζει, αναμιμνησκόμενος:
«Καλοκαίρι του ’84, λίγες μέρες μετά την κουρά, οδηγούσε ο Θεός τα βήματα στους “κεχαριτωμένους”, να ’χει ο καινούργιος μοναχός αποκούμπι, να μάθει πως δεν πέρασε ο Θεός από το Μοναστήρι της Μεταμόρφωσης, αλλά είναι εδώ. Ερείπια παντού. Κατεστραμμένα κτίρια και χορταριασμένοι ναοί, τάφοι δίχως καντήλια, σταβλισμένα πρόβατα “μεταξύ του ναού και του κοιμητηρίου…”. Και όμως όλα σε θάμπωναν. Δεν υπομνημάτιζαν το χαμένο κάλλος, δεν ανήγαγαν στην προτέρα δόξα, βεβαίωναν με παράπονο μια σεβάσμια αποκάλυψη. Τίποτα δεν είχε χαθεί. Τα πάντα ήταν εκεί. Ο Κτίτωρ και Ηγούμενος ήταν επί του τοίχου, φρουρός όσων η απουσία με απιστία εγκατέλειψε… Ο Ηγούμενος ήταν εκεί. Κοιτούσε με ελεγκτική ειλικρίνεια τους περιεστώτες. Με προφητική αυστηρότητα, αυθεντικά φιλάνθρωπη, καλούσε σε ενοπτρισμό. Αυτή ήταν η πρώτη γνωριμία. Γεμάτη δέος και βεβαιότητα. Όλα θα γίνουν όπως ήταν και καλύτερα. Όποια αγωνία λειτουργείται στο θυσιαστήριο του Ουρανού μετουσιώνει ευθύς το ερειπιώδες σε παλάτιον. Τίποτα δεν αντέχει στη θεία αλλοίωση που επιφέρει η αγάπη του Θεού και των αγίων Του.
Αποκαλύφθηκαν στη συνέχεια οι επιθυμίες του Ηγουμένου. Θέριεψαν Αρχιερατικοί οραματισμοί και εισακούστηκαν προσευχές. Ανακαλύφτηκαν έγγραφα, εφάνησαν καταγραφές, ήρθαν στο φως της επίγνωσης φιρμάνια και Πατριαρχικά Σιγίλλια με καταπιστευμένη την Σταυροπηγιακή ευλογία. Ομοιάζουμε του Φαναρίου, εκ Φαναρίου Σταυροεπιστρεφόμεθα…
Απελπισία. Είναι η μόνη εννοιολογική κατάφαση στο Μυστήριο της παρουσίας του Θεού. Γίνεται όμως εντονότερη, όταν ο Θεός επιτρέπει δοκιμασίες: να είσαι διάδοχος του περιπύστου Ηγουμένου “Ελεούσης και Σωτήρος” Αββακούμ.
Υπάρχουν όμως και άλλα επώδυνα. Να μιλά και να γράφει κάποιος γι’ αυτά που οι άνθρωποι του Θεού προκαλούν. Την πανηγυρική Μεταμόρφωση αγιασμένων χώρων. Δίχως, δυστυχώς, την “καλήν αλλοίωσίν” μας. Είθε ο Θεός να “επιτρέψει” και αυτό σε μας, όπως στον άριστον Ηγούμενο».
«Η πανήγυρις της μεταμορφώσεως του Σωτήρος είναι η ωραιοτέρα και επιφανεστέρα εν Ιωαννίνοις. Το μέρος, ένθα τελείται αύτη, είναι μικρόν μοναστήριον του Σωτήρος εν τη νήσω της λίμνης, επί της προς τα Ιωάννινα πλευράς του λόφου κείμενον. Τοιαύτα μοναστήρια υπάρχουσιν πολλά εν τη νήσω, εις έκαστον των οποίων τελείται και πανήγυρις κατά την εορτήν του Αγίου, εφ’ ω τιμάται. Αλλ’ επειδή η εορτή της Μεταμορφώσεως είναι η τελευταία πασών τούτων, τελείται επί το μεγαλοπρεπέστερον. Από της εσπέρας της παραμονής, μικραί λέμβοι ιδιόκτητοι όχι μόνον των κατοίκων της νήσου, αλλά και των Ιωαννιτών, μεταφέρουσι τους προσκυνητάς εκ της πόλεως και εκ των πέριξ της λίμνης χωρίων εις την πανηγύριν…».
Είναι οι πρώτες γραμμές από το διήγημα του Κώστα Κρυστάλλη «Η πανήγυρις της Μεταμορφώσεως εν Ιωαννίνοις», μία έκδοση της Ιεράς Μονής Ελεούσης Νήσου, εν έτει 1999, στο πλαίσιο της πολύ ενδιαφέρουσας σειράς «Μνημοσύνη».
Ο Ηγούμενος των Μονών Ελεούσης και Σωτήρος Νήσου και Πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννίνων, αρχιμανδρίτης π. Φιλόθεος Δέδες, γράφει στο προλογικό του σημείωμα:
«Το πανηγύρι της Μεταμόρφωσης, τραγούδι της Πόλης μας, χορός των ανθρώπων της, χαρούμενο βίωμα των νεολαίων της, επιτάφια περιφορά αναβαπτισμού στα ύδατα της λίμνης, ευλογημένος ιδρώτας αυγουστιάτικου κάματου των βαρκάρηδων, γιορτινό τραπέζι της Παναγίας της Ελεούσης στη φανέρωση της Δόξας του Υιού της, θεόσταλτα και πάλι όλα, όπως κάποτε…».
Και ο ηγούμενος συνεχίζει, αναμιμνησκόμενος:
«Καλοκαίρι του ’84, λίγες μέρες μετά την κουρά, οδηγούσε ο Θεός τα βήματα στους “κεχαριτωμένους”, να ’χει ο καινούργιος μοναχός αποκούμπι, να μάθει πως δεν πέρασε ο Θεός από το Μοναστήρι της Μεταμόρφωσης, αλλά είναι εδώ. Ερείπια παντού. Κατεστραμμένα κτίρια και χορταριασμένοι ναοί, τάφοι δίχως καντήλια, σταβλισμένα πρόβατα “μεταξύ του ναού και του κοιμητηρίου…”. Και όμως όλα σε θάμπωναν. Δεν υπομνημάτιζαν το χαμένο κάλλος, δεν ανήγαγαν στην προτέρα δόξα, βεβαίωναν με παράπονο μια σεβάσμια αποκάλυψη. Τίποτα δεν είχε χαθεί. Τα πάντα ήταν εκεί. Ο Κτίτωρ και Ηγούμενος ήταν επί του τοίχου, φρουρός όσων η απουσία με απιστία εγκατέλειψε… Ο Ηγούμενος ήταν εκεί. Κοιτούσε με ελεγκτική ειλικρίνεια τους περιεστώτες. Με προφητική αυστηρότητα, αυθεντικά φιλάνθρωπη, καλούσε σε ενοπτρισμό. Αυτή ήταν η πρώτη γνωριμία. Γεμάτη δέος και βεβαιότητα. Όλα θα γίνουν όπως ήταν και καλύτερα. Όποια αγωνία λειτουργείται στο θυσιαστήριο του Ουρανού μετουσιώνει ευθύς το ερειπιώδες σε παλάτιον. Τίποτα δεν αντέχει στη θεία αλλοίωση που επιφέρει η αγάπη του Θεού και των αγίων Του.
Αποκαλύφθηκαν στη συνέχεια οι επιθυμίες του Ηγουμένου. Θέριεψαν Αρχιερατικοί οραματισμοί και εισακούστηκαν προσευχές. Ανακαλύφτηκαν έγγραφα, εφάνησαν καταγραφές, ήρθαν στο φως της επίγνωσης φιρμάνια και Πατριαρχικά Σιγίλλια με καταπιστευμένη την Σταυροπηγιακή ευλογία. Ομοιάζουμε του Φαναρίου, εκ Φαναρίου Σταυροεπιστρεφόμεθα…
Απελπισία. Είναι η μόνη εννοιολογική κατάφαση στο Μυστήριο της παρουσίας του Θεού. Γίνεται όμως εντονότερη, όταν ο Θεός επιτρέπει δοκιμασίες: να είσαι διάδοχος του περιπύστου Ηγουμένου “Ελεούσης και Σωτήρος” Αββακούμ.
Υπάρχουν όμως και άλλα επώδυνα. Να μιλά και να γράφει κάποιος γι’ αυτά που οι άνθρωποι του Θεού προκαλούν. Την πανηγυρική Μεταμόρφωση αγιασμένων χώρων. Δίχως, δυστυχώς, την “καλήν αλλοίωσίν” μας. Είθε ο Θεός να “επιτρέψει” και αυτό σε μας, όπως στον άριστον Ηγούμενο».